Ξαφνικό ενδιαφέρον για την… ισότητα των δύο φύλων στους εργασιακούς χώρους και την ισορροπία οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής δείχνει τελευταία το υπουργείο Εργασίας. Οπως διαβάζουμε σε ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου, πρόκειται για το ευρωπαϊκό πρόγραμμα SHARE, που σκοπό του έχει «την προώθηση της συμφιλίωσης μεταξύ επαγγελματικής και ιδιωτικής ζωής, από τις μικρές, μεσαίες και μεγάλες επιχειρήσεις, ώστε να αντιμετωπιστούν οι παραδοσιακοί έμφυλοι ρόλοι εντός της οικογένειας».
Μάλιστα, οι επιχειρήσεις που θα υιοθετήσουν και θα μπουν -πάντα… εθελοντικά- στο πρόγραμμα αυτό, θα έχουν την ευκαιρία να επιμορφώσουν δωρεάν τα στελέχη τους σε θέματα ισότητας των φύλων στο «εταιρικό περιβάλλον». Και αν υιοθετήσουν τις προτεινόμενες πολιτικές, θα πάρουν και ως επιβράβευση κάποιο… «Σήμα Ισότητας». Οταν τους αποδοθεί αυτό το «Σήμα», θα μπορούν να βελτιώσουν το εργοδοτικό τους προφίλ απέναντι στους νέους και τις νέες εργαζόμενους που θα αναζητήσουν δουλειά σε αυτές τις εταιρίες!
Τι… ευγενής άμιλλα των καπιταλιστών, που γίνεται πάντα για το καλό των εργαζόμενων και την ισότητα των δύο φύλων, είναι αυτή! Για τους κυβερνώντες, η ισότητα είναι αποκλειστικά ζήτημα «κουλτούρας» που πρέπει να εμπεδωθεί στους εργοδότες καπιταλιστές, με ταυτόχρονη απεύθυνση και στο… φιλότιμο των εργαζόμενων ανδρών. Δεν είναι μια αντικειμενική κατάσταση, που βασίζεται σε ένα πλέγμα νόμων και κανόνων που ισχύουν υποχρεωτικά και υποστηρίζονται από ένα δίκτυο κοινωνικών παροχών. Αυτά είναι… ξεπερασμένα πράγματα.
«Με το πρόγραμμα SHARE», αναφέρει χαρακτηριστικά η υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Μαρία Συρεγγέλλα, «στόχος μας είναι να ενθαρρύνουμε τον πατέρα και το ρόλο του ώστε να αναλάβει ισότιμα το καθήκον της φροντίδας των παιδιών αλλά και των ηλικιωμένων και αδύναμων μελών της οικογένειας. Προσπαθούμε να βελτιώσουμε την καθημερινότητα γυναικών και ανδρών, να ενισχύσουμε την ισότιμη συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας και να συμβάλλουμε στην ευημερία των επιχειρήσεων χτίζοντας ένα παραγωγικό εργατικό δυναμικό, κάθε φύλου, ηλικίας και βαθμίδας». Αυτά λοιπόν συμβαίνουν στο θαυμαστό κόσμο των καπιταλιστικών επιχειρήσεων, με την καθοδήγηση του πάντα ευαίσθητου υπουργείου Εργασίας!
Τα πράγματα, όμως, δεν είναι καθόλου «αθώα». Δεν πρόκειται δηλαδή μόνο για μια συνηθισμένη δημαγωγική εκστρατεία, για να δείξουν τα στελέχη της παραπαίουσας κυβέρνησης ότι κάτι κάνουν και σε αυτόν τον τομέα. Αλλωστε, όπως μας πληροφορεί το δελτίο Τύπου του υπουργείου Εργασίας, το εν λόγω έργο, με την επωνυμία SHARE, συγχρηματοδοτείται από το πρόγραμμα Rights, Equality and Citizenship της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Το συγκεκριμένο έργο έχει ξαναπαιχτεί και στο παρελθόν, αλλά με λίγο διαφορετικό σενάριο. Οταν στις αρχές της δεκαετίας του ’90 καθιερώθηκε η μερική απασχόληση, αναπτύχθηκε ολόκληρη ιδεολογική εκστρατεία, η οποία στόχευε στις γυναίκες. Θεωρήθηκε ότι είχαν δώσει υπερβολικό βάρος στην επαγγελματική τους καταξίωση, «αντιγράφοντας» τους άνδρες, ενώ έπρεπε να είναι πιο κοντά στη «φύση» τους. Ταυτόχρονα, γίνονταν αναφορές στο «μητρικό ένστικτο», με βάση το οποίο η γυναίκα έχει ανάγκη περισσότερες ώρες να είναι κοντά στο παιδί από ό,τι ο άνδρας.
Η μερική απασχόληση προβλήθηκε τότε σαν το φάρμακο που θα γιατρέψει τις πληγές της «διπλής ημέρας εργασίας» ή αλλιώς του διπλού ζυγού που βιώνουν ιδίως οι εργαζόμενες μητέρες, οδηγώντας τες στη «συμφιλίωση της οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής».
Το υψηλό κόστος για τη φύλαξη των παιδιών, από τη μια, και η σταδιακή κατεδάφιση του αστικού κράτους πρόνοιας, από την άλλη, καθιστούσαν πολλές γυναίκες, ιδίως από τα πιο φτωχά λαϊκά στρώματα, πιο ευάλωτες σε αυτή την πίεση. Ετσι, επέλεγαν πιο εύκολα τις ελαστικές μορφές απασχόλησης, προκειμένου να έχουν περισσότερο χρόνο στο σπίτι, έστω και με χαμηλότερες απολαβές. Είναι χαρακτηριστικό ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία που είχε δώσει τον Οκτώβρη του 2017 το υπουργείο Εσωτερικών (11ο σημείωμα του Παρατηρητήριου Ισότητας), στο σύνολο των 374.300 (επισήμως) μερικά απασχολούμενων, το ποσοστό των γυναικών ήταν 60,51%, ενώ το ποσοστό των ανδρών ήταν 39,49%. Δηλαδή, περίπου 78.700 γυναίκες περισσότερες από τους άνδρες εργάζονταν με μερική απασχόληση. Ταυτόχρονα, 1 στις 3 γυναίκες «μείωνε την έμμισθη εργασία σε μερικής απασχόλησης», ενώ στους άνδρες μόνο 1 στους 10 έκανε το ίδιο. Αυτά, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, που αποτυπώνουν τμήμα της πραγματικότητας, η οποία είναι χειρότερη, καθώς σημαντικό τμήμα των εργαζόμενων γυναικών αναγκάζεται να δουλεύει «μαύρα».
Βέβαια, το υπουργείο Εσωτερικών σε εκείνο το σημείωμα (επί ΣΥΡΙΖΑ, να μην ξεχνιόμαστε) θεωρούσε ότι η αυξημένη συμμετοχή των γυναικών στη μερική απασχόληση είχε… θετική επίδραση στους δείκτες της ανεργίας. Παραδεχόταν, όμως, ότι «οι εργαζόμενες και οι εργαζόμενοι στην μερική απασχόληση, λαμβάνουν κατά κανόνα χαμηλότερες αποδοχές και έχουν λιγότερες δυνατότητες προόδου στην επαγγελματική τους σταδιοδρομία».
Οπως είναι φυσικό, οι χαμηλές αμοιβές της συχνά ανειδίκευτης και επισφαλούς μερικής εργασίας, όχι μόνο έπληξαν το εισόδημα και τη συνταξιοδοτική ικανότητα πολλών γυναικών (οι εργοδότες τούς έτρωγαν ένσημα από αδήλωτες ώρες εργασίας), αλλά είχε και σημαντικές επιπτώσεις στην επαγγελματική τους εξέλιξη. Αυτό, βέβαια, είχε ως αποτέλεσμα τη μεγαλύτερη οικονομική τους εξάρτηση από τους συζύγους τους, στο βαθμό που εκείνοι είχαν μεγαλύτερο εισόδημα και εργάζονταν με πλήρη απασχόληση.
Τα τελευταία χρόνια, εξαιτίας της γενικευμένης οικονομικής κρίσης του καπιταλισμού, η ανεργία εκτινάχτηκε στα ύψη. Στην ημερήσια διάταξη μπήκε η «κινεζοποίηση» των μισθών και των εργασιακών σχέσεων, το παραπέρα χτύπημα των συλλογικών συμβάσεων. Η πλήρης απασχόληση έγινε ακόμα πιο επισφαλής. Αυτό άνοιξε την όρεξη του κεφαλαίου για τη γενίκευση των ελαστικών μορφών απασχόλησης. Ηρθε η ώρα να βάλουν «πλάτη» και οι άνδρες εργαζόμενοι, περισσότερο από ό,τι στο παρελθόν.
Ετσι, το βάρος της προπαγάνδας για τη «συμφιλίωση της επαγγελματικής με την οικογενειακή ζωή», που πρωτύτερα έπεφτε στη «μητρότητα», τώρα πρέπει να πέσει στην «ισότητα». Θυμήθηκαν ότι και ο πατέρας έχει ρόλο στην ανατροφή των παιδιών και τη φροντίδα των ηλικιωμένων, γι’ αυτό και χρειάζεται να έχει πιο «ελαστικά» ωράρια, ώστε να μπορέσει και η μητέρα να ασχοληθεί με την επαγγελματική της ανέλιξη. Στο σχετικό σποτάκι που συνοδεύει την ανακοίνωση του υπουργείου Εργασίας, μία τηλε-εργαζόμενη μητέρα επικοινωνεί με την προϊσταμένη της, όταν ο σύζυγος κάποια στιγμή ανακοινώνει πως «δεν βοηθάει τη σύζυγο, αλλά συμμετέχει από κοινού στα βάρη του σπιτιού». Τότε η προϊσταμένη τούς ανακοινώνει ότι γι’ αυτόν το λόγο η σύζυγος θα μπορέσει να πάρει την προαγωγή που τόσο καιρό περίμενε!
Πουθενά βέβαια το σποτ δε δείχνει δημόσιους παιδικούς σταθμούς και γενικά κάποιας μορφής κρατική στήριξη. Το βάρος της ευθύνης πέφτει μόνο στην οικογένεια. Η αυτονόητη ανάγκη των εργαζόμενων γονιών για περισσότερο ελεύθερο χρόνο και επαφή με τα παιδιά τους γίνεται όχημα για την προώθηση των εργασιακών σχέσεων – λάστιχο.
Δεν είναι ωστόσο η πρώτη φορά, που χρησιμοποιούν την έννοια της «ισότητας» ως ιδεολόγημα για να περάσουν αντεργατικές μεταρρυθμίσεις. Θυμόμαστε καλά τι είχε συμβεί όταν πριν από κάμποσα χρόνια αύξησαν κατά πέντε έτη τα όρια συνταξιοδότησης των γυναικών, εξισώνοντάς τα με αυτά των ανδρών. Ούτε λίγο – ούτε πολύ, το μέτρο αυτό παρουσιάστηκε σαν… κατάκτηση των γυναικών στον αγώνα για την ισότητα!
Ομως η έννοια της ισότητας δεν είναι απλή μαθηματική εξίσωση. Εκτός από τις όποιες βιολογικές διαστάσεις του ζητήματος, υπάρχουν και οι κοινωνικές. Η εργαζόμενη γυναίκα, κατά τη διάρκεια του εργασιακού της βίου, υφίσταται τον διπλό ζυγό. Γι’ αυτό δικαιούταν να βγει πιο νωρίς στη σύνταξη από τους άνδρες, προκειμένου να υπάρχει κάποιας μορφής ισοτιμία.
Αφού όλοι αυτοί οι υπέρμαχοι της «εξίσωσης» στη συνταξιοδότηση κόπτονταν για την ισότητα, γιατί δεν πρότειναν ή δεν έκαναν το αντίστροφο; Να μειώσουν, δηλαδή, κατά πέντε χρόνια τα ηλικιακά όρια συνταξιοδότησης των ανδρών, ώστε να επέλθει η… ισότητα; Το ερώτημα είναι καθαρά ρητορικό. Αυτή η κατάφωρη αδικία σε βάρος των εργαζόμενων γυναικών, που επενδύθηκε ακόμα και με… φεμινιστικά επιχειρήματα, ήταν ένα βήμα προς την κατεύθυνση της γενικής αύξησης των ορίων συνταξιοδότησης.
Παρά τις σημαντικές κατακτήσεις που έχουν επιτευχθεί (και που συχνά αμφισβητούνται…), δεν μπορεί να υπάρξει ολοκληρωμένη ισότητα των φύλων μέσα στο καπιταλιστικό σύστημα. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο με την οικοδόμηση της κομμουνιστικής κοινωνίας, όπου η μείωση του κοινωνικά αναγκαίου χρόνου εργασίας και η εκτεταμένη κοινωνική μέριμνα θα συμβάλλουν στην αύξηση του ελεύθερου χρόνου και την άνοδο της ποιότητας της ζωής και των δύο φύλων, στη βάση μιας πραγματικής ισότητας.
ΥΓ. Μήπως το υπουργείο Εργασίας σκέφτεται να βραβεύσει με το «Σήμα της Ισότητας» και εκείνες τις επιχειρήσεις που θα απολύουν… ίσο αριθμό ανδρών και γυναικών;