Η φιλολογία περί απολύσεων στο δημόσιο τομέα δίνει και παίρνει. Κι επειδή στο στενό δημόσιο τομέα είναι δύσκολο να γίνουν απολύσεις, ακόμα και μετά την κατάργηση Οργανισμών (δεν αίρεται η συνταγματική προστασία), είναι βέβαιο ότι αυτό θα επιχειρηθεί στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπου οι εργαζόμενοι απασχολούνται με συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου.
Ο Παπανδρέου, που θα είχε κάθε λόγο να μη πάρει πάνω του αυτό το θέμα, αφήνοντάς το στον Ραγκούση και τον Παπακωνσταντίνου, όταν ρωτήθηκε (συνέντευξη στο «Εθνος») αν θα πάνε σε απολύσεις διά της πλαγίας οδού, δηλαδή μέσω των μετατάξεων, όχι μόνο δεν το διέψευσε, αλλά απάντησε με το γνωστό αφοπλιστικό του ύφος: «Σας απαντώ: δεν είναι λογικό όταν καταργείς έναν Οργανισμό του Δημοσίου να αξιολογείς το προσωπικό που μέχρι τότε υπηρετούσε, ώστε να δεις αν μπορεί να καλύψει άλλες πραγματικές ανάγκες στο ευρύτερο Δημόσιο, ποιοι τελικά έχει νόημα να παραμείνουν, έτσι ώστε να μην επιβαρύνεται αδικαιολόγητα ο κρατικός προϋπολογισμός, δηλαδή ο έλληνας φορολογούμενος, ειδικά όταν είσαι σε τέτοια δημοσιονομική κατάσταση;».
Επειδή η τρόικα θέλει απτά αποτελέσματα, θέλει δηλαδή να δει απολύσεις, γιατί με το πάγωμα των προσλήψεων για άλλα 4 χρόνια δεν βγαίνουν τα νούμερα (μείωση των απασχολούμενων στο Δημόσιο κατά 150.000 άτομα), είναι απολύτως λογικό η κυβέρνηση να ξεκινήσει με τα πρώτα πακέτα μετατάξεων που έχουν ήδη ξεκινήσει. Αναφερόμαστε στους εργαζόμενους του ΟΣΕ και της ΕΘΕΛ, για τους οποίους έχουν ψηφιστεί οι σχετικοί νόμοι. Γιατί να μη πουν σε μερικές εκατοντάδες εργαζόμενους, ότι δεν έχουν τα τυπικά προσόντα για να απασχολη- θούν σε κενές θέσεις, οπότε θα πρέπει να πάρουν τις αποζημιώσεις τους και να περάσουν στην ανεργία;
Η εργατοπατερία «κοιμάται», οι εργαζόμενοι όμως θα έπρεπε ήδη να έχουν βγει στο κλαρί.