Για πρώτη φορά εδώ και 20 χρόνια αναβλήθηκε η προγραμματισμένη για τις 26 Οκτώβρη στο Φοντενεμπλό κοινή συνεδρίαση των υπουργικών συμβουλίων Γερμανίας και Γαλλίας, παρουσία του γερμανού καγκελάριου και του γάλλου προέδρου, που γίνεται τουλάχιστον μια φορά το χρόνο, συμβολίζοντας τη λειτουργία του γερμανογαλλικού άξονα. Κάτι δικαιολογίες που προβλήθηκαν αρχικά, όπως ότι η Αναλένα Μπέρμποκ δεν… άδειαζε, γιατί ήθελε νε εκμεταλλευτεί τις διακοπές των σχολείων και να περάσει χρόνο με τα παιδιά της, ήταν επιεικώς γελοίες και εγκαταλήφθηκαν.
Off the record και οι δύο πόλοι του γερμανογαλλικού άξονα παραδέχτηκαν ότι υπάρχουν τριβές ανάμεσα στις δύο κυβερνήσεις. Επίσημα, ο εκπρόσωπος της καγκελαρίας δήλωσε πως οι διαπραγματεύσεις «χρειάζονταν λίγο ακόμη χρόνο και γι΄ αυτό οι δύο πλευρές εκτίμησαν πως θα είχε νόημα μια αναβολή». Από τη γαλλική πλευρά δεν υπήρξαν δηλώσεις αλλά μόνο διαρροές που εξέφραζαν οργή. «Οι Γερμανοί κάνουν αυτό για το οποίο κατηγορούνται συχνά οι Γάλλοι: Παίρνουν αποφάσεις χωρίς να συμβουλευτούν τους εταίρους τους, προκειμένου να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντά τους» έγραψε το Reuters επικαλούμενο ευρωπαϊκή πηγή.
Το πεδίο των τριβών είναι γνωστό. Οι Γάλλοι διαφωνούν με τη στάση της Γερμανίας στην ενεργειακή κρίση, όπως εκφράζεται και με το πακέτο των 200 δισ. που ανακοίνωσε πρόσφατα η κυβέρνηση Σολτς για τη στήριξη της γερμανικής οικονομίας, αδιαφορώντας για οποιαδήποτε κοινή ευρωπαϊκή λύση. Οι Γάλλοι είναι οργισμένοι και με το εξοπλιστικό πρόγραμμα της Γερμανίας, ύψους 100 δισ. ευρώ. Η Γερμανία προχωρά μόνη της και στον εξοπλιστικό τομέα, περιφρονώντας το σχέδιο του Μακρόν για «κοινή ευρωπαϊκή αμυντική πολιτική», το οποίο περιλαμβάνει και τη δημιουργία μιας ισχυρής ευρωπαϊκής πολεμικής βιομηχανίας, με συμπράξεις ανάμεσα στα μονοπώλια των στρατιωτικοβιομηχανικών συμπλεγμάτων Γαλλίας, Ιταλίας και Γερμανίας.
Γαλλία και Ιταλία παράγουν από κοινού (κοινοπραξία Eurosam) τα πυραυλικά συστήματα SAMP-T αλλά η Γερμανία δεν μπαίνει στο κονσόρτσιουμ και αναζητά συνεργασία με τις ΗΠΑ για συστήματα Patriot. Η Γαλλία «καίγεται» να προωθήσει τα Rafale και να δημιουργήσει κοινοπραξία για την παραγωγή πολεμικού αςεροσκάφους νέας γενιάς, αλλά η Γερμανία ανακοίνωσε ότι θα παραγγείλει αμερικανικά F-35. Κοντολογίς, η Γερμανία θέλει να προωθήσει τη δική της πολεμική παραγωγή σε τομείς που δεν είναι δυνατή, «βυσματώνοντας» τη Γαλλία και την ιδέα του «ευρωστρατού», στον οποίο η Γαλλία θα διεκδικούσε ηγετικό ρόλο, λόγω της ανεπτυγμένης πολεμικής βιομηχανίας της.
Η απάντηση της Γαλλίας στη Γερμανία ήρθε με το μπλοκάρισμα του αγωγού φυσικού αερίου MidCat, που θα συνέδεε την Ιβηρική (κυρίως την Ισπανία) με τη Γερμανία, περνώντας από γαλλικό έδαφος και μεταφέροντας επαναεριοποιημένο LNG από ισπανικά λιμάνια (η Ισπανία προμηθεύεται LNG από την Αλγερία και άλλες χώρες και διαθέτει εγκαταστάσεις αποθήκευσης και επαναεριοποίησης). Ο Μακρόν, με συντονισμένες κινήσεις προς τις κυβερνήσεις της Ισπανίας και της Πορτογαλίας, σαμποτάρισε το γερμανικό σχέδιο για τον αγωγό MidCat, το οποίο χαρακτήρισε «μη βιώσιμο οικονομικά και περιβαλλοντικά» (η Γαλλία, ως γνωστόν, στηρίζεται κυρίως στην πυρηνική ενέργεια και σχεδιάζει εκσυγχρονισμό των υπαρχόντων και κατασκευή νέων αντιδραστήρων), προσφέροντας ως αντάλλαγμα την κατασκευή ενός «πράσινου ενεργειακού διαδρόμου» μεταξύ Βαρκελώνης και Μασσαλίας. Ενός υποθαλάσσιου αγωγού που θα μεταφέρει καθαρό υδρογόνο, όπως είπε ο Πέδρο Σάντσεθ, αλλά επειδή η υπόθεση του υδρογόνου ως καυσίμου είναι για το μέλλον, θα υπάρξει μια… μεταβατική φάση κατά την οποία ο αγωγός θα μεταφέρει φυσικό αέριο «το οποίο χρειάζεται η ευρωπαϊκή αγορά».
«Δεν είναι οι εθνικές στρατηγικές αυτές που πρέπει να υιοθετήσουμε, αλλά η ευρωπαϊκή στρατηγική», έλεγε πριν από μερικές μέρες ο Μακρόν, φωτογραφίζοντας το πακέτο των 200 δισ. ευρώ που ανακοίνωσε ο Σολτς, αλλά δεν έπεισε ότι η Γαλλία, τραβώντας την Ισπανία στο σχέδιο για τον υποθαλάσσιο αγωγό Βαρκελώνης-Μασσαλίας, ασκεί ευρωπαϊκή και όχι γαλλική στρατηγική.
Οι τριγμοί στον γερμανογαλλικό άξονα ακούγονται καθαρά. Ομως, η ρητορική ανάμεσα στις δυο κυβερνήσεις δεν ξεπερνά τα όρια των διπλωματικών υπαινιγμών, που συνοδεύονται από όρκους πίστης στη συνεργασία τους. Ο υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας Μπρουνό Λεμέρ μίλησε για την ανάγκη μιας επανεκκίνησης στη συμμαχία Γαλλίας-Γερμανίας ώστε να γίνει ισχυρότερη. Ο Μακρόν συναντήθηκε με τον Σολτς στις Βρυξέλλες, πριν από την έκτακτη σύνοδο κορυφής της ΕΕ, και θα ξανασυναντηθούν στο Παρίσι την Τετάρτη. Μάλιστα, ο Μακρόν διατράνωσε από τις Βρυξέλλες τη βούλησή του να συνεργαστεί στενά με τον Σολτς ώστε να βρεθούν «σημεία σύγκλισης», γιατί δεν είναι καλή ούτε για την Ευρώπη η «απομόνωση» της Γερμανίας. «Ο ρόλος μας είναι να κάνουμε τα πάντα ώστε να υπάρχει ευρωπαϊκή ενότητα και να αποτελεί η Γερμανία μέρος της», είπε χαρακτηριστικά.
Η συνάντηση Μακρόν-Σολτς στις Βρυξέλλες έσωσε τα προσχήματα, όμως δεν εξομάλυνε τις διαφορές. Η απόφαση των «27» κάθε άλλο παρά υποχώρηση –επί της ουσίας- της Γερμανίας δείχνει. Γι’ αυτό και ο Σολτς με τον Μακρόν θα ξανασυναντηθούν στο Παρίσι. Και ποιος ξέρει πόσες φορές ακόμη θα συναντηθούν -οι ίδιοι και οι κορυφαίοι υπουργοί τους- και αν τελικά θα καταστεί δυνατή η σύγκληση της κοινής συνεδρίασης των υπουργικών συμβουλίων στο Φοντενεμπλό τον Γενάρη ή θα χρειαστεί νέα αναβολή. Σύμφωνα με τη «Le Monde», το Παρίσι «δεν είναι εξίσου κατηγορηματικό με το Βερολίνο» όσον αφορά τη διεξαγωγή του γαλλογερμανικού συμβουλίου υπουργών τον Γενάρη του 2023.
Το παζάρι ανάμεσα στις δυο ισχυρότερες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της ΕΕ είναι σκληρό, όμως μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα πως σ’ αυτή τη φάση δεν πρόκειται να υπάρξει ρήξη αλλά ένας ακόμη συμβιβασμός. «Οταν η Γαλλία και η Γερμανία δεν τα πάνε καλά, έχει ολόκληρη η ΕΕ πρόβλημα», έγραψε το Politico και έχει δίκιο. Μπορούν Γερμανία και Γαλλία να κάνουν χωρίς την ΕΕ; Η απάντηση είναι μονολεκτική και δεν χρειάζεται επεξηγήσεις: όχι! Δεν μπορούσαν να κάνουν χωρίς την ΕΕ προηγουμένως, πόσο μάλλον τώρα, σε συνθήκες ιμπεριαλιστικού πολέμου, από τον οποίο βγαίνουν χαμένες και οι δύο χώρες και η ΕΕ.
Θυμίζουμε πως δεν είναι η πρώτη φορά που ακούγονται τριγμοί από τον γερμανογαλλικό άξονα. Στην περίοδο της συστημικής κρίσης του 2009 και των επόμενων ετών, η Μέρκελ δεν υποχώρησε στην πίεση του Ολάντ για την έκδοση ευρωομολόγων. Στην κρίση της πανδημίας, όμως, η Μέρκελ υποχώρησε στην πίεση του Μακρόν για περιορισμένο κοινό δανεισμό και έτσι προέκυψε το Ταμείο Ανάκαμψης. Φυσικά, τα γερμανικά μονοπώλια θα πάρουν τη μερίδα του λέοντος. Μένει να δούμε πού θα καταλήξει το παζάρι τους για το ενεργειακό. Την κατάληξη θα την αντιληφθούμε όταν ανακοινωθεί ο χρόνος σύγκλησης της κοινής συνεδρίασης των υπουργικών συμβουλίων στο Φοντενεμπλό ή κάπου αλλού στη Γαλλία (που είναι η… γηπεδούχος αυτή τη χρονιά). Μετά, θα πληροφορηθούμε και το περιεχόμενο της συμφωνίας. Θ’ ακούσουμε και τη Μελόνι (αν είναι τότε πρωθυπουργός της Ιταλίας) να σκούζει.
Δε χρειάζεται, βέβαια, να σημειώσουμε πως το σκληρό παζάρι ανάμεσα στις κυβερνήσεις Γερμανίας και Γαλλίας δεν έχει σε τίποτα να κάνει με τα συμφέροντα της εργατικής τάξης στις δυο χώρες και σε όλη την ΕΕ. Είναι ένα παζάρι καθαρά για τα συμφέροντα των μονοπωλιακών ομίλων και εν γένει της καπιταλιστικής οικονομίας στις δυο χώρες.