Από την πρώτη στιγμή που ο Σίσι κατέλαβε την εξουσία στην Αίγυπτο, για λογαριασμό της μεγαλοαστικής τάξης και του στρατιωτικού συμπλέγματος, ύστερα από τη βίαιη ανατροπή του δημοκρατικά εκλεγμένου Μοχάμεντ Μόρσι της Μουσουλμανικής Αδελφότητας, έχει ακολουθήσει μια στρατηγική για την ανάπτυξη του αιγυπτιακού καπιταλισμού που έχει οδηγήσει το κράτος στα όρια της χρεοκοπίας. Βασικοί άξονες σε αυτή την στρατηγική ήταν και παραμένουν η κατασκευή τεράστιων υποδομών, για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων, βασιζόμενη σε δάνεια, η αύξηση του ρόλου του στρατού στην οικονομία με στόχο να τον καταστήσει μέγα εργολάβο της χώρας, η αύξηση των μισθών και των παροχών για το στρατό, την αστυνομία και το δικαστικό σώμα, ως στυλοβάτες του καθεστώτος ανοιχτής τρομοκρατίας που έχει επιβάλλει ο στρατός στην Αίγυπτο, το ξεπούλημα της κρατικής περιουσίας σε καθεστώτα του Κόλπου κ.ά.
Το κρατικό χρήμα διοχετεύτηκε αφειδώς στο ντόπιο και ξένο κατασκευαστικό κεφάλαιο, ενώ ο μηχανισμός αναπλήρωσής του δεν είναι άλλος από τη βαριά φορολογία των πλατιών λαϊκών στρωμάτων, η οποία αντιπροσωπεύει το 83% των κρατικών εσόδων. Η αιγυπτιακή χούντα φέρει την αποκλειστική ευθύνη για το βύθισμα των κρατικών οικονομικών, που έχει ως συνέπεια την ολοκληρωτική αποξήλωση των έτσι κι αλλιώς ισχνών μηχανισμών κρατικής πρόνοιας και το κόψιμο των επιδοτήσεων στα βασικά καταναλωτικά είδη. Τα πιόνια της χούντας στα αιγυπτιακά μίντια «συμβουλεύουν» ξεδιάντροπα το προλεταριάτο και τα εργαζόμενα στρώματα να τρώνε πόδια κοτόπουλου για να προσαρμοστούν στις δύσκολες οικονομικές συνθήκες, ενώ από το 2016 η Αίγυπτος έχει δανειστεί 20 δισ. δολάρια από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, γεγονός που την έφερε στη θέση του δεύτερου μεγαλύτερου οφειλέτη του ΔΝΤ μετά την Αργεντινή (52 δισ. δολάρια).
Από τότε που ο Σίσι κατέλαβε την εξουσία, τα κράτη του Κόλπου έχουν διοχετεύσει δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια στην αιγυπτιακή χούντα, ενώ πλέον ακόμα και οι ίδιοι οι χρηματοδότες παραδέχονται ότι αυτό έγινε χωρίς έλεγχο, δηλώνοντας ότι δεν γνωρίζουν πού πήγαν αυτά τα κεφάλαια. Δηλώνοντας ότι δεν πιστεύει στις μελέτες που εμφανίζουν το αιγυπτιακό κράτος στα πρόθυρα της οικονομικής κατάρρευσης, ο Σίσι έχει σπαταλήσει τους κρατικούς πόρους σε «λευκούς ελέφαντες», όπως η Νέα Διοικητική Πρωτεύουσα και τα πολυτελή παλάτια. Στην πορεία, ο Σίσι έπνιξε το κράτος στα χρέη και έχασε την οικονομική υποστήριξη των χορηγών του στον Κόλπο, οι οποίοι πρόσφατα έθεσαν σκληρούς όρους για τη χορήγηση πρόσθετων δανείων. Οι όροι αυτοί αποτελούν ευθεία παρέμβαση στα εσωτερικά της Αιγύπτου και τα βασικά τους σημεία είναι η μείωση της επιρροής του στρατού στην οικονομία, η περαιτέρω υποτίμηση της αιγυπτιακής λίρας και ο διορισμός υπουργικού συμβουλίου οικονομικών εμπειρογνωμόνων για τη διαχείριση των μεταρρυθμίσεων και τη «διάσωση» της οικονομίας.
Στο μεταξύ, οι πόροι για τους τομείς της υγείας και της εκπαίδευσης έχουν στερέψει. Τα πλάνα της χούντας για τη δημιουργία θέσεων εργασίας αφορούν μόνο «μεγα-έργα» υποδομής, ενώ το 2014 ο Σίσι επένδυσε 8 δισ. δολάρια στην επέκταση της διώρυγας του Σουέζ, βασιζόμενος σε εκτιμήσεις αιγύπτιων αξιωματούχων ότι η επέκταση θα υπερδιπλασίαζε τα ετήσια έσοδα, αυξάνοντάς τα από 5,5 δισ. δολάρια το 2014 σε 13,5 δισ. δολάρια έως το 2023. Ωστόσο, αυτό δεν είχε καμία βάση στην πραγματικότητα.
Η αιγυπτιακή λίρα έχει υποτιμηθεί σε τέτοιο βαθμό που ο αιγυπτιακός καπιταλισμός θα χρειαστεί να τριπλασιάσει τις εξαγωγές του απλώς και μόνο για να πάρει την ίδια ποσότητα σκληρού νομίσματος που έπαιρνε προηγουμένως. Το δημόσιο χρέος έχει πενταπλασιαστεί τα τελευταία πέντε χρόνια και αναμένεται να συνεχίσει να αυξάνεται στο ορατό μέλλον. Παράλληλα, έχει καταστεί αδύνατο για το καθεστώς να καλύψει ακόμη και τις πιο βασικές ανάγκες του αιγυπτιακού λαού, με το βιοτικό επίπεδο στην Αίγυπτο σήμερα να είναι χειρότερο από το 2008. Η «μεσαία τάξη» φτωχοποιείται ραγδαία, ενώ αιγύπτιοι οικομομικοί αναλυτές κάνουν λόγο για σταδιακή εξάλλειψή της αν συνεχιστεί αυτή η πορεία.
Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση για το εισόδημα και τις δαπάνες των νοικοκυριών, το ποσοστό των ανθρώπων κάτω από το όριο της φτώχειας (που ζουν με λιγότερα από 2,50 δολάρια την ημέρα) αυξήθηκε από 27,8% το 2015 σε περίπου 30% το 2018. Ο Σίσι έχει δηλώσει δημόσια ότι το κράτος δεν έχει χρήματα και το ένα τρίτο του κρατικού προϋπολογισμού διατίθεται για την πληρωμή τόκων του κρατικού χρέους. Ακόμα και τα απομεινάρια του συστήματος πρόνοιας, που εξακολουθούσαν να ισχύουν όταν ο Σίσι κατέλαβε την εξουσία, καταργήθηκαν αμέσως, όταν το ΔΝΤ μπήκε στη χώρα. Οι τιμές της βενζίνης και του ψωμιού έχουν εκτοξευθεί μετά την κατάργηση των επιδοτήσεων, σε συνδυασμό με τον τερατώδη πληθωρισμό.
Η Σαουδική Αραβία και άλλες χώρες του Κόλπου έχουν προειδοποιήσει την Αίγυπτο ότι οποιαδήποτε οικονομική «διάσωση» θα εξαρτηθεί από την υποτίμηση του εγχώριου νομίσματος και το διορισμό νέων αξιωματούχων για τη διαχείριση της οικονομίας. Οι πλούσιοι γείτονες της Αιγύπτου θέλουν καλύτερες αποδόσεις για τα χρήματά που έχουν επενδύσει στην Αίγυπτο μέχρι σήμερα, καθώς επικεντρώνονται στην αναμόρφωση των οικονομιών τους που εξαρτώνται πέραν του επιθυμητού από τα ορυκτά καύσιμα, δήλωσαν αξιωματούχοι της Αιγύπτου και των καθεστώτων του Κόλπου. Μια περαιτέρω υποτίμηση της αιγυπτιακής λίρας δυνητικά θα έκανε τις επενδύσεις του Κόλπου στην Αίγυπτο πιο προσοδοφόρες, ανέφεραν οι αξιωματούχοι. Τα κράτη του Κόλπου ζήτησαν από τον στρατό της Αιγύπτου να περικόψει τη συμμετοχή του στην οικονομία υπέρ ενός μεγαλύτερου ρόλου για τον ιδιωτικό τομέα, μια κίνηση που θα επέτρεπε ενδεχομένως στις εταιρίες του Κόλπου να πάρουν μερίδια στους βασικούς και πιο κερδοφόρου τομείς του αιγυπτιακού καπιταλισμού.
Το 2022, τα Ενωμένα Αραβικά Εμιράτα επένδυσαν σε ορισμένες αιγυπτιακές εταιρίες και η Σαουδική Αραβία ίδρυσε τη Saudi Egyptian Investment Company, η οποία τώρα κατέχει μετοχές αξίας εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων σε αιγυπτιακές εταιρίες. Η αιγυπτιακή κυβέρνηση φέρεται να εξέτασε επίσης το ενδεχόμενο να πουλήσει τη Διώρυγα του Σουέζ για να βοηθήσει στην αποπληρωμή των χρεών, μια πιθανότητα που έχει προκαλέσει φόβο και οργή στους Αιγύπτιους. Η κυβέρνηση αρνήθηκε ότι σχεδιάζει να πουλήσει το Σουέζ, αλλά για τουλάχιστον δύο λόγους, οι φόβοι για την πώληση του καναλιού παραμένουν ζωντανοί, παρά τις δημόσιες διαβεβαιώσεις του Σίσι. Πρώτον, όπως αναφέρθηκε, τόσο τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα όσο και η Σαουδική Αραβία έχουν ήδη αναλάβει μερίδια ιδιοκτησίας σε βασικά αιγυπτιακά κρατικά περιουσιακά στοιχεία. Δεύτερον, ο Σίσι έχει ήδη μεταφέρει δύο αιγυπτιακά νησιά, το Τιράν και το Σαναφίρ, στη Σαουδική Αραβία, με αντάλλαγμα τη συνεχιζόμενη οικονομική στήριξη της Σαουδικής Αραβίας.
Τα κράτη του Κόλπου θέλουν επίσης μια ελεγχόμενη από αυτούς ηγεσία για τη διαχείριση των οικονομικών της Αιγύπτου, επικαλούμενα τη δυσπιστία τους προς την κυβέρνηση του στρατού, που κατηγορείται για χρόνια κακοδιαχείρισης και διαφθοράς. Το καθεστώς, μέχρι στιγμής, έχει κάνει ελάχιστα για να αντιμετωπίσει τις απαιτήσεις των χωρών του Κόλπου. Οι αναλυτές αναμένουν ότι το Κάιρο θα μπορούσε σύντομα να αφήσει το νόμισμα να πέσει απότομα, σηματοδοτώντας την τέταρτη υποτίμηση από την κεντρική τράπεζα της Αιγύπτου από τότε που η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία τον Φλεβάρη του 2022. Η αιγυπτιακή λίρα έχει υποχωρήσει πάνω από 40% έναντι του αμερικάνικου δολαρίου τον περασμένο χρόνο, ενώ το αιγυπτιακό κράτος κατάφερε να αποφύγει την ολοκληρωτική κατάρρευση χάρη εν μέρει στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Το ΔΝΤ συμφώνησε πέρυσι να δανείσει στην Αίγυπτο 3 δισεκατομμύρια δολάρια τα επόμενα τέσσερα χρόνια και τον Δεκέμβρη του 2022 χορήγησε την πρώτη από τις εννέα δόσεις. Αλλά η «διάσωση» δεν είναι αρκετή για να καλύψει το χρηματοδοτικό κενό που αντιμετωπίζει το αιγυπτιακό κράτος τα επόμενα χρόνια, καθώς θα πρέπει να διοχετεύσει δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια στην εξυπηρέτηση του χρέους, λένε οι οικονομολόγοι. Το ΔΝΤ είπε ότι αναμένει η Αίγυπτος να φέρει επιπλέον 14 δισεκατομμύρια δολάρια σε χρηματοδότηση από τον Κόλπο και άλλες χώρες εντός τετραετίας.
Για να βοηθήσει στην κάλυψη των άμεσων κρατικών χρηματοδοτικών αναγκών, ο Σίσι ανέθεσε στο κρατικό ταμείο να συγκεντρώσει 2,5 δισεκατομμύρια δολάρια μέχρι τον Ιούνη. Μερικά από τα χρήματα θα προέλθουν από μια προσπάθεια ιδιωτικοποίησης που ξεκίνησαν πρόσφατα οι αιγυπτιακές αρχές για την πώληση μεριδίων σε 32 κρατικές εταιρίες, αν και αυτό το πρόγραμμα αναμένεται να διαρκέσει μέχρι τις αρχές του 2024. Ταυτόχρονα, βρίσκονται σε εξέλιξη διαπραγματεύσεις της χούντας με κρατικά επενδυτικά ταμεία και εταιρίες του Κόλπου, χωρίς προς το παρόν ουσιαστικό αποτέλεσμα, σύμφωνα με πηγές των καθεστώτων του Κόλπου που γνωρίζουν τις συζητήσεις, αφού θεωρούν ότι η αιγυπτιακή λίρα εξακολουθεί να είναι υπερτιμημένη.
Η εργατική τάξη αντιδρά
Μπροστά στη ραγδαία φτωχοποίησή του, το πολυπληθές αιγυπτιακό προλεταριάτο αντιδρά. Στις 8 Φλεβάρη, οι εργαζόμενοι στην βιομηχανία Kiriazi, έναν από τους μεγαλύτερους παραγωγούς οικιακών συσκευών στην Αίγυπτο, αποφάσισαν να προχωρήσουν σε απεργία. Ξεκίνησαν τη δράση τους όταν είδαν ότι η εταιρία είχε αυξήσει τους μισθούς τους μόνο κατά 300 αιγυπτιακές λίρες (περίπου 10 δολάρια) αντί για 1.000 λίρες (περίπου 32 δολάρια), που είχαν ζητήσει για να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τον υψηλότερο πληθωρισμό που έχει δει η χώρα εδώ και πέντε χρόνια. Απεργίες παρόμοιες με αυτή των εργατών της Kiriazi τον Φλεβάρη έχουν γίνει τους τελευταίους μήνες και σε άλλες μεγάλες εταιρίες στο βιομηχανικό τομέα της Αιγύπτου, ενώ συνδικαλιστικές πηγές που μίλησαν στον αραβικό ειδησεογραφικό ιστότοπο The New Arab σημείωσαν ότι αυτές γίνονται όλο και πιο συχνές.
Το 2022, ο Παγκόσμιος Δείκτης Δικαιωμάτων της Διεθνούς Συνομοσπονδίας Συνδικάτων (ITUC), της μεγαλύτερης συνομοσπονδίας αστικοποιημένων συνδικάτων στον κόσμο, κατέταξε την Αίγυπτο στις 10 χειρότερες χώρες στον κόσμο για τους εργαζόμενους, με βάση τους κατασταλτικούς νόμους που ισχύουν, τις διώξεις απεργών, την καταστολή των διαδηλώσεων και τις άδικες απολύσεις (αυτέςαναφέρονται ως μερικές από τις κύριες καταχρήσεις της καπιταλιστικής εργοδοσίας και του αιγυπτιακού κράτους).
Ο Σίσι και ο στρατός έχουν εδραιώσει την εξουσία σε όλους τους κρατικούς θεσμούς και δημιουργώντας ένα σκληρό κατασταλτικό καθεστώς, με χιλιάδες πολιτικούς κρατούμενους, και μια ατμόσφαιρα τρόμου έχουν αποτρέψει μέχρι σήμερα τις λαϊκές μάζες να κατέβουν μαζικά στο δρόμο. Η κατάρρευση, όμως, που φαίνεται πλέον σχεδόν αναπόφευκτη, είναι άγνωστο τι θα γεννήσει σε επίπεδο κοινωνικών εκρήξεων και λαϊκής αντιβίας, όταν ο λαός θα νιώθει ότι δεν έχει τίποτα να χάσει.