O δεύτερος μεγαλύτερος κολοσσός του Real Estate στην Κίνα, ο μονοπωλιακός χρηματιστικός κολοσσός της Εβεργκραντ είναι στα πρόθυρα της χρεοκοπίας. Τα αφεντικά της μέχρι τελευταία στιγμή διαβεβαίωναν ότι η εταιρία δεν θα κατατεμαχιστεί, ούτε θα πωληθεί, λόγω του συσσωρευμένου χρέους της που εκτιμάται ότι ανέρχεται στα 300 δισεκατομμύρια δολάρια (100 σε καθαρά συσσωρευμένα χρέη και 200 σε μελλοντικές οφειλές τόκων που είναι αμφίβολο αν μπορεί να καταβάλει), και ότι θα κατορθώσει μετά από πωλήσεις μετοχών και ομολόγων που διατηρεί στο χαρτοφυλάκιό της να εξασφαλίσει ρευστό για να αποπληρώσει τις ληξιπρόθεσμες οφειλές της που σωρεύονται απειλητικά μέχρι τις 21 Σεπτέμβρη. Αν η εταιρία δεν βρει ρευστό ως τότε, πτωχεύει.
Η πτώχευσή της θα επηρεάσει αμέσως τους πιστωτές της (τραπεζικά ιδρύματα της Κίνας, επενδυτές ξένους και ντόπιους σε ομόλογα που εξέδιδε για να δανείζεται χρήμα), τους πελάτες-αγοραστές της που εκτιμώνται σε πάνω από εκατομμύριο και βέβαια αρκετά εκατομμύρια εργαζομένων που δουλεύουν είτε στις κατασκευές είτε στα γραφεία της. Ηδη, έχουν αρχίσει συγκεντρώσεις, πορείες και δράσεις στη Κίνα απ’ όσους πλήττονται από αυτή την ιστορία. Τα βίντεο και οι φωτογραφίες δεν μεταδίδονται από τα κινεζικά μέσα, αλλά έρχονται μέσα από το Διαδίκτυο, απ’ όσους συμμετέχουν στα γεγονότα ή όσους τα παρακολουθούν από τα γραφεία των εταιριών τους.
Η αξία των ομολόγων που έχει εκδώσει η εταιρία για να δανειστεί από τις αγορές έχει πέσει κατά 70% από την αρχή του χρόνου, σηματοδοτώντας αφενός την αδυναμία της να ικανοποιήσει τις υποσχέσεις της για την καταβολή των οφειλών της στο άμεσο μέλλον, αφετέρου τη μείωση των πραγματικών κερδών της από τις πωλήσεις οικοπέδων σε συγκροτήματα πολυκατοικιών.
Ξένοι επενδυτές κατέχουν 20 δισεκατομμύρια δολάρια σε ομόλογά της συμβεβλημένα με εκδόσεις που αφορούν καταβολή τόκων σε δολάρια (dollar-denominated bonds). Η Εβεργκραντ εμφανίζει άμεσα να απασχολεί 200.000 μισθωτούς και έμμεσα στις δραστηριότητές της να οφείλονται 3,8 εκατομμύρια θέσεις εργασίας στη Κίνα. Εδώ και καιρό η εταιρία δεν καταβάλλει μισθούς, προφανώς λέγοντας παραμύθια στους εργαζόμενούς της «να βάλουν πλάτη» για να βγουν «όλοι μαζί» από το σκόπελο.
Το κινέζικο κράτος, βέβαια, κάνει τα στραβά σε τέτοιες κατάφορες παραβιάσεις των δικαιωμάτων των εργαζομένων, όπως και η πλειοψηφία των δυτικών ΜΜΕ που δεν το επισημαίνουν, γιατί τα δυτικά αφεντικά τους στις καπιταλιστικές επιχειρήσεις της Κίνας μια χαρά βολεύονται από το κινέζικο κράτος όταν χρωστάνε κι αυτά με τη σειρά τους στους κινέζους εργαζόμενους δεδουλευμένα. Αν πραγματοποιηθεί απεργία ή πορεία, συνήθως εμφανίζεται η αστυνομία και ο στρατός να καθαρίσουν.
Η υπόθεση Εβεργκραντ δεν είναι μόνο ένα επεισόδιο σε τμήμα των επενδύσεων του κινεζικού κεφαλαίου που συνεχώς διογκώνεται σε μη παραγωγικές επενδύσεις, όχι μόνο στον εμπορικό τομέα, αλλά και στον καθαυτό παρασιτικό τομέα της οικονομίας (χρηματιστήριο, Real Estate), από τον οποίο οι δισεκατομμυριούχοι της Κίνας αντλούν τεράστια κέρδη με κερδοσκοπία. Πίσω απ’ αυτή την ιστορία, κρύβεται ένα άλλο γεγονός που όλοι οι απολογητές του ιμπεριαλισμού, τα οικονομικά παπαγαλάκια των εταιριών στα δυτικά και κινέζικα μίντια κρύβουν επιμελώς. Τα περιθώρια της παλιάς υψηλής κερδοφορίας στη βιομηχανική παραγωγή και στην ίδια την εξαγωγή κεφαλαίου στενεύουν εδώ και καιρό για τον κινέζικο ιμπεριαλισμό. Θα αναφερθούμε σε αυτό το σημαντικό γεγονός εκτενώς, σε επόμενο σημείωμα.
Οι κινέζοι δισεκατομμυριούχοι αναζητούν υψηλές κεφαλαιακές αποδόσεις για τα λιμνάζοντα κεφάλαιά τους, που έχουν σχηματιστεί εδώ και μια δεκαετία στη βιομηχανία, και αναπόφευκτα καταφεύγουν σε παρασιτικές επενδύσεις που διογκώνονται. Η διόγκωση του παρασιτισμού είναι αναπόφευκτο φαινόμενο για τον μονοπωλιακό καπιταλισμό, όπως έχει περιγράψει θαυμάσια ο Λένιν στο έργο του «Ιμπεριαλισμός, το ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού» (Eνότητα VIII: Oπαρασιτισμός και το σάπισμα του καπιταλισμού). Αυτό που συμβαίνει εδώ και δεκαετίες στις ΗΠΑ και σε άλλες δυτικές ιμπεριαλιστικές χώρες από τη δεκαετία του ‘80, τώρα αρχίζει να συμβαίνει και στην Κίνα.
O κινέζικος ιμπεριαλισμός βρίσκεται αντιμέτωπος με μια σημαντική πρόκληση: να αντιμετωπίσει υπερχρεωμένες επιχειρήσεις που πλέον δεν αποφέρουν κέρδη και δεν μπορούν να πληρώνουν τα χρέη τους. Η συγκεντροποίηση του κεφαλαίου από τον κατατεμαχισμό των χρεοκοπημένων επιχειρήσεων, η εκτίναξη της ανεργίας στον κλάδο των κατασκευών, η καταστροφή κεφαλαίου και εμπορευμάτων θα είναι μονόδρομος. Το ζητούμενο είναι αν οι ενέργειες του κινεζικού κράτους, με τη βασικότερη: άμεση διοχέτευση κονδυλίων από τον κρατικό κορβανά στις συγκεκριμένες επιχειρήσεις ή στις τράπεζες που τις έχουν δανείσει, πάντα σε βάρος του βασικού φορολογικού υποζυγίου, δηλαδή των κινέζων εργαζόμενων, θα καταφέρουν να αποσοβήσουν μια ισχυρή οικονομική κρίση στο κλάδο της στέγασης και των κατασκευών που ήδη σοβεί. Δεν είναι μόνο η Eβεργκραντ που δεν μπορεί να καταβάλει τις οφειλές της. Η Εβερκραντ είναι η κορυφή του παγόβουνου.
Αν δεν συμβεί αυτό, η στεγαστική κρίση θα έχει αντίκτυπο στην υπόλοιπη οικονομία, πυροδοτώντας μια καθαρή κρίση υπερσυσσώρευσης. Θυμίζουμε ότι η οικονομική κρίση που ξέσπασε το 2009 στις ΗΠΑ και μετατράπηκε σε διεθνή κρίση του καπιταλισμού ξεκίνησε από την μη καταβολή των τόκων των ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων, πράγμα που έγινε εμφανές μετά τη χρεοκοπία της Lehman Brothers το 2008, του χρηματιστικού κολοσσού των ΗΠΑ που πωλούσε χρηματιστηριακά προϊόντα συμβεβλημένα με αποδόσεις σε στεγαστικά δάνεια υψηλού ρίσκου.
H Εβεργκραντ πωλούσε πακέτα οικοπέδων, ανέγερσης συγκροτημάτων πολυκατοικιών, κτιρίων εταιριών. Οι αγοραστές-πελάτες προπλήρωναν την Εβεργρκαντ, πριν από την ολοκλήρωση της ανέγερσης των οικοδομών. Η εταιρία αναλάμβανε να βρει τους εργολάβους για τη ανέγερση και να τους πληρώσει στη διάρκεια και στο τέλος της ανέγερσης. Κέρδιζε από την τεράστια διαφορά, όχι ανάμεσα στο προκαταβεβλημένο κεφάλαιό της και την αξία της παραγωγής της οικοδομής, αλλά στην ίδια τη γαιοπρόσοδο (διαφορική και μονοπωλιακή) που διογκώνεται λόγω της ταχείας εκβιομηχάνισης στην Κίνα.
Οι κινεζικές τράπεζες παρείχαν δάνεια στους αγοραστές-πελάτες της Εβεργκραντ. Στην περίπτωση που η Εβεργκραντ δεν μπορούσε να πληρώσει τους εργολάβους, τότε ήταν υπεύθυνη έναντι των αγοραστών της και έπρεπε να πληρώσει τη ζημιά. Αντιστοίχως, στην περίπτωση που ο τελικός αγοραστής δεν μπορούσε να πληρώσει τις δόσεις του δανείου στις τράπεζες, τότε η Εβεργκραντ επαναγόραζε το ακίνητο, προεξοφλώντας την υποθήκη έναντι των δανειστών-τραπεζών του πελάτη-αγοραστή της. Η ίδια η Εβεργκραντ εγγυόταν τα στεγαστικά δάνεια των πελατών της.
Οι κινεζικές τράπεζες, βέβαια, παρείχαν και δάνεια στην ίδια την Εβεργκραντ για να συνεχίζει να επεκτείνει τις δραστηριότητές της. Το κινεζικό κράτος αρκετές φορές στο παρελθόν εγγυήθηκε τα δάνεια της Εβεργκραντ, όπως βέβαια έκανε και για άλλες επιχειρήσεις, εκτινάσσοντας την τελευταία δεκαετία το κρατικό χρέος της Κίνας, που μεγάλο κομμάτι του είναι χρέος εταιριών. Η Εβεργκραντ ακολουθούσε τη κοινή πρακτική που ακολουθούσαν και ακολουθούν όλες οι εταιρίες του κλάδου. Το ρίσκο ήταν και είναι μεγάλο, αλλά τα κέρδη είναι τεράστια από την κερδοσκοπία στην αγοραπωλησία της γης με ανέγερση οικοδομών, γιατί η τιμή της γης έχει εκτοξευτεί στις βιομηχανικές ζώνες της Κίνας. Ο κλάδος του Real Estate φέρεται, σύμφωνα με διάφορες δυτικές πηγές, να αποτελεί το 15%-20% του κινεζικού ΑΕΠ.
Η εκτόξευση στις τιμές της γης δεν οφείλεται μόνο στην αύξηση της ζήτησης οικοπέδων από μια ανερχόμενη «μεσαία τάξη», όπως διαδίδουν οι «ντροπαλοί» απολογητές του καπιταλισμού. Οφείλεται στη ραγδαία αύξηση της διαφορικής και μονοπωλιακής γαιοπροσόδου, λόγω της ταχείας εκβιομηχάνισης στις παράλιες βιομηχανικές ζώνες της Κίνας (π.χ. της επαρχίας Γκουαγκντόνγκ στο Νότο και της Σαγκάης ανατολικά) και στις βιομηχανικές ζώνες που έχουν αρχίσει να ξεφυτρώνουν στην κεντρική Κίνα.
Την υπεραξία των εργατών στη βιομηχανία καρπώνεται το σύνολο των κεφαλαιοκρατών: βιομήχανοι, έμποροι, τραπεζίτες, γαιοκτήμονες. Οι βιομήχανοι καρπώνονται το βιομηχανικό κέρδος, οι έμποροι το εμπορικό ως υπηρεσία των πρώτων στη διανομή των βιομηχανικών εμπορευμάτων, οι τράπεζες τον τόκο, που το ύψος του εξαρτάται από τη ζήτηση σε χρήμα στην αγορά, και τέλος οι γαιοκτήμονες τη γαιοπρόσοδο (απόλυτη και διαφορική) για τη γη που κατέχουν και νοικιάζουν, πέρα από επενδύσεις της βιομηχανίας, για έργα, δρόμους, σιδηροδρόμους, τραμ, μετρό και για σπίτια και οικοδομές. Κατά τη συγκρότηση του μονοπωλιακού καπιταλισμού στην Κίνα, η γη στις βιομηχανικές ζώνες άρχισε να μεταβιβάζεται στην κατοχή μεγάλων κινεζικών τραπεζών που δάνειζαν για κατοικίες και αγορά οικοπέδων. Η Εβεργκραντ φέρεται να έχει στην κατοχή της εκτάσεις 45.800 στρεμμάτων οικοδομήσιμης γης μέσα σε βιομηχανικές πόλεις της Κίνας.
Η γη δεν αυξάνεται απεριόριστα. Οσοι την κατέχουν και τη δανείζουν εξασφαλίζουν ένα έξτρα κέρδος πάνω από το μέσο κέρδος, εκμεταλλευόμενοι σε μεγάλο βαθμό το πλεονέκτημα της τοποθεσίας της γης (π.χ. κοντά σε μετρό, σιδηρόδρομο, λιμάνι, βιομηχανία) έναντι της λιγότερο αξιοποιημένης (σε κάποιο αδιάφορο προάστιο). Το ύψος της διαφορικής γαιοπροσόδου εξαρτάται από τις αξίες που έχουν ήδη μεταβιβαστεί στη γη από την εκβιομηχάνιση. Με τη διόγκωση του πληθυσμού των πόλεων και τη στενότητα της κατοικίας που προκύπτει, εκτός από την απόλυτη και διαφορική γαιοπρόσοδο, οι ιδιοκτήτες γης εισπράττουν και τη μονοπωλιακή γαιοπρόσοδο, φουσκώνοντας τη συνολική γαιπρόσοδο.
Στο τρίτο τόμο του «Κεφαλαίου», στο κεφ. 46 (σελ. 951), στην ενότητα «Πρόσοδος από οικόπεδα. Πρόσοδος από ορυχεία» (Σύχρονη Εποχή 1978), ο Μαρξ γράφει (οι επισημάνσεις δικές μας):
«Την πρόσοδο από τις οικοδομές δεν την ανεβάζει υποχρεωτικά μόνο η αύξηση του πληθυσμού, επομένως και η αυξανόμενη ανάγκη κατοικιών, αλλά και η ανάπτυξη του πάγιου κεφαλαίου που, είτε ενσωματώνεται στη γη, είτε ρίχνει ρίζες σ’ αυτήν, στηρίζεται πάνω της, όπως όλες οι βιομηχανικές οικοδομές, οι σιδηρόδρομοι, τα εμπορικά καταστήματα, τα χτίρια των εργοστασίων, τα ναυπηγεία κτλ…».
Στη συνέχεια, ο Μαρξ παραθέτει την κατάθεση ενός κερδοσκόπου επιχειρηματία οικοδομών στο Λονδίνο, «για το πώς σε γρήγορα αναπτυσσόμενες πόλεις, ιδίως, εκεί που το χτίσιμο των σπιτιών γίνεται με εργοστασιακό τρόπο, λ.χ. στο Λονδίνο, καθεαυτό βασικό αντικείμενο της κερδοσκοπίας στην ανέγερση κατοικιών αποτελεί η γαιοπρόσοδος και όχι το σπίτι». Την παραθέτουμε ολόκληρη:
«Νομίζω ότι ο άνθρωπος που θέλει να προκόψει στον κόσμο είναι ζήτημα αν ελπίζει να προκόψει, διατηρώντας μια κανονική επιχείρηση (fair trade) … πρέπει κατ’ ανάγκην, εκτός από αυτήν, να χτίζει κερδοσκοπώντας, και μάλιστα σε μεγάλη κλίμακα, γιατί ο επιχειρηματίας βγάζει πολύ λίγο κέρδος από τις ίδιες τις οικοδομές, ενώ βγάζει το κύριο κέρδος από τις αυξημένες γαιοπρόσοδες. Νοικιάζει λ.χ. ένα κομμάτι γης και πληρώνει γι’ αυτήν 300 λιρ. στ. νοίκι το χρόνο. Αν τώρα ανεγείρει σ’ αυτό το κομμάτι γης τη σωστή κατηγορία σπιτιών σύμφωνα με ένα επιμελώς καταστρωμένο σχέδιο οικοδόμησης, μπορεί να κατορθώσει να αυξήσει τις 300 λιρ. στ. σε 400 ή 450 λιρ. στ. το χρόνο, και το κέρδος του θα συνίστατο μάλλον στην αυξημένη κατά 100 ή 150 λιρ. στ. γαιοπρόσοδο το χρόνο, παρά στο κέρδος από τις οικοδομές, που σε πολλές περιπτώσεις είναι γενικά ζήτημα αν το παίρνει υπόψη του».
Με την αναφορά του Μαρξ κλείνουμε αυτό το σημείωμα. Θα συνεχίσουμε να παρακολουθούμε το ζήτημα και να κάνουμε τις αντίστοιχες δημοσιεύσεις.