Στη διάρκεια της κοινής συνέντευξης Τύπου με τον ιάπωνα πρωθυπουργό Φίμιο Κισίντα, τη Δευτέρα 23 του Μάη στο Τόκιο, ο Τζο Μπάιντεν ρωτήθηκε αν οι ΗΠΑ είναι διατεθειμένες να επέμβουν στρατιωτικά για να υπερασπιστούν την Ταϊβάν από την Κίνα, «αν φτάσουν εκεί τα πράγματα». Απάντησε: «Ναι. Αυτή είναι η δέσμευση που έχουμε αναλάβει».
Τα «γεράκια» στην Ουάσιγκτον, Ρεπουμπλικάνοι και Δημοκρατικοί, άρχισαν να κρώζουν πανηγυρικά. Τουλάχιστον μισή ντουζίνα γερουσιαστές και βουλευτές επαίνεσαν τον Μπάιντεν για τη δήλωσή του, την οποία εξέλαβαν ως αλλαγή πολιτικής, και προειδοποίησαν τη γραφειοκρατία του Λευκού Οίκου και του Στέιτ Ντιπάρτμεντ να σταματήσει να υπονομεύει τη γραμμή του προέδρου.
Μια μέρα αργότερα, μετά από τη τη συνάντησή του με τους υπόλοιπους ηγέτες της ομάδας Quad (πρωθυπουργοί Ιαπωνίας, Ινδίας και Αυστραλίας), ο Μπάιντεν ρωτήθηκε αν έχει υπάρξει οποιαδήποτε αλλαγή στην αμερικανική πολιτική έναντι της Ταϊβάν. Απάντησε: «Οχι. Η πολιτική μας δεν έχει αλλάξει καθόλου». Δηλαδή, οι ΗΠΑ δεν πρόκειται να αναμιχθούν πολεμικά σε ενδεχόμενη εισβολή της Κίνας στην Ταϊβάν, δεδομένου ότι δεν αναγνωρίζουν την Ταϊβάν ως ανεξάρτητο κράτος (όπως και η πλειοψηφία των χωρών μελών του ΟΗΕ). Μιλάμε, δηλαδή, για αντίφαση επιπέδου μέρας με νύχτα.
Πολλοί υπαινίχτηκαν… αρχόμενη γεροντική άνοια, καθώς ο Μπάιντεν τον τελευταίο καιρό έχει κάνει κάμποσες τέτοιου τύπου γκάφες. Θα μπορούσε, όμως, να είναι και εφαρμογή της πολιτικής «μια στο καρφί και μια στο πέταλο».
Την ώρα που ο Μπάιντεν έκανε τις αντικρουόμενες δηλώσεις και ενώ βρισκόταν σε εξέλιξη η σύνοδος της Quad, Κίνα και Ρωσία έκαναν την πρώτη κοινή στρατιωτική τους άσκηση στη Θάλασσα της Ιαπωνίας και την Ανατολική Σινική Θάλασσα. Σκάφη των δύο ιμπεριαλιστικών χωρών πραγματοποίησαν «κοινή περιπολία» διάρκειας 13 ωρών, ενώ κινέζικα και ρωσικά πολεμικά αεροπλάνα έφτασαν μια ανάσα από τον ιαπωνικό εναέριο χώρο, αναγκάζοντας τη γιαπωνέζικη κυβέρνηση να «σηκώσει» δικά της πολεμικά αεροπλάνα, για ενδεχόμενη αναχαίτιση (που δε χρειάστηκε).
Μια μέρα νωρίτερα, ο Λαβρόφ είχε δηλώσει πως «τώρα που η Δύση έλαβε θέση δικτάτορα», η Ρωσία θα συσφίξει περαιτέρω τους δεσμούς της με την Κίνα. Ηταν η πρώτη κοινή στρατιωτική άσκησης Ρωσίας και Κίνας μετά τις 24 Φλεβάρη που η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία. Και είχε, βέβαια, μεγάλη συμβολική αξία, καθώς έγινε «πάνω από το κεφάλι» του Μπάιντεν που ταξίδευε στην περιοχή για «δουλειές».
Αμερικανός αξιωματούχος που κράτησε την ανωνυμία του (προφανώς για να μην υπάρξει περαιτέρω όξυνση) δήλωσε πως, αφενός, «η Κίνα δεν απομακρύνεται από τη Ρωσία» αλλά παραμένει «πρόθυμη να ευθυγραμμιστεί μαζί της μέσω και της στρατιωτικής συνεργασίας» και «έτοιμη να βοηθήσει τη Ρωσία να υπερασπιστεί τα ανατολικά της ενώ η Ρωσία πολεμά στα δυτικά της» και, αφετέρου, πως η Ρωσία θα είναι δίπλα στην Κίνα.
Δεν πρόλαβε να επιστρέψει στην Ουάσιγκτον ο Μπάιντεν και η Κίνα κλιμάκωσε την ένταση. Τριάντα πολεμικά αεροπλάνα της (μεταξύ των οποίων είκοσι καταδιωκτικά) πέταξαν στη «ζώνη αναγνώρισης αεροπορικής άμυνας» (ADIZ) που έχει ορίσει η Ταϊβάν. Το υπουργείο Αμυνας της Ταϊβάν ανακοίνωσε ότι διέταξε εσπευσμένες απογειώσεις αεροσκαφών και την ενεργοποίηση συστοιχιών πυραύλων της αντιαεροπορικής άμυνας.
Το σημαντικό, όμως, είναι ότι εκείνη την ημέρα την Ταϊβάν επισκεπτόταν αμερικανική αντιπροσωπεία με επικεφαλής τη γερουσιαστή των Δημοκρατικών, Τάμι Ντάκγουορθ. Η Ντάκγουορθ, γνωστό «γεράκι», που επισκέπτεται για δεύτερη φορά τον τελευταίο χρόνο την Ταϊβάν, έγινε δεκτή από την «πρόεδρο» Τσάι Ινγκ-βεν και δήλωσε ότι θέλει να δώσει έμφαση «στη στήριξή μας προς την ασφάλεια της Ταϊβάν». Οπως είπε, αυτό δεν είναι μόνο στρατιωτικό αλλά είναι και οικονομικό ζήτημα.
Οι κινέζοι ιμπεριαλιστές δεν άφησαν τίποτα να πέσει κάτω. Το ΥΠΕΞ της Κίνας εξέδωσε ανακοίνωση, με την οποία επέκρινε την επίσκεψη Ντάκγουορθ, καταδίκασε την αναφορά της Αμερικανίδας σε «πρόεδρο της Ταϊβάν», υπενθύμισε ότι «η Ταϊβάν αποτελεί επαρχία της Κίνας» και κάλεσε τις ΗΠΑ να σταματήσουν τις επίσημες επαφές με τις αρχές της Ταϊβάν, θυμίζοντας με νόημα ότι «η αμερικανική κυβέρνηση πρόσφατα έστειλε μια σειρά εσφαλμένων σημάτων για το ζήτημα της Ταϊβάν» (αναφορά στις δηλώσεις Μπάιντεν).
Ο εκπρόσωπος του κινεζικού ΥΠΕΞ, Ζάο Λιζιάν, απάντησε με μια σκληρή δήλωση σε όσα είχε πει ο Μπλίνκεν για την αντιμετώπιση της Κίνας. «Δεν είναι άλλος από τις ΗΠΑ αυτός που συνιστά την “πιο σοβαρή μακροπρόθεσμη πρόκληση για τη διεθνή τάξη”», είπε ο Ζάο. Και συνέχισε: «Η διεθνής έννομη τάξη που ζητούν οι ΗΠΑ είναι ουσιαστικά η διεθνής τάξη που βασίζεται στους νόμους των ΗΠΑ, μια τάξη για να ηγεμονεύουν τον κόσμο με τους δικούς τους κανόνες».
Οι κινέζοι ιμπεριαλιστές δεν άφησαν να πέσει κάτω ούτε μια συνέντευξη του ΥΠΕΞ της Ταϊβάν, Τζόζεφ Γου, στη σιωνιστική Jerusalem Post. Ο ταϊβανέζος υπουργός χαρακτήρισε την Κίνα «απολυταρχική χώρα που κάνει μπίζνες με μία πολύ διαφορετική φιλοσοφία», χρησιμοποιώντας το εμπόριο σαν όπλο, και συμβούλευσε το Ισραήλ να μην στηρίζεται και πολύ στην Κίνα, που ετοιμάζεται να εισβάλει στην Ταϊβάν.
Ο αρχισυντάκτης της αγγλόφωνης σιωνιστικής φυλλάδας υποστήριξε ότι στέλεχος της κινέζικης πρεσβείας στο Ισραήλ απαίτησε να κατέβει η συνέντευξη με τον Γου από την ιστοσελίδα της εφημερίδας, απειλώντας σε αντίθετη περίπτωση με υποβάθμιση σχέσεων. Η κινέζικη πρεσβεία εξέδωσε και επίσημη ανακοίνωση, στην οποία έλεγε: «Είμαστε σταθερά αντίθετοι και καταδικάζουμε έντονα το γεγονός πως η Jerusalem Post, παραβλέποντας το γεγονός πως η επαρχία Ταϊβάν είναι αναπόσπαστο τμήμα του κινεζικού εδάφους, λειτούργησε ως πλατφόρμα για την “ανεξαρτησία της Ταϊβάν” από αυτονομιστές, με τη δημοσίευση αυτού του αντι-κινεζικού άρθρου».
Φτάσαμε έτσι στην πρώτη μέρα του καλοκαιριού (1η Ιούνη), όταν ο συνταγματάρχη; Σι Γι, εκπρόσωπο; Τύπου της διοίκησης Ανατολικού Θεάτρου του κινέζικου στρατού, ανακοίνωσε ότι η Κίνα διεξήγαγε «μια κοινή περιπολία ετοιμότητας μάχης και ασφάλειας, εμπλέκοντας πολλαπλές υπηρεσίες και όπλα στα ύδατα και τον εναέριο χώρο πέριξ του νησιού Ταϊβάν». Ο Σι πρόσθεσε ότι οι ασκήσεις ήταν μια απάντηση στις «δραστηριότητες συμπαιγνίας» μεταξύ των ΗΠΑ και των «αποσχιστών της Ταϊβάν» και τόνισε πως η υποστήριξη των ΗΠΑ προς τις αρχές της Ταϊβάν «θα έθετε την Ταϊβάν σε μια επικίνδυνη κατάσταση και θα είχε σοβαρές συνέπειες». Ο κινέζικος στρατός εκπαιδεύεται για «να αποτρέψει αποφασιστικά κάθε παρέμβαση εξωτερικών δυνάμεων και αποσχιστικές απόπειρες», τόνισε ο Σι.
Οπως βλέπουμε, οι κινέζοι ιμπεριαλιστές δεν εξέλαβαν ως δείγμα γεροντικής άνοιας την αρχική δήλωση του Μπάιντεν στο Τόκιο, ούτε πέρασαν στο ντούκου την επίσκεψη της Ντάκγουορθ στην Ταϊβάν. Στην αμερικάνικη ρητορική απάντησαν με αντίστοιχη ρητορική αλλά και με «επίδειξη σημαίας», όχι μόνο στο στενό μεταξύ Κίνας και Ταϊβάν, αλλά σε μια ευρύτερη περιοχή, όπου ο κινέζικος ιμπεριαλισμός διεκδικεί την ηγεμονία από τον αμερικάνικο. Σε μια περίπτωση, μάλιστα, όπως είδαμε, η «επίδειξη σημαίας» έγινε από κοινού με τον ρωσικό ιμπεριαλισμό.
Η αγγλόφωνη εφημερίδα Global Times, που ελέγχεται από το κινέζικο καθεστώς, ανέφερε ότι τα κινέζικα αεροπλάνα που πέταξαν πάνω από την Ταϊβάν έκαναν εκπαίδευση «στην κατάκτηση υπεροχής στον αέρα και στα αεροπορικά πλήγματα, σε μια άσκηση προσομοίωσης της επανένωσης (σ.σ. Κίνας και Ταϊβάν) με τη βία»! Από το στόμα της «προέδρου» Τσάι Ινγκ-βεν ακούστηκε κάτι που δεν έχει ακουστεί ποτέ από επίσημα αμερικάνικα χείλη. Οτι προωθείται πιο στενή συνεργασία της Ταϊβάν με τις ΗΠΑ στον τομέα της ασφάλειας και πως το Πεντάγωνο σχεδιάζει προληπτικά τη συνεργασία ανάμεσα στην αμερικάνικη Εθνοφρουρά και τις δυνάμεις άμυνας της Ταϊβάν.
Αν αυτό αληθεύει, τότε είναι οι Αμερικάνοι που ρίχνουν λάδι στη φωτιά, προκαλώντας την Κίνα να επέμβει στρατιωτικά για την επανένωση της Ταϊβάν με την κινέζικη επικράτεια. Υπό το φως της επίσκεψης Ντάκγουορθ και κυρίως της δήλωσης της Τσάι, η φράση του Μπάιντεν ότι οιο ΗΠΑ θα βοηθήσουν στρατιωτικά την Ταϊβάν αποκλείεται να οφειλόταν σε γεροντική άνοια. Γι’ αυτό και ο εκπρόσωπος του κινέζικου ΥΠΕΞ, Γουάνγκ Γουενμπίν, απάντησε δηλώνοντας ότι η υποστήριξη της Ουάσιγκτον στην Ταϊβάν θα είχε «ανεπανόρθωτες συνέπειες».
Τα επεισόδια του τελευταίου διαστήματος ολοκληρώθηκαν (προς το παρόν) με την καταγγελία της νέας αυστραλέζικης κυβέρνησης, ότι το Πεκίνο προκάλεσε «θερμό επεισόδιο» στη Νότια Σινική Θάλασσα. Σύμφωνα με την καταγγελία, κινέζικο μαχητικό J-16 παρενόχλησε αυστραλιανό αεροσκάφος συλλογής πληροφοριών και ηλεκτρονικού πολέμου P-8, εξαναγκάζοντάς το σε επίκίνδυνους ελιγμούς που έθεσαν σε κίνδυνο την ασφάλεια του πληρώματός του. Ηταν η κινέζικη απάντηση στη νέα κυβέρνηση των Εργατικών του Αντονι Αλμπανέζε, που έχει δεσμευτεί ότι θα συνεχίσει στο συγκεκριμένο θέμα τη γραμμή του απελθόντος Σκοτ Μόρισον, με τη συμμετοχή στη συμμαχία AUCUS (μαζί με τις ΗΠΑ και τη Βρετανία) κτλ. Το κόμμα του Μόρισον καλούσε προεκλογικά τους Αυστραλούς «να ετοιμάζονται για πόλεμο»!
Στην Ουκρανία το αίμα ρέει και στην περιοχή του Ειρηνικού η ένταση ανεβαίνει. Οι ιμπεριαλιστές συγκρούονται με όλα τα μέσα για το ξαναμοίρασμα αγορών και σφαιρών επιρροής.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ