Αψηφώντας την κυβερνητική εκστρατεία εκφοβισμού και τις πιέσεις των θρησκευτικών ηγετών, δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές κατέβηκαν στους δρόμους σ’ όλο το Ιράκ, από τη Βασόρα στο νότο μέχρι τη Μοσούλη και το Κιρκούκ στο βορρά, στις 25 Φεβρουαρίου, «μέρα οργής» για το Ιράκ, για να διαμαρτυρηθούν για την ανεργία, τη φτώχεια, τις τεράστιες ελλείψεις σε βασικές δημόσιες υπηρεσίες (νερό, ρεύμα, υγεία, παιδεία) και την εκτεταμένη διαφθορά.
Τις προηγούμενες μέρες, η κυβέρνηση Μαλίκι είχε επιδοθεί σε μια επιχείρηση εκφοβισμού, με αποκορύφωμα την τηλεοπτική εμφάνιση του ιρακινού πρωθυπουργού στις 24 Φεβρουαρίου, που κάλεσε το λαό να απέχει από τις διαδηλώσεις ισχυριζόμενος ότι οργανώνονται από τους οπαδούς του Σαντάμ Χουσεΐν και την Αλ – Κάιντα. Το ίδιο ζήτησαν και οι θρησκευτικοί ηγέτες των Σιιτών Μοκτάντα αλ – Σαντρ και ο Μεγάλος Αγιατολάχ Αλί αλ – Σιστάνι, επικαλούμενοι σοβαρούς λόγους ασφάλειας.
Παράλληλα μπήκαν σε εφαρμογή σκληρά μέτρα καταστολής. Την παραμονή, η πλατεία Απελευθέρωσης στη Βαγδάτη θύμιζε στρατόπεδο που ετοιμάζεται για μάχη. Ολοι οι δρόμοι που οδηγούν στην πλατεία είχαν κλείσει με συρματοπλέγματα και αστυνομικά οχήματα, ενώ εκατοντάδες στρατιώτες και αστυνομικοί είχαν αναπτυχθεί στην περίμετρο της πλατείας, ελέγχοντας τις ταυτότητες και φωτογραφίζοντας όσους επιχειρούσαν να περάσουν για να κρεμάσουν κάποιο πανό με συνθήματα για τη διαδήλωση της επόμενης μέρας. Το βράδυ ανακοινώθηκε το κλείσιμο του διε- θνούς αεροδρομίου της Βαγδάτης και η απαγόρευση κυκλοφορίας όλων των οχημάτων στη Βαγδάτη, τη Μοσού-λη και τη Σαμάρα, γεγονός που ανάγκασε πολλούς ανθρώπους να περπατήσουν αρκετά χιλιόμετρα για να φτάσουν στον τόπο των διαδηλώσεων, ενώ πολλές συνοικίες της Βαγδάτης είχαν αποκλειστεί από αστυνομικές και στρατιωτικές δυνάμεις. Την ίδια μέρα συνελήφθη από το στρατό κατά την πρώτη δημόσια επίσκεψή του στο Ιράκ μετά την αποφυλάκισή του για να πάρει μέρος στη διαδήλωση της 25ης Φεβρουαρίου ο παγκοσμίως γνωστός δημοσιογράφος Muntathar al – Zaidy, που είχε πετάξει το παπούτσι του στον Μπους και τον είχε αποκαλέσει σκύλο.
Ομως, επειδή η επιχείρηση εκφοβισμού δεν έφερε το προσδοκόμενο αποτέλεσμα, οι δυνάμεις καταστολής χρησιμοποίησαν δακρυγόνα, μάνικες νερού, βόμβες κρότου και πραγματικά πυρά για να αντιμετωπίσουν και να διαλύσουν τις διαδηλώσεις.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ της «Ουάσιγκτον Ποστ» (25/2/11), στη Βασόρα, 10.000 περίπου διαδηλωτές συγκεντρώθηκαν μπροστά στο γραφείο του κυβερνήτη της επαρχίας, απαιτώντας, εκτός των άλλων, την παραίτησή του.
Στη Βαγδάτη, 5.000 περίπου διαδηλωτές συγκεντρώθηκαν στην πλατεία της Απελευθέρωσης, περικυκλωμένοι από εκατοντάδες αστυνομικούς, στρατιώτες και ελεύθερους σκοπευτές στις γύρω ταράτσες, μαζί με στρατιωτικά ελικόπτερα να βουΐζουν πάνω από τα κεφάλια τους.
Στη Μοσούλη, 6 άνθρωποι σκοτώθηκαν και 21 τραυματίστηκαν όταν η αστυνομία άνοιξε πυρ εναντίον χιλιάδων διαδηλωτών που είχαν συγκεντρωθεί μπροστά στο γραφείο του επαρχιακού συμβουλίου.
Στη Φαλούτζα, οι διαδηλωτές υποχρέωσαν σε παραίτηση ολόκληρο το τοπικό συμβούλιο.
Σε προάστιο της Φαλούτζα, 6 διαδηλωτές σκοτώθηκαν όταν στρατιώτες άνοιξαν πυρ εναντίον διαδηλωτών που προσπαθούσαν να εισβάλουν σε κυβερνητικό κτίριο.
Στην Τικρίτ, 4 άνθρωποι σκοτώθηκαν και 15 τραυματίστηκαν όταν ο στρατός άνοιξε πυρ εναντίον διαδηλωτών που είχαν συγκεντρωθεί μπροστά στο γραφείο του επαρχιακού κυβερνήτη απαιτώντας, εκτός των άλλων, την απελευθέρωση κρατουμένων από τις φυλακές.
Στην πόλη Χαουίγια, στο βόρειο Ιράκ, κοντά στο Κιρκούκ, 3 άνθρωποι σκοτώθηκαν και 15 τραυματίστηκαν όταν η αστυνομία άνοιξε πυρ εναντίον οργισμένων διαδηλωτών που επιχείρησαν να εισβάλουν σε αστυνομικό τμήμα, το οποίο τελικά κατάφεραν να καταλάβουν, να κατάσχουν όπλα και να απελευθερώσουν 15 κρατούμενους.
Σύμφωνα με την «Ουάσιγκτον Ποστ», συνολικά οι νεκροί είναι τουλάχιστον 29, μεταξύ των οποίων και ένα 14χρονο αγόρι, οι τραυματίες δεκάδες και οι συλληφθέντες τουλάχιστον 300. Στους 300 συλληφθέντες περιλαμβάνονται γνωστοί δημοσιογράφοι, καλλιτέχνες και δικηγόροι που πήραν μέρος στις διαδηλώσεις της 25ης Φεβρουαρίου, σε μια προσπάθεια της κυβέρνησης, όπως δηλώνουν οι ίδιοι, να τρομοκρατήσει τους ιρακινούς διανοούμενους που επηρεάζουν την κοινή γνώμη. Τέσσερις δημοσιογράφοι από τους συλληφθέντες κατήγγειλαν ότι τους φόρεσαν χειροπέδες, τους έδεσαν τα μάτια, τους χτύπησαν και τους απείλησαν με εκτέλεση άντρες της Υπηρεσίας Πληροφοριών του στρατού και ένας απ΄ αυ- τούς, ο Hussan al-Ssairi, δήλωσε ότι είδε εκατοντάδες διαδηλωτές με μαύρες κουκούλες στο κεφάλι στις εγκαταστάσεις κράτησης. Συλλήψεις και διώξεις εναντίον κυρίως νεολαίων που θεωρούνται ύποπτοι για την οργάνωση νέων διαδηλώσεων ακολούθησαν και τις επόμενες μέρες. Πραγματοποιήθηκε επίσης επιδρομή της αστυνομίας στο κανάλι Aldiyar TV, που είχε καλύψει τις διαδηλώσεις, συνέλαβαν το διευθυντή και τα 7 μέλη του προσωπικού και έκλεισαν το κανάλι, ενώ δύο μέρες πριν από τις διαδηλώσεις της 25ης Φεβρουαρίου η αστυνομία είχε εισβάλει στα γραφεία της οργάνωσης «Journalistic Freedoms Observatory», που υποστήριζε την οργάνωση των διαδηλώσεων, και άρπαξαν τους υπολογιστές και άλλα υλικά.
Στις 27 Φεβρουαρίου, πρα-γματοποιήθηκε μια ακόμη μεγάλη διαδήλωση άνεργων στην πλούσια σε πετρέλαιο νότια επαρχία Μισάν μπροστά στα γραφεία του επαρχιακού συμβουλίου και όταν επιχείρησαν να μπουν στο κτίριο, η αστυνομία έριξε στον αέρα για να τους διαλύσει.
Είναι φανερό ότι ο ιρακινός πρωθυπουργός Νούρι αλ – Μαλίκι φοβάται ότι το κίνημα διαμαρτυρίας που εκδηλώνεται εδώ και αρκετές βδομάδες με διαδηλώσεις σε διάφορες πόλεις του Ιράκ θα φουντώσει και μπορεί να πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Και δικαιολογημένα. Γιατί αυτό το κίνημα θέτει παλλαϊκά αιτήματα, έχει μαχητικά χαρακτηριστικά και αναπτύσσεται έξω από θρησκευτι- κούς και εθνικούς διαχωρισμούς, που καλλιεργήθηκαν σκόπιμα για να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα των αμερικάνων κατακτητών. Από το σιιτικό νότο, το σουνιτικό κέντρο μέχρι τον κουρδικό βορρά. Αξίζει να σημειωθεί ότι πολλοί νεκροί της 25ης Φεβρουαρίου προέρχονται από το βόρειο κουρδικό Ιράκ, το οποίο μέχρι πρότινος θεωρούνταν το πιο ασφαλές τμήμα του Ιράκ, κέντρο οικονομικής και πολιτιστικής ανάπτυξης. Γι’ αυτό καταφεύγει από τη μια σε ένα όργιο καταστολής και από την άλλη ανακοινώνει την παραίτηση των επαρχιακών κυβερνητών στη Βαγδάτη, τη Βασόρα, τη Νασιρίγια και τη Νινεβί και προειδοποιεί τους υπουργούς του ότι, αν μέσα σε 100 μέρες δεν προωθήσουν την επίλυση των αιτημάτων των διαδηλωτών, θα τους αντικαταστήσει. Μπορεί κανείς όμως να τον πιστέψει;