Πριν από έναν αιώνα, ο ηγέτης της επανάστασης που απελευθέρωσε τους εξαθλιωμένους προλετάριους και μουζίκους της Ρωσίας, ο Λένιν, έγραφε σε ένα από τα έργα του, ότι οι εργάτες θέλουν και ψωμί και κρέας και ψάρι. Αν δεν τους τα δώσεις, θα γυρίσουν εναντίον σου. Αυτό βλέπουμε να επιβεβαιώνεται στην περίπτωση της κυβέρνησης της Χαμάς στην Παλαιστίνη, μιας «κυβέρνησης» χωρίς πραγματική εξουσία (αυτό είναι αλήθεια), όμως κυβέρνησης, αφού έτσι δηλώνει κι έτσι παρουσιάζεται.
Η Χαμάς δεν είναι προλεταριακή επαναστατική οργάνωση. Δεν καταφέρεται κατά του συστήματος της μισθωτής σκλαβιάς, αλλά περιορίζεται σε καθαρά εθνικοαπελευθερωτικούς στόχους. Ακόμα όμως κι αυτό, δεν ήταν αρκετό για να την κάνει να συσπειρώσει όλο το λαό γύρω της. Οι απεργίες των δημοσίων υπαλλήλων μπορεί να ενισχύθηκαν απ’ τους εγκάθετους της Φατάχ, αλλά ας μη γελιόμαστε, οι εγκάθετοι βρήκαν έδαφος και πάτησαν. Πόσο μπορεί να αντέξει κανείς στην πείνα, όταν δεν του δίνεται μια άλλη λύση; Κι όταν λέμε άλλη λύση δεν εννοούμε την υποταγή στον ισχυρό ή τη λαμογιά, αλλά την αντίσταση με όσο γίνεται περισσότερο οργανωμένο τρόπο.
Τι έκανε η Χαμάς τους τελευταίους δέκα μήνες που είναι στην κυβέρνηση; Αρκεί και μόνο το γεγονός ότι δεν πρόλαβε η εξουσία να τη διαφθείρει (όπως τη Φατάχ) για να συσπειρώσει το λαό γύρω της; Πώς ενίσχυσε την αντίσταση στους κατακτητές; Με τις περιοδείες στις αραβικές πρωτεύουσες και τις εκκλήσεις για λεφτά που τελικά μπλοκαρίστηκαν στις αιγυπτιακές τράπεζες; Ή με τις συνεχείς υποχωρήσεις στον Αμπάς (αναθέτοντάς του τη δικαιοδοσία για «ειρηνευτικές συνομιλίες» με το Ισραήλ), τη στιγμή που ήταν γνωστό το ποιόν του από χρόνια; Kαι μόνο τα κολακευτικά λόγια του Μπους για το πρόσωπό του αρκούσαν για να τον αντιληφθεί κανείς. Εδώ η Χαμάς παγιδεύτηκε στον ίδιο της το στόχο. Αντί να απαιτήσει από τον Αμπάς να δώσει τα χρήματα που χρειάζονται για να πληρωθούν οι δημόσιοι υπάλληλοι (η Παλαιστινιακή Αρχή έχει αρκετά λεφτά, σε αντίθεση με την κυβέρνηση), απειλώντας με παραίτηση σε αντίθετη περίπτωση και χρεώνοντας αυτή την παραίτηση στον ίδιο τον Αμπάς, ακολούθησε πολύ μετριοπαθή στάση. Στόχος της ήταν να μείνει στην κυβέρνηση με κάθε τρόπο, άσχετα αν στην πραγματικότητα δεν είχε εξουσία να κυβερνήσει. Και να συνεργαστεί με τον Αμπάς πιστεύοντας ότι θα μπορέσει να διατηρήσει την ισορροπία μεταξύ των πιέσεων για περισσότερες υποχωρήσεις και συμβιβασμούς με τους Σιωνιστές απ’ τη μια πλευρά και έντασης της αντίστασης απ’ την άλλη.
Η αυταπάτη ότι θα μπορούσε να ισορροπήσει καταρρέει. Μαζί της καταρρέει κι η αυταπάτη ότι μια κυβέρνηση μιας αντιστασιακής οργάνωσης μπορεί να ικανοποιήσει το δίκιο του λαού της, αν αυτή δεν έχει ένα πρόγραμμα ριζικών κοινωνικών αλλαγών και μια πολιτική τακτική που να οδηγεί σ’ αυτό το στόχο.