Απ’ την πρώτη στιγμή που η Χαμάς κέρδισε στις εκλογές της 25ης Γενάρη, υποστηρίξαμε ότι αυτή ήταν μία νίκη της αντίστασης των όπλων κι όχι του συμβιβασμού των διεφθαρμένων. Μια «τρομοκρατική» οργάνωση κατάφερε να κερδίσει κόντρα στους εκβιασμούς των Αμερικάνων, των Σιωνιστών και των Ευρωπαίων για οικονομικό αποκλεισμό και παρά τη στήριξη της Φατάχ και του Αμπάς απ’ τους Αμερικάνους (μια στήριξη που συμπληρώθηκε με γενναία χρηματοδότηση της Φατάχ απ’ τους τελευταίους, λίγο πριν τις εκλογές). Ο Παλαιστινιακός λαός έστειλε το μήνυμά του στα πέρατα της Γης, ότι δεν θα υποκύψει στους εκβιασμούς κι ότι στηρίζει αυτούς που όλα αυτά τα χρόνια ακολούθησαν το δρόμο της ένοπλης αντίστασης, ακόμα κι αν τα τελευταία χρόνια αυτή η αντίσταση είχε δεχτεί ισχυρά χτυπήματα με αποτέλεσμα να υποχωρήσει σημαντικά.
Χωρίς αυταπάτες για το ρόλο της Χαμάς στην παλαιστινιακή αντίσταση, υποστηρίξαμε τον αγώνα που έδωσε ενάντια στους Σιωνιστές, χύνοντας ποτάμια αίματος εκατοντάδων επώνυμων και ανώνυμων (στην πλειοψηφία τους) μαχητών της για να φυτρώσει το δέντρο της λευτεριάς. Η νίκη της Χαμάς στις εκλογές έθεσε, όμως, νέα ερωτήματα και ο καθορισμός της στάσης απέναντί της εξαρτάται από το κατά πόσο θα αποδείξει ότι δεν πρόκειται να ακολουθήσει το δρόμο της Φατάχ που, ας μην το ξεχνάμε, κάποτε αποτελούσε κι αυτή μια «τρομοκρατική οργάνωση».
Με δεδομένη την έλλειψη του ταξικού στίγματος στην πολιτική της Χαμάς, θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε βέβαιο απ’ την πρώτη στιγμή το ξεπούλημα του αγώνα και την σταδιακή ευθυγράμμιση με τις επιταγές των Αμερικάνων. Ομως δεν το κάναμε, γιατί η Χαμάς δεν είναι μόνο οι ηγέτες της αλλά και οι χιλιάδες ένοπλοι μαχητές της. Είναι αυτοί που έχουν πικρή πείρα απ’ την εποχή της «ειρήνης των γενναίων», που ο πρόεδρος Αραφάτ ανήγγειλε με ικανοποίηση, μετά τη σύναψη των συμφωνιών του Οσλο το ’93. Είναι αυτοί που φυλακίστηκαν απ’ τις παλαιστινιακές δυνάμεις ασφαλείας στη μετά το Οσλο εποχή και εξεγέρθηκαν μαζί με χιλιάδες άλλους στα χρόνια της δεύτερης Ιντιφάντα. Κι αυτό είναι που κάνει πολύ δύσκολο σ’ αυτούς που καθορίζουν την πολιτική της να συμβιβαστούν, ακόμα κι αν θέλουν κάτι τέτοιο. Πράγμα που γίνεται σχεδόν ανέφικτο όταν οι Σιωνιστές τραβούν το σκοινί και εξαπολύουν πολεμικές επιχειρήσεις.
Παρολαυτά, όμως, το διάστημα μετά τις εκλογές έδειξε με τον πιο ανάγλυφο τρόπο τα όρια της πολιτικής της Χαμάς. Απ’ τη στιγμή που η Χαμάς κέρδισε στις εκλογές είχε δύο επιλογές. Η μία ήταν να κινητοποιήσει το λαό και να χρησιμοποιήσει την πολιτική της δύναμη όχι για παζάρια και ανούσιους διαλόγους με τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις όπως η Ρωσία, αλλά για να προωθήσει την ένοπλη αντίσταση στους Σιωνιστές και να τραβήξει κάθετο διαχωρισμό με την παλαιστινιακή αστική τάξη που ρέπει προς το συμβιβασμό και την εθνική υποδούλωση, όπως έδειξαν τόσα χρόνια «ειρήνης των γενναίων».
Αυτό θα σήμαινε ρήξη και με τον εκλεκτό των Αμερικάνων, τον πρόεδρο της Παλαιστινιακής Αρχής Μαχμούντ Αμπάς, που εκφράζει με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο το συμβιβασμό της παλαιστινιακής αστικής τάξης (που όσο αδύναμη οικονομικά κι αν είναι στην παρούσα φάση, δεν παύει να υφίσταται σαν τάξη μέσα στην παλαιστινιακή κοινωνία). Ο δεύτερος δρόμος ήταν ο δρόμος της συνδιαλλαγής και των διπλωματικών κινήσεων από τα πάνω, η περιθωριοποίηση του λαού σαν απλού παρατηρητή των εξελίξεων που οι εκλεγμένοι του αντιπρόσωποι καθορίζουν αποκλειστικά.
Η Χαμάς επέλεξε τον δεύτερο δρόμο. Ο ταξικός της χαρακτήρας στάθηκε εμπόδιο ακόμα και στο να φανεί συνεπής στην μέχρι τέλους προώθηση του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Ολο το διάστημα μετά τις εκλογές, ο παλαιστινιακός λαός βρίσκεται στο περιθώριο. Αντί να οργανωθεί η αντίσταση στις συνεχιζόμενες επιθέσεις των Σιωνιστών στη Δυτική Οχθη και τη Λωρίδα της Γάζας και τη μέγιστη πρόκληση της σύλληψης απ’ τους Σιωνιστές του ηγέτη του Λαϊκού Μετώπου για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης, Αχμάντ Σααντάτ και δεκάδων Παλαιστίνιων κρατουμένων απ’ τη φυλακή της Ιεριχούς, η Χαμάς επέλεξε να περιδιαβαίνει στις αραβικές χώρες αναζητώντας μάταια οικονομική στήριξη, να αναζητά στήριξη στη Ρωσία σαν αντίβαρο στην αμερικάνικη πολιτική στη Μέση Ανατολή, να κάνει εκκλήσεις στη «Διεθνή Κοινότητα» να σταματήσει την ισραηλινή επιθετικότητα (!) και να παζαρεύει με τον Αμπάς για τη νέα κυβέρνηση, που μάλλον θα σχηματίσει τελικά μετά τις ισραηλινές εκλογές, εφόσον ο Αμπάς άφησε να εννοηθεί ότι δεν θα σταθεί εμπόδιο στο δρόμο της, περιοριζόμενος μόνο στο να επισημάνει τις αντιρρήσεις του στην πολιτική της Χαμάς να μην αναγνωρίζει τις προηγούμενες συμφωνίες της Παλαιστινιακής Αρχής.
Η πολιτική της Χαμάς αποτυπώθηκε με τον πιο ανάγλυφο τρόπο στην τελευταία συνέντευξη του εντεταλμένου πρωθυπουργού Ισμαήλ Χανίγια στο αμερικάνικο τηλεοπτικό δίκτυο CBS, την Πέμπτη 17 Μάρτη. Ηταν μια συνέντευξη που μας θύμισε την εποχή του Αραφάτ, όταν ο «γέρος» φόραγε το συμβιβαστικό προσωπείο στα δυτικά ΜΜΕ την ίδια στιγμή που στους Παλαιστίνιους οπαδούς του δήλωνε ότι «θα πέσει σαν Μάρτυρας». Ο Χανίγια παρουσίασε μια Χαμάς που καμία σχέση δεν έχει με την ιστορία της. Μια Χαμάς που αποτελεί «ειρηνικό κίνημα» (έτσι ακριβώς την αποκάλεσε!), που δεν έχει κανένα πρόβλημα να υπογράψει συμφωνία ειρήνης με το Ισραήλ μέσα στο Λευκό Οίκο, αναγνωρίζοντας τον επιδιαιτητικό ρόλο των Αμερικάνων, που αντιμάχεται όλα αυτά τα χρόνια!
Δεν έχει σημασία που ο Χανίγια δήλωσε ότι μια συμφωνία ειρήνης θα πρέπει να γίνει υπό όρους ενώ αρνήθηκε να δηλώσει έτοιμος να αναγνωρίσει το Ισραήλ, θέτοντας ως προαπαιτούμενο πρώτα οι Σιωνιστές να αναγνωρίσουν τα δικαιώματα του Παλαιστινιακού λαού. Το μήνυμα στην αμερικάνικη ηγεσία στάλθηκε. Και στάλθηκε πιο ξεκάθαρα, όταν ο Χανίγια πήρε θέση για τις επιθέσεις αυτοκτονίας δηλώνοντας ότι «εάν ένας απ’ τους γιούς μου μου το ζητούσε (σ.σ. να γίνει Μάρτυρας), δεν θα του έδινα ούτε την ευχή μου». Αν αυτό δεν αποτελεί προσβολή στις μανάδες που στάθηκαν ηρωϊκά δίπλα στα παιδιά τους που ανατινάζονταν για μια καλύτερη ζωή, τότε τι άλλο μπορεί να θεωρηθεί;
Ομως οι Αμερικάνοι και οι Σιωνιστές δεν πρόκειται να μείνουν ικανοποιημένοι απ’ αυτές τις υποχωρήσεις. Θα τα ζητήσουν όλα και θα πιέσουν για να τα πάρουν όλα. Δηλαδή, να αποσπάσουν και την αποκήρυξη της ένοπλης βίας και την αναγνώριση του Ισραήλ και την αποδοχή όλων των προηγούμενων συμφωνιών, που η Χαμάς δεσμεύτηκε ότι θα εξετάσει υπό το πρίσμα των «παλαιστινιακών συμφερόντων». Το παλαιστινιακό κίνημα δεν προωθείται επομένως με τη στάση της Χαμάς, αλλά οπισθοχωρεί και δυσκολεύει η αντίστασή του, ακόμα κι αν η Χαμάς στο κυβερνητικό της πρόγραμμα δηλώνει ότι δεν κάνει πίσω απ’ τις βασικές της αρχές. Η ένοπλη αντίσταση μπορεί να φιγουράρει μεταξύ άλλων στο κυβερνητικό πρόγραμμα της Χαμάς, όμως η πράξη είναι εντελώς αντίθετη.
Σκεφτείτε, πόσο καιρό έχει να αναλάβει ευθύνη η Χαμάς για μία πράξη αντίστασης κατά του Ισραήλ; Πάνω από χρόνο, όσο δηλαδή κρατά η εκεχειρία. Κι αυτό συνεχίζεται παρά τις συνεχιζόμενες επιθέσεις των Σιωνιστών. Αυτό το πράγμα σημείωσε και ο Χανίγια στην ερώτηση του δημοσιογράφου του CBS, πώς γίνεται και η Χαμάς συνεχίζει να δεσμεύεται στην εκεχειρία όταν υποστηρίζει ότι το Ισραήλ συνεχίζει τις επιθέσεις του, απαντώντας ότι δυσκολεύονται να κρατήσουν άλλο την εκεχειρία όσο συνεχίζονται οι ισραηλινές επιθέσεις.
Τα όρια της Χαμάς φάνηκαν ξεκάθαρα λοιπόν. Αποδεικνύοντας ότι η προώθηση μέχρι τέλους του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα είναι μεταξύ των ζητημάτων της κοινωνικής επανάστασης. Μιας επανάστασης, όμως, που στην Παλαιστίνη δε μπορεί να νικήσει στη συγκεκριμένη φάση. Ο Παλαιστινιακός λαός μπορεί, όμως, να συνεχίσει την αντίσταση όπως την ξέρει τόσα χρόνια και οι επόμενοι μήνες θα είναι κρίσιμοι απ’ αυτή την άποψη. ΥΓ: Δεν μπορέσαμε να μετρήσουμε πόσες φορές ανέφερε ο Χανίγια τις λέξεις «ειρήνη» και «σταθερότητα» στη συνέντευξή του στο CBS. Μας θύμισε, όμως, την τελευταία συμφωνία «ειρήνης» στην Ακαμπα της Ιορδανίας, όταν εγκαινιάζονταν πριν από τρία χρόνια ο «οδικός χάρτης».