Η απόφαση της νέας κυβέρνησης Τραμπ να αποσυρθούν οι ΗΠΑ από τη συμφωνία Διατλαντικής Συνεργασίας (Trans Pacific Partnership – TPP) έβαλε την ταφόπλακα στη συμφωνία αυτή, πριν ακόμα γεννηθεί. Η συμφωνία TPP υπογράφηκε τον περασμένο Φλεβάρη στο Οκλαντ της Νέας Ζηλανδίας, μετά από εφτά χρόνια διαπραγματεύσεων μεταξύ των υπουργών Εμπορίου δώδεκα κρατών από τις δύο πλευρές του Ειρηνικού (ΗΠΑ, Ιαπωνία, Καναδάς, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία, Χιλή, Μεξικό, Περού, Σιγκαπούρη, Βιετνάμ, Μαλαισία και Μπρουνέι) και θεωρήθηκε ως μία από τις πιο φιλόδοξες συμφωνίες «ελεύθερου εμπορίου» παγκόσμια, αφού καλύπτει τις χώρες που παράγουν τα δύο πέμπτα του παγκόσμιου ΑΕΠ. Ωστόσο, μέχρι σήμερα δεν έχει ακόμα επικυρωθεί από κανένα κοινοβούλιο των χωρών που συμμετέχουν. Η απόσυρση των ΗΠΑ σηματοδοτεί το τέλος της, αφού για να ισχύσει η συμφωνία θα πρέπει να την επικυρώσουν έξι χώρες, της Ιαπωνίας και των ΗΠΑ συμπεριλαμβανομένων υποχρεωτικά.
Οπως επισήμανε την Παρασκευή 19 Νοέμβρη o Economist, με τίτλο: «Κατάρρευση TPP – Υποχωρεί το εμπόριο» (https://www.economist.com/news/asia/21710287-big-free-trade-deals-demise-leaves-worrying-void-asia-trading-down), η κατάρρευση της συμφωνίας αυτής αφήνει ένα τεράστιο κενό στο ασιατικό εμπόριο και προσθέτει νέες αντιξοότητες στο στροβιλισμό του παγκόσμιου εμπορίου. Η μη συμμετοχή στη συμφωνία του μεγαλύτερου εξαγωγέα στον κόσμο, δηλαδή της Κίνας, είχε ήδη περιορίσει τη σημασία της, όπως επισημαίνει ο Economist. Το περιοδικό ρίχνει τις ευθύνες γι’ αυτό στις ΗΠΑ, σημειώνοντας ότι ήθελαν να καθορίσουν αυτές την οικονομική ατζέντα του εμπορίου με την Ασία και μόνο αν το πετύχαιναν, ίσως να καλούσαν και την Κίνα, αφού πρώτα θα είχαν ορίσει τους κανόνες του παιχνιδιού.
Τελικά, το παιχνίδι έληξε πριν καν αρχίσει. Κι αυτό δεν οφείλεται μόνο στον Τραμπ. Tο Κογκρέσο θα μπορούσε να έχει επικυρώσει εδώ και πολλούς μήνες τη συμφωνία, όμως δεν το έκανε (όπως άλλωστε και κανένα άλλο από τα δώδεκα κοινοβούλια).
Η κατάρρευση της συμφωνίας TPP δείχνει πόσο δύσκολο είναι να αρθούν τα εθνικά τείχη στο παγκόσμιο εμπόριο. Αυτό συμβαίνει γιατί η κεφαλαιοκρατία κάθε χώρας οχυρώνεται πίσω από αυτά, προκειμένου να εξασφαλίσει με τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντά της.
Το πρακτορείο Bloomberg, σε πρόσφατο άρθρο με τίτλο «Το παγκόσμιο εμπόριο επιβραδύνεται» και υπότιτλο «Η Κίνα είχε μία εκπληκτική κίνηση αλλά τελείωσε» (https://www.bloomberg.com/news/articles/2016-11-17/global-trade-is-slowing), επισημαίνει ότι και χωρίς τον Τραμπ το παγκόσμιο εμπόριο επιβραδύνεται και ο προστατευτισμός ενισχύεται. Και αναφέρει παραδείγματα που επιβεβαιώνουν τον ισχυρισμό του.
Η Ευρωπαϊκή Ενωση αυτόν το χρόνο επέβαλε ποινές στους κινέζους ανταγωνιστές της γιατί πουλούσαν το χάλυβα κάτω του κόστους. Είναι οι λεγόμενοι δασμοί αντιντάμπινγκ, που ισοδυναμούσαν με το 81.1% της τιμής του κινέζικου χάλυβα! «Το ελεύθερο εμπόριο θα πρέπει να είναι δίκαιο και μόνο το δίκαιο εμπόριο μπορεί να είναι ελεύθερο», δήλωνε ο επίτροπος Βιομηχανίας και Επιχειρηματικότητας και αντιπρόεδρος της Κομισιόν, Γίρκι Κατάινεν, στις 9 Νοέμβρη. Φυσικά, το πώς ορίζεται το «δίκαιο εμπόριο» εναπόκειται στην ερμηνεία που του δίνει η κάθε πλευρά.
Ακόμα και η κυβέρνηση Ομπάμα, που υποτίθεται ότι ήταν υπέρμαχος του «ελεύθερου εμπορίου», αύξησε τον περασμένο Ιούνη τους δασμούς στο χάλυβα από πέντε χώρες (Κίνα, Ινδία, Ιταλία, Νότια Κορέα και Ταϊβάν). Τον ίδιο μήνα, η Κίνα κατηγόρησε με τη σειρά της, την Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα και την ΕΕ για ντάμπινγκ (πώληση κάτω του κόστους, για να επικρατήσουν στην αγορά) στο χάλυβα που χρησιμοποιείται σε ηλεκτρολογικό εξοπλισμό, όπως οι γεννήτριες, και ανακοίνωσε ότι θα πάρει μέτρα. Στις 2 Νοέμβρη, η Ινδία επέβαλε κι αυτή δασμούς αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές κινέζικου χάλυβα. Μικρότερα κράτη εφαρμόζουν ανάλογα μέτρα όπου μπορούν. Ετσι, η Μαλαισία τον περασμένο Μάη ανακοίνωσε πρόσθετους δασμούς στον κινέζικο, κορεατικό και βιετναμέζικο χάλυβα, ενώ το Περού επέβαλε τον Οκτώβρη δασμούς αντιντάμπινγκ στις εισαγωγές βιοντίζελ από την Αργεντινή.
Η οικονομική δύναμη του κεφαλαίου κάθε χώρας σε σχέση με των άλλων χωρών είναι αυτή που καθορίζει τις διεθνείς σχέσεις και όχι τα άτομα, ούτε οι «αξίες της παγκοσμιοποίησης», που αποδεικνύονται σκέτη απάτη. Ορισμένες φορές, το κεφάλαιο μέσω του κράτους του κάνει κάποιες παραχωρήσεις στους αντιπάλους του, προκειμένου να κερδίσει αλλού πόντους και να διεισδύσει βαθύτερα στις ανταγωνιστικές αγορές, όπως έγινε με την πρόσφατη συμφωνία ΕΕ-Καναδά, που μέλλεται να αποδειχτεί πόσο θα αντέξει στην πράξη. Αυτό όμως είναι εξαιρετικά δύσκολο, γιατί το παγκόσμιο εμπόριο περνάει κρίση (για πρώτη φορά φέτος, μετά από μία δεκαπενταετία, το παγκόσμιο εμπόριο θα αυξηθεί σε μικρότερο βαθμό από την αύξηση του ΑΕΠ, όπως επισημαίνουν τόσο ο Economist όσο και το Bloomberg), ενώ ο κόσμος έχει ήδη μοιραστεί μεταξύ των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και ριζικές αλλαγές μόνο με ένα μεγάλο πόλεμο μπορούν να γίνουν.