Τα βρετανικά στρατεύματα αποχωρούν από τη Μούσα Κάλα, μια από τις πιο επικίνδυνες περιοχές του Αφγανιστάν, όπου, για περισσότερο από δύο μήνες, έχοντας σα βάση το τοπικό κυβερνητικό διοικητήριο, προσπαθούσαν να αντιμετωπίσουν τους Ταλιμπάν και να τους απωθήσουν από την πόλη. Τους δυο αυτούς μήνες η ζωή των Βρετανών στρατιωτών έγινε κόλαση από τις συνεχείς επιθέσεις που δέχονταν είτε από ελεύθερους σκοπευτές είτε από μεγάλες ομάδες έμπειρων μαχητών, οι οποίοι στη συνέχεια αναμειγνύονταν με τον ντόπιο πληθυσμό.
Η συμφωνία «κατάπαυσης του πυρός» μεταξύ των Βρετανών και των Ταλιμπάν, που έγινε με τη μεσολάβηση εκπροσώπων της πόλης Μούσα Κάλα, προβλέπει την αποχώρηση των βρετανικών στρατευμάτων από την πόλη αλλά και των Ταλιμπάν. Στην πραγματικότητα όμως θα αποχωρήσουν μόνο οι Βρετανοί στρατιώτες, ενώ οι Ταλιμπάν ήταν εκεί, είχαν υπό τον έλεγχό τους την περιοχή, και θα παραμείνουν. Ακόμη και ο τίτλος της συμφωνίας είναι ένας εύσχημος τρόπος για να καλυφθεί ότι ουσιαστικά πρόκειται για υποχώρηση των βρετανικών στρατευμάτων κάτω από την πίεση των Ταλιμπάν.
Η αποκλειστική συνέντευξη που έδωσε στη βρετανική εφημερίδα «Τέλεγκραφ» (2/10/06), ο ταξίαρχος Εντ Μπάτλερ, επικεφαλής των βρετανικών στρατευμάτων στο Αφγανιστάν, δεν αφήνει καμιά αμφιβολία. Τα πυρά των Ταλιμπάν ήταν τόσο σφοδρά και τόσο εύστοχα στη Μούσα Κάλα – είπε μεταξύ άλλων- ώστε τα στρατιωτικά ελικόπτερα αντιμετώπιζαν σοβαρό κίνδυνο κατάρριψης. Ο κίνδυνος απώλειας τόσο κρίσιμου εξοπλισμού μαζί με τις πολιτικές επιπτώσεις από πιθανές νέες μεγάλες απώλειες αντρών τον οδήγησαν στην απόφαση «να δώσει εντολή στους στρατιώτες του να εγκαταλείψουν την βάση». Είπε ακόμη ότι είχε ενημερώσει από τις αρχές του Σεπτέμβρη τους ανωτέρους του ότι η σφοδρότητα των επιθέσεων των Ταλιμπάν ήταν τέτοια, ώστε οι αυξανόμενες ανάγκες αεροπορικού ανεφοδιασμού και επιχειρήσεων διάσωσης ήταν πολύ πιθανό να προκαλέσουν την απώλεια ελικοπτέρων Σινούκ. Η στρατηγική σημασία της απώλειας της Μούσα Κάλα, επισήμανε, μπορεί να είναι τεράστια, όμως εξίσου τεράστιες θα ήταν οι πολιτικές επιπτώσεις από την απώλεια νέων ελικοπτέρων, ιδιαίτερα μετά την πτώση στις 4 Σεπτεμβρίου του αναγνωριστικού ελικοπτέρου Nimrod και το θάνατο του 14μελούς πληρώματός του. Σημειωτέον ότι υπάρχουν μόνο 6 βρετανικά Σινούκ στο θέατρο των επιχειρήσεων, 2 ακόμη βρίσκονται καθ’ οδόν, ενώ η βρετανική στρατιωτική διοίκηση έχει επανειλημμένα ζητήσει από το ΝΑΤΟ την αποστολή περισσότερων αεροσκαφών.
Πολύ πιο αποκαλυπτική εικόνα των προβλημάτων που ανάγκασαν τους Βρετανούς να προχωρήσουν στη συμφωνία «κατάπαυσης του πυρός» με τους Ταλιμπάν δίνει σε σχετικό άρθρο του ο «Ιντεπέντεντ» (1/10/06), με το χαρακτηριστικό υπότιτλο «Αυτός είναι ο πόλεμος που δεν θέλουν να δείτε εσείς…», από το οποίο παραθέτουμε ένα απόσπασμα.
«”Πολεμούμε σε ένα μέτωπο που μπορεί να περιγραφεί μόνο σαν η Αγρια Δύση”. Αυτά είναι τα λόγια, όχι ενός πολιορκημένου Βρετανού απλού στρατιώτη, αλλά ενός Καναδού αξιωματικού που συμμετείχε σε μια επιχείρηση διάσωσης στρατιωτών μας στην άναρχη αφγανική επαρχία Χέλμαντ. Η αφήγησή του, που στάλθηκε με e-mail στην οικογένεια και τους φίλους του στον Καναδά, είναι η πιο λεπτομερής περιγραφή της κατάστασης που οι διοικητές έχουν χαρακτηρίσει ως τα πιο απελπισμένα μάχιμα βρετανικά στρατεύματα που έχουν δει από τον πόλεμο της Κορέας.
“Ενας βρετανικός λόχος Αλεξιπτωτιστών είχε απομονωθεί και περικυκλωθεί από Ταλιμπάν στο κέντρο της πόλης Σανγκίν. Είχαν χάσει 4 στρατιώτες και δέχονταν επιθέσεις 3 – 4 φορές την ημέρα. Είχαν εξαντληθεί τα τρόφιμα και το νερό τους. Μια προσπάθεια εφοδιασμού από αέρος απέτυχε και οι προμήθειες προσγειώθηκαν σε ένα προπύργιο των Ταλιμπάν, έτσι οι Καναδοί πήραν εντολή να πραγματοποιήσουν μια άμεση επιχείρηση ανεφοδιασμού με τα ελαφρά θωρακισμένα οχήματά τους. Οταν φτάσαμε στη Σανγκίν, οι ντόπιοι άρχισαν να πετούν πέτρες και ότι άλλο μπορούσαν εναντίον μας. Δεν ήταν φιλικό μέρος. Προχωρήσαμε προς το κέντρο της πόλης και στα τελευταία 100 μέτρα αρχίσαμε να δεχόμαστε πυρά από όλμους. Κάποτε φτάσαμε στις βρετανικές θέσεις και έπρεπε να μείνουμε εκεί όλη τη νύχτα. Δεχτήκαμε τρεις φορές επίθεση με ρουκέτες και όλμους εκείνη τη νύχτα. Δεν μπορώ ακόμη να πιστέψω ότι οι Βρετανοί έχουν περάσει περισσότερο από ένα μήνα εκεί, ζώντας σε τέτοιες συνθήκες”.
Σύμφωνα με τον (προαναφερόμενο) ταξίαρχο Εντ Μπάτλερ, διοικητή της 16ης αεροπορικής ταξιαρχίας, που ήταν επικεφαλής της εισβολής στο Ιράκ το 2003, τίποτα απ’όσα έζησαν οι άντρες του εκεί, δεν μπορεί να συγκριθεί μ’ αυτά που έχουν περάσει τις τελευταίες βδομάδες στη Χέλμαντ. Το υπουργείο Αμυνας κατηγορείται ότι προσπαθεί να κρύψει την πραγματικότητα από τη βρετανική κοινή γνώμη, αποκλείοντας τους δημοσιογράφους και τις τηλεοπτικές κάμερες από τα πολεμικά μέτωπα. Ομως πρέπει να μάθει ότι στον 21ο αιώνα δεν μπορεί να κλείσει όλα τα κανάλια πληροφόρησης…»
Η πόλη Σανγκίν στην οποία αναφέρεται ο Καναδός αξιωματικός είναι το δεύτερο κυβερνητικό διοικητικό κέντρο από το οποίο τα βρετανικά στρατεύματα προσπαθούν να απωθήσουν τους Ταλιμπάν. Σύμφωνα με βρετανικές στρατιωτικές πηγές, ετοιμάζεται και εκεί συμφωνία «κατάπαυσης του πυρός». Τα συμπεράσματα δικά σας.
Στο εύλογο ερώτημα: Γιατί οι Ταλιμπάν συμφώνησαν με την «κατάπαυση του πυρός», αφού είχαν το πάνω χέρι, ο ταξίαρχος Εντ Μπάτλερ δίνει την εξήγηση ότι ίσως προσπαθούν να κερδίσουν χρόνο για να ανασυγκροτήσουν τις δυνάμεις τους, αλλά και γιατί τώρα αρχίζει η περίοδος συγκομιδής της παπαρούνας και χρειάζονται πολλά εργατικά χέρια, που προέρχονται κυρίως από τους άνεργους του νότου, που αποτελούν και τη βασική μαχητική δύναμη των Ταλιμπάν.