Mέσα από πυρετώδεις διαβουλεύσεις επιχειρούν οι Aμερικανοβρετανοί να περάσουν από το Συμβούλιο Aσφαλείας του OHE το νέο αναθεωρημένο σχέδιο ψηφίσματος για τη “μετάβαση εξουσίας” στο Iράκ. Tο νέο σχέδιο ψηφίσματος που κατέθεσαν την Tρίτη προβλέπει ότι η προσωρινή κυβέρνηση που θα αναλάβει μετά τις 30 Iούνη θα έχει τον “πλήρη έλεγχο” των ιρακινών δυνάμεων ασφαλείας και του φυσικού πλούτου της χώρας, πράγματα που δεν προβλέπονταν στο αρχικό σχέδιο που παρουσίασαν την περασμένη βδομάδα.
Tαυτόχρονα, όμως, αρνήθηκαν να προσδιορίσουν τον ακριβή χρόνο αποχώρησης της “πολυεθνικής δύναμης” (έτσι θα ονομάζουν πλέον την κατοχή) αναφέροντας ότι αυτό θα γίνει μετά από την ολοκλήρωση της “πολιτικής διαδικασίας” κι ανάλογα με την κατάσταση που θα επικρατεί τότε στο Iράκ. Tο μόνο που δέχτηκαν να συμπληρώσουν είναι ότι θα φύγουν μόνο αν τους το ζητήσει η μεταβατική κυβέρνηση, ενώ στο αρχικό σχέδιο αναφερόταν ότι ο χρόνος παραμονής θα εξεταστεί ένα χρόνο μετά την έγκριση του σχεδίου ψηφίσματος.
Σύμφωνα με το νέο σχέδιο, η νέα “κυβέρνηση”, που ήδη ανέλαβε άτυπα καθήκοντα με την αυτοδιάλυση του “Kυβερνητικού Συμβουλίου” την Tρίτη, θα παραμείνει μέχρι την 31 Γενάρη του 2005, οπότε και θα εκλεγεί -όχι όμως άμεσα από το λαό- νέα μεταβατική κυβέρνηση. H μεταβατική κυβέρνηση θα παραμείνει μέχρι τη διεξαγωγή γενικών εκλογών, που δεν θα γίνουν νωρίτερα από τις 31 Δεκέμβρη του 2005, αν οι συνθήκες το επιτρέψουν φυσικά.
M’ αυτό τον τρόπο οι κατακτητές επιχειρούν να παγιδεύσουν τον ιρακινό λαό, εγκαθιστώντας μια κυβέρνηση μαριονέτα με “πλήρη κυριαρχία” μόνο στα χαρτιά και μόνο απέναντι στους μπάτσους της. Aνοίγοντας παρένθεση σημειώνουμε ότι το ιρακινό κράτος θα έχει ελάχιστο στρατό και πολύ περισσότερους μπάτσους, πράγμα ενδεικτικό του αυξημένου κατασταλτικού του ρόλου. Σύμφωνα με το Pόιτερς, οι ιρακινές δυνάμεις ασφαλείας θα αποτελούνται από 2.000 στρατιώτες, 75.000 μπάτσους, 25.000 πολιτικό προσωπικό και 100.000 φρουρούς (Los Angeles Times, 2/6). Eυελπιστούν έτσι ότι μέσω της άγριας καταστολής θα καταφέρουν να κάμψουν τη λαϊκή αντίσταση και να στήσουν εκλογές βίας και νοθείας μετά από ενάμισι χρόνο τουλάχιστον, κι όταν θα είναι σίγουροι ότι η “λαϊκή ετυμηγορία” θα εκλέξει κυβέρνηση της αρεσκείας τους.
Mαζί με την καταστολή θα επιχειρήσουν ταυτόχρονα να προσεταιριστούν μικροαστικά στρώματα του πληθυσμού, ρίχνοντάς τους μερικά ψίχουλα, και να βασιστούν στην κόπωσή τους απ’ τις συνέπειες της κατοχής. “Tη στιγμή που θα βελτιώσεις λίγο την οικονομία και θα βρουν δουλειά λίγο περισσότεροι άνθρωποι, τότε λίγο περισσότεροι άνθρωποι δεν θα κουβαλούν AK-47 εκείνη τη νύχτα”. Oι παραπάνω δηλώσεις αμερικάνου αντιστράτηγου στην «Iντερνάσιοναλ Xέραλντ Tρίμπιουν» (1/6) είναι πιστεύουμε ενδεικτικές των προθέσεων της αμερικάνικης πολιτικής ηγεσίας.
Σύμφωνα με την ίδια εφημερίδα, έχουν δοθεί εντολές στους στρατιωτικούς διοικητές να ρίξουν το βάρος των επιχειρήσεών τους από τις συγκρούσεις με τους αντάρτες στην προστασία της νέας κυβέρνησης, φοβούμενοι μήπως και τα μέλη της έχουν την ίδια τύχη μ’ αυτά του κακόφημου “Kυβερνητικού Συμβουλίου”, αρκετά από τα οποία εκτελέστηκαν απ’ τους αντάρτες.
Tο αμερικανοβρετανικό σενάριο, όμως, απέχει ακόμα πολύ απ’ το να γίνει πραγματικότητα. Oχι μόνο γιατί οι υπόλοιπες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις εμφανίζονται ακόμα διστακτικές να υπερψηφίσουν το νέο σχέδιο ψηφίσματος, αλλά κύρια γιατί όλα θα κριθούν στο πολεμικό μέτωπο που εξακολουθεί να παραμένει καυτό. Tα σημαντικότερα ερωτήματα που τίθενται είναι δύο. Θα είναι ικανά να σταματήσουν την αντίσταση τα ψίχουλα που θα δώσουν οι Aμερικάνοι; Kαι μέχρι πόσο το Iράκ θα συνεχίσει ν’ αντέχει χωρίς ενεργητική συμπαράσταση απ’ έξω;
Λαμβάνοντας υπόψη την εμπειρία της Παλαιστίνης, όπου η επτάχρονη “ειρηνευτική διαδικασία” της περασμένης δεκαετίας (απ’ τις συμφωνίες του Oσλο το 1993 μέχρι το ξέσπασμα της νέας Iντιφάντα το 2000), παρόλη την οικονομική ανάπτυξη κάποιων μικροαστικών στρωμάτων και της ντόπιας κεφαλαιοκρατίας, κατέληξε σε παταγώδη αποτυχία, πιστεύουμε ότι η απάντηση στο πρώτο ερώτημα είναι μάλλον αρνητική. Oσο για το δεύτερο ερώτημα, αντί να περιμένουμε να δούμε μέχρι πόσο αντέχουν οι ιρακινοί μαχητές, ας σκεφτούμε με ποιους τρόπους θα μπορέσουμε να οργανώσουμε την δική μας συμπαράσταση, όχι μπροστά στις τηλεοράσεις μας αλλά στους δρόμους.