Οι ισραηλινές βουλευτικές εκλογές πλησιάζουν και η ακροδεξιά προεκλογική ρητορική κορυφώνεται, αντανακλώντας το σιωνιστικό αφιόνι που κυριαρχεί στα μήκη και τα πλάτη του ισραηλινού αστικού πολιτικού φάσματος και τον πλήρη εκφασισμό του ισραηλινού πλήθους. Οι ισραηλινοί αστοί πολιτικάντηδες αντιλαμβάνονται τη φασιστικοποίηση της ισραηλινής κοινής γνώμης και προσαρμόζουν την προεκλογική τους προπαγάνδα αναλόγως.
Σε απάντησή του σε σχόλιο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, της ισραηλινής ηθοποιού Ροτέμ Σελά, που έθεσε το ερώτημα αν το Ισραήλ είναι ένα κράτος για όλους τους πολίτες του, εβραίους και άραβες, ο Νετανιάχου ξεκαθάρισε ότι το Ισραήλ δεν είναι ένα κράτος για όλους, αλλά μόνο για τους εβραίους. Θύμισε ότι πριν από ένα χρόνο ψηφίστηκε νόμος για το έθνος-κράτος των εβραίων, που αποκλείει τον παλαιστινιακό πληθυσμό που ζει στα όρια του Ισραήλ, θεσμοθετώντας ένα καθεστώς απαρτχάιντ, σύμφωνα με το οποίο μόνο οι εβραίοι πολίτες του Ισραήλ έχουν δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού.
Διάφορες ΜΚΟ υπεράσπισης των ανθρώπινων δικαιωμάτων κατηγορούν τον Νετανιάχου ότι δαιμονοποιεί για άλλη μια φορά τους Παλαιστίνιους, που αποτελούν το 20% του συνολικού πληθυσμού του Ισραήλ, παίζοντας με το ακροδεξιό εκλογικό ακροατήριο που κυριαρχεί στο Ισραήλ, με στόχο να ενισχύσει το ποσοστό του στις εκλογές του Απρίλη. Οτι ταυτόχρονα κατηγορεί τους αντιπάλους του ότι έχουν την υποστήριξη των Παλαιστίνιων και την επόμενη μέρα των εκλογών θα προβούν σε μεγάλες υποχωρήσεις υπέρ τους. Την ίδια εκλογική τακτική είχε ακολουθήσει και στις εκλογές του 2015, δηλώνοντας τότε δημόσια ότι οι εβραίοι πρέπει να ψηφίσουν μαζικά το Λικούντ για να εμποδίσουν τους Παλαιστίνιους που θα κατευθυνθούν στις κάλπες σε «στίφη».
Η αλήθεια είναι ότι αυτή τη στιγμή ο Νετανιάχου είναι στριμωγμένος, όχι μόνο από την εισαγγελική έρευνα σε βάρος του για διαφθορά, αλλά και από το συνασπισμό κομμάτων του οποίου ηγούνται ο πρώην αρχηγός του ισραηλινού στρατού Μπένι Γκαντζ και ο πρώην υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης Νετανιάχου, Γιαΐρ Λαπίντ, που διαγωνίζονται σε ακροδεξιά προεκλογική ρητορική με τον Νετανιάχου στοχεύοντας την αυτοδυναμία. Πριν από μερικές μέρες, ο Γκαντζ δήλωσε ότι το Ισραήλ δε θα αποχωρήσει ποτέ από τα κατεχόμενα συριακά υψίπεδα του Γκολάν, ενώ η Ιερουσαλήμ θα παραμείνει για πάντα η πρωτεύουσα του ισραηλινού κράτους και του εβραϊκού πληθυσμού του Ισραήλ, δίνοντας μια γεύση της πολιτικής που πρόκειται να ακολουθήσει ο συνασπισμός Γκαντζ-Λαπίντ σε βάρος του παλαιστινιακού λαού σε περίπτωση που νικήσει στις εκλογές και σχηματίσει κυβέρνηση.
Παράλληλα, ο ρατσισμός και ο εκφασισμός της ισραηλινής κοινής γνώμης φουντώνει. Σύμφωνα με γκάλοπ της δεξιάς ισραηλινής εφημερίδας «Γιεντιότ Αχρονότ», η πλειοψηφία των ισραηλινών υποστηρίζει μια πιθανή απαγόρευση συμμετοχής στις εκλογές για τα αραβικά κόμματα του Ισραήλ, ενώ μόλις ένα μικρό ποσοστό στηρίζει μια ενδεχόμενη απαγόρευση συμμετοχής στις εκλογές για τα πιο ακροδεξιά ισραηλινά κόμματα, λόγω της διαπλοκής τους με ισραηλινούς φασίστες τρομοκράτες.
Το συγκεκριμένο γκάλοπ έγινε λίγες μέρες μετά την απόφαση της Κεντρικής Εκλογικής Επιτροπής του Ισραήλ, του σώματος που επιβλέπει την εκλογική διαδικασία και αποτελείται από μέλη της Κνεσέτ από όλα τα κόμματα, να απαγορεύσει στον αραβικό συνασπισμό κομμάτων Ραάμ-Μπαλάντ να συμμετέχει στις επερχόμενες εκλογές, επειδή καταγγέλλει τα σιωνιστικά εγκλήματα σε βάρος του παλαιστινιακού λαού στη Γάζα, την Δυτική Οχθη και την Ανατολική Ιερουσαλήμ. Η ίδια επιτροπή επέτρεψε στο κόμμα Εβραϊκή Ισχύς του διαβόητου φασίστα Μιχαέλ Μπεν Αρί, υποστηρικτή του σφαγέα του Τζαμιού του Ιμπραχίμ, Μπαρούχ Γκόλντσταϊν, να συμμετάσχει στις εκλογές, παραβλέποντας τις συνεχείς δημόσιες δηλώσεις του αρχηγού του, που καλεί σε εκδίωξη των Παλαιστίνιων από το Ισραήλ.
Από τη «μοναδική δημοκρατία της Μέσης Ανατολής» δε θα μπορούσαν να λείπουν οι πιο φανατικοί διώκτες του παλαιστινιακού λαού, που καθορίζουν την πολιτική ατζέντα και έχουν τις ευλογίες του αφιονισμένου σιωνιστικού πλήθους. Ο πιο ακροδεξιός θα νικήσει.