Μπορεί ο πόλεμος στη Λιβύη να μην καταλαμβάνει τον παραμικρό χώρο στα πρωτοσέλιδα των μεγάλων ειδησεογραφικών πρακτορείων, όμως το μπρα-ντε-φερ μεταξύ των διαφόρων πόλων εξουσίας στη χώρα συνεχίζεται, οχτώ χρόνια μετά την πτώση του καθεστώτος Καντάφι, που ακολούθησε την εισβολή των δυτικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων.
Τον Ιούνη του 2018, ξέσπασαν για άλλη μια φορά σφοδρές συγκρούσεις για τον έλεγχο της περιοχής της «Ημισελήνου του Πετρελαίου», μεταξύ του Τομπρούκ και της Σιντρ στο ανατολικό τμήμα της χώρας, ανάμεσα στον ισλαμιστή πολέμαρχο Ιμπραχίμ Τζαθράν και τον Λιβυκό Εθνικό Στρατό του στρατηγού Χαφτάρ, διακόπτοντας πλήρως την παραγωγή πετρελαίου για μήνες και βυθίζοντας το λιβυκό λαό ακόμα πιο βαθιά στην εξαθλίωση. Ηταν η ένατη φορά που ο έλεγχος μιας από τις πιο πλούσιες σε πετρέλαιο περιοχές της Αφρικής άλλαξε χέρια, από το 2011 που ξεκίνησε ο πόλεμος.
Από τις συγκρούσεις μεταξύ των διαφόρων πολιτοφυλακών που δρουν στην πρωτεύουσα της χώρας Τρίπολη σκοτώθηκαν περισσότεροι από 115 άμαχοι, ενώ λόγω της σφοδρότητας των συγκρούσεων περισσότεροι από 25.000 άμαχοι εκτοπίστηκαν. Οι συγκρούσεις κόπασαν ύστερα από προσωρινή ανακωχή μεταξύ των πολιτοφυλακών με τη διαμεσολάβηση του ΟΗΕ, ενώ συνεχίζονται στο νότιο τμήμα της χώρας.
Το μέτωπο των δυτικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων που έχουν εμπλακεί στον πόλεμο έχει διασπαστεί, με τη Γαλλία και την Ιταλία να υποστηρίζουν αντίθετες πλευρές. Τον Μάη του 2018, ο Μακρόν διοργάνωσε συνέδριο στο Παρίσι για τον πόλεμο στην Λιβύη, στο οποίο δεν κάλεσε την Ιταλία, η οποία διοργάνωσε το δικό της συνέδριο στο Παλέρμο έξι μήνες μετά. Τον Δεκέμβρη του 2018, ο Μακρόν υποσχέθηκε ότι θα προωθήσει τη διενέργεια νέων εκλογών στην Λιβύη, μια υπόσχεση που πολύ πιθανό να οξύνει ακόμα περισσότερο τις συγκρούσεις μεταξύ των πόλων εξουσίας στη χώρα, προκειμένου να διεκδικήσουν περισσότερο έδαφος, ενισχύοντας τη θέση τους ενόψει εκλογών, όποτε και αν γίνουν αυτές, δεδομένου ότι δεν υπάρχει συμφωνημένο συνταγματικό πλαίσιο που θα καθορίσει τη διαδικασία.
Αυτή τη στιγμή, οι βασικοί πόλοι εξουσίας, όπως έχουν διαμορφωθεί, είναι η Βουλή των Αντιπροσώπων που έχει τη στήριξη του Λιβυκού Εθνικού Στρατού, ο οποίος αποτελεί τη μεγαλύτερη και καλύτερα οργανωμένη ένοπλη δύναμη, υπό την ηγεσία του στρατηγού Χαφτάρ, το Γενικό Εθνικό Κογκρέσο που στηρίζεται από μια ομοσπονδία πολιτοφυλακών, οι Κανταφιστές, οι οποίοι απολαμβάνουν τη στήριξη μερίδας του λιβυκού λαού που συμμετέχει στις διαδηλώσεις που οργανώνουν, ενώ τμήμα τους έχει στρατολογηθεί στο στρατό του Χαφτάρ, οι ισλαμιστές, υπό τον πολέμαρχο Ιμπραχίμ Τζαθράν και η Ανσάρ Αλ Σαρία, τοπικό παρακλάδι της Αλ Κάιντα. Προς το παρόν, οι Αμερικάνοι και η Βρετανία στηρίζουν το Γενικό Εθνικό Κογκρέσο, παρέχοντάς του πολεμικό εξοπλισμό και εκπαίδευση, εύκολα όμως μπορούν να αποσύρουν τη στήριξή τους, δίνοντάς την κάπου αλλού, αν οι συσχετισμοί μεταξύ των πόλων εξουσίας που λυμαίνονται τη Λιβύη αλλάξουν, όπως έκαναν στο παρελθόν με τη Βουλή των Αντιπροσώπων, όταν εκδιώχτηκε από την Τρίπολη, κίνηση που τελικά αποδείχτηκε λανθασμένη.
Η κατάσταση στη χώρα παραμένει ιδιαίτερα ρευστή, με τις δυτικές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις να διαγκωνίζονται για τον έλεγχο των τεράστιων αποθεμάτων υδρογονανθράκων της χώρας, στηρίζοντας πότε τη μια και πότε την άλλη πλευρά, ανάλογα με το ποια φαίνεται να επικρατεί προσωρινά. Τον κατατεμαχισμό της χώρας ενισχύει και η έλλειψη ενιαίας εθνικής ταυτότητας, με το σύστημα των φυλών να κυριαρχεί, γεγονός που ενισχύει τις αποσχιστικές τάσεις και περιπλέκει την κατάσταση που μόνο προς εξομάλυνση δε φαίνεται να βαδίζει. Το μόνο σίγουρο είναι ότι η ιμπεριαλιστική επέμβαση απέχει πολύ από το να πετύχει τους στόχους της, αποτελώντας άλλη μια γκάφα της αμερικάνικης εξωτερικής πολιτικής και των δυτικών ιμπεριαλιστών, κυρίως της Γαλλίας και της Ιταλίας.