Τα όπλα ενός από τους μακροβιότερους αντάρτικους λαϊκούς στρατούς της Ιστορίας σίγησαν το 2016, όταν υπογράφηκε συμφωνία ανάμεσα στη κυβέρνηση του Χουάν Μανουέλ Σάντος και τις Ενοπλες Επαναστατικές Δυνάμεις της Κολομβίας – Λαϊκός Στρατός, τις FARC όπως τις γνωρίζαμε εδώ και δεκαετίες, υπό την αιγίδα του ίδιου του ΟΗΕ. Η συμφωνία προέβλεπε σταδιακή αμνηστία για τους μαχητές και μετατροπή των FARC σε νόμιμο πολιτικό κόμμα. Οχτώ χιλιάδες όπλα έχουν ήδη παραδοθεί. Ομως ο αριθμός των αμνηστευθέντων ήταν μέχρι τον Οκτώβρη του 2017 μόνο 315[1]. Οσοι αριστεροί μαχητές των FARC επανέρχονται στη νομιμότητα, αφήνοντας -προσωρινά τουλάχιστον- την προστασία της παρανομίας, μένουν εκτεθειμένοι στις ορέξεις για αντεκδίκηση από το χαφιεδότσουρμο του εθνικού κορμού που κάνει τη «βρώμικη δουλειά» αντί του ίδιου του στρατού και των σωμάτων ασφαλείας. Η ειρηνευτική συμφωνία παραβιάζεται πλέον με τον πιο κατάφωρο τρόπο από παραστρατιωτικούς σχηματισμούς χαφιέδων σε όλη τη χώρα, που τρομοκρατούν και δολοφονούν πρώην αντάρτες και συγγενείς τους, με τη φανερή κάλυψη των ντόπιων αρχών που κάνουν τα στραβά μάτια, αν δεν συνεργούν κιόλας.
Από την έναρξη της συμφωνίας, 50 άνθρωποι που σχετίζονται με τις FARC έχουν δολοφονηθεί σε 44 επιθέσεις-ενέδρες[2]. Ανάμεσά τους είναι 28 πρώην μαχητές, δώδεκα συγγενείς και δέκα κομματικά μέλη. Ενόψει των εκλογών για τη Γερουσία τον Μάρτη και την Προεδρία της χώρας τον Μάη, οι εμπρηστικές επιθέσεις στα ΜΜΕ, η υποκίνηση σε τρομοκρατία σε βάρος των μελών των FARC από μικρά και μεσαία στελέχη των καθεστωτικών κομμάτων, τους κομματάρχες των επαρχιακών πόλεων, έχουν αυξηθεί κατακόρυφα. Οπου προαναγγέλλονται εκλογικές συγκεντρώσεις της Εναλλακτικής Επαναστατικής Κοινοτικής Δύναμης (Fuerza Alternativa Revolucionaria del Comun), του πολιτικού φορέα που ίδρυσαν οι FARC τον περασμένο Σεπτέμβρη, στήνονται βίαιες αντι-συγκεντρώσεις με άρωμα «Καρφίτσας», που καλύπτονται από την ασφάλεια. Οι αντι-συγκεντρώσεις αυτές προς το παρόν δεν καλύπτονται επίσημα από τους κύκλους του πρώην προέδρου της Κολομβίας Αλβάρο Ουρίμπε, που πρωτοστάτησε ενάντια στην ειρηνευτική συμφωνία.
Η ηγεσία της FARC (το ακρωνύμιο της πολιτικής οργάνωσης παραμένει ίδιο με την αντάρτικη) ανέστειλε προσωρινά την εκλογική της καμπάνια, ζητώντας εγγυήσεις για την ομαλή διεξαγωγή του προεκλογικού αγώνα και την ακεραιότητα των πρώην ανταρτών, ζητώντας απ' όλα τα κόμματα ανεξαιρέτως να καταδικάσουν την επίθεση που υφίσταται. Η δήλωση αυτή της ηγεσίας της FARC καταγράφηκε αμέσως ως κίνηση που υπονομεύει την ειρηνευτική συμφωνία από το βορειοαμερικανικό πολιτικό σύστημα που αντιστρέφει την πραγματικότητα, κατηγορώντας ευθέως τα θύματα των επιθέσεων ως θύτες[3]. Αντίστοιχα, η κυβέρνηση της Κολομβίας ζήτησε από την ηγεσία της FARC να επανέλθει άμεσα στην εκλογική καμπάνια και κάλεσε -με τη σειρά της- να σταματήσουν οι επιθέσεις ενάντια στις συγκεντρώσεις της FARC. Τέλος, η γενική εισαγγελία διέταξε επείγουσα έρευνα για να βρεθούν οι δράστες που πραγματοποιούν τις επιθέσεις και υποκινούν σε βίαιες αντι-συγκεντρώσεις.
Μια ματιά στην πρόσφατη ιστορία της Κολομβίας μας προμηνύει τι πρόκειται να επακολουθήσει αν τα μέλη των FARC δεν μπορέσουν να αμυνθούν στις ορέξεις διαφόρων κέντρων του κολομβιανού κράτους που προλειαίνουν το έδαφος για τη μαζική σφαγή στο άμεσο μέλλον. Ενα είναι σίγουρο. Η μοναδική εγγύηση για την ασφάλεια των μελών των FARC ήταν η ένοπλη δράση τους στην ύπαιθρο. Aρχές της δεκαετίας του ’80, οι FARC άρχισαν διαπραγματεύσεις για σταδιακή απομάκρυνση από τον ένοπλο αγώνα με την κυβέρνηση του συντηρητικού κόμματος. Μαζί με άλλες αριστερές οργανώσεις ίδρυσαν την Πατριωτική Ενωση, έναν πολιτικό φορέα που δρούσε νόμιμα στις πόλεις της Κολομβίας, συγκέντρωνε τη στήριξη χιλιάδων εργατών, αγωνιστών και συνδικαλιστών και κατέβηκε και στις εκλογές. Μέσα σε τρία χρόνια περίπου, 6.000 απλά μέλη, φίλοι και συγγενείς της Πατριωτικής Ενωσης δολοφονήθηκαν! Οι ηγέτες του κινήματος εξοντώθηκαν σε μπαράζ στοχευμένων επιθέσεων. Oι διαδοχικές κυβερνήσεις συντηρητικών και φιλελεύθερων αποποιήθηκαν κάθε ευθύνη, όταν ήταν ηλίου φαεινότερον ότι έδιναν το πράσινο φως στον στρατό και άλλες υπηρεσίες -συνεργαζόμενες με τις ΗΠΑ- να «πράξουν τα δέοντα». Την έναρξη των σφαγών στις πόλεις ακολούθησε αντεπίθεση του στρατού στην ύπαιθρο εναντίον του αντάρτικου στρατού, που διέλυσε τις διαπραγματεύσεις.
Εκείνο που τροφοδότησε το μακροβιότερο αντάρτικο της Νότιας Αμερικής μέχρι και σήμερα είναι το οξυμένο αγροτικό ζήτημα. Το 1948, τα δυο βασικά αστικά κόμματα, οι συντηρητικοί και οι φιλελεύθεροι, εκφράζοντας διαφορετικά κομμάτια της αστικής τάξης, οδήγησαν τον λαό της Κολομβίας σε έναν αιματηρό εμφύλιο με έπαθλο τον έλεγχο της κρατικής εξουσίας. Ο εμφύλιος αυτός διήρκησε μια δεκαετία, είχε 200.000 νεκρούς, στην πλειοψηφία τους φτωχούς αγρότες της υπαίθρου, και έληξε χωρίς νικητές, με τη δημιουργία ενός πολιτικού συστήματος διαδοχής των δυο κομμάτων. Την επομένη αυτής της τραγωδίας, για τον πραγματικό ηττημένο, τον λαό της Κολομβίας, το αστικό πολιτικό σύστημα άρχισε να στηρίζει τη συγκρότηση μεγάλων λατιφουντίων στην ύπαιθρο για τη μαζική παραγωγή βoοειδών για εξαγωγές στις ΗΠΑ, οδηγώντας τους ήδη εξουθενωμένους και αποδεκατισμένους από τον πόλεμο αγρότες στην πείνα και το μαζικό ξεκλήρισμα στις πόλεις. Σε αυτές τις συνθήκες, φτωχοί και μεσαίοι αγρότες άρχισαν να εξοπλίζονται για να διατηρήσουν το βιος τους, αντιμετωπίζοντας το στρατό και τους μισθοφόρους των γαιοκτημόνων. Μέσα από αυτές τις λαϊκές εκρήξεις, ξεπήδησαν οι FARC. Το ξεκλήρισμα της υπαίθρου έλαβε τρομακτικές διαστάσεις μετά το 1985. Εκτοτε, σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, 6.5 εκατομμύρια αγρότες οδηγήθηκαν στις πόλεις, επιτείνοντας την ερημοποίηση της υπαίθρου[4].
Το αστικό πολιτικό σύστημα της Κολομβίας δεν άφησε ποτέ περιθώριο σε αριστερά κινήματα να έχουν ελεύθερη, νόμιμη δράση στις πόλεις. Η τρομοκρατία ήταν πάντα σαρωτική. Στην ύπαιθρο η ελεύθερη δράση εξασφαλιζόταν με τα όπλα. Τα όπλα στήριζαν την ίδια στιγμή την επιβίωση των φτωχών αγροτών απέναντι στις ορέξεις των γαιοκτημόνων και τις μαφίες των ναρκεμπόρων, τροφοδοτώντας συνεχώς τις FARC και τα άλλα αντάρτικα κινήματα με νέο αίμα. Την τελευταία δεκαετία, όμως, ο αντάρτικος στρατός δέχτηκε σημαντικά στρατιωτικά πλήγματα ακόμη και σε επίπεδο ηγεσίας. Συν τοις άλλοις το αντάρτικο δέχτηκε και την υπονόμευση της… συμμάχου και… φίλης Βενεζουέλας. Η κυβέρνηση Τσάβες πίεσε αφόρητα τις FARC να συρθούν στον χορό των διαπραγματεύσεων, με κατάπτυστες δηλώσεις ότι το αντάρτικο είναι «ξεπερασμένη μορφή πάλης στη Νότια Αμερική». Την ίδια στιγμή, οι όροι που θα εξασφάλιζαν με σιγουριά την ελεύθερη δραστηριότητα στις πόλεις αλλά και στην ύπαιθρο, χωρίς αντάρτικο, εξέλιπαν.
[1] https://www.opendemocracy.net/democraciaabierta/santiago-valenzuela/murder-of-pardoned-farc-members-in-colombia
[2] Reuters: https://www.reuters.com/article/us-colombia-peace/colombias-farc-temporarily-suspend-campaign-amid-angry-protests-idUSKBN1FT25S
[3] NY Times: https://www.nytimes.com/2018/02/09/world/americas/colombia-farc-campaign.html
[4] Human Right Watch: https://www.hrw.org/world-report/2017/country-chapters/colombia
Τελευταία Νέα :
- Βία και ανομία δημιουργεί η κυβέρνηση με την πολιτική της
- Οσα δε φτάνει η (σιωνιστική) αλεπού τα κάνει… παραμύθια
- Σαν σήμερα 30 Ιούλη
- Γάζα: Σκότωσαν τους φύλακες της λιγοστής βοήθειας και άνοιξαν πυρ κατά αμάχων που περίμεναν βοήθεια
- Ζιάντ Ραχμπάνι: Ο Λίβανος αποχαιρέτησε έναν σπουδαίο καλλιτέχνη και διανοούμενο
- Σύρος, Ρόδος, Αγιος Νικόλαος. Next?