Το δρόμο για το δεύτερο γύρο πήρε η αναμέτρηση για την εκλογή προέδρου στην Αργεντινή. Ο πρώτος γύρος, που έγινε την περασμένη Κυριακή, δεν έβγαλε νικητή. Ο «διάδοχος» που όρισε η νυν πρόεδρος της χώρας Κριστίνα Κίρχνερ (η οποία, σύμφωνα με το σύνταγμα της χώρας, απαγορεύεται να βάλει για τρίτη συνεχή φορά υποψηφιότητα), Ντανιέλ Σκιόλι, πήρε μεν το προβάδισμα, κερδίζοντας το 36.8% των ψήφων έναντι 34.4% του δεξιού αντιπάλου του, Μαουρίτσιο Μάκρι, δεν κατόρθωσε όμως να εκλεγεί από τον πρώτο γύρο. Για να εκλεγεί θα έπρεπε ή να κερδίσει το 45% ή να πάρει ένα 40% τουλάχιστον και ταυτόχρονα να έχει προβάδισμα 10% από τον δεύτερο υποψήφιο.
Ο Σκιόλι ήταν αντιπρόσωπος της σουηδικής εταιρείας Electolux και διευθυντής του παραρτήματός της στην Αργεντινή μέχρι το 1997. Διετέλεσε αντιπρόεδρος της Αργεντινής από το 2003 μέχρι το 2007, όταν στην προεδρία βρίσκονταν ο σύζυγος της σημερινής προέδρου, Νέστορ Κίρχνερ, και είναι γνωστός από την αθλητική του σταδιοδρομία στην κωπηλασία, στην οποία κέρδισε διάφορα μετάλλια ακόμα και μετά την απώλεια του δεξιού του χεριού σε ατύχημα κατά τη διάρκεια αγώνων. Αποτελεί επομένως έμπιστο της Κίρχνερ, ενώ και η αναπηρία του απετέλεσε ένα «ατού» στην οικοδόμηση του προφίλ του ως υποψηφίου για την προεδρία.
Ολα αυτά, όμως, δεν κατόρθωσαν να του δώσουν το απαραίτητο προβάδισμα, παρά το γεγονός ότι οι δημοσκοπήσεις έδειχναν άνετη επικράτησή του και παρά τη μεγάλη αύξηση των δημοσίων δαπανών το τελευταίο διάστημα πριν τις εκλογές, που έγινε για ευνόητους λόγους. Η σκληρή οικονομική πραγματικότητα ήταν αμείλικτη για τους περονιστές και την πολιτική τους. Με το ΑΕΠ να τρεκλίζει, με ποσοστά αύξησης της τάξης του 0.5%, και τον πληθωρισμό να παραμένει σε διψήφια νούμερα, η σοσιαλδημοκρατική λάμψη της διακυβέρνησης Κίρχνερ αρχίζει να ξεθωριάζει.
Οι επίσημες στατιστικές, που εμφανίζουν χαμηλά ποσοστά φτώχειας και πληθωρισμού, μαγειρεύοντας τα νούμερα κατά το δοκούν, δεν μπορούν να κρύψουν την πραγματικότητα. Οπως για παράδειγμα συνέβη με τον πληθωρισμό, για τον οποίο η κυβέρνηση αναγκάστηκε το Φλεβάρη του 2014 να εισαγάγει νέα μέτρηση, σύμφωνα με τις υποδείξεις του ΔΝΤ, με την οποία ο πληθωρισμός εκτινάχθηκε δυόμιση φορές πάνω, αγγίζοντας το ανεπίσημο ποσοστό του 25% (σε ετήσια βάση) για να ανέβει στο 30% τον περσινό Οκτώβρη. Φέτος, ο πληθωρισμός μετρήθηκε στο 14%, όμως ποιος μπορεί να έχει εμπιστοσύνη στα επίσημα στοιχεία, όταν όλοι γνωρίζουν ότι μαγειρεύονται;