«Η κορεατική διεύθυνση μας αντιμετωπίζει σα να μην είμαστε ανθρώπινα όντα. Οι άντρες διευθυντές μπαίνουν όποτε θέλουν στις γυναικείες τουαλέτες. Δεν μπορούμε άλλο πια να συγκρατήσουμε την οργή μας». Τα λόγια ενός 26χρονου εργάτη από το εργοστάσιο Simone που κατασκευάζει επώνυμες τσάντες, κοντά στην Καντόνα την πρωτεύουσα της επαρχίας Κουαγκτόνγκ, αποτυπώνουν την κατάσταση των εργατών στη «σοσιαλιστική» Κίνα, αυτό το προπύργιο του παγκόσμιου καπιταλισμού, που αποτελεί πρότυπο για όλες τις υπόλοιπες καπιταλιστικές οικονομίες του πλανήτη.
Στο σύγχρονο σκλαβοπάζαρο νοτιοκορεατικής ιδιοκτησίας οι εργάτες αναγκάζονται να δουλεύουν 12ωρα με δύο μόνο διαλείμματα για να πάνε στην τουαλέτα, ενώ απαγορεύεται να πίνουν νερό εν ώρα εργασίας! Οι 4.000 εργάτες του εργοστασίου δεν έμειναν όμως μόνο στα λόγια. Κατέβηκαν σε απεργία την προηγούμενη Δευτέρα διαμαρτυρόμενοι για τις απάνθρωπες συνθήκες δουλειάς και τα πενιχρά μεροκάματα (της τάξης των 1.100 γιουάν ή 118 ευρώ, σύμφωνα με ορισμένες αναφορές). Την προηγούμενη Πέμπτη, έξι εργάτες ξυλοκοπήθηκαν και συνελήφθησαν από την τοπική αστυνομία σε μια προσπάθεια να σταματήσει η απεργία, ενώ δυνάμεις καταστολής έσπευσαν να «προστατεύσουν» τους καπιταλιστές.
Η απεργία «θάφτηκε» από τα επίσημα ΜΜΕ και ελάχιστες αναφορές βρήκαμε στο διαδίκτυο, οπότε δεν μπορούμε να γνωρίζουμε την έκβασή της. Ομως, το σίγουρο είναι ότι οι εργατικές κινητοποιήσεις, που άρχισαν να εντείνονται από το περσινό καλοκαίρι, γίνονται όλο και πυκνότερες, παίρνοντας ορισμένες φορές ακόμα και βίαιο χαρακτήρα, όπως επισημαίνει το περιοδικό Forbes την Κυριακή 26/6: «Ο εργατικός θυμός είναι γεγονός στην επαρχία Κουαγκτόνγκ, που αυτό το μήνα χτυπήθηκε από κύμα απεργιών. Εκατοντάδες μετανάστες εργάτες (σ.σ. πρόκειται για εσωτερικούς μετανάστες από την επαρχία) συγκρούστηκαν με την αστυνομία στη Σαοζού, στο ανατολικό τμήμα της επαρχίας. Στα μέσα του μήνα, στο βιομηχανικό κέντρο του Ντογκάν, 2.000 εργάτες επιτέθηκαν σε εργοστάσιο ιδιοκτησίας της γιαπωνέζικης εταιρίας ρολογιών Citizen για να διαμαρτυρηθούν για τις πολλές ώρες εργασίας και τις χαμηλές αποδοχές. Και στο Ζενγκ-τσενγκ, την «παγκόσμια πρωτεύουσα των μπλου τζινς», χιλιάδες μετανάστες εργάτες στασίασαν, όταν γκάνγκστερ πληρωμένοι από την κυβέρνηση μαχαίρωσαν μια 20χρονη έγκυο πλανόδια πωλήτρια. Για τρεις μέρες, οι μετανάστες αναποδογύριζαν κυβερνητικά αμάξια και έβαζαν φωτιά σε κυβερνητικά κτίρια. Η εργατική αναταραχή στην Κουαγκτόνγκ συμβαίνει σε μία περίοδο διαμαρτυριών στις κινέζικες πόλεις και σειράς βομβιστικών επιθέσεων σε κυβερνητικά γραφεία. Σημειώνεται μια αξιοπρόσεκτη αύξηση στην κοινωνική δυσαρέσκεια, η οποία φαίνεται να αυξάνεται από τις σκληρές πολιτικές του Χου Ζιντάο, του σημερινού ηγέτη της χώρας».
Σύμφωνα με παλαιότερο δημοσίευμα των Τάιμς της Νέας Υόρκης (18/6/11), που επικαλείται κοινωνιολόγο του πανεπιστημίου Τίνκχουα (Σαν Λιπίνγκ), 180 χιλιάδες διαμαρτυρίες και διαδηλώσεις (βίαιες και ειρηνικές) σημειώθηκαν το 2010 στην Κίνα. Το 2005, ο αριθμός τους δεν ξεπερνούσε τις 87 χιλιάδες, σύμφωνα με το υπουργείο Δημόσιας Τάξης. Πολλές από τις διαδηλώσεις και συγκρούσεις που ξεσπούν στις κινέζικες πόλεις οφείλονται στους εξαθλιωμένους εσωτερικούς μετανάστες που αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους στην επαρχία για να βρουν δουλειά στις πόλεις. Ο αριθμός αυτών των ανθρώπων ξεπερνά τα 150 εκατομμύρια, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που δίνει η κυβέρνηση. Oπως επισημαίνουν οι Financial Times (17/6/11), «παράπλευρο αποτέλεσμα (σ.σ. της εσωτερικής μετανάστευσης) ήταν η δημιουργία ενός τεράστιου αριθμού ανθρώπων κατώτατης τάξης, που στερείται πρόσβαση σε βασικές κοινωνικές υπηρεσίες στις πόλεις και δεν κατέχει και πολύ μεγάλο μερίδιο στη μοντέρνα κοινωνία που βοήθησαν να χτιστεί. Χάρη στο κινέζικο απαρχαιωμένο και μεροληπτικό “χόκου” ή σύστημα “καταγραφής νοικοκυριών”, αυτοί οι άνθρωποι δεν δικαιού-νται ιατρική περίθαλψη, εκπαίδευση, οικιστική υποστήριξη ή κοινωνικά οφέλη, που δίδονται στους συγγενείς τους στις πόλεις».
Εκθεση του «Ερευνητικού Κέντρου του Κρατικού Συμβουλίου Ανάπτυξης» αναφέρει ότι τα 150 εκατομμύρια των εσωτερικών μεταναστών εργατών, «το μυαλό και τα μπράτσα πίσω από την ραγδαία ανάπτυξη τριών δεκαετιών», υφίστανται διακρίσεις που, «αν δεν τύχουν σωστών χειρισμών, η κατάσταση θα δημιουργήσει μια σημαντική αποσταθεροποιητική απειλή». Γι’ αυτό, όπως επισημαίνουν οι Financial Times, η κυβέρνηση αναγκάστηκε να δώσει ορισμένα δικαιώματα στους μετανάστες αυτούς, ώστε να μην μπορούν να τους μπουζουριάζουν και να τους απελαύνουν στην επαρχία οι μπάτσοι όποτε θέλουν –κάτι που γίνονταν πριν από μερικά χρόνια– καθώς και αυξήσεις με διψήφια ποσοστά. Η παραπάνω έκθεση επισημαίνει ότι 9 εκατομμύρια μετανάστες από την επαρχία θα πηγαίνουν στις πόλεις κάθε χρόνο μέχρι το 2015 για να βρουν δουλειά και λιγότερο του 9% των μεταναστών θα διαλέγει να επιστρέψει στα χωριά του.
Για να αντιμετωπίσει αυτή την «ατομική βόμβα» στα θεμέλια της κινέζικης κοινωνίας το κράτος επιλέγει το δρόμο της καταστολής αυξάνοντας τα κονδύλια για την «εσωτερική ασφάλεια», ενώ η συνδικαλιστική γραφειοκρατία, που μέχρι πρότινος έβγαινε ξετσίπωτα υπέρ των καπιταλιστών, φαίνεται να αλλάζει τακτική και αρχίζει να το παίζει προστάτης των εργατικών δικαιωμάτων. Για την ώρα, όμως, αυτό δεν φαίνεται να σταματά το κύμα των εργατικών κινητοποιήσεων, οι περισσότερες από τις οποίες συνήθως δεν βλέπουν το φως της δημοσιότητας.