Ξαναζεσταμένη σούπα θυμίζει η επανέναρξη των «ειρηνευτικών» συνομιλιών, που ξεκίνησε την προηγούμενη Πέμπτη στην Ουάσιγκτον μεταξύ του ντε φάκτο παλαιστίνιου προέδρου Μαχμούντ Αμπάς και του ισραηλινού πρωθυπουργού Βενιαμίν Νετανιάχου, υπό την εποπτεία του αμερικανού προέδρου Μπαράκ Ομπάμα. Οι δύο πλευρές επανέλαβαν τις χιλιοειπωμένες καταδίκες τους «σε όλες τις μορφές βίας που στοχεύουν εναντίον αθώων πολιτών», ξαναδεσμεύτηκαν στη «λύση των δύο κρατών», ανανέωσαν το ραντεβού τους για τις 14-15 Σεπτέμβρη (στη Μέση Ανατολή αυτή τη φορά) και δήλωσαν ότι στη συνέχεια θα συσκέπτονται κάθε δύο βδομάδες.
Ο Νετανιάχου δεν είπε κουβέντα για το αν θα συνεχίσει το «πάγωμα» των εποικισμών μετά τις 26 Σεπτέμβρη, που τυπικά λήγει, και εξέφρασε την ελπίδα να μην αποχωρήσει η παλαιστινιακή πλευρά εξαιτίας των εποικισμών, ενώ για να κερδίσει τις εντυπώσεις δήλωσε ότι θεωρεί εφικτό να δοθεί λύση μέσα σε ένα χρόνο. Από τη μεριά του ο Αμπάς έκανε τον «σκληρό» (προφανώς στα ΜΜΕ κι όχι εντός των τειχών του Λευκού Οίκου), δηλώνοντας ότι δεν θα διστάσει να αποχωρήσει από τις συνομιλίες, αν ξεκινήσει πάλι η οικοδομική δραστηριότητα στους εποικισμούς ή εξαναγκαστεί να κάνει πίσω στα ζητήματα των προσφύγων και των συνόρων, ενώ στο ισραηλινό ραδιόφωνο δήλωσε ότι δεν θα συζητήσει με τον Νετανιάχου οποιοδήποτε ζήτημα αναγνώρισης του Ισραήλ ως εβραϊκού κράτους. Τέλος, ο Ομπάμα κάλεσε τους δύο ηγέτες να μη χάσουν μία ακόμα ευκαιρία για την «ειρήνη» και η Χίλαρι εξέφρασε την κατανόησή της για το ότι η απόφαση να καθήσουν στο τραπέζι των συνομιλιών δεν ήταν καθόλου εύκολη.
Ο καθείς στο πόστο του λοιπόν. Το φιάσκο του διαλόγου επαναλαμβάνεται τόσο μονότονα που κανείς δεν περιμένει τίποτα το ουσιαστικό απ’ αυτή την υπόθεση. Ακόμα και η ισραηλινή Χααρέτζ (6/9) παραδέχτηκε ότι «το χάσμα μεταξύ των δύο διαπραγματευόμενων μερών είναι τόσο τεράστιο, που οι συνομιλίες οδηγούνται σε βέβαιη αποτυχία και καλύτερα θα πρέπει να σκεφτούμε με καθαρό μυαλό τις πιθανότερες συνέπειες». Σαν πιθανότερες συνέπειες η Χααρέτζ θεώρησε την αποδυνάμωση του Αμπάς και του διορισμένου πρωθυπουργού της Παλαιστινιακής Αρχής Σαλάμ Φαγιάντ, την επανέναρξη των «τρομοκρατικών επιθέσεων» από τους Παλαιστίνιους όχι μόνο εκτός αλλά και εντός Ισραήλ, που θα οδηγήσει σε ακόμα πιο σκληρή απάντηση από το τελευταίο, εγκυμονώντας κινδύνους για την ίδια τη «δημοκρατία» στη χώρα!
Η αλήθεια είναι ότι κανείς δεν μπορεί να ανησυχεί για μια «δημοκρατία» που απλούστατα δεν υφίσταται, ούτε για το «μεγάλο χάσμα» μεταξύ ΠΑ και Ισραήλ, που κι αυτό δεν υφίσταται. Αυτό για το οποίο ανησυχούν όλοι είναι το αν η ΠΑ είναι σε θέση να καταστείλει την Παλαιστινιακή Αντίσταση και να εξασφαλίσει την πολυπόθητη «ασφάλεια του Ισραήλ». Μια ασφάλεια που –σύμφωνα με τη Χααρέτζ– αποτελεί την πρώτη προτεραιότητα του Νετανιάχου, ο οποίος ακολουθεί πλέον τις προτάσεις των «γερακιών» του Ισραηλινού Κέντρου Δημοσίων Υποθέσεων, όπως διατυπώθηκαν σε πρόσφατη έκθεσή του. Σύμφωνα με τις προτάσεις αυτές, οι διεθνείς ισχυρισμοί ότι μια μελλοντική συμφωνία ειρήνης θα πρέπει να βασιστεί στα σύνορα του 1967 δεν μπορεί να είναι αποδεκτοί, διότι αποτυγχάνουν να καλύψουν τις ισραηλινές ανάγκες σε ζητήματα ασφαλείας. Θα πρέπει επομένως –σύμφωνα με τις παραπάνω προτάσεις– το Ισραήλ να θέσει ως πρώτη προτεραιότητα την ασφάλειά του και να κινητοποιήσει όλες του τις δυνάμεις για να αποτρέψει «τρομοκρατικές» επιθέσεις.
Οι Σιωνιστές ξέρουν ότι όλα θα κριθούν στα πεδία των μαχών όποιο χαρακτήρα κι αν πάρουν αυτές. Η πρώτη προτεραιότητα είναι το τσάκισμα της Αντίστασης κι όχι η αποδοχή από την ΠΑ του Ισραήλ ως «εβραϊκού κράτους» (που γνωρίζουν ότι δε μπορεί να το κάνει). Αυτό θα πέσει σαν «ώριμο φρούτο», αν γίνει το πρώτο. Ομως, η Παλαιστινιακή Αντίσταση παραμένει ζωντανή ό,τι κι αν κάνουν.