Με τον προαναφερόμενο τίτλο το 15ήμερο αμερικάνικο συντηρητικό περιοδικό για τα διεθνή ζητήματα, «The National Interest» (5/5/11), που εκδίδεται από το 1985 από το «Κέντρο Νίξον», δημοσίευσε ένα άρθρο που σκιαγραφεί τη ζοφερή πραγματικότητα που αντιμετωπίζουν σήμερα οι Αμερικάνοι στο Αφγανιστάν, από το οποίο παραθέτουμε ένα εκτεταμένο απόσπασμα.
«Η απόρριψη των ξένων και των διεθνών δυνάμεων δεν περιορίζεται σε μια συγκεκριμένη περιοχή, αλλά είναι διάχυτη σ’ όλη τη χώρα. Οι Αφγανοί προφανώς βλέπουν τη συμμαχία σαν δύναμη κατοχής. Με τα εγκλήματα πολέμου που διαπράχτηκαν από κάποια αμερικάνικα στρατεύματα και τις αποτρόπαιες φωτογραφίες αμερικάνων στρατιωτών να γελούν δίπλα στα πτώματα νεκρών πολιτών να κυκλοφορούν πλατιά μέσω κινητών τηλεφώνων, ακόμη και στα πιο απομακρυσμένα αφγανικά χωριά, η αξιοπιστία της συμμαχίας έχει καταστραφεί.
Τα κηρύγματα στα τζαμιά, ακόμη και στο κέντρο της Καμπούλ, αντανακλούν συχνά μια αυξανόμενη οργή για την αμερικάνικη επέμβαση στη χώρα. Αν και κάποια από την πρόσφατη βία σε διαδηλώσεις μετά το κάψιμο του κορανιού στις ΗΠΑ μπορεί να προκλήθηκε από εξτρεμιστές, αυτές οι διαδηλώσεις δείχνουν καθαρά ότι οι περισσότεροι Αφγανοί είναι απογοητευμένοι.
Ο πρόεδρος Καρζάι προσπαθεί να καναλιζάρει το λαϊκό αίσθημα περνώντας νόμους που εμπνέονται από τους φονταμεταλιστές. Ο τελευταίος νόμος ορίζει ότι τα γαμήλια φορέματα πρέπει να αρμόζουν σε μια αυστηρή ερμηνεία του νόμου της Σαρία. Ομως απ’ αυτό δεν κερδίζει ο Καρζάι. Οι αντάρτες είναι αυτοί που κερδίζουν από τα αυξανόμενα αντιδυτικά αισθήματα.
Η δολοφονία του Οσάμα μπιν Λάντεν ήταν αναμφίβολα ένα καλό νέο, αλλά δεν λύνει το πρόβλημα της Αλ – Κάιντα ούτε κερδίζει τον πόλεμο στο Αφγανιστάν.
Η απόρριψη της ανάμιξης της Δύσης συνεχίζει να αυξάνεται. Οταν ο στρατηγός Πετρέους, ο αρχιτέκτονας της εφόδου το 2007 στο Ιράκ και ο επόμενος διοικητής της CIA, έφτασε ως ο νέος διοικητής των αμερικάνικων στρατευμάτων στο Αφγανιστάν τον Ιούνιο του 2010, έφερε μια αλλαγή στη στρατηγική, αλλά απέτυχε να κερδίσει περισσότερη υποστήριξη από τους Αφγανούς. Η προστασία του πληθυσμού έρχεται τώρα δεύτερη, προτεραιότητα έχει η συντριβή της εξέγερσης των Ταλιμπάν. Η βελτίωση της κυβέρνησης έχει βγει από την ατζέντα και η συμμαχία υποστηρίζει διεφθαρμένους αξιωματού-χους, ιδιαίτερα στο νότο, και βοηθά ως επί το πλείστον κακόφημες πολιτοφυλακές, που είναι κατά μεγάλο μέρος αναποτελεσματικές και πάντοτε μη δημοφιλείς. Και οι στρατιωτικές επιχειρήσεις στην Κανταχάρ έχουν καταστρέψει πολλές ιδιωτικές περιουσίες και κήπους.
Και τα πράγματα θα γίνουν χειρότερα, καθώς οι μη δημοφιλείς δυτικές δυνάμεις και οι τακτικές τους δεν πρόκειται να κερδίσουν τον πόλεμο με την εξέγερση. Οι Ταλιμπάν είναι περισσότεροι τώρα απ’ ό,τι πριν από ένα χρόνο και οι στοχευμένες δολοφονίες των ηγετών τους ριζοστικοποιούν περισσότερο το κίνημα.
Η αποχώρηση των δυτικών δυνάμεων τα επόμενα χρόνια, θα αφήσει αναμφίβολα ελεύθερο έδαφος στους αντάρτες. Δεν υπάρχει καμιά περίπτωση ο αφγανικός στρατός να είναι αρκετά μεγάλος και ισχυρός για να αντισταθεί στους Ταλιμπάν. Το έχουμε ήδη δει αυτό στην ανατολή μετά την εκκένωση μερικών αμερικάνικων βάσεων. Οι αντάρτες έχουν πάρει υπό τον έλεγχό τους πολλές κοιλάδες και ριζοσπαστικές ομάδες, όπως η Λασκάρ – ι – Τάιμπα και η Αλ – Κάιντα έχουν βρει τώρα καταφύγιο στο Αφγανιστάν.
Θλιβερό ρεκόρ: Περισσότερα από δέκα χρόνια μετά την εισβολή, η συμμαχία δεν μπορεί ακόμη να εγγυηθεί ότι ριζοσπαστικές ομάδες δεν θα χρησιμοποιούν το Αφγανιστάν ως καταφύγιο. Είναι ανάγκη οι ΗΠΑ να επανεξετάσουν τη στρατηγική τους σήμερα και να αρχίσουν να διαπραγματεύονται την καλύτερη δυνατή λύση με την εξέγερση, αν θέλουν να φύγουν σύντομα. Ο θάνατος του Μπιν Λάντεν δίνει στην Ουάσιγκτον μια ευκαιρία να κάνει ακριβώς αυτό. Ο πρόεδρος Ομπάμα απολαμβάνει ένα βαθμό πολιτικής κάλυψης να αλλάξει πορεία στο Αφγανιστάν και να διαπραγματευτεί με τους Ταλιμπάν. Αυτό δεν εξασφαλίζει την επιτυχία, αλλά είναι η μόνη ελπίδα που έχει απομείνει».
Σε παρόμοιες εκτιμήσεις καταλήγει σχετικό άρθρο της βρετανικής εφημερίδας «Guardian» (12/4/11), με τίτλο: «Λίγοι πολιτικοί το λένε, αλλά οι περισσότεροι το σκέφτονται: ο πόλεμός μας στο Αφγανιστάν είναι καταστροφή», το οποίο, μεταξύ άλλων, αναφέρει:
«Ο στρατός μας ακολουθεί το δρόμο των σοβιετικών κατακτητών, αλλά με λιγότερη επιτυχία. Αυτό που θα ακολουθήσει μπορεί να είναι χειρότερο. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε, ίσως, είναι να φύγουμε».
«Οταν ο στρατηγός Πετρέους φύγει από το Αφγανιστάν αργότερα αυτή τη χρονιά, θα ισχυριστεί φυσικά ότι έχει σπάσει τη σπονδυλική στήλη της εξέγερσης, αλλά αυτό που έχει κάνει στην πραγματικότητα είναι να τη διασπείρει σ’ όλη τη χώρα. Ο προκάτοχός του στρατηγός ΜακΚρίσταλ είχε υποσχεθεί ότι θα αποκαταστήσει την ειρήνη σε 40 περιοχές μέχρι τον περασμένο Δεκέμβριο και 40 ακόμη μέχρι το τέλος αυτής της χρονιάς. Δεν έγινε. Η προσπάθεια για τη σταθεροποίηση της Κανταχάρ, εκείνες οι μεγάλες επιχειρήσεις που υποτίθεται ότι θα έδιωχναν τους Ταλιμπάν από τη πρωτεύουσά τους, δεν έχει κανένα αποτέλεσμα. Στο βορρά, η Μαζάρ –ι Σαρίφ έχει εξεγερθεί εναντίον του ΟΗΕ. Στο νότο, ικανοποιούμαστε με την ιδέα ότι η Λασκάρ Γκαχ μπορεί να περάσει υπό αφγανικό έλεγχο. Σ’ όλη τη χώρα, η συμμαχία είναι περισσότερο φοβισμένη, η βία περισσότερη και ο πρόεδρος Καρζάι λιγότερο δημοφιλής από ποτέ».
Το άρθρο καταλήγει προτείνοντας διαπραγματεύσεις το συντομότερο δυνατόν με τους Ταλιμπάν.