Οι ισραηλινοί στρατηγοί θα θυμούνται με θλίψη και νοσταλγία, σαν μακρινό όνειρο, την εποχή που ο σιωνιστικός στρατός νικούσε συντριπτικά στα πεδία των μαχών. Δε θα μπορούν να πιστέψουν ότι αυτό που δε μπόρεσαν να πετύχουν οι στρατοί τεσσάρων αραβικών κρατών (Αίγυπτος-Συρία-Ιράκ-Ιορδανία) στον πόλεμο των έξι ημερών, τον Ιούνη του 1967, κατόρθωσε να πετύχει μία οργάνωση με μερικές χιλιάδες μαχητές, σ’ ένα πόλεμο που διήρκησε 34 μέρες κι έφερε τα πάνω κάτω στη Μέση Ανατολή.
Μπορεί οι Σιωνιστές να κατέστρεψαν το Λίβανο και να σκόρπησαν αίμα και δάκρυα απ’ άκρη σ’ άκρη στη λιβανέζικη επικράτεια, όμως όχι μόνο δεν πέτυχαν το σκοπό τους (δηλαδή τη διάλυση της Χεζμπολά και την υποταγή του Λιβάνου), αλλά γέννησαν μία ολόκληρη αντιστασιακή γενιά που σμιλεύτηκε μέσα στη φωτιά του αγώνα κόντρα στον κατακτητή. Ενός αγώνα που ήταν νικηφόρος όχι γιατί απέτρεψε το μακελειό (αυτό δε μπορούσε να το κάνει άλλωστε), αλλά γιατί κατόρθωσε το «ακατόρθωτο»: να οδηγήσει σε υποχώρηση έναν απ’ τους πιο εξοπλισμένους στρατούς του κόσμου και να τον ταπεινώσει τόσο που ποτέ άλλοτε στην ιστορία του δεν ταπεινώθηκε. Αναγκάζοντάς τον, απ’ τις διθυραμβικές κραυγές του ισραηλινού πρωθυπουργού Εχούντ Ολμέρτ «ή αυτοί ή εμείς» να περάσει στη ντροπιαστική ομολογία της ισραηλινής ΥΠΕΞ Τζίπι Λίβνι, ότι «κανένας στρατός στον κόσμο δεν θα μπορούσε να αφοπλίσει τη Χεζμπολά». Οι Σιωνιστές δεν πέτυχαν ούτε καν την απελευθέρωση των δύο στρατιωτών τους που είχαν πιαστεί αιχμάλωτοι σε μία συντονισμένη επιχείρηση της Χεζμπολά στις 12 Ιούλη, που αποτέλεσε την αφορμή για να ξεκινήσει ο πόλεμος αυτός.
Οι δυσκολίες στη διεξαγωγή του πολέμου, που σίγουρα είχαν από καιρό σχεδιάσει οι Σιωνιστές (απλά έψαχναν την ευκαιρία να το κάνουν), φάνηκαν απ’ τις πρώτες μέρες του. Ο στόχος της δημιουργίας μιας «ουδέτερης ζώνης» μέχρι τον ποταμό Λιτάνι (κάπου 30 χιλιόμετρα απ’ τα νότια σύνορα του Λιβάνου) δεν επιτεύχθηκε ποτέ. Σ’ όλη την διάρκεια του πολέμου, ο ισραηλινός στρατός δε μπόρεσε να επιδείξει ούτε μία πόλη που να είχε καταλάβει με σιγουριά. Το Μπιντ Τζμπέιλ (προπύργιο της Χεζμπολά στο Νότο) καταστράφηκε αλλά δεν έπεσε στα χέρια τους, καθώς οι μαχητές της αντίστασης εμφανίζονταν από το «πουθενά» για να επιφέρουν πλήγματα στους εισβολείς. Ενώ μόλις προς το τέλος του πολέμου κι αφού είχαν αναπτύξει περί τους 30.000 στρατιώτες οι Σιωνιστές μπορούσαν να «καμαρώσουν» ότι ορισμένα τμήματα του στρατού είχαν φτάσει μέχρι τον ποταμό Λιτάνι που ήταν ο αρχικός τους στόχος. Και βέβαια, οι αντεπιθέσεις της Χεζμπολά με πάνω από 100 ρουκέτες τη μέρα (ορισμένες μέρες ξεπέρασαν τις 200) στο βόρειο Ισραήλ δεν σταμάτησαν ούτε στιγμή, παρά τον ανελέητο ισραηλινό βομβαρδισμό. Η Χεζμπολά αποδείχθηκε ένας αποτελεσματικός αντάρτικος στρατός που ήξερε πως να διεξάγει ένα πόλεμο φθοράς με τις ελάχιστες απώλειες απ’ τη μεριά της, με τους μαχητές της να κρύβονται τόσο καλά ώστε να μη μπορούν να εντοπιστούν απ’ τα ισραηλινά βομβαρδιστικά.
Αντίθετα, οι Σιωνιστές διαπίστωσαν έκπληκτοι ότι μέσα σ’ ένα μήνα έχασαν 119 στρατιώτες (50 απ’ τους οποίους ήταν έφεδροι που αποτελούν και το 70% του ισραηλινού στρατού) και μερικές δεκάδες πολίτες, χωρίς να έχουν πετύχει ούτε μία νίκη, πέρα απ’ τη μετατροπή του Λιβάνου σε συντρίμμια. Οι ολοένα και αυξανόμενες απώλειες στα πεδία των μαχών, η γκρίνια για την αναποτελεσματικότητα του «ανίκητου στρατού» στο εσωτερικό του Ισραήλ, η αβεβαιότητα της επιτυχίας μιας ευρείας χερσαίας επιχείρησης (που το υπουργικό συμβούλιο του Ισραήλ είχε αποφασίσει σχεδόν ομόφωνα στις 8 Αυγούστου, τρεις μόλις μέρες πριν από την απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για την κατάπαυση του πυρός) έγειραν τη ζυγαριά υπέρ της αποχώρησης και της αλλαγής τακτικής των Σιωνιστών, που σίγουρα δεν θα μείνουν με σταυρωμένα τα χέρια το επόμενο διάστημα, αλλά θα επιδιώξουν να ξανανοίξουν το μέτωπο σε μια άλλη στιγμή και με άλλο τρόπο.
Ομως αυτό θα είναι πολύ πιο δύσκολο μετά την τωρινή τους ήττα και σίγουρα θα το σκεφτούν πολύ καλά πριν το επαναλάβουν. Για την ώρα, θα περάσουν το μαρτύριο των εσωτερικών διαξιφισμών, της απογοήτευσης και της γκρίνιας, που έχει πάρει τεράστιες διαστάσεις απειλώντας την ίδια την καρέκλα του νεοεκλεγμένου πρωθυπουργού Εχούντ Ολμέρτ και του υπουργού Πολέμου Αμίρ Πέρετζ, που βλέπουν τη δημοτικότητά τους να κατρακυλά σε τραγικά χαμηλά επίπεδα.
Αντίθετα, η Αντίσταση που αντιπροσωπεύεται (είτε το θέλουμε είτε όχι) απ’ τη Χεζμπολά αναβαπτίστηκε στα μάτια όχι μόνο του λιβανέζικου αλλά όλων των αραβικών λαών. Στέλνοντας το μήνυμα ότι η αποφασιστικότητα, σε συνδυασμό με τη μελέτη των διδαγμάτων του διεθνούς αντάρτικου, μπορούν να έχουν αποτελέσματα απέναντι ακόμα και στον πιο εξελιγμένο στρατό του κόσμου. Αποδεικνύοντας για μια ακόμα φορά, ότι σε ένα πόλεμο την καθοριστική σημασία δεν την έχει η τεχνολογία και ο εξοπλισμός αλλά ο άνθρωπος. Κι αυτό ίσως είναι το μεγαλύτερο δίδαγμα απ’ αυτό τον πόλεμο, που εδώ στη Δύση εξακολουθούν πολλοί να το αγνοούν κρυβόμενοι πίσω απ’ τον θρησκευτικό μανδύα της Χεζμπολά και ξεχνώντας ότι κι αυτή γεννήθηκε απ’ τα σπλάχνα του λιβανέζικου λαού που μαχόταν ενάντια στο σφαγέα του.