«Ενημερώθηκα από τους συνηγόρους μου, ότι ο κύριος Mehmet Yesilçali υπέστη βασανιστήρια στη φυλακή. Τον ανάγκασαν να μείνει 24 ώρες γυμνός σε χώρο ελέγχου. Παρά τη θέλησή του, αφαιρέθηκαν τα ρούχα του. Κατά τη διαδικασία αυτή γρονθοκοπήθηκε . Δεν μπόρεσε να πάρει τα φάρμακα που χρειαζόταν. Οσα αναφέρω είναι μόνο κάποια στοιχεία από τις επιθέσεις που δέχτηκε ο φίλος μου. Αυτά είναι απάνθρωπα και πρέπει να χαρακτηριστούν ως βασανιστήρια. Καταδικάζω τους ανθρώπους που βασάνισαν τον Mehmet. Οι μέθοδοι αυτές δεν αποτελούν μόνο αδίκημα κατά των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά παραβιάζουν και τους γερμανικούς νόμους.
Ως επαναστάτες, κατά των οποίων διεξάγεται η δίκη, διαπιστώνουμε ότι υπεύθυνοι για τα παραπάνω συμβάντα είναι όσοι έχουν την ευθύνη της δίκης. Καλώ τη Γερουσία να κινηθεί με γνώμονα την τήρηση των δημοκρατικών δικαιωμάτων. Να πάρει θέση για τα βασανιστήρια, καθώς και μέτρα κατά των βασανιστηρίων. Ο φίλος μου ο Mehmet, με τον οποίο μας συνδέει μια φιλία 25 ετών, δεν είναι μόνος του. Κάθε επίθεση εναντίον του την ορίζουμε ως επίθεση κατά όλων των ανθρώπων, οι οποίοι έχουν την αξιοπρέπειά τους. Θέλω η κοινή γνώμη να είναι ενήμερη. Να γνωρίζει ότι δε θα σιωπήσουμε, αν ξανασυμβεί κάτι παρόμοιο».
Με αυτά τα λόγια κατήγγειλε ο Seyit Ali Ugur την κακομεταχείριση κρατουμένου τούρκου αγωνιστή της ATIC (Συνομοσπονδίας Τούρκων Εργατών στην Ευρώπη) από τις γερμανικές αρχές (βλ. https://www.tkpml-prozess-129b.de/de/20-01-2017-erklaerung-seyit-ali-ugur/). Η ευρωπαϊκή «ευαισθησία» στα ανθρώπινα δικαιώματα πάει περίπατο, όταν πρόκειται για «τρομοκράτες», όπως οι αγωνιστές της ATIC, που δικάζονται από τον περασμένο Ιούνη στο Μόναχο. Η κατηγορία αφορά σε συμμετοχή σε «τρομοκρατική» οργάνωση, όπως θεωρείται το Κομμουνιστικό Κόμμα Τουρκίας (μ-λ). Ετσι, οι γερμανικές αρχές παίζουν το ρόλο του «προστάτη» του τούρκικου φασιστικού καθεστώτος.