Η καταδίκη του Σαντάμ Χουσεΐν σε θάνατο δι’ απαγχονισμού θα γραφεί στην Ιστορία ως ένα μνημείο υποκρισίας αυτών που στο όνομα της «δημοκρατίας» δε δίστασαν να ματοκυλήσουν έναν ολόκληρο λαό. Το ζήτημα δε μπορεί σε καμία περίπτωση να το δει κανείς από ηθική άποψη – πόσο δηλαδή του άξιζε να εκτελεστεί – που εκ πρώτης όψεως δικαιώνει τους κατηγόρους του, δεδομένου ότι ο Σαντάμ υπήρξε ένας μεγάλος εγκληματίας που ευθύνεται για πολύ μεγαλύτερα εγκλήματα από αυτό για το οποίο καταδικάστηκε (την εκτέλεση 148 Σιιτών το 1982 στο χωριό Ντουτζάιλ οι οποίοι θεωρήθηκαν ύποπτοι για απόπειρα δολοφονίας του). Ενα απ’ αυτά τα εγκλήματα είναι η λιγότερο γνωστή εξέγερση του 1991, στην οποία συμμετείχαν 14 απ’ τις 18 περιφέρειες της χώρας με πάνω από 350.000 νεκρούς.
Ομως όσο δίκαιο είναι να εκτελεστεί ο Σαντάμ τόσο άδικο είναι αυτό να γίνει απ’ αυτούς που όχι μόνο ευθύνονται για πολύ περισσότερες δολοφονίες (εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς έχει το Ιράκ από το εμπάργκο και την εισβολή μετέπειτα), αλλά ήταν και στο πλευρό του Σαντάμ, δίνοντάς του αμέριστη συμπαράσταση (πρωτίστως υλική) για να διαπράξει τα εγκλήματα για τα οποία τώρα τον καταδίκασαν. Και μην πει κανείς ότι ιρακινό ήταν το δικαστήριο που τον καταδίκασε, γιατί αυτό το «ιρακινό» δικαστήριο υπάγεται σε μία κυβέρνηση μαριονέτα των κατακτητών, αυτών δηλαδή που κάλυψαν τον Σαντάμ όταν δολοφονούσε τους χιλιάδες αντιπάλους του.
Μέσα στον ορυμαγδό των δημοσιευμάτων και των αναλύσεων γύρω απ’ την καταδίκη του Σαντάμ, ξεχωρίζουν τα λίγα σταράτα λόγια του Ρόμπερτ Φισκ στον Ιντιπέντεντ: «Ο άλλοτε πιστός σύμμαχος της Αμερικής καταδικάστηκε λοιπόν σε θάνατο για εγκλήματα που διέπραξε τον καιρό που ήταν ο καλύτερος φίλος της Ουάσιγκτον στον αραβικό κόσμο. Η Αμερική ήξερε από την αρχή όλες τις θηριωδίες που διέπραξε. Αυτή μάλιστα -όπως και η Βρετανία- του προμήθευσε τα αέρια με τα οποία εξόντωσε δεκάδες χιλιάδες αντιπάλους του, αλλά και ανυποψίαστους πολίτες».
Οσο για τον ίδιο τον Σαντάμ, παρά τις κραυγές του υπέρ της αντίστασης, ακόμα και την τελευταία στιγμή δεν παρέλειψε την προσπάθεια να γλιτώσει τα χειρότερα, δίνοντας «συγχώρεση» στους «κατακτητές και τους προδότες»!