«Oμως, αυτό που επιβεβαίωσε με τον πιο δραματικό τρόπο ο καταστροφικός τυφώνας είναι το άνοιγμα της ψαλίδας της φτώχειας στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτό, που ντροπαλά εκφράζουν οι σχετικές στατιστικές, αναδεικνύει με σουρεαλιστικό τρόπο μια φυσική καταστροφή: ένα υπο-προλεταριάτο που αυξάνεται με πρωτοφανείς για ανεπτυγμένη χώρα ρυθμούς.
Ολο και περισσότεροι Αμερικανοί είναι αναγκασμένοι να “ζουν” σε παράγκες και τροχόσπιτα, στο περιθώριο της κοινωνίας της αφθονίας». Το παραπάνω απόσπασμα δεν είναι από καμιά… παλαιοκομμουνιστική εφημερίδα, αλλά από το σχόλιο της Deutsche Welle με τίτλο «Το τριτοκοσμικό πρόσωπο της υπερδύναμης», που αναδημοσιεύτηκε στην «Ελευθεροτυπία» την περασμένη Δευτέρα (5/9).
Ποιος θα πίστευε ότι χρειαζόταν μια φυσική καταστροφή σαν κι αυτή του τυφώνα «Κατρίνα» για να αποκαλυφθούν σε όλο τους το μεγαλείο οι ταξικές αντιθέσεις στο κέντρο του σύγχρονου καπιταλισμού και να ξαναθυμηθούν τα ΜΜΕ τη λέξη «προλεταριάτο» που τείνει να… ξεχαστεί στις μέρες μας; Κι όμως, ο τυφώνας «Κατρίνα» ήταν τόσο… ταξικός που δε μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Ο αμερικάνικος καπιταλισμός αντιμετώπισε τους φτωχούς της Νέας Ορλεάνης όπως ακριβώς αντιμετωπίζει τους πληβείους της Ανατολής. «Βοήθεια» με καθυστέρηση, πολλές υποσχέσεις, πολλά δάκρυα, ακόμα και «αυτοκριτική», αλλά και με έτοιμη την καταστολή για όποιον τολμήσει να περάσει τα όρια της έννομης τάξης.
Πλάι στους «καλλιτέχνες», που έσπευσαν για μια ακόμα φορά να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στα φιλανθρωπικά σόου, οι στρατιώτες που τους κουβάλησαν από το Ιράκ με εντολή «να πυροβολήσουν για να σκοτώσουν», μετατρέποντας την περιοχή σε «εμπόλεμη ζώνη». Με τα όπλα τους να σημαδεύουν τους εξαθλιωμένους πληγέντες που βαφτίστηκαν συλλήβδην συμμορίες και αντιμετωπίστηκαν σαν «τρομοκράτες», όπως ακριβώς γίνεται με τους «τρομοκράτες» της μακρινής Ασίας. Γιατί ποιοι άλλοι ήταν αυτοί που λεηλατούσαν – και είχαν κάθε δικαίωμα να το κάνουν για να επιβιώσουν – κατεστραμμένα μαγαζιά σε μια πλημμυρισμένη πόλη;
Το χειρότερο λάθος που θα μπορούσε να κάνει κανείς είναι να τα ρίχνει όλα στη φασιστική διαχείριση Μπους, αφήνοντας στο απυρόβλητο το σύστημα που αυτή διαχειρίζεται. Ενα σύστημα που βασίζεται στο ανώτατο κέρδος και δεν αναγνωρίζει διαχωρισμούς μεταξύ των προλετάριων της χώρας του και των εξαθλιωμένων χωρών που εκμεταλλεύεται. Αυτό φάνηκε τόσο ξεκάθαρα μ’ αυτό τον τυφώνα που μόνο αθεράπευτα αφελείς ή πληρωμένοι καλαμαράδες θα τολμούσαν να αμφισβητήσουν. Την ίδια στιγμή που η αμερικάνικη υπερδύναμη διαφημίζει παγκόσμια τα αποτελέσματα της τεχνολογικής της ανάπτυξης, δε μπόρεσε να προστατεύσει μια πόλη 485.000 κατοίκων από μια φυσική καταστροφή που αποτελεί συχνό φαινόμενο σ’ αυτές τις περιοχές. Ισως να αντιτείνει κανείς ότι ο τυφώνας «Κατρίνα» δεν ήταν σαν τους άλλους.
Σύμφωνοι, όμως αυτό δε μπορεί να δικαιολογήσει ούτε την καθυστέρηση της βοήθειας προς τους πληγέντες, ούτε την αδιαφορία που έδειξαν οι αμερικάνικες αρχές πριν από τον τυφώνα. Γιατί γνώριζαν ότι πλησιάζει μια περίοδος ισχυρών τυφώνων. Γνώριζαν ότι υπήρχε σοβαρό πρόβλημα στην παράκτια Λουιζιάνα.
Οπως αποκάλυψε η βρετανική εφημερίδα «Γκάρντιαν» την περασμένη Δευτέρα, ο Αμερικάνικος Μετεωρολογικός Οργανισμός σε σεμινάριο που έγινε τρεις μήνες πριν τον τυφώνα προειδοποιούσε ότι: «Οι δραματικές απώλειες γης στην παράκτια Λουιζιάνα και οι προβλέψεις για μια περίοδο πιθανώς ακόμα ισχυρότερων τυφώνων στον Ατλαντικό αποτελούν βάσιμο λόγο για να ριχτεί μια προσεκτικότερη ματιά στη Νέα Ορλεάνη ως μια υπόθεση για μελέτη, με εκτεταμένες συνέπειες σχετικά με τον κίνδυνο, τις ανθρώπινες ζωές και την τύχη ενός μεγάλου τμήματος της παράκτιας περιοχής». Σ’ αυτό το σεμινάριο αναφέρθηκε επίσης ότι γύρω στα 57.000 νοικοκυριά δεν διαθέτουν αυτοκίνητα στην πόλη και αυτό συνεπάγεται αύξηση του αριθμού των απωλειών σε περίπτωση τυφώνα. Σημείωναν ακόμη οι Αμερικανοί ειδικοί: «Οι δυνατότητες βελτιώσεων στις υποδομές για τη διευκόλυνση της εκκένωσης δεν είναι ελπιδοφόρες. Οι σχεδιασμοί εδώ και πάνω από μια δεκαετία για βελτιώσεις στο σύστημα των αναχωμάτων και στη λίμνη Pontchartrain, προμηνύουν πολλές περιόδους τυφώνων με συνεχιζόμενο αυξημένο κίνδυνο».
Οπως ακριβώς στη νοτιοανατολική Ασία κανείς δεν ενδιαφέρθηκε για τους κινδύνους που συνεπάγεται η αλόγιστη οικιστική ανάπτυξη στις παράκτιες περιοχές. Το γιατί δε χρειάζεται και πολλή σκέψη. Βρίσκεται ακριβώς στον πυρήνα της φιλοσοφίας του σύγχρονου καπιταλισμού. Το ξόδεμα χρήματος χωρίς να αποφέρει κέρδη θεωρείται «αντιπαραγωγικό».
Οπως ακριβώς μια καπιταλιστική επιχείρηση (ακόμα και στην πιο ανεπτυγμένη χώρα) δεν «ξοδεύει» χρήμα για την προστασία των εργατών της από ακραίες – αλλά πιθανές – επικίνδυνες καταστάσεις, έτσι και η αμερικάνικη κυβέρνηση δεν ξόδεψε χρήμα για να προστατεύσει ή να τροποποιήσει ριζικά την οικιστική ανάπτυξη στην περιοχή για να την προστατεύσει από ακραία καιρικά φαινόμενα. Γιατί πρόκειται για μια περιοχή που κατοικούν τα πλέον φτωχά και εξαθλιωμένα στρώματα της αμερικάνικης κοινωνίας. Πρόκειται για μια περιοχή που έχει το διπλάσιο επίπεδο φτώχειας από το μέσο όρο (το ένα τέταρτο των κατοίκων της ζουν κάτω από τα όρια), το 60% ανήκει στη μαύρη μειονότητα και το 20% των νοικοκυριών δεν έχουν καν αυτοκίνητο! Τί όφελος θα είχε ο αμερικάνικος καπιταλισμός να επενδύσει στην ασφάλεια των πολιτών της;
Στον αντίποδα της αμερικάνικης βαρβαρότητας εμφανίστηκε η «δημοκρατική» Ευρώπη. Βρήκε την ευκαιρία να «καρφώσει» την υπερδύναμη εκ του ασφαλούς. Γιατί δεν έχει να αντιμετωπίσει παρόμοιες καταστάσεις. Ομως, ένα «τυχαίο» γεγονός που έγινε την ίδια περίοδο με την εκδήλωση του τυφώνα και μάλιστα στη Γαλλία, την πλέον διαφημισμένη για την «κοινωνική της ευαισθησία» χώρα, ήρθε να ξεσκίσει το δημοκρατικό προσωπείο της Γηραιάς Ηπείρου. Τα σπίτια που τυλίχθηκαν στις φλόγες στην καρδιά του Παρισιού στα τέλη του Αυγούστου μπορεί να αποτελούν μια καταστροφή απείρως μικρότερη σε μέγεθος και σε απώλειες σε σχέση με τον τυφώνα «Κατρίνα», όμως η ομοιότητα όσον αφορά στον κίνδυνο μέσα στον οποίο ζούσαν οι κάτοικοί τους είναι εκπληκτική.
Και τα δύο σπίτια που κάηκαν στα τέλη του Αυγούστου και το ξενοδοχείο που είχε καεί τέσσερις μήνες πριν στην ίδια περιοχή είχαν κριθεί ακατάλληλα. Και στα τρία έμεναν μετανάστες από την Αφρική και τα θύματα ήταν στην πλειοψηφία τους παιδιά. Οι πυρκαγιές κατά πάσα πιθανότητα προήλθαν από την κακή ποιότητα ηλεκτροδότησης και γενικά την κακή κατάσταση στην οποία βρίσκονταν τα σπίτια. Στο τελευταίο απ’ αυτά, τα καλώδια που τροφοδοτούσαν με ηλεκτρικό ρεύμα το κτίριο ήταν πεπαλαιωμένα και πλήρως ακατάλληλα. Το κτίριο δεν είχε καν παροχή νερού, οι ένοικοι έπρεπε να παίρνουν νερό από κάποια δημόσια υπηρεσία παροχής νερού της συνοικίας. Οι μετανάστες είχαν καταλάβει τα σπίτια, γιατί οι κοινωνικές υπηρεσίες του δήμου του Παρισιού δεν θέλησαν να τους βρουν φτηνό, επιδοτούμενο σπίτι. Από κει και πέρα κανείς δεν ενδιαφέρθηκε για την τύχη τους. Μέχρι που ήρθε το… μοιραίο και σκοτώθηκαν κοντά 50 άνθρωποι, για να υποσχεθεί η γαλλική κυβέρνηση «ισχυρές πρωτοβουλίες» υπέρ όσων δεν έχουν επαρκή στέγαση.
Ας το πάρουμε χαμπάρι, λοιπόν. Δεν είναι οι «φυσικές καταστροφές» τέτοιες που δε μπορούν να αντιμετωπιστούν. Είναι τα βάθρα που στηρίζεται η κοινωνία μας σαθρά, όσο άπληστοι είναι αυτοί που καρπώνονται τον ιδρώτα της εργαζόμενης κοινωνίας.