Τη μεγαλύτερη επίθεση από την πτώση του καθεστώτος των Ταλιμπάν το 2001 έχουν εξαπολύσει από την περασμένη Πέμπτη, 15 Ιουνίου, οι αμερικάνικες και οι συμμαχικές τους δυνάμεις στο Αφγανιστάν. Στην επιχείρηση αυτή, με το κωδικό όνομα «Επιχείρηση Ορεινή Ωθηση», συμμετέχουν 11.000 αμερικάνοι, βρετανοί, καναδοί και αφγανοί στρατιώτες, που θα χτυπήσουν τα καταφύγια και τις ασφαλείς για τους ισλαμιστές μαχητές περιοχές σε τέσσερις επαρχίες, την Κανταχάρ, τη Χέλμαντ, τη Ζαμπούλ, και την Ουρουζγκάν.
«Ο τρόπος προσέγγισής μας είναι να ασκήσουμε ταυτόχρονη πίεση στα δίκτυα του εχθρού, να προκαλέσουμε τους διοικητές τους να κάνουν λάθη και να επιτεθούμε σ’ αυτούς τους διοικητές», δήλωσε την περασμένη βδομάδα σε συνέντευξή του στην αμερικάνικη βάση Μπαγκράμ ο στρατιωτικός διοικητής των αμερικάνικων στρατευμάτων στο Αφγανιστάν Μπέντζαμιν Φράκλεϊ.
Φυσικά, τα πράγματα δεν είναι καθόλου εύκολα για τους Αμερικάνους και τους συμμάχους τους. Ισως μάλιστα να είναι και πολύ αργά με βάση την εικόνα από το Αφγανιστάν που μας μεταφέρει ένα ακόμη άρθρο των πάντα καλά ενημερωμένων «Asia Times» (9/6/06), με τίτλο «Οι Ταλιμπάν επεκτείνουν τον πόλεμο στη χώρα», από το οποίο παραθέτουμε μερικά αποσπάσματα.
«Το κίνημα των Ταλιμπάν έχει εξελιχθεί πέρα από τον ανταρτοπόλεμο σε μια οργανωμένη εκτεταμένη εξέγερση. Εχει ωριμάσει πλήρως στο νότιο Αφγανιστάν και προχωράει βόρεια προς την Καμπούλ και παραπέρα, κερδίζοντας όλο και περισσότερη λαϊκή υποστήριξη.
“Μη θεωρείτε το παρόν κίνημα μόνο ως Ταλιμπάν. Πρόκειται για μια μαζική εξέγερση εναντίον της ξένης παρουσίας και όλοι οι κοινοί Αφγανοί είναι αποκλειστικά υπεύθυνοι γι’ αυτήν”, εξήγησε στους «Asia Times» ο Γκιουλ Μοχάμεντ, ένας διοικητής των Ταλιμπάν, σε συνέντευξη στην Καλάτ, πρωτεύουσα της επαρχίας Ζαμπούλ.
Οι εκτιμήσεις του Γκιουλ Μοχάμεντ δεν είναι υπερβολικές. Αυτές επιβεβαιώνουν τις εξαντλητικές επί τόπου έρευνες και ανταποκρίσεις των «Asia Times» τους τελευταίους μήνες. Και αυτή τη βδομάδα, το Senlis Council, ένα ανεξάρτητο συμβουλευτικό κέντρο για τη διεθνή ασφάλεια και πολιτική με έδρα το Λονδίνο, που παρακολουθεί συστηματικά την κατάσταση στο Αφγανιστάν, κατέληξε σε παρόμοιο συμπέρασμα. “Η Χέλμαντ (όπου οι Ταλιμπάν έχουν ισχυρή βάση) είναι μια πρώιμη προειδοποίηση για το τι μπορεί να γίνει όλο το Αφγανιστάν, αν δεν υπάρξει μια ριζικά διαφορετική προσέγγιση στους επόμενους μήνες. Οι ΗΠΑ, βομβαρδίζοντας μονομερώς τη Κανταχάρ, υπονόμευσαν την υποστήριξη του πληθυσμού στην κυβέρνηση Καρζάι. Οι πρόσφατες ταραχές στην Καμπούλ είναι επίσης ένα παράδειγμα της αυξανόμενης εχθρότητας του αφγανικού λαού απέναντι στη διεθνή κοινότητα”, επισήμανε, μεταξύ άλλων, το Senlis Council».
Οι «Asia Times», αφού δίνουν μια εικόνα της προσωπικότητας και της δράσης του Γκιουλ Μοχάμεντ καθώς και της πολιτικής προπαγάνδας των Ταλιμπάν, συνεχίζουν: «Ο Γκιουλ Μοχάμεντ υποστήριξε ότι οι Ταλιμπάν θα συνεχίσουν τη διπλή στρατηγική τους – στρατιωτική και πολιτική – και εξέφρασε την πεποίθηση ότι σύντομα το κίνημα θα φτάσει στο βόρειο Αφγανιστάν και οι ξένες δυνάμεις εκεί θα δεχτούν μεγάλη επίθεση , όπως στο νότιο Αφγανιστάν.
“Προς το παρόν, έχουμε κάνει την Κανταχάρ, την Καλάτ και τη Χέλμαντ στρατηγικό μας πυρήνα, όπου έχουμε πλήρως εξευτελίσει τον εχθρό. Υπάρχουν εφτά βασικές περιοχές στην Κανταχάρ που βρίσκονται υπό τον πλήρη έλεγχό μας.
Σύντομα θα εντείνουμε τις επιχειρήσεις αυτοκτονίας σ’ όλο το Αφγανιστάν και τότε θα δείτε πώς θα καταρρεύσει η αφγανική διοίκηση”, μας είπε ο Γκιουλ Μοχάμεντ.
Σύντομα θα εντείνουμε τις επιχειρήσεις αυτοκτονίας σ’ όλο το Αφγανιστάν και τότε θα δείτε πώς θα καταρρεύσει η αφγανική διοίκηση”, μας είπε ο Γκιουλ Μοχάμεντ.
Αυτά επιβεβαιώνονται και από την έκθεση του Senlis Council: “Το 80% περίπου του πληθυσμού στη Χέλμαντ υποστηρίζει τους Ταλιμπάν. Τα βρετανικά στρατεύματα θα χρειαστεί να ξανακερδίσουν τον έλεγχο και γι’ αυτό είναι αναγκαία μια διαφορετική προσέγγιση. Αυτή η προσέγγιση θα πρέπει να ακούσει το λαό και τις ανάγκες του. Η αντίληψη του τοπικού πληθυσμού έχει αλλάξει και τώρα οι Ταλιμπάν είναι αποδεκτοί”.
O Γκιουλ Μοχάμεντ έχει την ίδια άποψη: “Στο επόμενο στάδιο, ομάδες από τις κοινότητες των Τατζίκων και των Ουζμπέκων θα μπουν στον αγώνα μας και οι ξένες δυνάμεις δεν θα έχουν άλλη επιλογή παρά να εγκαταλείψουν το Αφγανιστάν.
Εχουμε κάνει το νότιο Αφγανιστάν κόλαση για τις ξένες δυνάμεις. Υπάρχει ελάχιστη κάλυψη της δραστηριότητάς μας από τα ΜΜΕ, διαφορετικά ο κόσμος θα γνώριζε ότι είμαστε πολύ πιο μπροστά από την ιρακινή αντίσταση. Δεν υπάρχει μέρα που οι Ταλιμπάν να μην πραγματοποιούν επιχείρηση εναντίον των ξένων δυνάμεων”
O Γκιουλ Μοχάμεντ είπε ακόμη ότι οι Ταλιμπάν είχαν αποθηκεύσει πολλά όπλα πριν την αμερικάνικη εισβολή, συμπεριλαμβανομένων πυραύλων Στίνγκερ, τα οποία χρησιμοποιούν τώρα. Επέμεινε όμως ότι ο πραγματικός πλούτος γι αυτούς είναι η μαζική λαϊκή υποστήριξη που ήδη έχουν και η οποία αυξάνεται με ραγδαίο ρυθμό».
Τις εκτιμήσεις που περιέχονται στο προαναφερόμενο άρθρο των «Asia Times» επιβεβαιώνουν και οι φονικές επιθέσεις μιας μόνο ημέρας που ήρθαν στο φως της δημοσιότητας. Στις 13 Ιουνίου σκοτώθηκαν 2 αμερικάνοι στρατιώτες από επιθέσεις των Ταλιμπάν, ο ένας στην επαρχία Χέλμαντ και ο άλλος στην επαρχία Κουνάρ. Δύο ένοπλοι σε μοτοσικλέτα πυροβόλησαν και σκότωσαν το διοικητή της υπηρεσίας Πληροφοριών στην επαρχία Γκαζνί. Την ίδια μέρα, 3 «συμμαχικά» οχήματα κάηκαν και ένα υπέστη ζημιές, όταν το κονβόι τους δέχτηκε επίθεση από τους Ταλιμπάν στην επαρχία Χέλμαντ, σύμφωνα με ανακοίνωση εκπροσώπου των «συμμαχικών» δυνάμεων στην Κανταχάρ. Νωρίτερα ο εκπρόσωπος των Ταλιμπάν, Κάρι Μουχάμαντ Γιουσάφ, είχε ανακοινώσει ότι κάηκαν 7 βρετανικά και αφγανικά οχήματα και ένα πέρασε στα χέρια των Ταλιμπάν και ότι σκοτώθηκαν 18 βρετανοί και αφγανοί στρατιώτες.