Σε κελιά απομόνωσης ύψιστης ασφάλειας συνεχίζεται τη στιγμή που γράφονται οι γραμμές αυτές η απεργία πείνας των κρατούμενων στο κολαστήριο του Γκουαντάναμο, που έχει ξεκινήσει από τις 6 του Φλεβάρη. Στο Γκουαντάναμο έχουν απομείνει 166 κρατούμενοι, από τους οποίους τουλάχιστον 130, σύμφωνα με τους δικηγόρους κρατούμενων, συμμετέχουν στην απεργία πείνας, ενώ μόνο 43, σύμφωνα με την αμερικάνικη κυβέρνηση. Από το 2002 που άνοιξε το κολαστήριο του Γκουαντάναμο έχουν γίνει πολλές απεργίες πείνας, από τις οποίες η σημαντικότερη πραγματοποιήθηκε το 2005 με τη συμμετοχή άνω των 200 κρατούμενων. Ολες σχεδόν οι απεργίες αυτές αφορούσαν στις απάνθρωπες συνθήκες κράτησης και τη βαρβαρότητα με την οποία αντιμετωπίζονταν οι κρατούμενοι. Ομως αυτή τη φορά η απεργία στρέφεται ενάντια στο καθεστώς επ’ αόριστο κράτησης που έχει επιβληθεί και τροφοδοτείται από την οργή και την απόγνωση των ανθρώπων που είτε έχουν απαλλαγεί από τις κατηγορίες είτε δεν υπάρχουν στοιχεία για να παραπεμφθούν σε δίκη, αλλά συνεχίζουν να σαπίζουν στα κελιά και δεν απελευθερώνονται, γιατί θεωρούνται επικίνδυνοι.
Συγκεκριμένα, μόνο τρεις από τους κρατούμενους έχουν καταδικαστεί, 86 απαλλάχτηκαν από τις κατηγορίες πριν από τρία χρόνια, για 30 συνεχίζεται η έρευνα και οι υπόλοιποι 47 θεωρούνται πολύ επικίνδυνοι για να απαλλαχτούν από τις κατηγορίες και να απελευθερωθούν, αλλά και πολύ δύσκολο να παραπεμφθούν σε δίκη λόγω έλλειψης στοιχείων. Από τους 86 που έχουν απαλλαχτεί από τις κατηγορίες και πρέπει να απελευθερωθούν, οι 56 κατάγονται από την Υεμένη, όμως η αμερικάνικη κυβέρνηση δήλωσε ότι δεν θα τους απελευθερώσει στο ορατό μέλλον, γιατί εκτιμά «ότι μπορεί να βρεθούν υπό την επιρροή ανθρώπων αντίπαλων των ΗΠΑ», σύμφωνα με τους «New York Times» (5/4/13). Οι υπόλοιποι 30 κατάγονται από χώρες που δεν κατονομάζονται από την αμερικάνικη κυβέρνηση.
Ο Μπάρακ Ομπάμα είχε υποσχεθεί να κλείσει το κολαστήριο του Γκουαντάναμο μέσα σε ένα χρόνο κατά την πρώτη προεδρική θητεία του. Υπόσχεση την οποία όχι μόνο δεν τήρησε, επικαλούμενος απόφαση του κογκρέσου η οποία ουσιαστικά απαγορεύει τη χρησιμοποίηση δημόσιου χρήματος για τη μεταφορά κρατούμενων του Γκουαντάναμο στις ΗΠΑ ή σε άλλες χώρες, αλλά προχώρησε στα τέλη του περασμένου Γενάρη και στην κατάργηση του αρμόδιου γραφείου για το κλείσιμο της φυλακής, ανακαλώντας τον ειδικό εντεταλμένο Dan Fried στα καθήκοντά του στο υπουργείο Εξωτερικών, χωρίς να τον αντικαταστήσει. Αυτό ήταν η χαριστική βολή για τους 86 κρατούμενους που έχουν απαλλαχτεί από τις κατηγορίες και περίμεναν να απελευθερωθούν. Μια βδομάδα αργότερα ξεκίνησε η απεργία πείνας.
Σημειωτέον ότι όσοι απεργοί καταρρέουν δένονται σε καρέκλες και υποβάλλονται σε αναγκαστική σίτιση με σωλήνα που εισέρχεται από τη μύτη και φτάνει στο στομάχι, πράξη που θεωρείται μέθοδος βασανιστηρίου από την Επιτροπή για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του ΟΗΕ. Παράλληλα, οι απεργοί υποβάλλονται και σε άλλα βασανιστήρια, όπως η στέρηση νερού και η βίαιη έξοδος από το κελί τους από ομάδα φρουρών, που συνοδεύεται από χτυπήματα και άλλες βιαιοπραγίες, όταν δεν αντέχουν άλλο και το ζητήσουν, η καθήλωση επί ώρες σιδηροδέσμιοι σε φορεία ή καρέκλες, η παρουσία επί ώρες δίσκων με φαγητό στα κελιά κ. ά.
Η προσπάθεια της αμερικάνικης κυβέρνησης να υποβαθμίσει τις διαστάσεις της απεργίας έπεσε στο κενό, ενώ η μαζική συμμετοχή στην απεργία, η αποφασιστικότητα και η αντοχή των απεργών πείνας έστρεψε ξανά τα φώτα της δημοσιότητας στο Γκουαντάναμο. «Συλλογική πράξη απελπισίας ανθρώπων που προτιμούν να πεθάνουν παρά να παραμείνουν επ’ αόριστο στο Γκουαντάναμο» τη χαρακτήρισαν, για παράδειγμα οι «New York Times», ενώ άρχισαν να πληθαίνουν οι φωνές από αμερικάνικες οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα, από μεγάλες εφημερίδες, ακόμη και από κυβερνητικούς αξιωματούχους, που ζητούν να κλείσει το Γκουαντάναμο, να απελευθερωθούν όσοι δεν βαρύνονται με κατηγορίες και για όσους υπάρχουν ενοχοποιητικά στοιχεία να δικαστούν από πολιτικά δικαστήρια στις ΗΠΑ.
Γι αυτό και η αμερικάνικη κυβέρνηση αποφάσισε να αναλάβει δράση πριν πάρει μεγαλύτερη δημοσιότητα η υπόθεση και υπάρξουν νεκροί απεργοί. Τα ξημερώματα του περασμένου Σαββάτου, 13 του Απρίλη, πάνοπλοι φρουροί εισέβαλαν στο στρατόπεδο 6 της φυλακής, μεσαίας ασφάλειας, όπου 100 περίπου κρατούμενοι μένουν σε κελιά που επικοινωνούν με μια κοινόχρηστη αίθουσα, όπου μπορούν να τρώνε, να προσεύχονται και να παρακολουθούν τηλεόραση όλοι μαζί, με στόχο να τους μεταφέρουν σε κελιά απομόνωσης για να σπάσουν την απεργία. Οι κρατούμενοι αντιστάθηκαν και οι φρουροί απάντησαν με πλαστικές σφαίρες, επικαλούμενοι ότι οι κρατούμενοι χρησιμοποίησαν εναντίον τους «αυτοσχέδια όπλα». Ισχυρισμός που χαρακτηρίστηκε εντελώς αβάσιμος από συνηγόρους των κατηγορούμενων, λόγω των αυστηρότατων περιορισμών στα αντικείμενα που έχουν στην κατοχή τους, οι οποίοι, μεταξύ άλλων, απαγορεύουν στους κρατούμενους να χρησιμοποιούν ακόμη και τα απλά στυλό με το σκληρό εξωτερικό πλαστικό και τους αναγκάζουν να γράφουν με το εσωτερικό σωληνάκι με το μελάνι.