Μετά τη Μούσα Κάλα, οι Ταλιμπάν κατέλαβαν μια ακόμη περιοχή της επαρχίας Χέλμαντ, σύμφωνα με δηλώσεις του Καρί Γιουσέφ, εκπροσώπου των Ταλιμπάν, στο Αλ – Τζαζίρα, που επιβεβαιώθηκαν από τον εκπρόσωπο Τύπου των νατοϊκών δυνάμεων. Ο Καρί Γιουσέφ δήλωσε ότι οι Ταλιμπάν κατέλαβαν στις 12 Φεβρουαρίου την πόλη Ουασίρ, που αποτελεί το κέντρο μιας απομακρυσμένης ερημικής περιοχής στο βορειοδυτικό τμήμα της επαρχίας Χελμαντ, ότι κρατούν αιχμαλώτους 33 αστυνομικούς, ότι κατέσχεσαν τα αυτοκίνητα της αστυνομίας και ότι κυβερνητικές δυνάμεις επιχείρησαν να ανακαταλάβουν την πόλη , αλλά η επίθεση αποκρούστηκε.
Το σχετικό ρεπορτάζ του Αλ – Τζαζίρα παραθέτει επίσης τη δήλωση του διοικητή των Ταλιμπάν στην επαρχία Χέλμαντ, του Μουλά Αμπντέλ Ραχίμ, που είπε: «Δεν είναι μόνο η Μούσα Κάλα και η Ουασίρ, ελέγχουμε μεγάλο μέρος της επαρχίας Χέλμαντ. Ο λαός είναι μαζί μας. Μας δίνει τρόφιμα και μας προσφέρει καταφύγιο». Καθώς και τη δήλωση του Ντάντα Μοχάμεντ Καν, τοπικού βουλευτή και πρώην διοικητή της Υπηρεσίας Πληροφοριών, που είπε: «Οι Ταλιμπάν τώρα θα αυξήσουν τη δύναμή τους εδώ και θα καταλάβουν και την υπόλοιπη επαρχία».
Υπενθυμίζουμε ότι οι Ταλιμπάν κατέλαβαν την Μούσα Κάλα την 1η Φεβρουαρίου, τέσσερις μήνες μετά τη συμφωνία ανάμεσα στα βρετανικά στρατεύματα και τους δημογέροντες, η οποία πρόβλεπε την απομάκρυνση ταυτόχρονα των Ταλιμπάν και των νατοϊκών δυνάμεων σε απόσταση πέντε χιλιομέτρων από το κέντρο της Μούσα Κάλα και την ανάληψη της ασφάλειας της πόλης από τοπική αστυνομική δύναμη. Η συμφωνία αυτή ήταν κομβικό σημείο στην ταχτική του βρετανικού στρατού στο Αφγανιστάν και, παρά τις αντιδράσεις των Αμερικάνων που υποστήριζαν ότι ευνοεί τους Ταλιμπάν, προβάλονταν ως μοντέλο για τη σύναψη ανάλογων συμφωνιών και σε άλλες περιοχές.
Τη στιγμή που γράφονται οι γραμμές αυτές η Μούσα Κάλα παραμένει ακόμη υπό τον έλεγχο των Ταλιμπάν και παράλληλα βρίσκονται, σύμφωνα με το Αλ – Τζαζίρα, σε εξέλιξη διαπραγματεύσεις για την ειρηνική αποχώρησή τους, ενώ δεν είναι γνωστό αν η Ουασίρ έχει ανακαταληφθεί.
Οι εξελίξεις αυτές δεν αποτελούν μόνο σοβαρό πλήγμα στην ταχτική του βρετανικού στρατού στο Αφγανιστάν, αλλά δίνουν και μια αμυδρή εικόνα των τεράστιων δυσκολιών που αντιμετωπίζουν οι αμερικάνικες και οι νατοϊκές δυνάμεις στο Αφγανιστάν. Αυτό εξηγεί και την απροθυμία που έδειξαν στην πρόσφατη σύνοδο του ΝΑΤΟ στη Σεβίλη, αρκετές χώρες – μέλη, όπως η Γερμανία, η Γαλλία, η Ισπανία, η Ιταλία και η Τουρκία, να στείλουν στρατιωτικές ενισχύσεις στα θερμά μέτωπα της επαρχίας Χέλμαντ και του νοιοανατολικού Αφγανιστάν. Το αμερικανοβρετανικό αίτημα για 2.500 ακόμη νατοϊκούς στρατιώτες, εκτός των 5.000 (3.200 Αμερικάνοι, 800 Βρετανοί και 1.000 Πολωνοί) που έχει ήδη ανακοινωθεί ότι θα ενισχύσουν τις 35.000 αμερικανονατοϊκές δυνάμεις που υπηρετούν σήμερα στο Αφγανιστάν, δεν βρήκε ανταπόκριση. Ενδεικτική του κλίματος που επικρατεί στις γραμμές του ΝΑΤΟ, ενόψει και της αναμενόμενης σφοδρής επίθεσης των Ταλιμπάν την ερχόμενη άνοιξη, είναι και η δήλωση του Γερμανού υπουργού Αμυνας στους δημοσιογράφους: «Οταν οι Ρώσοι ήταν στο Αφγανιστάν, είχαν 100.000 στρατιώτες και δεν νίκησαν».
Παράλληλα με τις στρατιωτικές προετοιμασίες, ο Λευκός Οίκος εντείνει τις πιέσεις στην πακιστανική κυβέρνηση για να την αναγκάσει να σφίξει τον κλοιό στους Ταλιμπάν. Και ανάμεσα σ’ αυτούς που, όπως φαίνεται, θα την πληρώσουν είναι οι Αφγανοί πρόσφυγες. Ετσι λοιπόν, μετά την πρόσφατη επίσκεψη του νέου Αμερικάνου υπουργού πολέμου, Ρόμπερτ Γκέιτς, στο Πακιστάν, η πακιστανική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι όλοι ο Αφγανοί πρόσφυγες, περίπου 2.4 εκατομμύρια, πρέπει να επιστρέψουν στο Αφγανιστάν μέχρι το 2009 και ότι τέσσερα στρατόπεδα κοντά στα αφγανικά σύνορα, που φιλοξενούν 230.000 πρόσφυγες, θα κλείσουν μέχρι το τέλος Αυγούστου και οι άνθρωποι που ζουν σ’ αυτά πρέπει είτε να επιστρέψουν στο Αφγανιστάν ή να μεταφερθούν σε άλλα στρατόπεδα, όπου μπορούν να παραμείνουν μέχρι το 2009. Ο στόχος είναι φανερός. Να αποκοπούν οι Ταλιμπάν από τη βάση τους και να περιοριστούν δραστικά οι κινήσεις τους στο πακιστανικό έδαφος, επειδή οι Αμερικάνοι πιστεύουν ότι οι Αφγανοί πρόσφυγες, στην πλειοψηφία Παστούν, τροφοδοτούν στρατιωτικά και οικονομικά την αφγανική αντίσταση στις δυνάμεις κατοχής.