Η επίθεση μπροστά στην κεντρική πύλη της βάσης Μπαγκράμ, της μεγαλύτερης αμερικάνικης βάσης στο Αφγανιστάν, στις 27 Φεβρουαρίου, δεν ήταν μια ακόμη επίθεση αυτοκτονίας. Ήταν μια επίθεση επίδειξης δύναμης με συμβολική σημασία και με στόχο να στείλει ένα σκληρό μήνυμα στις δυνάμεις κατοχής.
Οπως είναι γνωστό, στις 10.00 το πρωί της περασμένης Τρίτης, ένας άντρας κατέβηκε από ένα φορτηγό και ανατινάχτηκε μπροστά στο φυλάκιο ελέγχου της κεντρικής πύλης της βάσης, σε απόσταση ενός μιλίου από το σημείο όπου βρισκόταν ο Αμερικάνος αντιπρόεδρος Ντικ Τσένι. Ο απολογισμός 23 νεκροί, μεταξύ των οποίων δύο Αμερικάνοι και ένας Νοτιοκορεάτης στρατιώτης, και δεκάδες τραυματίες. Οι υπόλοιποι νεκροί είναι οδηγοί των φορτηγών με καύσιμα και άλλα προϊόντα, που περίμεναν να περάσουν από έλεγχο για να μπουν στη βάση.
Η επιλογή του χρόνου και του τόπου της επίθεσης σίγουρα δεν έγινε τυχαία. Και αυτό είναι που ανησυχεί πάνω απ’ όλα τα αμερικάνικα πολιτικά και στρατιωτικά επιτελεία. Γιατί η επίσκεψη του Ντικ Τσένι στο Πακιστάν και στο Αφγανιστάν δεν είχε ανακοινωθεί και υπήρχε μεγάλη μυστικότητα γύρω από τις κινήσεις του. Μόνο η είδηση της αναβολής για λίγες ώρες της συνάντησής του με τον Αφγανό πρόεδρο και της παραμονής του εκείνες τις ώρες στη βάση Μπαγκράμ είχε διαρρεύσει σε κάποιους κύκλους. Το γεγονός ότι η πληροφορία έφτασε στους Ταλιμπάν, οι οποίοι στη συνέχεια κατάφεραν σε ελάχιστο χρόνο να οργανώσουν και να πραγματοποιήσουν την επίθεση, δείχνει, όπως επισημαίνουν πολλοί αναλυτές, ότι οι Ταλιμπάν είναι πολύ πιο οργανωμένοι και επικίνδυνοι από ό,τι εκτιμούσε ο Λευκός Οίκος, ότι έχουν ευρύ δίκτυο συγκέντρωσης πληροφοριών, ότι βρίσκονται σε μαχητική ετοιμότητα και διαθέτουν ευελιξία και ταχύτητα στην οργάνωση και εκτέλεση επιθέσεων.
Μια άλλη εικόνα της κατάστασης στο Αφγανιστάν, η οποία εκπέμπει το ίδιο απειλητικό μήνυμα στις δυνάμεις κατοχής, δίνει το ρεπορτάζ του δημοσιογράφου James Bays, από το Αλ – Τζαζίρα (23/2/06), ο οποίος πέρασε δύο μέρες με τους Ταλιμπάν στη νοτιοδυτική επαρχία Χέλμαντ. Ιδού μια μικρή γεύση από την εμπειρία του.
«Πίσω από τις γραμμές των Ταλιμπάν, ταξιδέψαμε με μια ομάδα μαχητών διασχίζοντας την έρημο της επαρχίας Χέλμαντ. Αυτοί οι σκληροτράχηλοι άντρες είναι καλά οπλισμένοι, ετοιμοπόλεμοι και, όπως μου είπαν, έτοιμοι να γίνουν μάρτυρες.
Τα ταξίδια αυτά συχνά γίνονται με μεγάλη ταχύτητα εξαιτίας του κινδύνου από τις νατοϊκές αεροπορικές επιθέσεις. Το ΝΑΤΟ μπορεί να είναι ο αφέντης των ουρανών, όμως οι Ταλιμπάν υποστηρίζουν ότι ελέγχουν μεγάλα τμήματα της περιοχής στη γη.
Μας πήγαν ένα ταξίδι για να μας δείξουν πώς δρουν χωρίς σχεδόν κανένα εμπόδιο σε πολλές περιοχές.
Οι Ταλιμπάν δρουν όχι μόνο σε αγροτικές περιοχές αλλά και σε πόλεις, όπως στην πόλη Σανγκίν. Τραβήξαμε σκηνές από τον κεντρικό δρόμο, μπροστά από την αγορά. Παντού υπήρχαν ένοπλοι Ταλιμπάν κι ούτε για δείγμα νατοϊκές ή αφγανικές στρατιωτικές δυνάμεις. Τραβήξαμε τη φωτογραφία ενός αυτοκινήτου φορτωμένο με βαριά οπλισμένους μαχητές Ταλιμπάν την ώρα που περνούσε μπροστά από το συγκρότημα που στεγάζει τα βρετανικά στρατεύματα στην πόλη.
Οι Ταλιμπάν υποστηρίζουν ότι οι Βρετανοί είναι τόσο τρομοκρατημένοι που δεν τολμούν να βγουν από τη βάση τους.
Ο ήχος των πολεμικών αεροπλάνων φτάνει μέχρι τα αυτιά μας, αλλά οι μαχητές δε φοβούνται και τα αποκαλούν περιφρονητικά «χαρταετούς του Μπους». Και συμπληρώνουν ότι σύντομα θα χρησιμοποιούν νέα αντιαεροπορικά όπλα…
Καθώς ταξιδεύαμε στην περιοχή, μερικές φορές δεν μας επέτρεπαν να τραβήξουμε φωτογραφίες, γιατί δεν θέλουν να φτάσουν στο ΝΑΤΟ εικόνες από τις αμυντικές θέσεις μέσα στα χωριά τους…
Και όταν μας πήγαν σε μια μεγάλη συγκέντρωση Ταλιμπάν, που είχε οργανωθεί για μας για να τραβήξουμε φωτογραφίες, μείναμε αποσβολωμένοι καθώς βρεθήκαμε μέσα στην έρημο μπροστά σε περισσότερους από 400 μαχητές. Ακόμη και οι πιο νέοι κρατούσαν όπλα. Μερικοί δεν ήταν περισσότερο από 12 χρόνων.
Ο διοικητής της περιοχής μου έδειξε όλη τη γη που ισχυρίζεται ότι ελέγχεται από τους άντρες του. Από το 100%, οι Βρετανοί δεν ελέγχουν ούτε το 1% της Χέλμαντ, μου είπε.
Μου είπε ακόμη ότι οι Ταλιμπάν δεν είναι μόνο στρατιωτική οργάνωση, αλλά ότι έχουν διορίσει ένα κυβερνήτη στη Χέλμαντ και λειτουργούν κλινικές και θρησκευτικά σχολεία».