Απαιτούν δήλωση υποταγής στη μοναρχία από τους φοιτητές
Το όργιο της κρατικής καταστολής εναντίον όσων συμμετείχαν ή υποστήριξαν με οποιοδήποτε τρόπο την λαϊκή εξέγερση στο Μπαχρέιν έχει πάρει πρωτοφανείς διαστάσεις. Στους δεκάδες νεκρούς, στους εκατοντάδες τραυματίες, στους χιλιάδες συλληφθέντες, στα βασανιστήρια, στις δίκες – παρωδία από στρατιωτικά δικαστήρια, στις κατεδαφίσεις τουλάχιστον 28 σιιτικών τζαμιών και ιερών προσκυνημάτων, στις χιλιάδες απολύσεις προστέθηκε τις τελευταίες μέρες η κυβερνητική απόφαση που υποχρεώνει όλους τους φοιτητές του κρατικού πανεπιστημίου της χώρας να υπογράψουν δήλωση πίστης στη σουνιτική δυναστεία των Αλ – Χαλίφα. Η δήλωση μοιράστηκε στους φοιτητές την Κυριακή 15 Μαΐου και αναφέρει: «Δεν θα οργανώσω και δεν θα πάρω μέρος σε οποιαδήποτε γεγονότα ή δραστηριότητες που θα μπορούσαν να βλάψουν τη φήμη του Μπαχρέιν στο εσωτερικό και διεθνώς. Αναγνωρίζω ότι η μη υπογραφή αυτού του ντοκουμέντου σημαίνει ότι δεν θέλω να συνεχίσω τις σπουδές μου στο Πανεπιστήμιο του Μπαχρέιν».
Με το πιστόλι στον κρόταφο δηλαδή υποχρεώνονται οι φοιτητές να επιλέξουν ανάμεσα στην υποταγή στη μοναρχία και στη διαγραφή τους από το πανεπιστήμιο. Ηδη έχει ανασταλεί από τη διοίκηση του πανεπιστημίου η φοίτηση πολλών φοιτητών που συμμετείχαν στις διαδηλώσεις ή εξέφρασαν με διάφορους τρόπους, ακόμη και από ιστοσελίδες κοινωνικής δικτύωσης, την υποστήριξή τους σ’ αυτές.
Οπως καταγγέλλουν οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα, τις τελευταίες μέρες έχουν τοποθετηθεί στο πανεπιστήμιο ανιχνευτές μετάλλων, κάμερες παρακολού-θησης, ασφαλίτες και φρουροί σ’ όλες τις σχολές, έχοντας μετατρέψει το πανεπιστήμιο σε «μεγάλη φυλακή».
Για τον ίδιο λόγο, έχουν απολυθεί και τεθεί σε διαθεσιμότητα περισσότεροι από 2.000 εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα, στην πλειοψηφία Σιίτες. Επίσης 1300 έχουν απολυθεί και εκατοντάδες έχουν τεθεί σε διαθεσιμότητα από κρατικές θέσεις εργασίας, σύμφωνα με πρόσφατο ρεπορτάζ του «Αλ – Τζαζίρα»(14/5/11).
Παράλληλα, οι σουνιτικές μοναρχίες του Περσικού Κόλπου συσφίγγουν ακόμη περισσότερο τις σχέσεις τους και παίρνουν μέτρα για να ενισχύσουν τη θέση τους απέναντι στο Ιράν και για να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά νέες λαϊκές εξεγέρσεις στην περιοχή.
Το Συμβούλιο Συνεργασίας του Κόλπου (Σαουδική Αραβία, Κουβέιτ, Ομάν, Ενωμένα Αραβικά Εμιράτα, Κατάρ και Μπαχρέιν) πρόκειται να διευ-ρυνθεί με δύο νέα μέλη, που τουλάχιστον εδαφικά δεν έχουν καμιά σχέση με τον Περσικό Κόλπο, την Ιορδανία και το ακόμη πιο μακρινό Μαρόκο. Εχουν όμως ένα σημαντικό κοινό στοιχείο με τις σουνιτικές μοναρχίες του Κόλπου. Είναι από τους πιο πιστούς συμμάχους των ΗΠΑ στην περιοχή.
Ας μην ξεχνάμε ότι το Συμβούλιο Συνεργασίας του Κόλπου, που ιδρύθηκε το 1981 μετά την ιρανική επανάσταση του 1979 και εν μέσω του πολέμου Ιράν – Ιράκ (1980 – 1988), κατά τον οποίο οι Αμερικάνοι υποστήριζαν και εξόπλιζαν το καθεστώς του Σαντάμ Χουσεΐν, προωθεί την οικονομική και κυρίως την στρατιωτική συνεργασία μεταξύ των μελών του.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ του ξένου τύπου, οι μοναρχίες του Κόλπου θα ενισχύσουν με επενδύσεις την οικονομία των χωρών αυτών και θα επιτρέψουν σε περισσότερους ιορδανούς και μαροκινούς εργάτες να εργάζονται στις χώρες του Κόλπου σε μια προσπάθεια να αποτραπούν λαϊκές εξεγέρσεις.
Στις 10 Μαΐου πραγματοποιήθηκε η τελευταία σύνοδος του Συμβουλίου Συνεργασίας του κόλπου, η οποία επιβεβαίωσε την υποστήριξή της στην επέμβαση 1.500 στρατευμάτων της Σαουδικής Αραβίας και των Ενωμένων Αραβικών Εμιράτων στο Μπαχρέιν για να συμβάλλουν στην καταστολή της λαϊκής εξέγερσης. Στην ανακοίνωση που εκδόθηκε στο τέλος της συνόδου, μεταξύ άλλων, επισημαίνεται ότι η σταθερότητα και η ασφάλεια των χωρών μελών είναι συλλογική ευθύνη και ότι οι ηγέτες των χωρών μελών «εξέφρασαν τη βαθειά ανησυχία τους για τη συνεχή ιρανική ανάμειξη στις εσωτερικές υποθέσεις των χωρών τους με την οργάνωση συνομωσιών ενάντια στην εθνική τους ασφάλεια, με την υποκίνηση ταραχών και διχασμού ανάμεσα στους λα-ούς τους και με την κατάφωρη παραβίαση της κυριαρχίας και ανεξαρτησίας τους, των αρχών καλής γειτονίας, των διεθνών κανόνων και νόμων, του Χάρτη του ΟΗΕ και του καταστατικού της Οργάνωσης της Ισλαμικής Συνδιάσκεψης».
Στο ίδιο πνεύμα ήταν και οι δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών του Μαρόκου, ο οποίος, σε συνέντευξη Τύπου στις 15 Μαΐου, αφού καλωσόρισε την πρόσκληση του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου να γίνει μέλος η χώρα του, δήλωσε ότι «κανείς δεν μπορεί να πει όχι στην πρόσκληση του Μπαχρέιν προς στους άραβες γειτονές του», κατήγγειλε την «ιρανική ανάμειξη στον Κόλπο» και χαρακτήρισε «βάρος το Ιράν για τους άραβες γειτονές του».
Η διεύρυνση του Συμβουλίου Συνεργασίας του Κόλπου με δύο νέα μέλη και ο πολεμικός τόνος στις καταγγελίες τους εναντίον του Ιράν, χωρίς κανένα αποδεικτικό στοιχείο, δείχνουν ότι στόχος τους είναι η ενίσχυση της «ιερής συμμαχίας» των σουνιτικών μοναρχιών εναντίον των λαών τους και του αντιιρανικού άξονα στην περιοχή. Η αντιιρανική προπαγάνδα και η υποδαύλιση του διχασμού μεταξύ Σιιτών (το 70% του πληθυσμού) και Σουνιτών με το πρωτοφανές πογκρόμ εναντίον κυρίως των Σιιτών που συμμετείχαν ή έξέφρασαν την υποστήριξή τους στις αντικυβερνητικές διαδηλώσεις και με τις κατεδαφίσεις σιιτικών τζαμιών και προσκυνημάτων χρησιμοποιούνται προπαγανδιστικά ως δικαιολογία για το όργιο της κρατικής καταστολής.
Ιδού πώς σχολιάζει την κατάσταση στο Μπαχρέιν ο γνωστός βρετανός δημοσιογράφος Πάτρικ Κόκμπερν σε άρθρο του που δημοσιεύτηκε στις 16 Μαϊου, από το οποίο παραθέτουμε τα τελευταία αποσπάσματα:
«Εκτός από τον εκφοβισμό, υπάρχει ένα ακόμη κίνητρο για τους ξυλοδαρμούς και τα βασανιστήρια. Αυτό είναι να αποσπάσουν ομολογίες, σε πλήρη αντίθεση με τα γεγονότα, ότι η αντιπολίτευση σχεδίαζε ένοπλη εξέγερση και ότι χειραγωγείται από ξένες δυνάμεις, προφανώς το Ιράν. Ο στόχος στην περίπτωση του Abdulhadi al-Kawaja (γνωστού ακτιβιστή και πρώην προέδρου του Κέντρου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα στο Μπαχρέιν) ήταν να του αποσπάσουν με τα βασανιστήρια ομολογία ότι επιχείρησησε «να ανατρέψει το καθεστώς με τη βία σε συνεργασία με μια τρομοκρατική οργάνωση που δουλεύει για ένα ξένο κράτος (τη Χεζμπολά και το Ιράν)».
Οι Αλ – Χαλίφα γνωρίζουν ότι το ισχυρότερο χαρτί τους στην προσπάθεια να συκοφαντήσουν την αντιπολίτευση είναι ο ισχυρισμός ότι έχει δεσμούς με το Ιράν. Εγγραφα της αμερικάνικης πρεσβείας που δημοσιοποιήθηκαν από το Wikileaks δείχνουν ότι η κυβέρνηση του Μπαχρέιν επιμένει συνεχώς σ’ αυτό τον ισχυρισμό σε μια δύσπιστη για χρόνια αμερικάνικη πρεσβεία, αλλά δεν έχει δώσει ποτέ καμιά απόδειξη. Η προπαγάνδα για ιρανικές συνωμοσίες είναι χοντροκομμένη, βρίσκει όμως ανταπόκριση στις σουνιτικές μοναρχίες του Κόλπου, που βλέπουν ένα ιρανικό χέρι πίσω από κάθε σιιτικό αίτημα για ίσα δικαιώματα και τερματισμό των διακρίσεων. Βρίσκει επίσης ακροατήριο στην Ουάσιγκτον, που ανησυχεί για τον 5ο Στόλο που έχει τη βάση του στο Μπαχρέιν και φοβάται οτιδήποτε μπορεί να ενισχύσει το Ιράν.
Η μοναρχία του Μπαχρέιν, έχοντας ουσιαστικά κηρύξει πόλεμο εναντίον της πλειοψηφίας του λαού της, είναι πιθανόν να κερδίσει κοντοπρόθεσμα, γιατί οι αντίπαλοί της είναι άοπλοι. Το κόστος θα είναι ότι το Μπαχρέιν, που θεωρούνταν κάποτε πιο φιλελεύθερο από τους γείτονές του, μετατρέπεται σε μια εκδοχή του Μπέλφαστ ή της Βηρυτού όταν σπαράσσονταν από το μίσος».