Με τις μεγαλύτερες αντικυβερνητικές διαδηλώσεις βρίσκεται αντιμέτωπος ο Μπασάρ Αλ Ασαντ στη Συρία από την προηγούμενη εβδομάδα. Οι διαδηλώσεις εκατοντάδων χιλιάδων ατόμων αγκαλιάζουν όλη τη χώρα, από την πόλη Ντεράα (με 77.000 κατοίκους, στο Νότο, κοντά στα σύνορα με την Ιορδανία, που αποτέλεσε και το επίκεντρο της εξέγερσης) και την Χομς (τρίτη μεγαλύτερη πόλη της χώρας, 160 χιλιόμετρα βόρεια της Δαμασκού), μέχρι τα προάστια της πρωτεύουσας και τις περιοχές με έντονο το κουρδικό στοιχείο. Στις τελευταίες για πρώτη φορά σημειώθηκαν συγκρούσεις με δακρυγόνα και δεκάδες τραυματίες, όταν η αστυνομία έσπευσε να διαλύσει διαδήλωση στην πόλη Καμίσλι, στα βορειοανατολικά της χώρας, κοντά στα σύνορα με την Τουρκία), στα τέλη της προηγού-μενης εβδομάδας.
Οι αντικυβερνητικοί ακτιβιστές υποστηρίζουν ότι τα πληρώματα των τεθωρακισμένων που κατέβηκαν για να καταστείλουν τις διαδηλώσεις ενώθηκαν με τους διαδηλωτές σε ορισμένες περιπτώσεις (όπως στην πόλη Αλμπου Καμάλ, κοντά στα σύνορα με το Ιράκ), πράγμα που επιβεβαιώθηκε από την κρατική τηλεόραση, σύμφωνα με την οποία τριάντα στρατιώτες τραυματίστηκαν σε συγκρούσεις με άλλους στρατιώτες που αυτομόλησαν την προηγούμενη Παρασκευή στην Χομς. Ωστόσο, η πληροφόρηση είναι στην πλειοψηφία της μονόπλευρη από δημοσιεύματα των δυτικών ΜΜΕ, πράγμα που εγκυμονεί κινδύνους παραπληροφόρησης (η περίπτωση της Λιβύης, όπου πολλές «ειδήσεις» αμφισβητήθηκαν ακόμα και από την Διεθνή Αμνηστία, είναι χαρακτηριστική). Γι’ αυτό και δεν είναι δυνατόν να εξακριβωθούν τα στοιχεία που δημοσιεύονται σε πολλά δυτικά ΜΜΕ (όπως ο Γκάρντιαν της 22ης Ιούλη, που επικαλείται στοιχεία του Συριακού Παρατηρητήριου για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα), που κάνουν λόγο για πάνω από 1.400 νεκρούς αμάχους, αλλά και 352 νεκρούς από τα σώματα ασφαλείας από τις 15 Μάρτη που ξεκίνησε το κίνημα.
Σύμφωνα με το καθεστώς, όλα οφείλονται σε δυτική συνωμοσία. Ομως, και μόνο τα βίντεο με τις μαζικές διαδηλώσεις που έχουν ανέβει στο διαδίκτυο (όπως για παράδειγμα στο https://www.uruknet.info/?new=79832) αρκούν για να αρθεί κάθε αμφιβολία για τη μαζική δυσαρέσκεια που υπάρχει στη χώρα ενάντια στην εξουσία του Ασαντ, παρά τις υποσχέσεις του για ένα πολυκομματικό σύστημα (μετά από πέντε δεκαετίες εξουσίας του κόμματος Μπάαθ), αμνηστία και «εθνικό διάλογο», που έχει κηρύξει από τις 20 του περασμένου Ιούνη. Τον «διάλογο» αυτό τον μποϊκόταραν όλες οι ομάδες της αντιπολίτευσης, παρά τις μαζικές διαδηλώσεις στη Δαμασκό και άλλες πόλεις της χώρας υπέρ των προτάσεων του Ασαντ, τη μαζικότητα των οποίων παραδέχτηκαν ακόμα και δυτικά πρακτορεία (όπως οι Τάιμς της Νέας Υόρκης 21/6/2011).
Τα πράγματα, επομένως, δεν είναι το ίδιο ξεκάθαρα στη Συρία, όπως συνέβαινε με τις εξεγέρσεις στην Αίγυπτο και την Τυνησία. Ο Ασαντ εξακολουθεί να έχει ερείσματα στην κοινωνία και ελίσσεται πότε απολύοντας κυβερνήτες (όπως τον κυβερνήτη της πετρελαιοφόρας, αλλά φτωχότερης ίσως επαρχίας Ντέιρ Αζ Ζορ, δυο μέρες μετά τις τεράστιες διαδηλώσεις της προηγούμενης Παρασκευής) και πότε προωθώντας πολιτικές μεταρρυθμίσεις για να εκτονώσει την κατάσταση (όπως ο νόμος που επιτρέπει την ύπαρξη κι άλλων κομμάτων πέραν του Μπάαθ, που ψηφίστηκε την περασμένη Κυριακή). Από την άλλη μεριά, η αντιπολίτευση ούτε ενιαί-α είναι ούτε μπορεί ν’ αποτελέσει εναλλακτικό πόλο εξουσίας ακόμα.
Πολλές ομάδες, πολιτικές προσωπικότητες και κόμματα συνιστούν αυτό που ονομάζεται αντιπολίτευση στον Ασαντ. Μια αντιπολίτευση που εδώ και χρόνια δρα από τις δυτικές χώρες. Πέρα από τους Αδελφούς Μουσουλμάνους, που αντιπολιτεύονται τον Ασαντ από το Λονδίνο, διάφορες «προσωπικότητες» προσπαθούν να παίξουν κάποιο ρόλο. Ανθρωποι όπως ο επιχειρηματίας και πρώην μέλος του συριακού κοινοβουλίου, Ριάντ Σαΐφ, που όπως αναφέρει το περιοδικό Foreign Policy (29/4/11) είχε φυλακιστεί από το 2008 μέχρι το 2010 για την υπογραφή που έβαλε στην «Διακήρυξη της Δαμασκού» (διακήρυξη που συντάχτηκε στις 16 Οκτώβρη 2005 από διάφορα κόμματα και οργανώσεις και κινούνταν σε καθαρά αστικά πλαίσια «εκδημοκρατισμού» του καθεστώτος), ο οποίος σήμερα ζει στη Δαμασκό, ο πρώην αντιπρόεδρος της Συρίας Αμπντούλ Χαλίμ Χαντάμ, που ζει εξόριστος στο Παρίσι και ήταν ο αρχιτέκτονας της συριακής κατοχής στο Λίβανο και σύμμαχος του πρώην προέδρου του Λιβάνου, Ραφίκ Χαρίρι που δολοφονήθηκε το 2005, δύο μέλη του κοινοβουλίου από τη Ντεράα που παραιτήθηκαν τον περασμένο Απρίλη μαζί με άλλα 200 μέλη του κόμματος Μπάαθ διαμαρτυρόμενοι για την κρατική καταστολή στη Ντεράα, εμφανίζονται να εμπλέκονται στην αντιπολίτευση, χωρίς όμως να μπορούμε να γνωρίζουμε την επιρροή τους μέσα στον κόσμο.
Μέχρι και φιλοσιωνιστές, όπως ο Φαρίντ Γκαντρί που από τις ΗΠΑ «ηγείται» του «Κόμματος της Μεταρρύθμισης στη Συρία», δηλώνουν παρόντες στο κίνημα της αντιπολίτευσης. Ο Γκαντρί κατηγορείται για σύνδεση με το ισραηλινό λόμπι στις ΗΠΑ, πράγμα που φαίνεται ανάγλυφα από συνέντευξη που έδωσε τον περασμένο Μάη στο περιοδικό Glo-bes. Εκεί είχε δηλώσει ότι αποδέχεται την παρουσία του ισραηλινού στρατού «για λόγους ασφαλείας» στα υψώματα του Γκολάν ακόμα και μετά την επιστροφή τους στη Συρία, είχε χαρακτηρίσει το Ισραήλ σαν «τη μόνη δημοκρατία στη Μέση Ανατολή», ενώ κατηγόρησε τους «Παλαιστίνιους της Χαμάς» ότι σκέφτονται μόνο το δικό τους πρόβλημα! Πιο φιλοσιωνιστής, δηλαδή, δεν γίνεται!
Το φιλοσιωνιστικό τμήμα της συριακής αντιπολίτευσης οργάνωσε μάλιστα συνάντηση στο Σαν Ζερμέν της Γαλλίας, στις αρχές του μήνα (4/7). Οπως κατήγγειλε το κανάλι της Χεζμπολά (Αλ Μανάρ), μεταξύ των παρευρισκομένων ήταν ο ισραηλινής καταγωγής, γνωστός για τις αντικομμουνιστικές του απόψεις, γάλλος δισεκατομμυριούχος και διανοούμενος (της συμφοράς) Μπερνάρ-Ανρί Λεβί, ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της Γαλλίας και υπέρμαχος της επέμβασης στο Ιράκ, Μπερνάρ Κουσνέρ, το μέλος του κινήματος της νεολαίας του Λικούντ (!) Φρεντερίκ Ανσελ και το μέλος της Κνεσέτ και σύμβουλος του υπουργού Πολέμου του Ισραήλ Εχούντ Μπάρακ, Αλεξ Γκόλντφαρμπ που εμφανιζόταν ως μέλος της συριακής αντιπολίτευσης! Οι παρευρισκόμενοι κατήγγειλαν την «ιρανική» ανάμιξη στα εσωτερικά της Συρίας καθώς και τις διασυνδέσεις της με την «τρομοκρατική» Χεζμπολά. Ο εκπρόσωπος του «Μετώπου Σωτηρίας» (μιας ομάδας της συριακής αντιπολίτευσης) κάλεσε τις δυτικές δυνάμεις να βοηθήσουν την αντιπολίτευση και υπεραμύνθηκε των σιωνιστών καλεσμένων λέγοντας ότι «είμαστε έτοιμοι να συναντηθούμε με οποιονδήποτε για να σταματήσουν οι σφαγές στη Συρία».
Ηταν τέτοια η πρόκληση, που έξω από το κτίριο της συνάντησης δεν διαδήλωσαν μόνο υποστηρικτές του Ασαντ αλλά και οπαδοί άλλων τμημάτων της αντιπολίτευσης! Φυσικά, οι φιλοσιωνιστές δεν μπορούν να παίξουν ρόλο στα τεκταινόμενα, τη στιγμή μάλιστα που το Ισραήλ συνεχίζει να κατέχει (κατά παράβαση ακόμα και του διεθνούς δικαίου) τα υψώματα του Γκολάν από τη Συρία. Προσπαθούν όμως να διεισδύσουν, τώρα μάλιστα που βλέπουν ότι… υπάρχει ψητό. Ως πιο οργανωμένη ομάδα εμφανίζεται αυτή που συστάθηκε τον περασμένο Απρίλη, σε μια προσπάθεια ενοποίησης διαφόρων τμημάτων της αντιπολίτευσης. Είναι οι «Τοπικές Επιτροπές Συντονισμού». Στα μέσα του Ιούνη δημοσιοποίησαν μάλιστα και το όραμά τους για μια πολιτική λύση στη χώρα (το οποίο δημοσίευσαν στο site τους στο διαδίκτυο: https://www.lccsyria.org/751). Πρόκειται για ένα κείμενο σε καθαρά αστικά κοινοβουλευτικά πλαίσια, που ζητά μια ειρηνική μετάβαση σε ένα πολυκομματικό καθεστώς, χωρίς λέξη για τις ταξικές αντιθέσεις που μαστίζουν τη χώρα. Ζητούν μάλιστα μια εξάμηνη «μεταβατική περίοδο», κατά την οποία ένα «Μεταβατικό Συμβούλιο» από πολιτικό και στρατιωτικό προσωπικό (θυμίζοντας τα πρότυπα της αντιπολίτευσης στη Λιβύη) θα ηγηθεί της μετάβασης σε μία «νέα Συρία» μέσω πολιτικών και νομοθετικών μεταρρυθμίσεων.
Αυτές είναι οι κυριότερες ομάδες της αντιπολίτευσης, που μέχρι στιγμής έχουν καταγραφεί από τα διεθνή ΜΜΕ. Φυσικά, αυτό δε σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και άλλες ομάδες πιο ριζοσπαστικές, που ενδεχομένως να παίξουν αυξημένο ρόλο στο μέλλον. Αν κρίνουμε από το γεγονός ότι το καθεστώς Ασαντ δεν έχει έρθει αντιμέτωπο μόνο με ογκώδεις διαδηλώσεις αλλά και με ένοπλες ομάδες (γι’ αυτό και το Συριακό Παρατηρητήριο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα αναφέρει πάνω από 350 νεκρούς στα σώματα ασφαλείας), μάλλον αυτές είναι οι ομάδες που όλοι φοβούνται, γι’ αυτό και ένας σιωνιστής βουλευτής από το κυβερνητικό κόμμα Λικούντ του Ισραήλ είχε δηλώσει στο πρακτορείο The Christian Science Monitor, τον περασμένο Μάη, ότι προτιμά τον «πολιτικό εξτρεμισμό» του Ασαντ από έναν «θρησκευτικό εξτρεμισμό» στα σύνορα του Ισραήλ.
Απέναντι σε αυτή την κατάσταση οι διάφοροι δυτικοί ιμπεριαλιστές δεν μπορούσαν να μείνουν αμέτοχοι. Λίγες μέρες μετά τη σύνοδο της αντιπολίτευσης στο Παρίσι, τόσο ο αμερικάνος όσο και ο γάλλος πρέσβης στη Συρία έσπευσαν να επισκεφτούν τις περιοχές προπύργια της αντιπολίτευσης, προκαλώντας θυελλώδεις αντιδράσεις από εξαγριωμένους διαδηλωτές που πέταξαν πέτρες στις πρεσβείες της Γαλλίας και των ΗΠΑ. Φυσικά, δεν τους έπιασε ο πόνος για το συριακό λαό, αλλά άδραξαν την ευκαιρία να κάνουν το κομμάτι τους (όπως έκαναν στη Λιβύη). Εδώ και χρόνια οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις δεν το κρύβουν ότι θέλουν να αναγκάσουν τον Ασαντ να ευθυγραμμιστεί με την πολιτική τους, να σταματήσει να στηρίζει την Χεζμπολά στο Λίβανο και να απαγορεύσει τη λειτουργία των παλαιστινιακών οργανώσεων στη χώρα.
Ομως, η αδυναμία της αντιπολίτευσης να παίξει πολιτικό ρόλο και ο κίνδυνος ενός ριζοσπαστικού ισλαμικού κινήματος που δεν θα ευθυγραμμίζεται με τις ορέξεις τους, τους κάνει διστακτικούς και δεν εγείρουν ζήτημα άμεσης ανατροπής του Ασαντ, αλλά αρκούνται σε συστάσεις για «σεβασμό των ανθρώπινων δικαιωμάτων». Οι «Τοπικές Επιτροπές Συντονισμού» δέχτηκαν να συναντηθούν με τους ξένους πρεσβευτές και η τοπική επιτροπή της Χάμα ανακοίνωσε ότι δεν δέχτηκε να συναντηθεί με τους ξένους πρεσβευτές, επειδή είναι Αμερικάνοι και Γάλλοι, αλλά δέχονται να συνομιλήσουν με τον καθένα (ακόμα και τον ιρανό πρεσβευτή όπως αναφέρουν), ο οποίος είναι έτοιμος να γνωστοποιήσει στον κόσμο τι πραγματικά συμβαίνει στη Συρία, καταλήγοντας ότι αρνούνται κάθε ξένη ανάμιξη. Αυτό φυσικά δε σημαίνει τίποτα, γιατί το ίδιο είχαν κάνει αρχικά και οι αντιπολιτευόμενοι στη Λιβύη, με τη γνωστή συνέχεια.
Το πραγματικό πρόβλημα στη χώρα δεν είναι μόνο η δημοκρατία. Φυσικά και το καθεστώς Ασαντ είναι ένα απολυταρχικό καθεστώς (όπως τα περισσότερα στην περιοχή). Ομως, ακόμα κι αν εφαρμόσει κάποιες «μεταρρυθμίσεις», αυτές δε θα δίνουν ψωμί στο λαό που στενάζει από την ακρίβεια και την οικονομική κρίση που μαστίζει τη χώρα. Πράγμα που παραδέχονται ακόμα και υποστηρικτές του Ασαντ στο εξωτερικό, όπως ο πρόεδρος του κινήματος για έναν δίκαιο κόσμο και καθηγητής πανεπιστημίου της Μαλαισίας σε άρθρο του με τίτλο «Δώστε στον Μπασάρ Αλ Ασαντ μια ευκαιρία», ο οποίος λέει τα εξής: «Ενώ ο λόγος του Μπασάρ αναφέρθηκε κυρίως σε πολιτικές μεταρρυθμίσεις, απέτυχε να αναγνωρίσει ότι βασικές οικονομικές αλλαγές θα ήταν απαραίτητες για να μειωθούν οι αυξανόμενες διαφορές μεταξύ των πλουσίων και των φτωχών και να χαλιναγωγήσει τις τεράστιες αυξήσεις στο κόστος των βασικών προϊόντων και υπηρεσιών. Φυσικά, είναι αλήθεια ότι η μαζική εισροή 1.5 εκατομμυρίου ιρακινών προσφύγων από το 2003 μαζί με τους μισό εκατομμύριο παλαιστίνιους πρόσφυγες από προηγούμενες περιόδους έ-χουν επίσης επιβαρύνει σοβαρά την συριακή οικονομία».
Εδώ βρίσκεται η κοινή αιτία της λαϊκής δυσαρέσκειας στη Συρία με τις υπόλοιπες αραβικές χώρες: φτώχεια, εξαθλίωση και απολυταρχικά καθεστώτα. Σε αυτό το πρόβλημα ούτε ο Ασαντ ούτε η αντιπολίτευση φαίνονται διατεθειμένοι ν’ απαντήσουν. Για δημοκρατία μιλούν και οι μεν και ο δε, «ξεχνούν» όμως το ταξικό πρόσημο…