Πληθαίνουν τις τελευταίες μέρες οι φήμες που θέλουν τους Ταλιμπάν να βρίσκονται σε μυστικές ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις με την αφγανική κυβέρνηση, μετά από πρωτοβουλία της Σαουδικής Αραβίας και με την υποστήριξη της Βρετανίας. Η πληροφορία δημοσιεύτηκε στη βρετανική εφημερίδα «Observer» (29/9/08) και μεταδόθηκε από πολλά ΜΜΕ. Οι φήμες αυτές ενισχύθηκαν από δηλώσεις του αφγανού προέδρου Χαμίντ Καρζάι, ο οποίος σε συνέντευξη Τύπου μια μέρα αργότερα, επ’ ευκαιρία του τέλους του ραμαζανιού, αποκαλώντας τον πνευματικό ηγέτη των Ταλιμπάν, Μουλά Ομάρ, αδελφό, του απηύθυνε για πρώτη φορά προσωπικά έκκληση να επιστρέψει και να δουλέψει για την ειρήνη και την ανοικοδόμηση της χώρας, διαβεβαιώνοντας ότι θα τον προστατέψει να μην πάθει κακό από τους ξένους. Παράλληλα, διέψευσε τις φήμες ότι είχε μυστικές διαπραγματεύσεις με Ταλιμπάν στη Σαουδική Αραβία, παραδέχτηκε όμως ότι έκανε πολλές προσπάθειες τα δυο τελευταία χρόνια, με τη μεσολάβηση της Σαουδικής Αραβίας και του Πακιστάν, προς αυτή την κατεύθυνση, αλλά χωρίς αποτέλεσμα.
Η απάντηση από την ηγεσία των Ταλιμπάν ήταν άμεση και σαφέστατη. Σε ανακοίνωσή της μια μέρα μετά το δημοσίευμα του «Observer», μεταξύ άλλων, επισημαίνει ότι θεωρεί αυτές τις αβάσιμες φήμες ως αποτυχημένες προσπάθεις του εχθρού να προκαλέσει δυσπιστία και ανησυχία ανάμεσα στους Αφγανούς, τα άλλα έθνη και τους Μουτζαχεντίν. Οτι κανένα επίσημο μέλος των Ταλιμπάν σήμερα ή στο παρελθόν έχει διαπραγματευτεί με τις ΗΠΑ ή το ανδρείκελό τους, την αφγανική κυβέρνηση. Οτι λίγοι πρώην αξιωματούχοι Ταλιμπάν, που βρίσκονται σε κατ’ οίκον περιορισμό ή έχουν παραδοθεί, δεν αντιπροσωπεύουν τους Ταλιμπάν. Οτι αν ο αγώνας τους ήταν για υπουργεία και σημαντικές θέσεις στην αφγανική κυβέρνηση-ανδρείκελο, τότε τέτοιες διαπραγματεύσεις θα είχαν νόημα, όμως ο αγώνας τους γίνεται για να εφαρμόσουν τους νόμους του Αλλάχ στο Αφγανιστάν, αφού ξεριζώσουν τους εχθρούς του Ισλάμ. Οτι ο διάλογος για το συμφέρον του Αφγανιστάν και του Ισλάμ δεν θα είναι κρυφός από το έθνος και ότι ο αγώνας τους θα συνεχιστεί μέχρι την αποχώρηση όλων των ξένων στρατευμάτων.
Η φημολογία αυτή και η έκκληση του Καρζάι προς τον Μουλά Ομάρ δεν είναι μόνο μια προσπάθεια δημιουργίας διάσπασης, δυσπιστίας και σύγχυσης στις γραμμές των Ταλιμπάν και στον αφγανικό λαό. Είναι και μια ακόμη απόδειξη του αδιεξόδου που βρίσκονται οι αμερικανονατοϊκές δυνάμεις στο Αφγανιστάν, που τους αναγκάζει να αναζητούν και κάποιες, μη στρατιωτικές, διόδους διαφυγής.
Τη ζοφερή πραγματικότητα που αντιμετωπίζουν οι δυνάμεις κατοχής στο Αφγανιστάν δίνει και ρεπορτάζ των βρετανικών «Times» (1/10/08), με τίτλο «Ο βρετανός πρεσβευτής υποστηρίζει ότι η αποστολή στο Αφγανιστάν είναι καταδικασμένη, σύμφωνα με αναφορά που έχει διαρρεύσει». Το ρεπορτάζ αναφέρεται στην εβδομαδιαία γαλλική εφημερίδα «Le Canard Enchaine», η οποία δημοσιεύει αποσπάσματα μιας αναφοράς του γάλλου αναπληρωτή πρεσβευτή στην Καμπούλ, Francois Fitou, προς τον πρόεδρο Σαρκοζί και τον υπουργό Εξωτερικών Μπερνάρ Κουσνέρ, ενόψει της νατοϊκής συνόδου για το Αφγανιστάν. Στην αναφορά αυτή ο γάλλος διπλωμάτης συνοψίζει τα βασικά σημεία των εκτιμήσεων του βρετανού πρεσβευτή στην Καμπούλ, Sir Sherard Cowper-Coles, σε συνάντησή τους στις 2 Σεπτεμβρίου.
Οι «Times» αναδημοσιεύουν από το γαλλικό περιοδικό, εκτός των άλλων, το εξής χαρακτηριστικό απόσπασμα της αναφοράς του γάλλου διπλωμάτη:
«Η σημερινή κατάσταση είναι άσχημη. Η κατάσταση της ασφάλειας επιδεινώνεται συνεχώς. Το ίδιο η διαφθορά και η κυβέρνηση έχει χάσει κάθε εμπιστοσύνη. Οι δημόσιες δηλώσεις μας δεν πρέπει να παραπλανούν σχετικά με το γεγονός ότι η εξέγερση, αν και δεν μπορεί να κερδίσει μια στρατιωτική νίκη, παρόλα αυτά κάνει τη ζωή όλο και πιο δύσκολη, ακόμη και μέσα στην Καμπούλ.
Η παρουσία, ιδιαίτερα η στρατιωτική παρουσία, της συμμαχίας είναι μέρος του προβλήματος, όχι η λύση. Οι ξένες δυνάμεις διασφαλίζουν την επιβίωση του καθεστώτος, το οποίο θα καταρρεύσει χωρίς αυτές. Ετσι επιβραδύνουν και περιπλέκουν μια αναπόφευκτη έξοδο από την κρίση, η οποία, συν τοις άλλοις, πιθανόν θα είναι δραματική».