Η επάνοδος των Ταλιμπάν στην εξουσία άναψε ξανά στη Δύση την κουβέντα για τον ισλαμισμό, τον μεσαιωνικό υποβιβασμό της γυναίκας, τη σκοταδιστική όψη του ισλαμισμού, επισκιάζοντας τα εγκλήματα της εισβολής του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και των συμμάχων του σε μια χώρα της κεντρικής Ασίας. Σε αυτή την παγίδα δεν έχει πέσει μόνο η λεγόμενη δυτική κοινή γνώμη που επηρεάζεται στενά από τα δυτικά ΜΜΕ, αλλά και μεγάλο τμήμα ανθρώπων του κινήματος που έχουν αναφορές στην Αριστερά, καθεστωτική ή «εκτός των τειχών».
Η δυτική κοινή γνώμη αντιλαμβάνεται τα πράγματα μέσα από τους παραμορφωτικούς φακούς της μιντιακής προπαγάνδας των αμερικανών ιμπεριαλιστών και των λακέδων τους. Τα ντόπια μέσα συντονίζονται απόλυτα με την προπαγάνδα των διεθνών ΜΜΕ. Μέσα στη ραστώνη των θερινών διακοπών οι δυτικοί πολίτες βομβαρδίζονται από αλλεπάλληλα πλάνα απόγνωσης και πανικού από τους υπηρέτες των νατοϊκών: τους μεταφραστές, οδηγούς, φρουρούς, «ακτιβιστές» που σιτίζονταν στο πρυτανείο της κατοχής και κάθε είδους χαφιέδες των δυτικών πρεσβειών, που στοιβάζονται με τις οικογένειές τους σαν τα ποντίκια στο Διεθνές Αεροδρόμιο της Καμπούλ, ποδοπατώντας ο ένας τον άλλον, αδιαφορώντας για τον διπλανό τους, επιδιώκοντας να εξασφαλίσουν μια θέση διαφυγής σε ένα δυτικό αεροπλάνο.
Τα πράγματα είναι ξεκάθαρα και τα αποκαλύπτει ο επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ Ζοζέπ Μπορέλ στην πρόσκαιρη διένεξη που είχε με τους Αμερικανούς για το ποιοι δοσίλογοι (τα φιλαράκια των Αμερικανών ή των Ευρωπαίων) θα διασωθούν μέχρι τις 31 Αυγούστου, ορόσημο που οι ίδιοι οι Αμερικανοί φαίνεται ότι θα κρατήσουν για την πλήρη απομάκρυνση των υποτακτικών τους. Διαβάζουμε σε ανάρτηση στο Αλ Τζαζίρα στις 21 Αυγούστου:
«Ο επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ Ζοζέπ Μπορέλ δήλωσε στο πρακτορείο ειδήσεων AFP ότι ήταν “μαθηματικά αδύνατο” για τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους να απομακρύνουν το προσωπικό δεκάδων χιλιάδων Αφγανών και τις οικογένειες τους μέχρι την προθεσμία της 31ης Αυγούστου. Ο Μπορέλ, μιλώντας από την Ισπανία σε τηλεφωνική συνέντευξη, πρόσθεσε ότι “έχουμε παραπονεθεί” στους Αμερικανούς ότι η ασφάλειά τους στο αεροδρόμιο της Καμπούλ ήταν υπερβολικά αυστηρή και εμπόδιζε την είσοδο σε Αφγανούς που εργάζονταν για τους Ευρωπαίους”».
Τα δυτικά ΜΜΕ αντιστρέφουν την πραγματικότητα, υποτιμούν τη νοημοσύνη μας και παρουσιάζουν τους δοσίλογους, τους συνεργάτες των μακελάρηδων, τους υπηρέτες των νατοϊκών, ως τον «πολύπαθο λαό» του Αφγανιστάν που κινδυνεύει από τους «αιμοσταγείς» Ταλιμπάν. Ασήμαντες διενέξεις έξω από το αεροδρόμιο της Καμπούλ με φρουρούς Ταλιμπάν να χτυπούν με ραβδιά τους δοσίλογους που αποπειρώνται να προσεγγίσουν το Διεθνές Αεροδρόμιο της Καμπούλ, χωρίς να διαθέτουν τα απαραίτητα διεθνή έγγραφα για να ταξιδέψουν, συγκρούσεις που συνηθίζονται σε όλον τον πλανήτη και κατά κόρον στη Δύση, στις οποίες πρωτοστατούν οι «πολιτισμένες» μονάδες καταστολής και «αποκατάτασης της τάξης» με χημικά, πλαστικές σφαίρες, γκλομπ, ανοίγοντας κεφάλια και στέλνοντας τον κόσμο στα νοσοκομεία, ενίοτε και στα νεκροτομεία, βαπτίζονται «εφιαλτική τρομοκρατία» των Ταλιμπάν. Και βέβαια, κρύβουν το γεγονός ότι οι Ταλιμπάν που έχουν αναπτυχθεί στην περίμετρο του αεροδρομίου βρίσκονται σε συνεννόηση με τις ΗΠΑ, όπως παραδέχτηκε ο εκπρόσωπος του Πενταγώνου Τζον Κίρμπι («Οι διοικητές μας στο αεροδρόμιο είναι σε επικοινωνία με τους διοικητές Ταλιμπάν επί του πεδίου στο εξωτερικό του αεροδρομίου», δήλωσε αρνούμενος να δώσει περισσότερα στοιχεία για το περιεχόμενο των συνομιλιών).
Αν η ζωή ήταν μια συσσώρευση από τηλεοπτικές μνήμες, τότε η τηλεόραση θα έχτιζε πλήρως την αντίληψή μας για τα πολιτικά τεκταινόμενα. Αν σε τρεις μέρες τα ΜΜΕ πρόβαλλαν με την ίδια ζέση και αφοσίωση σκηνές από εκατοντάδες βομβαρδισμένα χωριά στην ύπαιθρο του Αφγανιστάν και στα σύνορα με το Πακιστάν, φρικιαστικά πλάνα από απανθρακωμένους ανθρώπους και ζώα, από μικρά παιδιά που τρέχουν αιμόφυρτα αναζητώντας τη νεκρή μάνα τους στα αποκαΐδια, ένα ελάχιστο ποσοστό δηλαδή από το φόρο αίματος που καταβλήθηκε εναντίον της αμερικανικής κατοχής, που από τους ίδιους τους δυτικούς αποτιμάται σε 50.000 νεκρούς (σίγουρα οι νεκροί άμαχοι είναι πολύ παραπάνω), είναι σχεδόν βέβαιο ότι μαζικά οι δυτικοί πολίτες θα εξοργίζονταν με τις κυβερνήσεις τους και θα ξεχνούσαν την προπαγάνδα για τους «αιμοσταγείς» Ταλιμπάν.
Η στάση της δυτικής κοινής γνώμης είναι, λοιπόν, σε ορισμένο βαθμό ευεξήγητη. Δεν είναι, όμως, για έλληνες αριστερούς που υπερασπίζονται στις διακηρύξεις τους το δικαίωμα των λαών στην αυτοδιάθεση και στην αντίσταση απέναντι στον ιμπεριαλισμό. Ειδικά όταν γνωρίζουν ότι και το ελληνικό κράτος έστειλε στρατεύματα στο Αφγανιστάν υπό την ομπρέλα του ΝΑΤΟ. Οι τελευταίοι θα έπρεπε να είναι σε θέση αμέσως να μπορούν να διακρίνουν τον αφγανικό λαό που υπέμεινε 20 χρόνια τον αμερικανικό ζυγό από τους δοσίλογους που είχε στο σβέρκο του, εκτός αν κι αυτοί παραμυθιάζονται και πατρονάρονται από τα ΜΜΕ και τους σύγχρονους ιεραπόστολους της αποικιοκρατίας, τα διαφθορεία των ΜΚΟ, που φωνάζουν για τα ανθρώπινα δικαιώματα επιλεκτικά προκειμένου να αθωώσουν τα εγκλήματα πολέμου των αφεντικών τους.
Οι Ταλιμπάν ήταν και είναι αναμφισβήτητα ιδεολογικά σκοταδιστές. Ομως σκοταδιστές είναι και οι μουτζαχεντίν εχθροί τους, που συσπειρώθηκαν στο δοσιλογικό στρατό των νατοϊκών εισβολέων, αρχής γενομένης από τη συγκρότηση της λεγόμενης «Βόρειας Συμμαχίας» το 2001, και αργότερα συνενώθηκαν ως πολέμαρχοι που φέρνουν το ασκέρι τους στο στρατό, μοιράζοντας στους υποτακτικούς τους ένα τμήμα από τα δολάρια που ο θείος Σαμ προόριζε για τον δοσιλογικό στρατό στην επικράτειά τους, καβατζώνοντας τα περισσότερα για την πάρτη τους, επενδύοντας σε γαίες και ξένα χαρτοφυλάκια. Η διαφορά ανάμεσα στις δυο πλευρές, όμως, είναι ολοφάνερη για έναν συνεπή αριστερό. Οι Ταλιμπάν διεξήγαγαν έναν δίκαιο, εθνικοαπελευθερωτικό, ανυποχώρητο πόλεμο, ενώ οι τελευταίοι προσκύνησαν τον θείο Σαμ και την κατοχή.
Ενας συνεπής αριστερός, που δεν πατρονάρεται από την αστική προπαγάδα, αδιαφορεί πλήρως για το αν οι Ταλιμπάν είναι μοναρχικοί, δημοκρατικοί, κομμουνιστές ή ισλαμιστές Από τη στιγμή που κατάφεραν να προσελκύσουν στο πλευρό του αντικατοχικού αγώνα την πλειοψηφία του λαού τους ή να εξασφαλίσουν την ευμενή ουδετερότητα ενός μεγάλου κομματιού του αφγανικού λαού (αλλιώς δεν θα επικρατούσαν τόσο εύκολα μετά την αποχώρηση των Γιάνκηδων) και ως αντάρτες μιας υπόδουλης, υπανάπτυκτης χώρας να γονατίσουν το στρατό της μεγαλύτερης ιμπεριαλιστικής δύναμης του πλανήτη, να ξεφτιλίσουν το γόητρό των ΗΠΑ σε όλη την οικουμένη, να ματώσουν οικονομικά τους Γιάνκηδες, αναγκάζοντάς τους να καταβάλουν 2,5 τρισεκατομμύρια δολάρια που στο μέλλον ενδέχεται να διπλασιαστούν από τα ανοιχτά χρέη της κατοχής, τότε ένας συνεπής αριστερός αντιλαμβάνεται ότι ο αγώνας των Ταλιμπάν είναι πολύ πιο προοδευτικός από τον «αγώνα» κάθε «αριστερού» διαχειριστή του καπιταλισμού στη Δύση, που πουλάει φύκια για μεταξωτές κορδέλες, γιατί υπονομεύει, υποσκάπτει τον ιμπεριαλισμό διεθνώς, συνιστώντας λαμπρό παράδειγμα προς μίμηση για κάθε λαό που καταδυναστεύεται από τον ιμπεριαλισμό, ανεξάρτητα αν απομονωμένα, στις συγκεκριμένες συνθήκες του Αφγανιστάν, στο παρόν και το μέλλον, οι Ταλιμπάν δρουν και θα δράσουν ως αυταρχικοί κυβερνήτες μιας υπανάπτυκτης ασιατικής χώρας.
Είναι σημαντικό, όμως, να γνωρίζουμε πώς εξελίχτηκαν τα πράγματα στο Αφγανιστάν και να μην πέφτουμε θύματα της προκλητικής προπαγάνδας των ρεβιζιονιστών του Περισσού, που χρόνια τώρα επιδίδονται σε συνωμοσιολογίες και πρακτορολογίες, παρουσιάζοντας τους Ταλιμπάν ως δημιούργημα των αμερικανών ιμπεριαλιστών, προκειμένου να κρύψουν τα εγκλήματα πολέμου της ρωσικής εισβολής και κατοχής του Αφγανιστάν τη δεκαετία του ‘80. Είναι σημαντικό να αντιληφθούμε πώς ο ισλαμισμός αναδύθηκε ιστορικά σε μια σειρά από χώρες της Ανατολής και ότι οι Ταλιμπάν δεν είναι τίποτα άλλο εκτός από προϊόν αυτής της ιστορικής εξέλιξης.
Η νοσταλγία των «αδιάφθορων» Ταλιμπάν
Ο κατοχικός ζυγός, τον οποίον οι δυτικοί ιμπεριαλιστές παρουσίαζαν ως δημοκρατία, δεν είχε σημαντική στήριξη από τον αφγανικό λαό, παρά μόνο από συγκεκριμένα καλοστεκούμενα στρώματα στις πόλεις, που ευνοούνταν από την κατοχή. Ενάντια στη σημαία των «ανθρώπινων δικαιωμάτων», που σήκωναν οι δοσίλογοι και οι εισβολείς, μεγάλο κομμάτι της φτωχολογιάς αντιστεκόταν, υψώνοντας τη σημαία του «ισλαμικού νόμου» και την καταδίκη της δυτικής επιρροής, στην οποία απέδιδαν τη διαφθορά και τη ρεμούλα της νέας διακυβέρνησης ανδρείκελων, που είχε φτάσει στο απόγειό της, λεηλατώντας τον πλούτο της χώρας.
Αμερικάνοι και βρετανοί παρατηρητές, δημοσιογράφοι ή βουλευτές, δεν είχαν κανένα πρόβλημα στο παρελθόν να καταγράφουν αυτή την αντίληψη στη συνείδηση των Αφγανών. Παραθέτουμε αποσπάσματα από άρθρο της αμερικανίδας ρεπόρτερ Κιμ Μπάρκερ, που δημοσιεύτηκε στις 25 Νοέμβρη του 2008 στη «Chicago Tribune». Η Μπάρκερ ήταν απεσταλμένη της εφημερίδας στο Πακιστάν και το Αφγανιστάν και οι ανταποκρίσεις της επιβεβαιώνουν τα άνωθι (σ.σ.: οι επισημάνσεις παντού παρακάτω δικές μας):
«Η διαφθορά στρέφει όλο και περισσότερους ανθρώπους προς τους φονταμενταλιστές Ταλιμπάν. Οι Ταλιμπάν μπορεί να έχουν μείνει στη μνήμη για τη σκληρή τους εξουσία, αλλά και για την επιβολή αυτής της σκληρής εξουσίας. Κανένας δεν έπαιρνε δωροδοκίες. Το μεγαλύτερο μέρος της χώρας ήταν ασφαλές. Η πάταξη της διαφθοράς θεωρείται κρίσιμη για την τύχη του έθνους, όμως, παρά τις υποσχέσεις του Καρζάι ότι θα την πολεμήσει, τίποτα δεν έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια.
Η δωροδοκία εκτείνεται από τους χαμηλόβαθμους αξιωματικούς της αστυνομίας, με μισθό 100 δολάρια το μήνα, που δωροδοκούνται για να καλύψουν τα έξοδά τους, μέχρι τους ανώτατους κυβερνητικούς αξιωματούχους. Ανώτατοι αξιωματούχοι, από τον υπουργό Αμυνας μέχρι τους αδελφούς του Καρζάι και τον πρώην Γενικό Εισαγγελέα, έχουν κατηγορηθεί για διαφθορά […]
Οι δωροδοκίες εδώ ονομάζονται Shirini, που σημαίνει “γλυκά” στην αφγανική γλώσσα των Ντάρι. Οι περισσότερες δοσοληψίες με την κυβέρνηση απαιτούν shirini. Το να πάρεις μια νέα άδεια οδήγησης γρήγορα κοστίζει 100-160 δολάρια. Ακόμη και για να πληρώσει ένα λογαριασμό νερού ή ηλεκτρικού ρεύματος, ο πελάτης πρέπει να λαδώσει. Τα πάντα γίνονται με τη δωροδοκία. Διαφορετικά δε δουλεύει τίποτα στην Καμπούλ, είπε ένας 25χρονος οδηγός φορτηγού.
Οι φυλακισμένοι λένε ότι δεν έχουν συνηγόρους υπεράσπισης, αλλά μεσάζοντες που διαπραγματεύονται τις δωροδοκίες. Ο Izzatullah Wasifi, πρώην διοικητής του Γραφείου ενάντια στη διαφθορά και τις δωροδοκίες, που ήταν κάποτε κυβερνήτης της επαρχίας Farah, είπε ότι ο πρώην αστυνομικός διοικητής της επαρχίας του είχε πει ότι πλήρωσε 100.000 δολάρια για το πόστο αυτό, το οποίο θεωρείται πολύ επικερδές λόγω των δωροδοκιών.
Με τους Ταλιμπάν, είπε ο ίδιος, αν από κάποιον έπεφτε ένα εκατομμύριο δολάρια στο δρόμο, κανείς δεν θα τα άρπαζε. Αυτός είναι ο λόγος που οι άνθρωποι νοσταλγούν τους Ταλιμπάν […]
Μια έρευνα το 2007 από το Integrity Watch Afghanistan έδειξε ότι ένα αφγανικό νοικοκυριό εκτιμάται ότι πληρώνει κατά μέσο όρο κάθε χρόνο σε μικροδωροδοκίες 100 δολάρια, παρόλο που το 70% των οικογενειών στο Αφγανιστάν ζει με λιγότερο από ένα δολάριο την ημέρα».
Η αρθρογράφος παραθέτει επίσης αποσπάσματα από σχετικό άρθρο στον «Independent» (20/10/08) του βρετανού βουλευτή Ντέιβιντ Ντέιβις, ύστερα από μια δεκαήμερη επίσκεψή του στο Αφγανιστάν.
«Το καθεστώς που υπερασπιζόμαστε είναι διεφθαρμένο από την κορυφή μέχρι τον πάτο. Ενώ ο αδελφός του προέδρου κατηγορείται ότι είναι βαρόνος ναρκωτικών, τα τρία τέταρτα περίπου της αφγανικής αστυνομίας κλέβουν από το λαο […].
Η κυβέρνηση φαίνεται να δουλεύει για το συμφέρον 20 οικογενειών. Από την παραχώρηση δκαιωμάτων εξόρυξης ορυκτών μέχρι τη σύναψη συμφωνιών, οι υπουργοί παρεμβαίνουν για να ευνοήσουν οικογένειες και φίλους. Ακόμη πιο ανησυχητικό είναι ότι οι επωφελούμενοι από τη διαφθορά είναι παλιοί πολέμαρχοι που είναι υπεύθυνοι για φρικαλεότητες στο παρελθόν. Σήμερα αυτοί λειτουργούν ατιμωρητί, ακόμη και για πράξεις βίας και απόπειρες φόνων. Πολλοί δημόσιοι αξιωματούχοι, από αστυνομικούς διοικητές μέχρι κυβερνήτες και υπουργούς, έχουν αποκτήσει εν υπηρεσία περιουσίες πολλών εκατομμυρίων.
Αυτό εξοργίζει τους απλούς Αφγανούς, οι οικογένειες των οποίων πρέπει να ζήσουν με 10 δολάρια τη βδομάδα. Η κυβέρνηση ασκεί τεράστια κηδεμονία μέσω του διορισμού αξιωματούχων, κυρίως κυβερνητών και αστυνομικών διοικητών. Το πόστο ενός αστυνομικού διοκητή σε μια περιοχή που περιλαμβάνει ένα δρόμο διακίνησης ναρκωτικών μπορεί να πουληθεί 150.000 δολάρια. Στον πάτο της πυραμίδας απλοί αστυνομικοί βγάζουν χρήματα από τους απλούς Αφγανούς επιβάλλοντας “διόδια” σε μπλόκα στους δρόμους, αλλά και με κλοπές και εκβιασμούς».
Ο ισλαμισμός των δοσίλογων
Κόντρα στην προπαγάνδα των μίντια, η συντριπτική πλειονότητα των γυναικών του Αφγανιστάν φορούσε τσαντόρ ή χιτζάμπ, ακόμη και όταν μεσουρανούσε το άστρο του δοτού προέδρου Χαμίντ Καρζάι, όχι μόνο στην υπανάπτυκτη ύπαιθρο όπου κυριαρχούν οι «πατροπαράδοτοι» νόμοι της καθυστέρησης και της πλήρους υποταγής της γυναίκας στον πατριάρχη του σπιτιού, αλλά μέσα στην ίδια την Καμπούλ.
Κόντρα στην υποκρισία της Δύσης, ο ίδιος ο δοτός πρόεδρος Χαμίντ Καρζάι το 2009 προέβη σε μια σειρά νομοθετικών ρυθμίσεων που παραβίαζαν βάναυσα τα δικαιώματα των γυναικών. Θα αναφερθούμε μόνο σε μια από αυτές τις ρυθμίσεις που αφορούσε τις γυναίκες του σιιτικού πληθυσμού του Αφγανιστάν, δηλαδή περίπου το 10% του πληθυσμού. Παραθέτουμε από τον «Γκάρντιαν» της εποχής (τίτλος άρθρου: «”Χειρότερα από τους Ταλιμπάν” – ο νέος νόμος αναστέλλει τα δικαιώματα των αφγανών γυναικών»):
«Ο Χαμίντ Καρζάι κατηγορείται ότι προσπάθησε να κερδίσει ψήφους (σ.σ.: εννοεί από τους σιίτες) στις προεδρικές εκλογές στο Αφγανιστάν υποστηρίζοντας έναν νόμο που ο ΟΗΕ θεωρεί ότι νομιμοποιεί τον βιασμό εντός γάμου και απαγορεύει στις γυναίκες να βγαίνουν έξω από τα σπίτια τους χωρίς την άδεια του συζύγου τους. Ο αφγανός πρόεδρος υπέγραψε τον νόμο νωρίτερα αυτόν τον μήνα, παρά την καταδίκη των ακτιβιστών για τα ανθρώπινα δικαιώματα και ορισμένων βουλευτών ότι παραβιάζει τις διατάξεις του συντάγματος για ίσα δικαιώματα.
Το τελικό έγγραφο δεν έχει δημοσιευτεί, αλλά πιστεύουν ότι ο νόμος περιέχει άρθρα που ορίζουν ότι οι γυναίκες δεν μπορούν να βγουν από το σπίτι χωρίς την άδεια του συζύγου τους, ότι μπορούν να αναζητήσουν δουλειά, μόρφωση ή να επισκεφθούν το γιατρό με την άδεια του συζύγου τους και ότι δεν μπορούν να αρνηθούν σεξ στον σύζυγό τους».
Μόνο μια μικρή μερίδα γυναικών της άρχουσας τάξης είχε την συνειδητή επιλογή και την ευκαιρία να κινείται ελεύθερα και αυτό δεν οφείλεται μόνο στο καθεστώς, αλλά στον ισλαμισμό που διαχέεται δεκαετίες τώρα στον κοινωνικό ιστό, ειδικά στα φτωχότερα πληβειακά στρώματα. Αυτό δεν συμβαίνει μόνο στο Αφγανιστάν, αλλά σε όλη την μουσουλμανική Ανατολή, πλην ελάχιστων εξαιρέσεων (π.χ. Λίβανος στο χριστιανικό κομμάτι του πληθυσμού του). Συμβαίνει σε χώρες που δεν υπάρχει θεσμοθετημένη σαρία και οι πολιτικοί φορείς του ισλαμισμού διώκονται απηνώς (βλέπε Αίγυπτο). Συμβαίνει σε χώρες που υπάρχει θεσμοθετημένη σαρία και τα δικαιώματα των γυναικών καταπατούνται κατάφορα. Π.χ. Σαουδική Αραβία, Κατάρ, Πακιστάν, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Μπαχρέιν: εκεί οι γυναίκες λίγο διαφέρουν από δούλες των αντρών τους, όμως, τα δυτικά ΜΜΕ δεν βγάζουν κιχ, γιατί οι χώρες αυτές είναι σύμμαχες του ΝΑΤΟ.
Οσο δεν το καταλαβαίνουμε αυτό, θα πέφτουμε στην παγίδα του ιμπεριαλισμού, καταλήγοντας να υποστηρίζουμε, εμμέσως πλην σαφώς, τον ιμπεριαλιστικό «εκπολιτισμό» των νατοϊκών και των ΜΚΟ τους. H δήθεν υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι το πρόσχημα που αξιοποιούν οι ιμπεριαλιστές για να εισβάλλουν σε χώρες και να τις κατακτούν.
Υπάρχουν πολλοί συγκεκριμένοι λόγοι που ο ισλαμισμός επικρατεί στη συνείδηση των πληβειακών μαζών της Ανατολής. Οι λόγοι αυτοί έχουν να κάνουν με τη χρεοκοπία των κοσμικών ρευμάτων αντίστασης, τον εκφυλισμό τους σε φασιστικά καθεστώτα και την υποχώρηση της επαναστατικής συνείδησης. Εχουν να κάνουν με την εξαθλίωση που φέρνει η οικονομική και πολιτική εξάρτηση στον ιμπεριαλισμό, η ίδια η ανάπτυξη του καπιταλισμού στις χώρες αυτές, του οποίου οι διαχειριστές είναι ακόμη και σήμερα, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, στρατιωτικά κοσμικά καθεστώτα, υποχείρια των ιμπεριαλιστών.
Σε επόμενα σημειώματα θα επανέλθουμε με εκτεταμένες αναφορές σε αυτές τις πτυχές, με ειδική μνεία στη λεγόμενη «λαϊκή επανάσταση» του Σαούρ, το στρατιωτικό κίνημα αξιωματικών που οι ρεβιζιονιστές παρουσιάζουν ξεδιάντροπα ως επιτομή της επαναστατικής πάλης στην Ανατολή, προκειμένου να εξωραΐσουν τα εγκλήματα πολέμου της ρωσικής εισβολής και κατοχής.