Στις 27 Δεκεμβρίου, δημοσίευμα του πρακτορείου «Reuters», με τίτλο «Οι Ταλιμπάν έχουν επεκτείνει την επιρροή τους σ’ όλο το Αφγανιστάν», επικαλούμενο δηλώσεις ανώτατου νατοϊκού αξιωματικού της Υπηρεσίας Πληροφοριών σε στενό κύκλο δημοσιογράφων, αναφέρει μεταξύ άλλων : «Ο χρόνος εξαντλείται. Εχουμε περίπου ένα χρόνο για να αποδείξουμε ότι η στρατηγική μας μπορεί πραγματικά να δουλέψει. Οι Ταλιμπάν έχουν σκιώδεις κυβερνήτες σε 33 από τις 34 επαρχίες του Αφγανιστάν. Εχουν μια κυβέρνηση σε αναμονή. Εχουν έτοιμους και τους υπουργούς. Η εξέγερση έχει αυτοπεποίθηση και προσβλέπει σε ένα μετά – ISAF Αφγανιστάν».
Στις ίδιες δηλώσεις αναφέρεται την επόμενη μέρα δημοσίευμα εφημερίδας του αμερικάνικου εκδοτικού ομίλου «MacClatchy», προσθέτοντας ότι η επιστροφή των Ταλιμπάν στις βόρειες επαρχίες του Αφγανιστάν προκαλεί σοβαρά προβλήματα ασφάλειας και απειλεί το βόρειο δρόμο ανεφοδιασμού, συμπληρωματικό των επικίνδυνων δρόμων μέσω του Πακιστάν.
Λίγες μέρες αργότερα αποκαλύφθηκε ότι οι εκτιμήσεις αυτές περιλαμβάνονται σε έκθεση που παρουσίασε στις 23 Δεκεμβρίου ο αμερικάνος στρατηγός Μάικλ Φλιν, με τίτλο «Η κατάσταση της εξέγερσης: Τάσεις, επιδιώξεις, στόχοι». Πρόκειται για την πιο απαισιόδοξη έκθεση του 2009 για τις δυνάμεις κατοχής, σύμφωνα με την οποία «οι χαλαρά οργανωμένοι Ταλιμπάν γίνονται όλο και πιο συνεκτικοί και αποτελεσματικοί. Η επιρροή τους εξαπλώνεται, διεκδικώντας και ελέγχοντας νέες περιοχές. Εχουν τους δικούς τους κυβερνήτες σε 33 από τις 34 επαρχίες της χώρας, ενώ η δύναμη και οι ικανότητες της σκιώδους κυβέρνησής τους αυξάνονται. Η αφγανική εξέγερση όχι μόνο κερδίζει έδαφος, αλλά μπορεί να αντέξει επ’ αόριστο, γιατί οι Ταλιμπάν κρατούν τις απαιτούμενες συνεργασίες για να διατηρούν την υποστήριξη και να ενισχύουν τη νομιμότητα και τις ικανότητές τους».
Επίσης, σύμφωνα με την έκθεση του στρατηγού Μάικλ Φλιν, τα «περιστατικά» με αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς έχουν σχεδόν τριπλασιαστεί μέσα σε δύο χρόνια, από 2.718 το 2007 σε 7.228 το 2009, και παράλληλα αυξάνεται το βάρος της γόμωσης και η αποτελεσματικότητά τους. Σήμερα οι περισσότερες από τις αυτοσχέδιες αυτές βόμβες έχουν βάρος πάνω από 12 κιλά και το 80 – 90% κατασκευάζονται με λίπασμα, με αποτέλεσμα να είναι πολύ δύσκολος ο εντοπισμός τους.
Συν τοις άλλοις, η έκθεση αναφέρεται στον κώδικα συμπεριφοράς των Ταλιμπάν, που συντάχθηκε με βάση την εξής οδηγία του ηγέτη τους Μουλά Ομάρ:
«Αυτή είναι η αποστολή μας: να κρατήσουμε το λαό και την περιουσία του ασφαλή. Να μην αφήσουμε τους ανθρώπους που αγαπούν το χρήμα να πάρουν την περιουσία του λαού μας και να του προκαλέσουν προβλήματα.
Να διατηρήσουμε καλές σχέσεις με τους φίλους μας και τον ντόπιο λαό και να μην αφήσουμε τον εχθρό να μας διαιρέσει και να μας χωρίσει».
Ο κώδικας συμπεριφοράς των Ταλιμπάν απαγορεύει στους μαχητές:
♦ Να κακομεταχειρίζονται τον πληθυσμό.
♦ Να παίρνουν με τη βία προσωπικά όπλα.
♦ Να παίρνουν παιδιά για να συμμετέχουν στην Τζιχάντ.
♦ Να τιμωρούν με ακρωτηριασμό.
♦ Να αναγκάζουν το λαό να δίνει δωρεές.
♦ Να κάνουν έρευνες σε σπίτια.
♦ Να κάνουν απαγωγές για χρήματα.
Η εκτενής αναφορά από το στρατηγό Μάικλ Φλιν στη συμπεριφορά των Ταλιμπάν απέναντι στον ντόπιο πληθυσμό οφείλεται προφανώς στο ότι αποτελεί κρίσιμης σημασίας ζήτημα και για τα δύο αντίπαλα στρατόπεδα. Ας μη ξεχνάμε ότι η ηγεσία των Ταλιμπάν έχει καταγγείλει τις δυνάμεις κατοχής για προβοκατόρικες ενέργειες, πολύνεκρες εκρήξεις σε βάρος αμάχων και κατασκευασμένη φημολογία, με στόχο τη διασπαση και τη συκοφάντησή τους.
Επίσης, σύμφωνα με την έκθεση, η στρατηγική των Ταλιμπάν για το 2010 συνοψίζεται στους εξής στόχους:
♦ Να αυξήσουν τη βάση υποστήριξης (να συνεχίσουν να επεκτείνονται δυτικά και βόρεια).
♦ Να αντιμετωπίσουν την εξάπλωση της ISAF και να προκαλέσουν απώλειες στους εταίρους της συμμαχίας.
♦ Να υπονομεύσουν τις προσπάθειες καλής διακυβέρνησης.
♦ Να εδραιώσουν τη διοίκηση και τον έλεγχο, ιδιαίτερα στο Νότο.
♦ Να ενισχύσουν την καθοδήγηση και την ενότητα της προσπάθειας σ’ όλη τη χώρα.
♦ Να διατηρήσουν την ορμητικότητα το χειμώνα και να αυξήσουν την επιθετικότητα.
♦ Να αυξήσουν την επιρροή τους γύρω από τα αστικά κέντρα της Κανταχάρ και της Καμπούλ.
Η έκθεση κλείνει επισημαίνοντας, μεταξύ άλλων, ότι η περιφερειακή αστάθεια αυξάνεται ταχύτατα και επιδεινώνεται, ότι η δύναμη των Ταλιμπάν είναι η αντίληψη ότι η νίκη τους είναι αναπόφευκτη και ότι για να αναστραφεί η τάση αυτή απαιτείται προστασία του πληθυσμού και αλλαγή των αντιλήψεων καθώς και ότι η επιτυχία απαιτεί «να επιχειρούμε και να σκεπτόμαστε με ένα θεμελιακά νέο τρόπο».