Ως μια προσπάθεια άσκησης περισσότερων πιέσεων στο καθεστώς Ασαντ και τίποτα περισσότερο μπορεί να χαρακτηριστεί η περιβόητη συνάντηση των «Φίλων της Συρίας», που πραγματοποιήθηκε την 1η Απριλίου στην Κωνσταντινούπολη, με τη συμμετοχή εκπροσώπων από 83 χώρες και την ηχηρή απουσία της Ρωσίας, της Κίνας και του Ιράν. Στη συνάντηση ειπώθηκαν πολλά και μεγάλα λόγια, όμως ούτε λόγος για την ανατροπή του σύριου προέδρου, ακόμη και από τους θερμούς υπέρμαχους αυτού του αιτήματος, τη Σαουδική Αραβία και το Κατάρ.
Η εξέλιξη αυτή οφείλεται σε διάφορους λόγους. Η συριακή αντιπολίτευση παραμένει διασπασμένη, με διαφορετικές πολιτικές ατζέντες. Το καθεστώς Ασαντ δείχνει αντοχή και διατηρεί την υποστήριξη του στρατού και των δυνάμεων Ασφάλειας. Στρατιωτικά έχει κερδίσει έδαφος σε βάρος της ένοπλης αντίστασης, ενώ έχει ενισχύσει πολιτικά και διπλωματικά τη θέση του με τη συνεργασία του με τον πρώην Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ Κόφι Ανάν. Ανάμεσα στις εμπλεκόμενες εξωτερικές δυνάμεις υπάρχουν διαφωνίες. Για παράδειγμα, στη σύνοδο του Αραβικού Συνδέσμου την περασμένη βδομάδα στη Βαγδάτη (πριν από τη συνάντηση της Κωνσταντινούπολης), αποσύρθηκε με συνοπτικές διαδικασίες το αίτημα της παραίτησης του Μπασάρ Ασαντ, ενώ ο ιρακινός πρωθυπουργός Νούρι αλ – Μαλίκι σε συνέντευξή του την 1η Απριλίου στη Βαγδάτη, μεταξύ άλλων, δήλωσε: «Εχει περάσει ένας χρόνος και το καθεστώς (Ασαντ) δεν έπεσε και δεν θα πέσει και γιατί πρέπει να πέσει; Εμείς απορρίπτουμε τον εξοπλισμό (των σύριων ανταρτών) και τη διαδικασία ανατροπής του καθεστώτος γιατί θα προκαλέσει μεγαλύτερη κρίση στην περιοχή». Από την άλλη, η Ρωσία, η Κίνα και το Ιράν τάσσονται σταθερά κατά της ανατροπής του καθεστώτος.
Το κοινό ανακοινωθέν που εκδόθηκε στο τέλος της συνάντησης των «Φίλων της Συρίας» καλεί το σύριο πρόεδρο να συμμορφωθεί αμέσως με την υπόσχεσή του ότι θα εφαρμόσει το σχέδιο ειρήνευσης του ΟΗΕ και του Αραβικού Συνδέσμου. Παράλληλα αναγνωρίζει το Συριακό Εθνικό Συμβούλιο ως νόμιμο εκπρόσωπο των Σύριων και ως τον κύριο συνομιλητή της αντιπολίτευσης με τη διεθνή κοινότητα. Σημειωτέον ότι το Συριακό Εθνικό Συμβούλιο, που συγκροτήθηκε τον περασμένο Αύγουστο, αποτελείται κυρίως από Σύριους που ζουν στο εξωτερικό, έχει την έδρα του στην Τουρκία, έχει δεσμούς με τη Δύση και περιορισμένη απήχηση στο εσωτερικό της Συρίας και τάχθηκε σχεδόν εξαρχής υπέρ της ξένης στρατιωτικής επέμβασης για την ανατροπή του καθεστώτος Ασαντ.
Κατά τη συνάντηση των «Φίλων της Συρίας», ανακοινώθηκε επίσης ότι η Σαουδική Αραβία και άλλες χώρες του Κόλπου (διάβαζε Κατάρ) θα δημιουργήσουν ένα ταμείο πολλών εκατομμυρίων δολαρίων, από το οποίο θα πληρώνονται οι μισθοί των αντρών του Ελεύ-θερου Συριακού Στρατού και όσων στρατιωτών αποσκιρτήσουν από τον κυβερνητικό στρατό και ενταχθούν στις γραμμές της αντιπολίτευσης. Με δεδομένη τη δεινή και λόγω του πολέμου κατάσταση της συριακής οικονομίας, αυτό θα λειτουργήσει ως δέλεαρ, ώστε, όπως ελπίζουν οι εμπνευστές του, ένας μεγάλος αριθμός στρατιωτών να αποσκιρτήσει και να επιταχυνθεί η πτώση του καθεστώτος. Η Χίλαρι Κλίντον ανακοίνωσε ότι οι ΗΠΑ θα προσφέρουν 25 εκατομμύρια δολάρια ως ανθρωπιστική βοήθεια και επικοινωνιακό εξοπλισμό για να βοηθήσουν την αντιπολίτευση να οργανωθεί, να διατηρεί επαφή με τον έξω κόσμο και να αποφεύγει τις επιθέσεις του καθεστώτος. Ολ’ αυτά βέβαια είναι υποσχέσεις που είναι άγνωστο πώς και αν υλοποιηθούν τελικά.
Το ζήτημα του εξοπλισμού των ανταρτών πέρασε στο περιθώριο, παρόλο που εκπρόσωποι του Συριακού Εθνικού Συμβουλίου στη συνάντηση έκαναν ξανά έκκληση για όπλα. Ομως ο Αραβικός Σύνδεσμος, οι ΗΠΑ, η Γαλλία και η Γερμανία αποστασιοποιήθηκαν, ενώ, στις 2 Απριλίου, και ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ, Αντερς Φογκ Ρασμούσεν, σε συνέντευξη τύπου κάλεσε για διπλωματική λύση και επανέλαβε ότι το ΝΑΤΟ δεν έχει καμιά απολύτως πρόθεση να επέμβει στη Συρία. «Δεν νομίζω – επισήμανε – ότι ο σωστός δρόμος είναι να δώσουμε όπλα σε κάποια ομάδα στη Συρία. Υπάρχει καθαρός κίνδυνος η χορήγηση όπλων σε κάποια ομάδα στη Συρία να οδηγήσει σε ένα επικίνδυνο πολλαπλασιασμό όπλων στην περιοχή».
Ακόμη πιο σαφής ήταν ο επικεφαλής της Επιτροπής Πληροφοριών της Βουλής των Αντιπροσώπων, Μάικ Ρότζερς, ο οποίος σε συνέντευξή του την 1η Απριλίου στο CNN δήλωσε, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Είναι άσχημη ιδέα να εξοπλίσουμε τη συριακή αντιπολίτευση, κυρίως γιατί απλώς δεν γνωρίζουμε ποιοι είναι… Και θυμηθείτε, δίνοντας μια σειρά όπλων σε ανθρώπους που δεν γνωρίζουμε ποιοι είναι – υπάρχουν και κάποιοι κακοί χαρακτήρες – πιθανόν δεν θα μας βγει σε καλό μακροπρόθεσμα».
Από την πλευρά του, το καθεστώς Ασαντ ανακοίνωσε ακριβώς πριν από τη συνάντηση των «Φίλων της Συρίας» ότι η «μάχη για την ανατροπή του έχει τελειώσει» και στη συνέχεια ότι αποδέχεται το χρονοδιάγραμμα που πρότεινε ο Κόφι Ανάν, δηλαδή κατάπαυση του πυρός και σταδιακή αποχώρηση των στρατευμάτων και των βαριών όπλων από κατοικημένες περιοχές μέχρι τις 10 Απριλίου. Με την προϋπόθεση ότι και οι αντάρτες θα κάνουν το ίδιο. Στο μεταξύ, ο κυβερνητικός στρατός συνεχίζει τις επιδρομές και τις επιθέσεις σε θύλακες της ένοπλης αντίστασης στη Χομς, στην Ιντλίμπ, στην Ντεράα και σε περίχωρα της Δαμασκού προσπαθώντας να καταφέρει εναντίον τους όσο το δυνατόν μεγαλύτερα πλήγματα και να τους αποδυναμώσει. Παράλληλα συνεχίζονται οι συλλήψεις, η λεηλασία και η καταστροφή καταστημάτων και άλλων περιουσιακών στοιχείων καθώς και το γκρέμισμα των κατοικιών των ανταρτών, γνωστών ακτιβιστών της αντιπολίτευσης και των οικογενειών τους.
Η προθεσμία της 10ης Απριλίου τέθηκε προφανώς για να λειτουργήσει ως μέσο πίεσης στο καθεστώς Ασαντ, το οποίο, για να κερδίσει χρόνο, μπορεί να αποσύρει στρατεύ-ματα και βαριά όπλα από κατοικημένες περιοχές όπου επικρατεί αυτή τη στιγμή ηρεμία. Ομως δεν είναι διατεθειμένο να κάνει το ίδιο σε περιοχές όπου η ένοπλη αντίσταση διατηρεί τις δυνάμεις της και συνεχίζει να αποτελεί σοβαρή απειλή για το καθεστώς. Από την άλλη, ακόμη κι αν εφαρμοστεί το σχέδιο του ΟΗΕ και του Αραβικού Συνδέσμου που προωθεί ο Κόφι Ανάν και ο Ελεύθερος Συριακός Στρατός συμμορφωθεί με τους όρους του, υπάρχουν διάφορες ένοπλες ομάδες, που δεν ελέγχονται και μπορεί να συνεχίσουν τις επιθέσεις. Ας μην ξεχνάμε ότι τα αντίπαλα στρατόπεδα τα χωρίζει ποτάμι αίματος.