«Ολοκληρωτικό πόλεμο ενάντια σε όλα τα ξένα πετρελαϊκά συμφέροντα» κήρυξαν οι αντάρτες, όπως δήλωσε στις 17 Φλεβάρη στο BBC ένας στρατιωτικός διοικητής του «Κινήματος για τη χειραφέτηση του Δέλτα του Νίγηρα».
Δυο μέρες αργότερα, το Σαββατοκύριακο 18 και 19 Φλεβάρη, ακολούθησε κύμα επιθέσεων σε αγωγούς και πετρελαϊκές εγκαταστάσεις και η απαγωγή 9 ξένων υπαλλήλων της Shell. Σε ανταλλαγή πυρών κατά την επιχείρηση της απαγωγής σκοτώθηκαν 2 αντάρτες και 14 στρατιώτες, σύμφωνα με ανακοίνωση του στρατού. Οπως είναι γνωστό, στο Δέλτα του Νίγηρα έχει αναπτυχθεί μεγάλη στρατιωτική δύναμη για την περιφρούρηση των πετρελαϊκών εγκαταστάσεων, όμως έχει αποδειχτεί ανίκανη να εμποδίσει τις επιθέσεις των ανταρτών.
Στις 20 Φλεβάρη ανατίναξαν ένα αγωγό της Shell και κατέλαβαν ένα πλωτό στρατώνα, αφού προηγουμένως οι στρατιώτες τράπηκαν σε φυγή, και τον ανατίναξαν με εκρηκτικά. Μετά τις επιθέσεις αυτές, η Shell ανακοίνωσε ότι εκκένωσε όλες τις εγκαταστάσεις της στη γύρω περιοχή, μια έκταση με στενούς κολπίσκους και βάλτους, από την οποία αντλούνται 500.000 βαρέλια πετρελαίου την ημέρα.
Την ίδια μέρα, οι αντάρτες, για πρώτη φορά, απείλησαν ότι θα χτυπήσουν και πετρελαιοφόρα και προειδοποίησαν τον πρόεδρο της χώρας ότι θα τον σκοτώσουν, αν τολμήσει για οποιοδήποτε λόγο να πατήσει το πόδι του στο Δέλτα του Νίγηρα.
Το νέο κύμα επιθέσεων πυροδότησαν οι αεροπορικές επιθέσεις σε χωριά της περιοχής την προηγούμενη βδομάδα, από τις οποίες, όπως καταγγέλλουν οι αντάρτες, σκοτώθηκαν περισσότεροι από 20 άνθρωποι.
Την ευθύνη για τις επιθέσεις ανέλαβε το «Κίνημα για τη χειραφέτηση του Δέλτα του Νίγηρα», στο οποίο, σύμφωνα με τον ανταποκριτή του BBC, έχουν συσπειρωθεί οι διάφορες ομάδες που δρούσαν αρκετά χρόνια τώρα στην περιοχή, διεκδικώντας έλεγχο του πετρελαϊκού πλούτου της γης τους, αποζημίωση για τη μόλυνση που έχει υποστεί και θέσεις εργασίας για τον ντόπιο πληθυσμό.
Τον περασμένο μήνα, οι αντάρτες έθεσαν στόχο να μειώσουν κατά το ένα τρίτο την παραγωγή πετρελαίου. Με τις τελευταίες επιθέσεις έχουν καταφέρει να μειωθεί περισσότερο από 20%, προκαλώντας αναταραχή στην διεθνή αγορά πετρελαίου και αύξηση της τιμής του. Συνεπώς, δεν βρίσκονται μακριά από το στόχο τους, καθώς όλα δείχνουν ότι οι επιθέσεις θα κλιμακωθούν.