Ο νέος πρόεδρος, ο Ντόναλντ Τραμπ, επισφραγίζει την απόλυτη επικράτηση των Ρεπουμπλικανών στο αμερικάνικο πολιτικό σκηνικό. Οι Ρεπουμπλικανοί εξακολουθούν να διατηρούν την πλειοψηφία τόσο στη Γερουσία όσο και στη Βουλή των Αντιπροσώπων, την οποία είχαν κερδίσει στις προηγούμενες ενδιάμεσες εκλογές για το Κογκρέσο που έγιναν το Νοέμβρη του 2014. Τώρα διαθέτουν και τον πρόεδρο.
Μεγάλη αποχή
Η αποχή στις εκλογές του Νοέμβρη του 2014 ήταν η μεγαλύτερη από τότε που κρατά αναλυτικά αρχεία το Γραφείο Στατιστικής (βλ. https://www.census.gov/newsroom/press-releases/2015/cb15-122.html). Τότε είχε ψηφίσει μόλις το 41.9%.
Αν και τα επίσημα αποτελέσματα των προεδρικών εκλογών δεν έχουν ανακοινωθεί ακόμα από το Γραφείο Στατιστικής, οι περίπου 120 εκατομμύρια ψηφοφόροι που φέρεται να ψήφισαν στις εκλογές της περασμένης Τρίτης ισοδυναμούν με το 54% περίπου των 227 εκατομμυρίων αμερικανών πολιτών άνω των 18 ετών, ηλικία που τους καθιστά ικανούς να ψηφίσουν (βλ. Γραφείο Στατιστικής των ΗΠΑ https://www.census.gov/data/tables/time-series/demo/voting-and-registration/electorate-profiles-2016.html). Το ποσοστό αυτό είναι παρασάγγας μακριά από τα ποσοστά συμμετοχής στις προεδρικές εκλογές τόσο του 2008 (63.6%) όσο και του 2012 (61.8%), που κέρδισε ο Ομπάμα.
Το υψηλό ποσοστό αποχής οφείλεται κυρίως στην δυσαρέσκεια του αμερικάνικου λαού από τις ανεκπλήρωτες υποσχέσεις του Ομπάμα, οι οποίες (όπως γράφουμε στο αφιέρωμα της διπλανής σελίδας) παραπέμφθηκαν στις… αμερικάνικες καλένδες. Από την άλλη, η φυσιογνωμία της Χίλαρι Κλίντον δεν ήταν αρκετή για να αναστρέψει αυτή την πραγματικότητα. «Για μένα σημασία έχουν οι θέσεις και όχι το φύλο. Δεν ψηφίζω τη Χίλαρι, γιατί δεν ψηφίζω με το αιδοίο μου» δήλωσε η διάσημη ηθοποιός Σούζαν Σαράντον, στρατευμένη χρόνια στη λεγόμενη αριστερή πτέρυγα του Δημοκρατικού Κόμματος, που είχε δώσει αγώνα υπέρ του Ομπάμα. Είναι βέβαιο ότι πολλοί Δημοκρατικοί που στήριξαν τον Μπέρνι Σάντερς (όπως η Σαράντον) απείχαν από τις κάλπες, αρνούμενοι να επιλέξουν το «μικρότερο κακό».
Μια σπάνια νίκη
Ο Τραμπ κατόρθωσε να κερδίσει γιατί παρίστανε ότι είναι «ενάντια στο κατεστημένο». Βασίστηκε στον εθνικισμό, την ξενοφοβία και το ρατσισμό, που η ίδια η αμερικάνικη πολιτική γεννάει, σε μια εποχή που η καπιταλιστική κρίση έχει μετατραπεί σε ασθενή «ανάκαμψη», με απτό τον κίνδυνο να επανέλθει σε ακόμα χειρότερη κρίση.
Η νίκη του Τραμπ, όμως, δεν είναι τόσο μεγάλη όσο εμφανίζεται, καθώς οι ψήφοι που πήρε ήταν τελικά γύρω στις 200.000 λιγότερες από αυτές της Κλίντον. Το ποσοστό του Τραμπ (47,5%) ήταν ελαφρώς μικρότερο από αυτό της Κλίντον (47.7%), σύμφωνα με τα αποτελέσματα που δημοσιοποιήθηκαν από τα αμερικάνικα μίντια (βλ. https://edition.cnn.com/election/results/president). Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές (Τετάρτη βράδυ) τα επίσημα αποτελέσματα δεν έχουν ακόμα ανακοινωθεί από το Σώμα των Εκλεκτόρων (βλ. https://www.archives.gov/federal-register/electoral-college/key-dates.html).
Το παράδοξο εξηγείται από το γεγονός ότι ο Πρόεδρος δεν εκλέγεται άμεσα από το λαό αλλά από τους 538 εκλέκτορες. Οι εκλέκτορες εκλέγονται σε κάθε Πολιτεία όχι αναλογικά, αλλά με πλειοψηφικό σύστημα: ο νικητής τους παίρνει όλους (αυτό συμβαίνει στις 48 από τις 50 Πολιτείες). Για παράδειγμα, οι 55 εκλεκτορικές ψήφοι της Καλιφόρνια πηγαίνουν όλες στο νικητή, ακόμα κι αν αυτός κέρδισε με 50.1% έναντι 49.9% του αντιπάλου του.
Επομένως, η απρόσμενη νίκη του Τραμπ ήταν όντως σπάνια. Τέτοια νίκη συμβαίνει για τέταρτη φορά στην ιστορία των αμερικάνικων εκλογών. Ο τελευταίος πρόεδρος που εκλέχτηκε μολονότι πήρε λιγότερες ψήφους από τον αντίπαλό του ήταν ο Μπους υιός στις εκλογές του 2000. Αναφέρει η ιστοσελίδα του Σώματος των Εκλεκτόρων:
«Σε μία κούρσα πολλών υποψηφίων όπου οι υποψήφιοι έχουν ισχυρή περιφερειακή έφεση, όπως το 1824, είναι αρκετά πιθανό ένας υποψήφιος που συγκεντρώνει τις περισσότερους ψήφους σε πανεθνική βάση να μην κερδίσει τις εκλεκτορικές ψήφους. Σε μία κούρσα με δύο υποψηφίους, αυτό είναι λιγότερο πιθανό να συμβεί. Ομως συνέβη στις εκλογές μεταξύ Hayes και Tilden το 1876 και στις εκλογές μεταξύ Harisson και Cleveland το 1888, εξαιτίας της στατιστικής διαφοράς μεταξύ των αποτελεσμάτων της ψηφοφορίας σε κάθε ξεχωριστή πολιτεία και στα αποτελέσματα σε εθνικό επίπεδο. Αυτό συνέβη στις προεδρικές εκλογές του 2000, στις οποίες ο Τζορτζ Μπους έλαβε λιγότερες ψήφους από τον Αλμπερτ Γκορ, αλλά έλαβε την πλειοψηφία των εκλεκτορικών ψήφων» (https://www.archives.gov/federal-register/electoral-college/faq.html#ecpopulardiffer).
Δυο όψεις του ίδιου νομίσματος
Ομως, όσοι νομίζουν ότι ήρθε η ώρα του τρίτου παγκόσμιου πολέμου ας… χαλαρώσουν. Οχι γιατί οι πόλεμοι έχουν πλέον αποφευχθεί (κάθε άλλο), αλλά γιατί δεν είναι η ρητορεία που καθορίζει την πολιτική. Το έδειξε και η ομιλία του Τραμπ μετά τη νίκη του, η οποία ήταν πιο… προσγειωμένη, αλλά και η αφαίρεση από την επίσημη ιστοσελίδα του της θέσης για απαγόρευση μετανάστευσης μουσουλμάνων στις ΗΠΑ.
Η λήξη της θητείας του Μπαράκ Ομπάμα στα τέλη του χρόνου σηματοδοτεί και τη λήξη του πιο «δημοκρατικού» προσωπείου που φόρεσε ποτέ η αστερόεσσα. Ομως, ο Ομπάμα δεν ήταν τίποτα περισσότερο από ένας «Μπους σε ιλουστρασιόν χαρτί» (όπως είχαμε τονίσει από την πρώτη στιγμή που ανέβηκε στον προεδρικό θώκο), πράγμα που αποδεικνύεται από τις ψεύτικες υποσχέσεις που έδωσε στον αμερικάνικο λαό. Ο Τραμπ αναμένεται να είναι ένας σκληρότερος «Ομπάμα». Είτε με τον ένα είτε με τον άλλο, το σύστημα παραμένει αλώβητο, αφού και οι δύο είναι βγαλμένοι από τη μήτρα του.
Η πολιτική του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού θα αποφασιστεί από το αμερικάνικο κεφάλαιο που ελέγχει τις κυβερνήσεις και καθορίζει την πολιτική τακτική της εκάστοτε κυβέρνησης ανάλογα με τα οικονομικά και γεωπολιτικά του συμφέροντα. Αν χρειαστεί να βομβαρδίσει, θα βομβαρδίσει, είτε με Δημοκρατικούς είτε με Ρεπουμπλικανούς. Το έχει κάνει άλλωστε και η κυβέρνηση Ομπάμα (στο Αφγανιστάν βομβαρδίζονταν νοσοκομεία μέχρι πρόσφατα και στη Συρία οι αμερικάνικες βόμβες δε σκοτώνουν μόνο τους «κακούς τζιχαντιστές» αλλά και αμάχους). Το είχε κάνει και η κυβέρνηση Κλίντον (το ’98 είχε βομβαρδίσει για κάποιες μέρες το Ιράκ).
Από την άλλη, θυμηθείτε ότι ακόμα και ο Μπους (ο νεότερος) είχε εμφανιστεί ως… επαναστάτης όταν το χρειαζόταν για να εξυπηρετήσει την αμερικάνικη πολιτική. Στην περιοδεία του σε πέντε λατινοαμερικάνικες χώρες το Μάρτη του 2007 (βλ. https://www.eksegersi.gr/issue/459/Διεθνή/7653.Μια-τρύπα-στο-νερό), έφτασε να παρουσιαστεί ως συνεχιστής της… επανάστασης του Σιμόν Μπολίβαρ! Οσο οι διαχειριστές του συστήματος εναλλάσσονται στους ρόλους του «καλού» και του «κακού», του «διαλλακτικού» και του «σκληρού», το σύστημα θα παραμένει αλώβητο.
Οι έγχρωμοι θα εξακολουθούν να πέφτουν νεκροί από τις σφαίρες των αδίστακτων μπάτσων και οι δολοφόνοι μπάτσοι θα συνεχίσουν να μένουν ατιμώρητοι. Οι αμερικάνικες πολυεθνικές θα συνεχίσουν να θησαυρίζουν και να τσεπώνουν κρατικό παραδάκι, ληστεύοντας όχι μόνο τους αμερικάνους εργαζόμενους και τους μετανάστες στις ΗΠΑ, αλλά και ολόκληρα κράτη. Η φτώχεια και η κοινωνική ανισότητα θα συνεχίσουν να καλπάζουν. Και οι ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι θα συνεχίσουν να προκαλούν εκατόμβες θυμάτων, ανεξάρτητα αν αυτά βρίσκονται στις καπιταλιστικές μητροπόλεις ή τις εξαθλιωμένες εξαρτημένες χώρες.
Πώς θα σπάσει ο φαύλος κύκλος;
Οσο κι αν φανούμε «δογματικοί», δε θα πάψουμε ποτέ να υποστηρίζουμε ότι αυτός ο φαύλος κύκλος δε σπάει με εκλογές. Η επανάσταση των καταπιεσμένων, των προλετάριων (που υπάρχουν και αποτελούν την πλειοψηφία, όσο κι αν οι ίδιοι πολλές φορές δε θέλουν να ονομάζονται έτσι) είναι που θα σπάσει το φαύλο κύκλο, για να φέρει στη θέση του καπιταλισμού ένα σύστημα μη εκμεταλλευτικό. Είναι αυτό που ο γερο-Μαρξ περιέγραψε τόσο εύγλωττα και παραμένει τρομακτικά επίκαιρο, κι ας έχουν περάσει τόσα χρόνια από τότε:
«Οταν μια κοινωνική επανάσταση διαφεντέψει στα επιτεύγματα της αστικής εποχής, στην παγκόσμια αγορά και στις μοντέρνες παραγωγικές δυνάμεις, και τα υποτάξει στον κοινό έλεγχο των πιο προχωρημένων λαών, μονάχα τότε η ανθρώπινη πρόοδος θα πάψει να μοιάζει μ’ αυτό το αποτρόπαιο ειδωλολατρικό ξόανο που δεν πίνει νέκταρ παρά μόνο μέσα από το κρανίο των σφαγιασμένων» (Καρλ Μαρξ, «Οι μελλοντικές συνέπειες της βρετανικής κυριαρχίας στην Ινδία», 22/7/1853).