Φωτιά έχουν πάρει οι κουβέντες σε όλα τα μπασκετικά στέκια, τα μηνύματα και τα σχόλια στο Twitter και τα άλλα ιντερνετικά μέσα δίνουν και παίρνουν και η προσοχή ολόκληρης της μπασκετικής Ευρώπης είναι στραμμένη στην ελληνική αγορά, ειδικά μετά τη μετακίνηση-βόμβα του Κώστα Σλούκα από το μεγάλο λιμάνι στους πράσινους.
Οι ερυθρόλευκοι, που στη διάρκεια της περασμένης σεζόν είχαν ήδη προλάβει να ανανεώσουν τη συνεργασία τους με τους Φαλ, Μακίσικ, Γουόκαπ (με τον τελευταίο να αποκτά στη συνέχεια με συνοπτικές διαδικασίες την ελληνική ιθαγένεια, με τις ευλογίες φυσικά της ΕΟΚ και την υπόδειξη του Ολυμπιακού, «ανοίγοντας» έτσι μια επιπλέον θέση ξένου στο ρόστερ της ομάδας), μπήκαν δυνατά και στη φετινή μεταγραφική περίοδο υπογράφοντας κατά σειρά διετές συμβόλαιο συνεργασίας με τους παλιούς γνώριμους και πολύτιμους Νίκολα Μιλουτίνοφ και Νάιτζελ Γκος, εκτινάσσοντας το ενδιαφέρον και τις προσδοκίες των φιλάθλων τους στα ύψη! Αμέσως μετά ακολούθησε και η ανανέωση στον μαχητικό και χρήσιμο Κέινααν που κέρδισε επάξια μια θέση στο ρόστερ της ομάδας για την ερχόμενη σεζόν μετά την εκπληκτική εμφάνισή του στον τελικό της Ευρωλίγκας.
Το καλό μομέντουμ όμως σταμάτησε με την απώλεια του Βεζένκοφ. Οι ελάχιστες ελπίδες για παραμονή του κορυφαίου παίκτης της Ευρωλίγκας δεν δικαιώθηκαν, ο «Σάσα» χαιρέτησε συμπαίκτες και οπαδούς και πέταξε για το Σακραμέντο, αφήνοντας μια τεράστια «τρύπα» στη θέση 4 που δύσκολα καλύπτεται, όχι τόσο γιατί ταλέντα σαν αυτόν σπανίζουν στην Ευρώπη, όσο γιατί ταίριαζε απόλυτα στον τρόπο παιχνιδιού του κόουτς Μπαρτζώκα, που ζητά από τους φόργουορντ λίγες επαφές με την μπάλα και συνεχή κίνηση στο χώρο. Ο Βεζένκοφ επωφελήθηκε στο μέγιστο βαθμό από την καθοδήγηση του Μπαρτζώκα και απογείωσε την καριέρα του, μαθαίνοντας να κάνει πράγματα στο παρκέ που τον καθιστούν απαραίτητο ακόμη και για τον πλέον απαιτητικό προπονητή στον κόσμο.
Στον Tύπο, ωστόσο, καλλιεργούνταν κλίμα ευφορίας στους οπαδούς και παρουσιαζόταν μια εικόνα ότι οι πρόεδροι είναι αποφασισμένοι να κάνουν την υπέρβαση και να φέρουν ως αντικαταστάτη του τον μεγάλο Μίροτιτς, καθώς -όπως έλεγαν- το μόνο που απομένει είναι η «τυπική» εξωδικαστική επίλυση της οικονομικής διαφοράς του με την πρώην ομάδα του, την Μπαρτσελόνα, ενώ παράλληλα είναι διατεθειμένοι να συναντηθούν με τον ηγέτη της ομάδας Σλούκα, να εξομαλύνουν τις σχέσεις του με τον κόουτς (ακόμα και ο θυρωρός του ΣΕΦ γνώριζε ότι Μπαρτζώκας και Σλούκας δεν αντάλλασsαν βλέμμα) και να τον πείσουν να κλείσει την καριέρα του στο λιμάνι, κρατώντας έτσι σχεδόν ακέραιο τον κορμό της ομάδας.
Η συνάντηση του Σλούκα με τους προέδρους έγινε, ο παίκτης δεν άκουσε το ποσό που ήθελε (παρά τα «παχιά» λόγια για αναγνώριση της αξίας του και του πρωταγωνιστικού του ρόλου, στο τέλος για όλους τους επαγγελματίες αθλητές το μόνο που έχει σημασία είναι το πόσα μηδενικά θα εγγράψουν στον τραπεζικό τους λογαριασμό) και αποχώρησε από τα γραφεία δίνοντας έτσι την ευκαιρία σε όλους τους επίδοξους «μνηστήρες», που ήταν πολλοί (μετά την αποχώρηση του Μίσιτς από την Εφές για την Οκλαχόμα, ο Σλούκας δικαίως θεωρείται ο κορυφαίος γκαρντ των ευρωπαϊκών γηπέδων), να πλειοδοτήσουν για να τον αποκτήσουν.
Τα τηλέφωνα του μάνατζερ του Σλούκα πήραν φωτιά και ο ΠΑΟ που τραβούσε μεγάλα ζόρια, αφού δεν είχε να παρουσιάσει κάποια μεταγραφική κίνηση που θα άλλαζε τις ισορροπίες, παρά την παρουσία του νέου του προπονητή Αταμάν, κινήθηκε ταχύτατα στο παρασκήνιο και εξασφάλισε την υπογραφή του, προσφέροντας σ’ αυτόν γην και ύδωρ.
Ο Ολυμπιακός βγαίνει ζημιωμένος διπλά από αυτήν την ιστορία: χάνει τον καλύτερό του περιφερειακό παίκτη, τον κινητήριο μοχλό της επίθεσής του και ηγέτη του, και μάλιστα από τον βασικό του αντίπαλο εντός συνόρων, που κάνει προσπάθεια να αποκτήσει οντότητα και να ξεφύγει από τη μιζέρια των τελευταίων ετών, ενώ ταυτόχρονα θα χρειαστεί να προχωρήσει σε νέες, ενδεχομένως και πιο ακριβές απ’ ό,τι περίμενε, μεταγραφικές κινήσεις για να αποκαταστήσει το πληγωμένο γόητρο των οπαδών του, που σιχτιρίζουν τόσο τον Σλούκα όσο και την ομάδα που τον άφησε να φύγει.
Οι διαδρομές των παικτών από μία ομάδα στον βασικό της ανταγωνιστή αποτελούν ρουτίνα στις προηγμένες ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις του εξωτερικού σε όλα τα αθλήματα και γενικά δεν προκαλούν εγκεφαλικά, αλλά εδώ, όπου έχουν «εκπαιδευτεί» γενιές και γενιές φιλάλθων να συναρτούν άμεσα την ψυχική τους ηρεμία με το καλό της ομάδας, δεν ξεπερνιούνται εύκολα και συχνά πυροδοτούν το μίσος ανάμεσα στους οργανωμένους στρατούς. Πριν από 13 χρόνια ο Βασίλης Σπανούλης έκανε την αντίθετη διαδρομή, από το ΟΑΚΑ στο Φάληρο, και τότε ήταν οι πράσινοι οπαδοί που τον χαρακτήριζαν πουλημένο και προδότη, ενώ οι ερυθρόλευκοι ήρωα.
Η καζούρα των οπαδών της μιας ομάδας στην άλλη είναι φυσιολογική και θεμιτή, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αυτός είναι ο κυνικός τρόπος με τον οποίο λειτουργούν όλοι οι «ανιοδιοτελείς εργάτες» του επαγγελματικού αθλητισμού. Μην ψάχνουμε να βρούμε στους επαγγελματίες αθλητές χαρακτηριστικά που συνήθως συναντάμε σε απλούς λαϊκούς ανθρώπους. Χαρακτηριστικά όπως η ειλικρίνεια, η αφοσίωση, η ανιδιοτέλεια, το «δέσιμο» με τους φίλους και τους συναδέλφους από τη δουλειά έχουν προ πολλού εκλείψει από αυτόν τον σάπιο χώρο.
Η καριέρα των επαγγελματιών αθλητών είναι σύντομη, τα στάνταρ της διαβίωσης που έχουν δημιουργήσει είναι απλησίαστα για τους πολλούς (σπίτια, ταξίδια, αυτοκίνητα) και προκειμένου να τα συντηρήσουν πρέπει να «παντελονιάσουν» όσα περισσότερα μπορούν σε αυτό το σύντομο χρονικό διάστημα. Οταν ολοκληρώσουν την αθλητική τους καριέρα, θα συνεχίσουν να παρασιτούν ως μικροεπιχειρηματίες, θα το «παίζουν» αθλητικοί παράγοντες και οι πιο τυχεροί και έξυπνοι από αυτούς θα διεκδικήσουν και θα πετύχουν τη συμμετοχή τους στο αστικό πολιτικό παιχνίδι, μη διστάζοντας να στηρίξουν κάθε αντιδραστικό νομοσχέδιο που φέρνει ο προστάτης τους στη Βουλή. Και κάθε φορά που θα ξεσπά η λαϊκή αντιβία, θα καλούν τον κόσμο να κάνει υπομονή και να δείξει αυτοσυγκράτηση.
Γ.Ρ.