Πολύ πριν την εφαρμογή της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (στο πλαίσιο της οποίας οι κοινοτικές επιδοτήσεις έχουν αποδεσμευτεί από την παραγωγή στο σύνολο σχεδόν των αγροτικών προϊόντων) είχαμε προβλέψει τις καταστροφικές επιπτώσεις που θα είχε στην αγροτική παραγωγή. Οι προβλέψεις αυτές καταγράφηκαν αναλυτικά σε άρθρα στην «Κ», αρκετά από τα οποία στηρίχτηκαν σε ερωτήσεις που υποβάλλαμε στην πολιτική ηγεσία του υπουργείου Γεωργίας.
Το 2006 μπήκαν σε εφαρμογή όλες οι διατάξεις της ΚΑΠ και έτσι είμαστε πια σε θέση να αναλύσουμε τις επιπτώσεις της, αφού τόσο η αρμόδια υπηρεσία του υπουργείου Γεωργίας όσο και η ΕΣΥΕ έδωσαν στη δημοσιότητα στοιχεία για την παραγωγή και την καλλιεργηθείσα έκταση του 2006. Θα αναφερθούμε, λοιπόν, σε ορισμένα αγροτικά προϊόντα που είναι ενταγμένα στην ΚΑΠ, γιατί υπάρχουν και αγροτικά προϊόντα στα οποία η νέα ΚΑΠ επέδρασε έμμεσα, όπως είναι π.χ το καλαμπόκι. Μιλούμε για έμμεση επίδραση, γιατί η κοινοτική πολιτική της κατάργησης των δασμών και των ποσοστώσεων για όλα τα αγροτικά προϊόντα χαράχτηκε την ίδια περίοδο με τη νέα ΚΑΠ και επιδιώκει τους ίδιους στόχους: τη μείωση της αγροτικής παραγωγής και των καλλιεργούμενων εκτάσεων. Το 2005 είχαν καλλιεργηθεί 2,41 εκατ. στρέμματα και είχαν παραχθεί 2,169 εκατ. τόνοι καλαμποκιού, ενώ το 2006 καλλιεργήθηκαν 1,9 εκατ. στρέμματα και παράχθηκαν 1,71 εκατ. τόνοι.
Η νέα ΚΑΠ έπληξε καίρια την καπνοκαλλιέργεια από τον πρώτο χρόνο εφαρμογής της. Παρουσιάζουμε πρώτα τα στοιχεία της αρμόδιας Διεύθυνσης του υπουργείου Γεωργίας, η οποία είναι υποχρεωμένη να στέλνει τα στοιχεία αυτά στις αρμόδιες υπηρεσίες της Κομισιόν.
♦ Το 2005 είχαν καλλιεργηθεί 501.000 στρέμματα και είχαν παραχθεί 112.000 τόνοι καπνού, ενώ το 2006 καλλιεργήθηκαν 218.000 στρέμματα και παράχθηκαν μόνο 25.000 τόνοι καπνού! Μειώθηκε δηλαδή η παραγωγή καπνού κατά 87.000 τόνους.
♦ Το 2006 καλλιεργήθηκαν για μια σειρά λόγους περισσότερα στρέμματα με σύσπορο βαμβάκι, όμως η παραγωγή έπεσε. Ο λόγος δεν ήταν οι καιρικές συνθήκες, όπως έσπευσαν να ισχυριστούν διάφορα παπαγαλάκια. Ρόλο έπαιξε και η ΚΑΠ, αφού δεν υπάρχει υποχρέωση να παραδίνει ο βαμβακοπαραγωγός σύσπορο βαμβάκι προκειμένου να πάρει τη συνδεδεμένη ενίσχυση. Το 2006 παράχθηκαν μόνο 903.000 τόνοι σύσπορου βαμβακιού, ενώ το 2005 η παραγωγή κυμάνθηκε μεταξύ 1.150.000 και 1.200.000 τόνων. Δηλαδή, είχαμε μια μείωση της παραγωγής κατά 250-300 χιλιάδες τόνους σύσπορου βαμβακιού.
♦ Το 2005 καλλιεργήθηκαν 7,455 εκατ. στρέμματα με σκληρό σιτάρι και παράχθηκαν 1,491 εκατ. τόνοι, ενώ το 2006 καλλιεργήθηκαν 5,25 εκατ. στρέμματα και παράχθηκαν 1,129 εκατ. τόνοι. Είχαμε δηλαδή μια μείωση παραγωγής κατά 362 χιλιάδες τόνους σκληρού σταριού, που δεν είναι ασήμαντη ποσότητα.
♦ Το 2005 είχαν καλλιεργηθεί 418,6 χιλιάδες στρέμματα και είχαν παραχθεί 2.781 χιλιάδες τόνοι τεύτλων και 310 χιλιάδες τόνοι ζάχαρης, ενώ το 2006 καλλιεργήθηκαν 268,8 χιλιάδες στρέμματα και παράχθηκαν 1.848 χιλιάδες τόνοι τεύτλων και 169,5 χιλιάδες τόνοι ζάχαρης. Σύμφωνα δε με τα πρώτα ανεπίσημα στοιχεία, το 2007 καλλιεργήθηκαν 140 χιλιάδες στρέμματα και παράχθηκαν 850 χιλιάδες τόνοι τεύτλων και 100 έως 110 χιλιάδες τόνοι ζάχαρης. Για την ιστορία, αναφέρουμε, ότι η τευτλοκαλλιέργεια επιβλήθηκε στις χώρες της ΕΕ από την αμερικάνικη κυβέρνηση στις αρχές της δεκαετίας του ’60, στην προσπάθειά της να χτυπήσει τη ζάχαρη της Κούβας. Τώρα που αυτή η σκοπιμότητα εξέλιπε, η τευτλοκαλλιέργεια μπήκε στο στόχαστρο της Κομισιόν και των κυβερνήσεων των μεγάλων καπιταλιστικών χωρών της ΕΕ.
Εχουμε λοιπόν σημαντικές μειώσεις στην παραγωγή αυτών των τεσσάρων αγροτικών προϊόντων, που θα είναι μόνιμο χαρακτηριστικό και στα επόμενα χρόνια. Οπως έχουμε ξαναγράψει, η νέα ΚΑΠ θα προκαλέσει μείωση της παραγωγής και άλλων αγροτικών προϊόντων. Από τις μεγάλες μειώσεις της αγροτικής παραγωγής θα πληγούν περισσότερο οι φτωχοί αγρότες και πολλοί απ’ αυτούς θα αναγκαστούν να εγκαταλείψουν την αγροτική παραγωγή και το χωριό. Σημαντικές θα είναι ακόμη οι επιπτώσεις στο αγροτικό εμπορικό ισοζύγιο, αφού θα αυξηθούν περισσότερο οι εισαγωγές αγροτικών προϊόντων.
Αφήσαμε για το τέλος τα στοιχεία που παρουσίασε η ΕΣΥΕ. Θα σταθούμε μόνο στο βαμβάκι, τον καπνό και το σκληρό στάρι.
♦ Το 2005 καλλιεργήθηκαν 7.226 χιλιάδες στρέμματα και παράχθηκαν 1.697 χιλιάδες τόνοι σκληρού σταριού. Το 2006 καλλιεργήθηκαν 6.538 χιλιάδες στρέμματα και παράχθηκαν 1.424 χιλιάδες τόνοι με σκληρό στάρι. Οπως διαπιστώνουμε, η ΕΣΥΕ εμφανίζει το 2006 αυξημένη την παραγωγή κατά 295 χιλιάδες τόνους ή κατά 26,1%. Ολα τα προηγούμενα χρόνια υπήρχαν μεν αποκλίσεις των στοιχείων της ΕΣΥΕ από τα στοιχεία της αρμόδιας Διεύθυνσης του υπουργείου Γεωργίας, όμως όχι στο μέγεθος της απόκλισης του 2006.
♦ Στον καπνό η απόκλιση του 2006 είναι 15.000 τόνοι ή 60%, ενώ η απόκλιση το 2005 ήταν μόνο 10,7%.
♦ Μεγάλη είναι και η απόκλιση και στο βαμβάκι.
Αυτές οι αποκλίσεις μας δίνουν το δικαίωμα να ισχυριστούμε, ότι δεν είναι τυχαίες ούτε οφείλονται στη γραφειοκρατία και στην έλλειψη επικοινωνίας μεταξύ των διάφορων κρατικών υπηρεσιών. Κατά τη γνώμη μας οι αποκλίσεις αυτές υπαγορεύονται από την τακτική της κυβέρνησης να εμφανίσει μειωμένες τις επιπτώσεις της ΚΑΠ στην αγροτική παραγωγή και στο εμπορικό αγροτικό ισοζύγιο.