Τη Δευτέρα 23 Ιούνη 2008 εγκρίθηκε από το Συμβούλιο των υπουργών Γεωργίας των 27 κρατών της ΕΕ ο νέος κανονισμός για το σύσπορο βαμβάκι, που θ’ αρχίσει να εφαρμόζεται από 1.1.2009, δηλαδή από την επόμενη καλλιεργητική περίοδο. Με το νέο κανονισμό οι έλληνες βαμβακοπαραγωγοί θα μπορούν να καλλιεργούν, χωρίς την επιβολή προστίμων, 2.500.000 έναντι 3.700.000 εκατ. στρεμμάτων με σύσπορο βαμβάκι. Ο κανονισμός που καταργήθηκε άρχισε να εφαρμόζεται από 1.1.2006 και μέσα σε δύο χρόνια μειώθηκε δραστικά η καλλιεργούμενη έκταση. Από 3,8 εκατ. στρέμματα που ήταν το 2006 έπεσε στην καλλιεργητική περίοδο που διανύουμε κάτω από τα 3 εκατ. στρέμματα. Επίσης, σημαντικά έπεσε και η συγκομιζόμενη ποσότητα σύσπορου βαμβακιού. Από 1,25 εκατ. τόνους το 2005 έπεσε μέσα σε δύο χρόνια σε 0,9 εκατ. τόνους και φέτος θα πέσει κι άλλο και μάλιστα κατά πολύ περισσότερο, αφού η καλλιεργηθείσα έκταση μειώθηκε πάνω από 800.000 στρέμματα.
Ο κανονισμός αυτός καταργήθηκε μετά από προσφυγή της Ισπανίας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και όχι γιατί κρίθηκε ως ασύμφορος από κάποιο από τα λεγόμενα θεσμικά όργανα της ΕΕ. Δεν αποκλείουμε την περίπτωση να παρενέβαινε και η ίδια η Κομισιόν και να έκανε τη διορθωτική κίνηση που έγινε τώρα, προκειμένου να διατηρηθούν τόσο η παραγωγή σύσπορου βαμβακιού όσο και η καλλιεργούμενη έκταση σ’ ένα επίπεδο (για παράδειγμα, η παραγωγή στις 750 χιλιάδες τόνους και η καλλιεργούμενη έκταση στα 2,5 εκατ. στρέμματα).
Κατά τη διάρκεια των συζητήσεων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο των υπουργών Γεωργίας έγιναν παρεμβάσεις τόσο από την πλευρά ευρωβουλευτών όσο και από την πλευρά της ΠΑΣΕΓΕΣ. Συγκεκριμένα, ο ευρωβουλευτής της ΝΔ Ι. Γκλαβάκης κατέθεσε τροπολογία, που έγινε αποδεκτή, με την οποία ζητούσε η Ελλάδα να έχει το δικαίωμα να καλλιεργεί 2,7 εκατ. στρέμματα και να παίρνει έτσι ο βαμβακοκαλλιεργητής 75 ευρώ το στρέμμα, αντί 54,6 που παίρνει αν καλλιεργούνται στην Ελλάδα 3,7 εκατ. στρέμματα. Η ΠΑΣΕΓΕΣ, που εκπροσωπεί τα συμφέροντα της πλούσιας αγροτιάς και ενός καλοστεκού-μενου στρώματος τεχνοκρατών που έχουν αναγάγει σε επάγγελμα τον αγροτοσυνδικαλισμό, είχε ζητήσει να έχει η Ελλάδα το δικαίωμα να καλλιεργεί 2,6 εκατ. στρέμματα και να παίρνει όλη την επιδότηση των 202 εκατ. ευρώ. Τελικά, οι Κομισάριοι και το Συμβούλιο των υπουργών Γεωργίας είδαν με καλό μάτι την πρόταση αυτή και συμφώνησαν για μια έκταση 2,5 εκατ. στρεμμάτων να καταβάλλεται το ποσό των 202 εκατ. ευρώ. Συμφώνησαν ακόμη να μπορούν τα κράτη-μέλη από μόνα τους να καθιερώσουν ένα κατώτατο στρεμματικό πλαφόν, προκειμένου να παίρνουν οι αγρότες τη στρεμματική ενίσχυση.
Εκείνοι που θα πληγούν άμεσα από τη ρύμθιση αυτή είναι οι φτωχοί βαμβακοπαραγωγοί, οι οποίοι θα αναγκαστούν να σταματήσουν την καλλιέργεια. Ετσι, θα μείνουν μόνο οι πλούσιοι αγρότες. Με την απόφαση αυτή του συμβουλίου των υπουργών Γεωργίας επιβεβαιώνεται η θέση που είχαμε διατυπώσει εδώ και αρκετά χρόνια, ότι η ΕΕ με τις συνεχείς αναθεωρήσεις της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής (ΚΑΠ), από τις αρχές της δεκαετίας του 90 και ιδιαίτερα με την τελευταία του 2003, που καθιέρωσε την πλήρη αποδέσμευση των κοινοτικών ενισχύσεων, επιδιώκει τη δραστική μείωση του αγροτικού πληθυσμού στα κράτη-μέλη, όπως στην Ελλάδα, την Ισπανία, την Πορτογαλία, τη Νότια Ιταλία και στα 12 νέα κράτη-μέλη. Επιδιώκει ακόμη τη δραστική μείωση της αγροτικής παραγωγής και όχι την εξαφάνισή της και πάνω σ’ αυτό το έδαφος θα συνεχίσει να πριμοδοτεί με κρατικές ενισχύσεις το κεφάλαιο και την πλούσια αγροτιά.