«Μια φορά ο Ρομάριο με ρώτησε αν μπορούσε να φύγει για δύο μέρες, για να πάει στην Βραζιλία, στο καρναβάλι του Ρίο ντε Τζανέιρο. Του απάντησα… “Αν σκοράρεις δύο γκολ αύριο, θα σου δώσω άλλες δύο ημέρες διακοπών σε σύγκριση με τους άλλους παίκτες της ομάδας”. Την επόμενη μέρα, ο Ρομάριο σημείωσε δύο γκολ στο πρώτο εικοσάλεπτο και ήρθε αμέσως στο πλάι για να μου ζητήσει αλλαγή. Μου είπε: “Κύριε, το αεροπλάνο μου φεύγει σε μια ώρα. Γεια σας”. Δεν είχα άλλη επιλογή και κράτησα την υπόσχεσή μου στον Ρομάριο».
Γιόχαν Κρόιφ
«Οταν ήμουν στην Ιντερ, ο Ρονάλντο ήταν αυτός που προπονούνταν λιγότερο απ`όλους, γιατί ήταν τότε ο καλύτερος παίχτης στον κόσμο. Είναι αλήθεια, πάντως, ότι γυρνούσαμε στο σπίτι μετά τις 5 το πρωί. Πηγαίναμε σε κλαμπ, επιστρέφαμε τα ξημερώματα, κοιμόμουν λίγες ώρες και μετά πήγαινα για προπόνηση. Την ίδια ώρα αυτός στο κρεβατάκι του έπινε καπουτσίνο και έτρωγε τσουρέκια. Το μεγάλο πρόβλημα ήταν ότι τα μεσάνυχτα της επόμενης μέρας εμφανιζόταν σπίτι μου και δεν έφευγε μέχρι να κατέβω κάτω για να βγούμε πάλι έξω».
Κριστιάν Βιέρι
Aλλες εποχές, άλλο ποδόσφαιρο. Θα άντεχαν ο Ρομάριο και ο Ρονάλντο να κάνουν την ίδια ζωή στο σημερινό ποδόσφαιρο; ‘Η και ο ίδιος ο Κρόιφ, που διηγήθηκε το περιστατικό με τον Ρομάριο;
Σίγουρα όχι. Ο τελευταίος καλλιτέχνης της μπάλας που προσπάθησε να συνδυάσει ποδόσφαιρο υψηλού επιπέδου και διασκέδαση σε ελληνικό σκυλάδικο-πίστα (ναι, νοίκιαζε αεροπλάνα κι ερχόταν κρυφά ν’ ακούσει κάτι αηδούς της καψούρας, κάνοντας τεράστια «ζημιά» στο μαγαζί) ήταν ο Ροναλντίνιο. Δεν άντεξε! Μάζεψε τα μπογαλάκια του και γύρισε στη Βραζιλία, όπου ποτέ δεν ξανάγινε αυτός που ήταν. Είχε αλλάξει πια και το βραζιλιάνικο ποδόσφαιρο.
Πολλοί φίλαθλοι μετεωρίζονται ανάμεσα στο παλιό ποδόσφαιρο με τους παίχτες-αρτίστες και το σημερινό με τους παίχτες-ρομπότ (μερικοί από τους οποίους είναι και αρτίστες). Δεν έχει νόημα ο μετεωρισμός. Η μετατροπή του ποδόσφαιρου σε μεγάλη καπιταλιστική μπίζνα έφερε την εξέλιξη από το ποδόσφαιρο των καλλιτεχνών, ανάμεσα στους οποίους οι Βραζιλιάνοι ήταν οι περισσότεροι, στο ποδόσφαιρο των παιχτών-ρομπότ, στο πλαίσιο του οποίου τα πλάνα των προπονητών αφήνουν πολύ μικρό περιθώριο στους παίχτες-αρτίστες να κάνουν «τα δικά τους».
Οι νέες γενιές, όμως, έχουν γνωρίσει μόνο το. σύγχρονο ποδόσφαιρο. Το παλιό το βλέπουν μόνο σε κάποια κλιπάκια στο youtube, που δεν επιτρέπουν να δουν «το όλον» αλλά μόνο κάποιες «μαγικές» ενέργειες των Ρομάριο, Ρονάλντο, Ριβάλντο, Μαραντόνα, Κρόιφ κ.ά. Η σύγκριση γίνεται μέσα από παραμορφωτικό καθρέφτη.
Επίσης, η λεγόμενη «αγάπη για τη φανέλα» έχει προ πολλού εκλείψει. Οι παίχτες μαθαίνουν από παιδιά ότι αποκλείεται να βγάλουν όλη την καριέρα τους στην «ομάδα της καρδιάς τους». Ακόμα και η Μπαρτσελόνα έφτασε να πουλήσει τον Μέσι, τον τελευταίο (μέχρι τώρα) μεγάλο αρτίστα και μάλλον τον μεγαλύτερο όλων των εποχών, που βγήκε από τις ακαδημίες της και έδωσε στη θρυλική καταλανική ομάδα μια εποχή μεγαλείου.
Υπάρχουν, βέβαια, και οι «άρρωστοι». Αλλάζοντας άθλημα και πηγαίνοντας στο μπάσκετ, θα συναντήσουμε έναν τέτοιο: τον σημερινό προπονητή του Ολυμπιακού Γιώργο Μπαρτζώκα, που αν και θεωρείται από τους κορυφαίους του είδους στην Ευρώπη, συμπεριφέρεται λες και γι’ αυτόν δεν πρόκειται να υπάρξει άλλη ομάδα πλην του Ολυμπιακού, για τον οποίο «αρρωσταίνει».
Από την άποψη αυτή, ο Μπαρτζώκας είναι πραγματικά ένας αναχρονισμός. Στο τελευταίο παιχνίδι της ομάδας του, στο οποίο έχασε μέσα στο ΣΕΦ από τη Μονακό, ένας «γαύρος» τόλμησε να του φωνάξει στο τέλος «Μπαρτζώκα, τα ‘κανες πουτάνα». Τι ήταν να το πει; Χρειάστηκε να επιστρατευτούν όλοι οι σεκιουριτάδες του ΣΕΦ για να μην σαλτάρει ο Μπαρτζώκας στην κερκίδα και «πλακώσει» τον πικραμένο «γαύρο», που τόλμησε ν’ αμφισβητήσει τη «γαυροσύνη» του. Πόσο ταιριάζει όμως η «αρρώστια» του φανατικού οπαδού με το στάτους του χρυσοπληρωμένου επαγγελματία κορυφαίου προπονητή; Αβυσσος η ψυχή του αψίκορου Μπαρτζώκα.
Οι αντίπαλοι οπαδοί τού κάνουν καζούρα, χρησιμοποιώντας το γεγονός ότι ο Μπαρτζώκας μεγάλωσε σε οικογένεια κομμουνιστών (ο πατέρας του για πολλά χρόνια πηγαινοερχόταν μεταξύ φυλακής και εξορίας). Δείτε ένα πραγματικά έξυπνο κολάζ: