«Ο κάτωθι υπογεγραμμένος ιατροδικαστής Πέτρος Τζαφέρης, μεταβάς σήμερον την 26ην Ιουλίου 1944 εις το ενταύθα νεκροτομείον, ενήργησα λεπτομερή αυτοψίαν και νεκροψίαν επί του πτώματος αγνώστου γυναικός ετών 39 περίπου.
Πληροφορίαι: Μετεφέρθη διά του υπ’ αριθμ. 375 εγγράφου του Σταθμού Α` Βοηθειών, παραληφθείσα εκ του ξενοδοχείου “Κρυστάλ”.
Νεκροψία: Το τριχωτόν της κεφαλής έχει αποκοπή ατέχνως και ανωμάλως διά μαχαιριδίου. Κατά το πρόσθιον τμήμα της κόμης παρατηρείται φρύξις των τριχών. Από της ρινός και του στόματος φαίνεται έρευσεν αίμα. Από της μιας μασχάλης προς την ετέραν διά του στήθους και συνεχιζόμενα όπισθεν του κορμού υπάρχουσι δύο παράλληλα αποτυπώματα, δίδοντα την εντύπωσιν ότι παρήχθησαν εκ της πιέσεως χοντρού σχοινίου. Φαίνεται ότι το σώμα της θανούσης απαιωρήθη εν ζωή διά των μασχαλών. Κατά τους καρπούς των χειρών παρατηρούνται εντυπώματα εκ σχοινίου. Κατά τη ράχιν της ρινός και αμφοτέρας τας παρειάς και τα βλέφαρα παρατηρούνται εκχυμώσεις κυανώδεις ως και εξοίδησις. Οι χαρακτήρες δεικνύουσι ότι εγένετο συνεπεία γρονθοκοπημάτων. Κατά τας οπισθίας επιφανείας αμφοτέρων των βραχιόνων παρατηρούνται εκχυμώσεις. Κατά τους γλουτούς, μηρούς, κνήμας και άκρους πόδας, υπάρχουσι εκχυμώσεις συρρέουσαι ταινιοειδείς, χρώματος κυανώδους, λίαν πυκναί και έντονοι. Κατά τα κατώτερα των κνημών και άκρους πόδας, παρατηρείται εξοίδωσις κυανού βαθμού. Αι εκχυμώσεις αύται ως και οι των βραχιόνων, παρήχθησαν κατόπιν δράσεων σκληρών και αμβλέων οργάνων (μαστιγίων, βουνεύρων, πλεκτού σύρματος, σχοινίου, αλύσεως κλπ.), βιαιότατα κατενεχθέντων. Το τριχωτόν του εφηβαίου παρουσιάζει φρύξιν των τριχών. Κατά τη ραχιαίαν επιφάνειαν του αριστερού άκρου του ποδός παρατηρείται έγκαυμα δευτέρου βαθμού εκτάσεως ταλλήρου. Κατά τη μετατάρσιον χώραν του αυτού ποδός έτερον έγκαυμα δίδον όμως τους χαρακτήρας του μετά θάνατον γενομένου. Αι τρίχες των μηρών και κνημών παρουσιάζουν φρύξιν. Φαίνεται ότι εγκαύματα και φρύξις οφείλονται εις επίθεσιν κατ’ αυτά ανημμένων σιγαρέτων.
Η διάνοιξις των μαλακών μορίων της κεφαλής έδειξεν εκχυμώσεις κατ’ αυτά. Η διάνοιξις της κρανιακής κάμψης έδειξεν οίδημα της λεπτής μήνιγγος και διεύρυνσιν των αγγείων αυτής. Ο στόμαχος περιείχε τροφάς εξ άρτου και ντομάτας.
Συμπέρασμα: Επί του πτώματος βεβαιούνται κακώσεις προκληθείσαι εκ μαστιγώσεως ήτις εγένετο διά διαφόρων οργάνων (μαστιγίου, βουνεύρου, αλύσεως, πλεκτού σύρματος), άτινα έδρασαν αλλεπαλλήλως και βιαιότατα, ως και κακώσεις εξ απαιωρήσεως από των μασχαλών, επίσης εγκαύματα εν ζωή και μετά θάνατον γενόμενα. Ο θάνατος οφείλεται κυρίως εις τας κακώσεις καθ’ όσον τα εγκαύματα είναι μικράς εκτάσεως.
Σημείωσις: Η ταυτότης της θανούσης εξηκριβώθη υπό της Σημάνσεως, ένθα ήτο σεσημασμένη ως κομμουνίστρια υπ’ αριθ. 59953. Το πτώμα ανήκε εις την Αποστόλου Ηλέκτραν του Νικολάου».
Η ψυχρή γλώσσα του ιατροδικαστή, ο οποίος εξέτασε το πτώμα της Ηλέκτρας Αποστόλου, στελέχους του ΚΚΕ, σκιαγραφεί τον άγριο βασανισμό μέχρι θανάτου που υπέστη η κομμουνίστρια αγωνίστρια. Προσοχή: όχι από τους διαβόητους για τα βασανιστήρια που υπέβαλαν τους κρατούμενους βασανιστές της Γκεστάπο, αλλά από τους έλληνες δωσίλογους της Ειδικής Ασφάλειας.
Βασανιστές και δολοφόνοι της, όπως αποκάλυψε μετά την απελευθέρωση (10.11.1944) ο «Ριζοσπάστης», ήταν ο διοικητής της Ειδικής Ασφάλειας Λάμπου, που αργότερα έγινε υποστράτηγος της Χωροφυλακής, ο ανθυπασπιστής Παρθενίου και ο Μηνάς Καθρέπτης, δεξί χέρι του Παρθενίου.
Από το στόμα της δεν πήραν λέξη. Από άνθρωπο που ο ΕΛΑΣ είχε καταφέρει να βάλει μέσα στην Ειδική Ασφάλεια έγινε γνωστός ο διάλογος της Ηλέκτρας με τους βασανιστές της που τη διαμέλιζαν:
– Από πού είσαι;
– Από την Ελλάδα!
– Πού κατοικείς;
– Στην Ελλάδα!
– Πώς σε λένε;
– Είμαι Ελληνίδα!
– Ποιοι είναι οι συνεργάτες σου;
– Ολοι οι Ελληνες!
Αφού την αποτελείωσαν, πέταξαν το πτώμα της στο δρόμο, όπου βρέθηκε την επομένη, 26 Ιούλη του 1944. Αναγνωρίστηκε από το φάκελο της αστυνομίας.
Το ΕΑΜ ορκίστηκε εκδίκηση. Το επόμενο διάστημα η ΟΠΛΑ εκτέλεσε αρκετούς δωσίλογους. Στα πτώματά τους καρφίτσωναν ένα σημείωμα με αύξοντα αριθμό: Ηλέκτρα 1, Ηλέκτρα 2, Ηλέκτρα 3…
Το αστοκόριτσο που έγινε κομμουνίστρια
Η Ηλέκτρα Αποστόλου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1912 σε αστική οικογένεια και από κοριτσόπουλο οργανώθηκε στην ΟΚΝΕ. Η Μέλπω Αξιώτη γράφει:
«Στα 1925, τότε που το ΚΚΕ έμπαινε μέσα στο στίβο της εθνικής ζωής κι άρχιζε τη μεγάλη πορεία του, μια μέρα σ’ έναν κεντρικό δρόμο της Αθήνας στεκόταν ένα κοριτσάκι με δύο μαύρες κοτσιδούλες κι ένα κολλαριστό άσπρο φουστανάκι κι έριχνε κρυφές ματιές τριγύρω. “Βρε τι κάνεις εδώ;”, της λέει ένας γνωστός που περνά και που ήξερε καλά την οικογένεια. “Σουτ, του γνέφει η μικρή, μην πεις τίποτα στο σπίτι. Μοιράζω προκηρύξεις”. Από τότε αρχίζει η πολιτική δράση της Ηλέκτρας Αποστόλου. Ηταν τότε 13 χρονών. Καταγόταν από αστική οικογένεια. Μα, από μικρό παιδί είχε προσέξει τη φτώχεια και την αδικία που υπάρχει στον κόσμο, και το μυαλό της άρχισε να ψάχνει για να καταλάβει τις αιτίες που χώριζαν την κοινωνία στα δύο, και τον τρόπο για να λείψουν οι αδικίες».
Η Ηλέκτρα έγινε ένα από τα πιο δραστήρια μέλη της ΟΚΝΕ και το 1930 έγινε μέλος του ΚΚΕ. Το 1933 διηύθυνε την εφημερίδα της ΟΚΝΕ «ΝΕΟΛΑΙΑ», είχε υπό την ευθύνη της το τμήμα της εργαζόμενης νεολαίας και ανέπτυξε ξεχωριστή δραστηριότητα στην οργάνωση της αντιφασιστικής πάλης, στην οποία το ΚΚΕ έδινε μεγάλη σημασία. Μ’ αυτή της την ιδιότητα πήρε μέρος στο Παγκόσμιο Αντιφασιστικό και Αντιπολεμικό Συνέδριο Γυναικών στο Παρίσι, ως επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας. Το 1935 πήρε μέρος στο 6ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς Νέων (ΚΔΝ), ως εκπρόσωπος της ΟΚΝΕ.
Η μεταξική δικτατορία την έκλεισε στις φυλακές Αβέρωφ. Οταν αποφυλακίστηκε, πέρασε στην παρανομία και στάλθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου ανέλαβε γραμματέας του Γραφείου της ΟΚΝΕ Μακεδονίας – Θράκης. Το 1939 συνελήφθη και στάλθηκε εξορία στην Ανάφη, αφού πρώτα γέννησε την κόρη της σ’ ένα κρατητήριο του Μεταγωγών.
Η κινηματογραφική απόδραση
Το 1942 κατάφερε να δραπετεύσει από το Μεταγωγών (όπου είχε μεταφερθεί για να κάνει μια εγχείρηση). Η δραπέτευσή της ήταν κυριολεκτικά… κινηματογραφική. Ιδού πως την περιέγραφε η ίδια στους συντρόφους της:
«Απ’ τό νησί (σ.σ. Ανάφη) έκανα αίτηση, σε συνεννόηση με την ομάδα, να μεταφερθώ στο νοσοκομείο για εγχείρηση στο στομάχι. Υστερ’ από πολλά, η αίτησή μου έγινε δεκτή και μ’ έφεραν συνοδεία με το παιδί μου στο Τμήμα Μεταγωγών της Αθήνας. Εκεί περίμενα μερικές μέρες για να αδειάσει θέση στο Νοσοκομείο. Οσο περνούσαν οι μέρες, τόσο το αποφάσιζα να το σκάσω από κει μέσα, παρόλο που ‘χαμε πει να το σκάσω απ’ το νοσοκομείο…
Ζητάω από κάτι γυναίκες της Εθνικής Αλληλεγγύης να μου φέρουν ένα παλιοφούστανο κι ένα τσεμπέρι και αφού μου τα ‘φεραν, τους παραδίδω το παιδί. Ολα τώρα τα ‘χα έτοιμα και περίμενα. Τ’ απόγευμα, μόλις άρχισε να σουρουπώνει, κάθισα στη συνηθισμένη μου θέση στο κατώφλι του κρατητηρίου. Τέτοια ώρα, μου άνοιγαν λίγο κάθε βράδυ για να πάρω αέρα. Εκανα την άρρωστη και την αδιάφορη και δεν κοιτούσα καθόλου το σκοπό. Μόλις σουρούπωσε, περνάει κατά τύχη ένας χωροφύλακας και μου δίνει μια τσανάκα με μακαρόνια να του τα φυλάξω, ώσπου να γυρίσει. Απ’ τον ουρανό τα γύρευα και μου ‘ρθαν στη γη. Κοιτάω να δω τι γίνεται ο σκοπός. Είχε γυρίσει την πλάτη του και κουβέντιαζε με μια γυναίκα. Πετιέμαι σαν αστραπή μέσα στο κρατητήριο, αλλάζω βιαστικά, βάζω το τσεμπέρι στο κεφάλι, παίρνω την τσανάκα με τα μακαρόνια στο χέρι και δρόμο για την έξοδο. Περνάω την αυλή χωρίς να βιάζομαι και φτάνω στο σκοπό της μεγάλης σιδερένια πόρτας. “Καληνύχτα” του λέω. “Καληνύχτα κυρά μου”, απαντάει. Εγινε, όπως είχα υπολογίσει. Με πέρασε για μία απ’ τις καθαρίστριες. Βγαίνω στο δρόμο και περπατάω σιγά – σιγά, ώσπου να στρίψω τη γωνιά. Μόλις έστριψα, παρατάω τα μακαρόνια σ’ ένα πεζούλι και το βάζω στα πόδια, ώσπου χάθηκα μέσα στο πλήθος».
Αμέσως μετά τη δραπέτευσή της, η Ηλέκτρα ανέλαβε την καθοδήγηση της οργάνωσης «Λεύτερη Νέα» και με την ίδρυση της ΕΠΟΝ έγινε μέλος του Κεντρικού Συμβουλίου της. Στη συνέχεια, πέρασε στην κομματική δουλιά κι έγινε μέλος της καθοδήγησης και υπεύθυνη της διαφώτισης της ΚΟΑ του ΚΚΕ. Ηταν επικεφαλής της ομάδας που ετοίμαζε το έντυπο υλικό στην Αθήνα, βοηθώντας τις μεγάλες λαϊκές κινητοποιήσεις κατά των κατακτητών.
Μια μέρα, καθώς έφευγε από ένα παράνομο σπίτι, ένας χαφιές την αναγνώρισε στην 3ης Σεπτεμβρίου. Πάλεψε αλλά δεν κατάφερε να ξεφύγει από τους ασφαλίτες. Την άρπαξαν, τη μετέφεραν στο ξενοδοχείο «Κρυστάλ» (οδός Ελπίδος, κοντά στην πλατεία Βικτωρίας), όπου τη βασάνισαν μέχρι θανάτου. Ηταν μόλις 32 χρόνων.
Δεν χρειάζεται να συμπληρώσουμε τίποτ’ άλλο. Τα πολλά λόγια καμιά φορά θολώνουν την εικόνα. Απλά να υποκλιθούμε στο μεγαλείο της θυσίας της κομμουνίστριας Ηλέκτρας Αποστόλου, της αστής που απαρνήθηκε την τάξη της για να στρατευθεί στο πλευρό των ταπεινών και καταφρονεμένων στον αγώνα για την κοινωνική απελευθέρωση.
Ηλέκτρα μας,
όχι, λοιπόν. Δε λείπεις.
Ποτέ δεν έλειψες απ’ τον αγώνα,
ποτέ δε θα λείψεις απ’ τη μνήμη μας.
Τούτη την ώρα
στ’ όνομά σου ορκιζόμαστε:
Λευτεριά.
Στ’ όνομά σου ορκιζόμαστε:
Εκδίκηση.
Στ’ όνομά σου ορκιζόμαστε:
να σου μοιάσουμε.
Κοιμήσου ήσυχα.
Κοιμήσου, αδελφή του Κόμματός μας.
Κοιμήσου, κόκκινη αδελφή της Επανάστασης.
Μην πικραίνεσαι
που ’ναι τα μάτια μας λιγάκι κόκκινα.
Δεν είναι από το κλάμα,
μα απ’ την οργή κι απ’ την αγρύπνια,
απ’ την αγρύπνια στο πρώτο χαράκωμα,
εκεί πού στάθηκες πάντα,
εκεί πού έπεσες.
Κοιμήσου ήσυχα, συντρόφισσα.
Κοιμήσου, αδελφή του Κόμματός μας.
Η Λευτεριά κι η Εκδίκηση πλησιάζει.
Αθήνα, Αύγουστος 1944
Γιάννης Ρίτσος