Ακόμα και ενδυματολογικά ο Τσίπρας «φώναζε» ότι βρίσκεται υπό τις οδηγίες του Γιάννη Λούλη: μπλέιζερ με μυτερά πέτα και γυαλιστερά ασημένια κουμπιά! Να παραπέμπει σε πολιτικό του φλέγματος και του μέτρου.
Η συζήτηση ήταν για το νόμο Κεραμέως-Χρυσοχοΐδη και η τοποθέτηση έπρεπε να είναι «μεσαιοχωρίτικη»: έχουμε πρόβλημα ανομίας στα πανεπιστήμια, αλλά δεν είναι λύση η πανεπιστημιακή αστυνομία, λύση είναι το ειδικό σώμα φύλαξης που θα υπάγεται στα όργανα διοίκησης των πανεπιστημίων. Οπως ζητούν οι πρυτάνεις.
Μια πρόγευση είχε δώσει συνεντευξιαζόμενος στον Σρόιτερ: «Εγώ θα σας αιφνιδιάσω σήμερα. Θα σας πω ότι θεωρώ ότι υπάρχει σοβαρό πρόβλημα στα πανεπιστήμια. Οχι σε όλα, σε κάποιες πανεπιστημιακές σχολές, ιδίως στο κέντρο, με την κατ’ εξακολούθηση παραβατική στάση ορισμένων εξωπανεπιστημιακών στοιχείων, που προσβάλλουν και την ίδια την έννοια του ασύλου. (…) Αυτό σας λέω. Υπάρχει σοβαρό πρόβλημα. Διότι πέρα από τον Πρύτανη, αν πάμε να στήσουμε εμείς οι δύο μια εκδήλωση – πολιτική συζήτηση διακίνησης των ιδεών στο χώρο της ΑΣΟΕΕ, μπορεί να βρεθούμε ανάμεσα από διάφορους τύπους… Υπάρχει τεράστιο πρόβλημα. Πώς αντιμετωπίζεται αυτό το πρόβλημα; Αντιμετωπίζεται με τον προκλητικό τρόπο της δημιουργίας αστυνομικών τμημάτων με ανεκπαίδευτους ειδικούς φρουρούς μέσα στα πανεπιστήμια ή αντιμετωπίζεται με τις ίδιες τις προτάσεις της πανεπιστημιακής κοινότητας που λέει να φτιάξουμε σώματα φύλαξης μέσα στους πανεπιστημιακούς χώρους που να έχουν τη δυνατότητα της επιτήρησης και, όταν χρειάζεται, να καλούν τις αστυνομικές δυνάμεις προκειμένου να επέμβουν»;
Στη Βουλή επανέλαβε την ίδια τοποθέτηση, που είχε ήδη ενοχλήσει πολλούς στον ΣΥΡΙΖΑ: «Ερχομαι, λοιπόν, τώρα, διότι δεν θα αποφύγω να απαντήσω και στα θέματα του νομοσχεδίου που έχουν λάβει τη μερίδα του λέοντος στην κοινή γνώμη, στη συζήτηση που διεξάγεται δημοσίως και είναι τα φαινόμενα βίας και παραβατικότητας. Εγώ επιμένω ότι προσπαθείτε να παρακάμψετε την ουσία και γι’ αυτό επικεντρώνεστε σε αυτά. Θα μου πείτε όμως: Ναι, αλλά δεν είναι σοβαρά; Είναι σοβαρά. Δεν είναι σοβαρό το πρόβλημα ότι σε ορισμένα δημόσια πανεπιστήμια σήμερα δεν μπορούμε να διεξάγουμε μια πολιτική συζήτηση; Οχι απλά βλέπουμε φαινόμενα ακραία, όπως αυτό με τον Πρύτανη της ΑΣΟΕΕ, αλλά στην ουσία υπάρχει πρόβλημα ελεύθερης διακίνησης των ιδεών. Δεν μπορεί να διεξαχθεί χωρίς φόβο μια δημόσια συζήτηση με πολιτικούς εκπροσώπους με τους οποίους κάποιες ομάδες διαφωνούν. Είναι γεγονός αυτό. Το παραδέχομαι. Είναι μεγάλο θέμα, πρέπει να βρούμε τον τρόπο να το λύσουμε. (…) Το αναγνωρίζουμε το πρόβλημα. Είναι υπαρκτό το πρόβλημα. Και φυσικά μας απασχολεί. Και φυσικά μας προξενούν αποτροπιασμό οι εικόνες ντροπής που καταλύουν την έννοια του ασύλου και της ελεύθερης διακίνησης των ιδεών όταν μέσα στους πανεπιστημιακούς χώρους έχουμε παραβατικές συμπεριφορές ή τραμπούκους που τρομοκρατούν είτε φοιτητές είτε καθηγητές».
Γιατί αυτή η τοποθέτηση ενόχλησε πολλούς συριζαίους και ιδιαίτερα τους νέους και τους φοιτητές; Γιατί ξέρουμε πολύ καλά ότι οι έννοιες «ανομία και εγκληματικότητα» ή «παραβατικότητα» στα πανεπιστήμια αφορούσαν και αφορούν πρωτίστως τους αγώνες που δίνονται μέσα στα πανεπιστήμια. Δεκαετίες τώρα αναπτύσσεται μια φαιά προπαγάνδα ενάντια σε μορφές του φοιτητικού αγώνα. Θα ήθελαν ένα κίνημα «κοινοβουλευτικοποιημένο» (μη κίνημα δηλαδή). Ομως όταν το φοιτητικό κίνημα ζωντανεύει, οι μορφές πάλης που χρησιμοποιεί ξεφεύγουν από τα όρια της αστικής νομιμότητας. Και μόνο τότε νικά, όπως δείχνει η ιστορία του.
Οποιος έμπαινε στη συζήτηση-παγίδα περί «ανομίας» ή «παραβατικότητας» έμπαινε επί της ουσίας σε συζήτηση περί καταστολής των φοιτητικών αγώνων. Και μέσα στο ίδιο το κίνημα υπήρχε και υπάρχει συζήτηση και αντιπαράθεση για τη μια ή την άλλη μορφή πάλης, για τη μια ή την άλλη ενέργεια, αλλά αυτή είναι μια συζήτηση μέσα στο κίνημα, δεν είναι μια συζήτηση με την αστική εξουσία, για να βρεθεί το «κοινώς παραδεκτό».
Ο ΣΥΡΙΖΑ, από την ίδρυσή του, εμφανιζόταν ως «ριζοσπαστική Αριστερά», «Αριστερά των κινημάτων» κτλ. Μ’ αυτήν την ταμπέλα «καβάλησε» το κύμα της αντιμνημονιακής διαμαρτυρίας και σέρφαρε τυχοδιωκτικά μέχρι την εξουσία, στην οποία κατάφερε να παραμείνει επί τεσσεράμισι χρόνια παίζοντας με το δίπολο «μνημόνιο-αντιμνημόνιο» (ακόμα και μετά την υπογραφή του τρίτου μνημόνιου, προσπαθούσε να παραμυθιάσει τον ελληνικό λαό με τον… προωθητικό συμβιβασμό που τάχα έκανε, για ν’ απαλλάξει τη χώρα από τα Μνημόνια).
Πλέον, αυτό το δίπολο δεν μπορεί να παίξει. Δεν υπάρχει κίνημα διαμαρτυρίας για να το «καβαλήσει» ο ΣΥΡΙΖΑ και να σερφάρει ξανά προς την εξουσία. Το νέο ιδεολόγημα δεν είναι το «αντιμνημόνιο» αλλά η «προοδευτική διακυβέρνηση», που θα γίνει μαζί με το ΠΑΣΟΚΙΝΑΛ. Κι αφού ο δεξιός Μητσοτάκης κατάφερε να νικήσει τον «άχαστο» Τσίπρα με οχτώ μονάδες διαφορά, στόχος είναι να μετακινηθεί μια κρίσιμη μάζα «κεντρώων» ψηφοφόρων από τη ΝΔ στον ΣΥΡΙΖΑ. Γι’ αυτό επιστρατεύτηκε ο Γιάννης Λούλης, ο εμπνευστής του «μεσαίου χώρου». Οπως μ’ αυτήν την εκλογική στρατηγική κατάφερε να κάνει τον Καραμανλή τον Β’ πρωθυπουργό δυο φορές, μετακινώντας τη ΝΔ στον «μεσαίο χώρο» (μετακίνηση προς τ’ αριστερά), όπως κατάφερε να κάνει τον Χριστόφια πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, μετακινώντας το ΑΚΕΛ στη σοσιαλδημοκρατία (μετακίνηση προς τα δεξιά), έτσι μπορεί να ξαναοδηγήσει τον Τσίπρα στην πρωθυπουργία, μετακινώντας τον ΣΥΡΙΖΑ στο «προοδευτικό κέντρο (μετακίνηση προς τα δεξιά), με αφαίρεση κάθε ριζοσπαστικού στοιχείου από τη δημόσια ρητορική του, τουλάχιστον όπως εκφράζεται από τον Τσίπρα που είναι το «δυνατό χαρτί» του ΣΥΡΙΖΑ.
Ετσι εξηγείται η προσχώρηση του Τσίπρα στην προπαγάνδα της «ανομίας» και της «παραβατικότητας» στα πανεπιστήμια. Είναι το κλείσιμο του ματιού στους «κεντρώους», τους «σοβαρούς», τους «νοικοκυραίους». Αυτή η αλλαγή της πολιτικής ρητορικής του ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί απόδειξη της συνολικής μετατόπισης του αστικού πολιτικού συστήματος προς το συντηρητικότερο. Οι συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί με την πανδημία βοηθούν σ’ αυτό, καθώς οι εργατικές δυνάμεις είναι καθηλωμένες. Ομως, η «άνοιξη» του φοιτητικού κινήματος (με κλειστά πανεπιστήμια, μάλιστα) είναι ένα ελπιδοφόρο μήνυμα για το (κάθε άλλο παρά μακρινό) μέλλον.
Ας μας επιτραπεί να ολοκληρώσουμε αυτό το σημείωμα με μια επιγραμματική αναφορά στην έννοια της «μεσαίας τάξης». Ο Τσίπρας θύμισε στον Σρόιτερ την παλιά ιταλική ταινία «Η εργατική τάξη πάει στον παράδεισο», για να αποφανθεί ότι σήμερα «Η μεσαία τάξη πάει στην κόλαση». Και η εργατική τάξη πού πάει σήμερα; Μάλλον δεν υπάρχει. Ο Τσίπρας δεν τα πολυκαταλαβαίνει αυτά τα… μαρξιστικά με τις ταξικές αναφορές. Του είπαν ότι «οι εκλογές κερδίζονται στο κέντρο» και το προσαρμόζει σε οτιδήποτε λέει (ακόμα και στους εξυπνακισμούς που χρησιμοποιεί).
Από τους ταξικούς προσδιορισμούς (εργατική τάξη, εργαζόμενοι μικροαστοί, φτωχή και πλούσια αγροτιά, αστική τάξη) περάσαμε στους αταξικούς (μεσαία τάξη, μεσαίος χώρος, κέντρο κτλ.). Δυστυχώς γι’ αυτούς, η κοινωνία εξακολουθεί να είναι ταξικά διαχωρισμένη. Μπορεί με διάφορα τρικ να καταφέρουν να πάρουν τις εκλογές, όμως οι εκλογές δεν είναι ταξική πάλη. Οταν η ταξική πάλη πάψει να είναι μονόπλευρη, όταν δηλαδή «πάρει μπροστά» ο εργατικός αγώνας, τότε η φενακισμένη ρητορική θα πεταχτεί στα σκουπίδια. Εχει ξαναγίνει…
ΥΓ. Ο Τσίπρας ξεκίνησε να απαντά στον Μητσοτάκη τρομερά εκνευρισμένος. Το παραδέχτηκε και ο ίδιος ότι… παγιδεύτηκε στους υψηλούς τόνους. Για ποιο λόγο; Επειδή ο Μητσοτάκης εμφανίστηκε ως εκπρόσωπος του περιβόητου «πολιτικού κέντρου», με αναφορά ακόμα και στη… Νεολαία Λαμπράκη. Ο Τσίπρας αισθάνθηκε ότι του παίρνει τη μπουκιά από το στόμα και χρειάστηκε κάμποση ώρα για να ελέγξει τα νεύρα του.
Π.Γ.