Σήμερα (Τρίτη,11 Απρίλη), συνεχίζεται στις φυλακές Κορυδαλλού, στο Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων, η εκδίκαση σε δεύτερο βαθμό της υπόθεσης της ληστείας στο Βελβενδό Κοζάνης. Κατηγορούμενοι σ’ αυτό το τρομοδικείο είναι οι Ι. Μιχαηλίδης, Ν. Ρωμανός, Δ. Πολίτης, Α-Δ Μπουρζούκος, Α. Ντάλιος και Φ. Χαρίσης.
Στον πρώτο βαθμό, το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων, με πρόεδρο τον πρόεδρο Εφετών Α. Ποταμιάνο και εφέτες τις Ι. Αργυροπούλου και Μ. Γιαννούλη, επέβαλε βαριές ποινές και στους έξι αναρχικούς αγωνιστές: στον Ι. Μιχαηλίδη 16 χρόνια, 4 μήνες και 9 ημέρες, στον Δ. Πολίτη 11 χρόνια και 5 μήνες και στους υπόλοιπους τέσσερις 15 χρόνια και 11 μήνες στον καθένα. Εξίσου σκληρός ήταν στην πρότασή του και ο εισαγγελέας Γρ. Πεπόνης.
Οι βασικότερες κατηγορίες ήταν: ένταξη και συμμετοχή σε «τρομοκρατική οργάνωση», ληστεία με καλυμμένα τα χαρακτηριστικά, διακεκριμμένη οπλοκατοχή και διακεκριμμένη κλοπή. Η πρώτη κατηγορία δεν μπορούσε να σταθεί με τίποτα, γι’ αυτό τόσο ο εισαγελέας όσο και το τρομοδικείο ήταν απαλλακτικοί. Ομως όσον αφορά τις ποινές για τις άλλες τρεις κατηγορίες ήταν πολύ σκληροί. Συγκεκριμένα, ο εισαγγελέας πρότεινε για τον Δ. Πολίτη 6 χρόνια για απλή συνέργεια στη ληστεία και 12 και 6 χρόνια αντίστοιχα για συναυτουργία στα άλλα δύο «αδικήματα». Για τους υπόλοιπους πέντε κατηγορούμενους πρότεινε 10, 12 και 6 χρόνια, αντίστοιχα. Το τρομοδικείο αποπφάσισε για τον Δ. Πολίτη 6, 6 και 5 χρόνια και για τους υπόλοιπους 10, 6 και 5 χρόνια.
Για τους Α. Ντάλιο και Φ. Χαρίση το μόνο «ενοχοποιητικό» στοιχείο που βρέθηκε ήταν μείγμα βιολογικού υλικού περισσοτέρων των δύο ατόμων, σε κινητά αντικείμενα. Τόσο ο εισαγγελέας όσο και το τρομοδικείο αγνόησαν προκλητικά την εμπειριστατωμένη κατάθεση-ανάλυση της χημικού Ε.Κ. Η μάρτυρας, με πλούσια πείρα και γνώση σε ό,τι σχετίζεται με την ανίχνευση και έρευνα γενετικού υλικού, εξήγησε εμπεριστατωμένα ότι η ύπαρξη βιολογικού υλικού και μάλιστα μείγματος περισσότερων των δύο ατόμων δεν είναι αρκετή για την ταυτοποίηση κάποιου. Το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων αγνόησε την εμπεριστατωμένη ανάλυση της χημικού, όπως επίσης αγνόησε ένα βασικό κανόνα του ποινικού δικαίου που λέει ότι με ένα μόνο στοιχείο (ακόμα και μη αμφισβητούμενο, πόσο μάλλον έωλο, όπως είναι το μείγμα DNA), δεν μπορεί να καταδικαστεί κατηγορούμενος.
Η χημικός Ε.Κ. κατέθεσε και στην τωρινή δίκη, στο Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων. Για να μην πλατιάσουμε παρουσιάζοντας ολόκληρη την ανάλυσή της και τις απαντήσες που έδωσε στις ερωτήσεις που της υποβλήθηκαν, κωδικοποιήσαμε τα βασικά στοιχεία που είναι αρκετά για να καταδειχτεί ότι η ανίχνευση DNA σε μείγμα δεν αρκεί για να οδηγήσει σε καταδικαστική απόφαση για τους Α. Ντάλιο και Φ. Χαρίση.
– Το βιολογικό υλικό σε αντικείμενα μεταφέρεται και γι’ αυτό δεν μπορεί να αξιοποιείται ως τεκμήριο ενοχής. Μεταφέρεται τόσο από άνθρωπο σε άνθρωπο όσο και από αντικείμενο σε άνθρωπο.
– Με τη μέθοδο ταυτοποίησης DNA δεν μπορεί να προσδιοριστεί ο χρόνος μεταφοράς του δείγματος από ένα χρήστη σε ένα κινητό αντικείμενο, ούτε μπορεί να αποδειχτεί ότι αποτυπώνεται το DNA του τελευταίου χρήστη.
– Είναι επιστημονικά ανεπίτρεπτο και αποδεικτικά απολύτως ανασφαλές, γι’ αυτό και δεν πρέπει να γίνεται η σάρωση και η εξέταση του ύποπτου αντικειμένου και του προφίλ του υπόπτου στο ίδιο εργαστήριο, στον ίδιο χρόνο και από τους ίδιους ανθρώπους, όπως γίνεται κατά κόρον στο «εργαστήριο» της ΔΕΕ (Διεύθυνση ΕγκληματολογικώνΕρευνών).
– Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να συντάσσονται δύο εκθέσεις πραγματογνωμοσύνης, από διαφορετικούς ερευνητές, προκειμένου να μεγιστοποιείται το ποσοστό ασφάλειας της μεθόδου.
Περιττεύει να σημειώσουμε πως εμείς δεν αναγνωρίζουμε, σε κάθε περίπτωση, την εγκυρότητα εκθέσεων πραγματογνωμοσύνης που κάνει η ίδια η Ασφάλεια (Γιάννης κερνάει και Γιάννης πίνει). Οταν όμως δεν τηρούν ούτε τη στοιχειώδη επιστημονικοφάνεια, αποκαλύπτεται η πλήρης αποχαλίνωση αυτού του δυσώδους κατασταλτικού μηχανισμού.
Η εισαγγελέας Ολγα Σμυρλή, στην πρότασή της για την υπόθεση της ληστείας στον Φιλώτα Φλώρινας, έκανε μια αναλυτική προσέγγιση τόσο για την αποδεικτική αξία του DNA όσο και για το ότι δεν αρκεί η πιστοποίησή του στο χώρο του συμβάντος, για να αχθεί ένα δικαστήριο σε καταδικαστική απόφαση, όταν αποτελεί το μοναδικό αποδεικτικό μέσο.
Παραθέτουμε ένα μεγάλο τμήμα αυτής της αγόρευσης, χωρίς δικό μας σχολιασμό:
.
Στη συντριπτική τους πλειοψηφία τα Πενταμελή Εφετεία Κακουργημάτων που κλήθηκαν να αποφασίσουν επί της ενοχής κατηγορούμενων με μοναδικό αποδικτικό στοιχείο την ύπαρξη βιολογικού υλικού και μάλιστα μείγματος περισσοτέρων των δύο ανθρώπων εξέδωσαν αθωωτικές αποφάσεις, παρά το γεγονός ότι στον πρώτο βαθμό είχε αποφασιστεί η ενοχή του κατηγορούμενου. Θα πρέπει λοιπόν αυτό το δικαστήριο να αποφασίσει την απαλλαγή των Α. Ντάλιου και Φ. Χαρίση.
Παραπέρα, δεν μπορεί να σταθεί η κατηγορία της διακεκριμμένης οπλοκατοχής, όταν μάλιστα το ίδιο το δικαστήριο απάλλαξε όλους τους κατηγορούμενους από την κατηγορία της ένταξης και συμμετοχής στη ΣΠΦ. Πρέπει η κατηγορία να μετατραπεί, κατ’ ορθό νομικό χαρακτηρισμό, σε απλή οπλοκατοχή.
Ο αναρχικός αγωνιστής Κώστας Γουρνάς, που κατέθεσε ως μάρτυρας για τους Α-Δ Μπουρζούκο και Ν. Ρωμανό, αναφέρθηκε στην υπόθεση του Επαναστατικού Αγώνα, θυμίζοντας ότι η κατηγορία, όπως εισήχθη από την αρχή, ήταν απλή και όχι διακεκριμμένη οπλοκατοχή.
Κατά την άποψή μας, ακόμη και με την ισχύουσα νομοθεσία, ο ορθός νομικός χαρακτηρισμός είναι η απλή οπλοκατοχή. Κι αυτό πρέπει να επαναληφθεί και στην περίπτωση των Ι. Μιχαηλίδη, Α-Δ Μπουρζούκου, Δ. Πολίτη και Ν. Ρωμανού.
Και σε ό,τι αφορά τις κατηγορίες της ληστείας και της δικακεκριμμένης κλοπής οι πονές που επιβλήθηκαν είναι εξοντωτικές. Δεν μπορεί από τη μια να τους απαλλάσεις από την κατηγορία της ένταξης και συμετοχής σε ένοπλη οργάνωση και από την άλλη να εφαρμόζεις την κλίμακα ποινών 10-20 χρόνια και όχι 5-20 χρόνια, επιβάλλοντας 10ετή κάθειρξη στην υπόθεση της ληστείας. Και να χαρακτηρίζεις διακεκριμμένη την κλοπή των αυτοκινήτων.
Από τη στιγμή που έχει καταπέσει η κατηγορία της ένταξης και συμμετοχής σε ένοπλη οργάνωση, το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων οφείλει να κάνει επιτρεπτή μεταβολή αυτών των δύο «αδικημάτων».
Στη σημερινή συνεδρίαση θα κάνει την πρότασή του εισαγγελέας. Είτε ολοκληρώσει είτε όχι9, το δικαστήριο θα διακόψει για άλλη μέρα, προκειμένου να ετοιμαστούν οι συνήγοροι υπεράσπισης για τις αγορεύσεις τους.
Στην προηγούμενη συνεδρίαση οι Α-Δ Μπουρζούκος, Ν. Ρωμανός, Φ. Χαρίσης και Α.Ντάλιος έκαναν μακροσκελείς πολιτικές δηλώσεις (όχι απολογίες). Οι τρεις πρώτοι τις έδωσαν στην δημοσιότητα. Στη δημοσιότητα έδωσε την κατάθεσή του και ο πολιτικός κρατούμενος Κ. Γουρνάς. Τις παραθέτουμε στη συνέχεια:
Καταρχάς, είναι πραγματικά μεγάλη η τιμή να υπερασπίζομαι τους δύο συντρόφους, Δημήτρη και Νίκο, αλλά και κατ’ επέκταση να βρίσκομαι από τη μεριά όλων των κατηγορουμένων αυτής της υπόθεσης που δικάζετε αυτές τις μέρες. Κι αυτό δεν είναι ένας τυπικός λόγος ευγένειας ενός μεγαλύτερου ως προς νεότερους συντρόφους, αλλά πραγματικά – δίχως να γνωρίζω ή να γνώριζα κανέναν τους – ξέρω ότι έχουν δώσει τα καλύτερα δείγματα γραφής τόσο σε αγωνιστικό επίπεδο, όσο και σε επίπεδο ήθους. Ειδικότερα για τους δυο, τους οποίους υπερασπίζομαι και γνώρισα κάπως κατά τη διάρκεια της φυλάκισης μου, έχω να πω πως πρόκειται για δύο πραγματικά εξαιρετικά παιδιά, δυο σπάνιους χαρακτήρες. Και τους λέω παιδιά – κι ας μη με παρεξηγήσουν γι' αυτό – όχι φυσικά για να υποτιμήσω τα κίνητρα ή την ιδεολογική τους επάρκεια, ούτε φυσικά διότι έχουμε κάποια δραματική διαφορά ηλικίας. Τους αποκαλώ έτσι, γιατί τα βιώματα που έχω από την φρικτή και συνάμα συγκλονιστικά υπερήφανη στιγμή της σύλληψής τους χαράχτηκαν τόσο βαθιά μέσα μου, που προσιδιάζανε σε πλήγμα απέναντι στα δικά μου παιδιά. Όμως, δεν βρίσκομαι εδώ για να παρουσιάσω τους συντρόφους μου στον αγώνα για έναν δίκαιο κόσμο, ως απλά "τα καλά παιδιά της διπλανής πόρτας". Βρίσκομαι ως αλληλέγγυος, ως συναγωνιστής που από το δικό του μετερίζι προσέφερε – και προσπαθεί να συνεχίσει να το κάνει- αυτό που του αντιστοιχούσε- ίσως- για την πρόοδο του κινήματος για την κοινωνική απελευθέρωση.
Η υπόθεση της διπλής απαλλοτρίωσης στο Βελβεντό Κοζάνης και η ανάδειξη των συντρόφων και της ιστορίας τους μέσα από τις τότε συλλήψεις, δεν ήταν τίποτε άλλο παρά η αποτύπωση της ριζοσπαστικοποίησης μιας ολόκληρης γενιάς. Εκείνης της γενιάς που ενηλικιώθηκε στη δεκαετία των '00, τη δεκαετία απατηλής ευημερίας, του καταναλωτισμού, της γενικευμένης ευφορίας, της αισιοδοξίας που πλανιόταν στον αέρα μετά την Ολυμπιάδα του 2004, αλλά και της κοινωνίας των 2/3, της εξατομίκευσης, των κάλπικων ονείρων. Ένα κομμάτι της νεολαίας που δεν αφομοιώθηκε από αυτόν τον αχταρμά της θεαματικής προώθησης υπηρεσιών, κυρίως από τον τραπεζικό κλάδο, ένιωθε την ασφυξία της μοναξιάς, του ιδιαίτερου, του εκτός πλαισίου, ίσως και του αντικοινωνικού. Η πολιτικοποίησή της στον αναρχικό χώρο, που εδώ και δεκαετίες αποτελεί σε κινηματικό επίπεδο, την πιο μαχητική αντικαθεστωτική δύναμη, έφερε μία νέα τάση στο προσκήνιο με περίσσευμα πάθους, αγωνιστικότητας και ορμής. Τη μέρα που γεννιόνταν τα δικά μου παιδιά, λοιπόν, στις 6 Δεκέμβρη του 2008, πέθαινε ένα άλλο παιδί. Δολοφονούνταν, για την ακρίβεια, από τον μπάτσο Κορκονέα. Μαζί του δολοφονούνταν και οι καρδιές όλων αυτών των παιδιών και παράλληλα γεννιούνταν μέσα σε ένα βράδυ άντρες. Η Ελλάδα θα άλλαζε για πάντα μετά την εξέγερση του Δεκέμβρη. Και σαν από ένστικτο, θα λειτουργούσαν οι εξεγερμένοι σαν οι προάγγελοι του γενικευμένου ξεσηκωμού που θα συνέβαινε αργότερα, όταν θα ξεφούσκωνε σα μπαλόνι η οικονομία της χώρας. Όταν θα ερχόταν η χρεοκοπία σε πολλαπλό επίπεδο. Εκείνη τη ριζοσπαστικοποίηση που έφερε ο Δεκέμβρης, δικάζετε, στην πραγματικότητα, στα πρόσωπα των συντρόφων.
Ωστόσο, αυτή είναι μόνο η μία πλευρά της αλήθειας. Πιστεύω ότι και οι ίδιοι οι σύντροφοι θα θεωρήσουν ότι τους αδικώ παρουσιάζοντας τη δράση για την οποία κατηγορούνται, για την οποία ξυλοκοπήθηκαν άγρια και για την οποία πληρώνουν, άλλωστε, βαρύ τίμημα – αναντίστοιχο σε κάθε περίπτωση ακόμα και για τα δικονομικά πλαίσια. Και το λέω αυτό γιατί σίγουρα η δράση τους δεν έχει μόνο τα χαρακτηριστικά του ετεροκαθορισμού, ως μία αντίδραση δηλαδή της νεολαίας στη δολοφονία ενός συμμαθητή ή φίλου. Οι σύντροφοι είναι πολιτικά δραστηριοποιημένοι και μάλιστα έντονα. Ποιος θα ξεχάσει την αμίμητη συγκλονιστική εικόνα του Νίκου Ρωμανού, δεμένου πισθάγκωνα με μώλωπες στο πρόσωπο να φωνάζει ανάμεσα σε αστυνομικούς. Ναι κύριοι, αυτή είναι η Αναρχία. Το καμάρι μας. Κι αυτοί οι σύντροφοι φρόντισαν να το αποδείξουν με τη στάση τους. Γιατί το θέμα εδώ δεν είναι μόνο τα αίτια που αυτή η γενιά σήκωσε τα όπλα ενάντια στο σύστημα. Αυτό εξηγείται εύκολα. Αλλά και τα όπλα δεν μιλάνε από μόνα τους. Χρειάζονται ακέραιους χαρακτήρες να τα βαστούν. Και τούτοι δω είχαν κάθε λόγο για να το κάνουν. Δεν λιγοψύχησαν, πάντα στην πρώτη γραμμή. Αυτή είναι η Αναρχία και τούτοι εδώ ως τέτοιοι έκαναν τις επιλογές τους. Η επίθεση στο πολιτικό και οικονομικό σύστημα ήταν και είναι αυτοκαθόριστη επιλογή τους. Η επιλογή τους αυτή ενσάρκωσε τόσο την αγανάκτηση χιλιάδων δανειοληπτών, χιλιάδων εργαζομένων που ταλαιπωρούνται από τις τράπεζες, αλλά και παράλληλα συσσωρεύουν την οργή τεσσάρων δεκαετιών – της μεταπολίτευσης- για τη χρεοκοπία του πολιτικού συστήματος που κατέκλεψε και διαμοίρασε στα αφεντικά τον πλούτο της χώρας. Γι’ αυτό να έχετε υπόψη σας ότι αυτοί τους οποίους δικάζετε δεν είναι μόνοι. Κουβαλάνε μέσα τους έναν ολόκληρο λαό, μα κυρίως ο ίδιος ο λαός τους κουβαλά στην καρδιά του.
Οι απαλλοτριώσεις τραπεζικών ιδρυμάτων δεν είναι μία σύγχρονη υπόθεση για τους αναρχικούς. Είναι μία δραστηριότητα που απαντάται για τουλάχιστον έναν αιώνα και αντικατοπτρίζει την επιλογή – είτε σε ατομικό είτε σε συλλογικότερο επίπεδο- της αναδιανομής με τη βία ενός μέρους από τον κοινωνικό πλούτο που αρπάζουν ληστρικά τα «ευαγή» αυτά ιδρύματα. Διαχρονικά, η λειτουργία των τραπεζών είναι να σωρεύει τα χρήματα των πολλών και να τα πολλαπλασιάζει προς όφελος των μετόχων της. Και βέβαια, σε περίπτωση χρεοκοπίας – όπως σίγουρα όλοι ξέρουμε από κάποιες πρόσφατες εμπειρίες- καλούνται πάλι οι πολλοί, όχι μόνο να μην αποζημιωθούν για το χάσιμο των αποταμιεύσεών τους, αλλά και να αναλάβουν να διασώσουν τα ίδια κεφάλαια των τραπεζών. Χαρακτηριστικά παραδείγματα των τελευταίων ετών ήταν η Κύπρος και η Ελλάδα που μέσω των διαδικασιών bail in και out, οι φτωχότεροι επιμερίστηκαν το βάρος της διάσωσης των τραπεζών. Βέβαια, κύριοι, σε αυτές τις περιπτώσεις όπου πρέπει να σωθεί ο καπιταλισμός δεν παρεμβαίνει η εισαγγελία του Αρείου Πάγου, δεν ασκούνται διώξεις. Αλήθεια, τι απέγινε με τα χρήματα των χιλιάδων μικροομολογιούχων που έχασαν τις αποταμιεύσεις τους σε ένα βράδυ με το PSI; Εκεί δεν συνέβη ληστεία; Μήπως επειδή δεν κρατούσαν καλάσνικοφ οι δράστες; Όμως για τη δικαιοσύνη της αστικής τάξης ο μόνος κανόνας είναι ο εξής: Σημασία έχει ποιος κάνει τη ληστεία. Αν είναι στον πάτο της κοινωνικής πυραμίδας τότε είναι εγκληματίας. Αν είναι στην κορυφή μπορεί να προσφωνηθεί και εθνικός ευεργέτης. Εδώ, όμως, δεν ήρθα να γκρινιάξω για κάτι που είναι πασίδηλο. Ότι η αστική δικαιοσύνη έχει σαφή ταξικά χαρακτηριστικά. Εδώ, όπως και οι σύντροφοι, ήρθα να δώσω μία μάχη για αυτό που, καταρχήν, επιθυμούν.
Ας γυρίσω, όμως, λίγο πίσω στη ριζοσπαστικοποίηση που παρατηρήθηκε προς το τέλος της περασμένης δεκαετίας και ειδικότερα μετά την εξέγερση του '08. Το γεγονός πιστοποιείται άλλωστε – δυστυχώς- και από τους δεκάδες αγωνιστές, νεαρής ηλικίας ως επί το πλείστων, που βρέθηκαν στη φυλακή. Η πολιτική μας μήτρα, η Αναρχία, είναι μία πρόταση αγώνα που θα έλεγα, εμπεριέχει μία ευελιξία, μία πλαστικότητα επιλογών. Στους κόλπους της ενυπάρχουν διάφορες τάσεις που στη σύνθεσή τους φτιάχνουν αυτό το όμορφο αποτέλεσμα. Τώρα θα μου πείτε ίσως και εύλογα, πώς μπορώ να αποκαλώ όμορφα τα όπλα, τις βόμβες ή ακόμα και τις φυλακές. Την απάντηση την έχετε ήδη μπροστά σας. Ο άνθρωποι είναι που δίνουν χαρακτηριστικά στα μέσα που χρησιμοποιούν και όχι το αντίθετο. Η απόκτηση όπλων για τους αναρχικούς είναι ένα πολύ συνηθισμένο φαινόμενο. Υπάρχουν τάσεις όπως αυτή στην οποία ανήκα εγώ, πού πήραν τα όπλα για να φτιάξουν οργανώσεις ένοπλης πάλης με συγκεκριμένη στρατηγική και στόχευση. Υπάρχουν, βέβαια, και πιο διάχυτες καταστάσεις αγωνιστών που κάτω από την πίεση των συνθηκών εξοπλίστηκαν είτε για την αυτοπροστασία τους είτε για να προχωρούν σε ακτιβιστική δράση χαμηλότερου βεληνεκούς με κάλυψη ασφαλέστερων μέσων. Μάλιστα, σε περιόδους έντονης πολιτικής ριζοσπαστικοποίησης, το δεύτερο φαινόμενο ήταν αρκετά σύνηθες. Όταν γύρω σου σφυρίζουν οι σφαίρες, όταν δίπλα σου σκοτώνεται ένας άοπλος νέος αγωνιστής, τότε το μαχαίρι σου μπαίνει στο λαιμό. Και πίστεψέ με, δεν είναι ο σύντροφος που στο βάζει. Είναι ο ίδιος ο καπιταλισμός και το βάρβαρο κράτος που τον υπηρετεί. Όταν ο λαός εξεγείρεται και το κράτος βγάζει τα όπλα, τότε δεν έχει καμία ηθική, κοινωνική, πολιτική νομιμοποίηση να απαιτεί τον αφοπλισμό των καταπιεσμένων.
Εδώ θα σταθώ στο ζήτημα της κατοχής όπλων και από μία ακόμη σκοπιά πέρα από την αμιγώς πολιτική. Σίγουρα δεν ανήκουμε σε μία κοινωνία που όπως άλλες έχουν στην κουλτούρα τους την κατοχή οπλισμού. Στην Ελλάδα – εκτός από ορισμένες νότιες περιοχές- το φαινόμενο είναι σχεδόν δαιμονοποιημένο. Εμείς ως αναρχικοί έχουμε ως απώτερο σκοπό την κοινωνική επανάσταση. Μία διαδικασία που θα θέλαμε να φέρει την ειρηνική συνύπαρξη μεταξύ ισότιμων ανθρώπων και την επιμέρους πρόοδο τόσο του καθενός όσο και συνολικά του πολιτισμού. Είναι, όμως, προφανές ότι αυτό δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί με μέσα που δεν αντιστοιχούν στην πραγματικότητα. Στο γεγονός δηλαδή ότι ο καπιταλισμός είναι ένα καθεστώς σε πολεμική συνθήκη και η ίδια η τάξη που τον δομεί, η άρχουσα, όχι μόνο δεν είναι διατεθειμένη να εγκαταλείψει την εξουσία και τα προνόμια της, αλλά προωθεί τον πόλεμο σε κάθε έκφανση της ζωής μας. Είναι εντελώς παράλογη, ανορθολογική και συνάμα ιστορικά αντιδιαλεκτική η όποια θεώρηση θέλει τους καταπιεσμένους, αυτούς που δέχονται τον πόλεμο, να μην απαντάνε ή έστω να φροντίζουν για την προστασία της τάξης τους. Εμείς, κύριοι, βρισκόμαστε στην άμυνα. Και οι μικρές, οι ελάχιστες αυτές επιθετικές εκλάμψεις δεν μας εξαιρούν από αυτό το στάτους. Δεν είμαστε εμείς οι απολογούμενοι εδώ. Άλλοι είναι αυτοί που θα λογοδοτήσουν κάποια στιγμή και οι μεγαλοτραπεζίτες πρώτοι από όλους. Για αυτό σας λέω ότι είναι εξοργιστικό να αντιμετωπίζουν αυτοί οι σύντροφοι όλη την μήνι του αστυνομικο-δικαστικού μηχανισμού και μάλιστα με απόλυτη συνέπεια όλα αυτά τα χρόνια. Γιατί πράγματι η ποινική αντιμετώπιση που απέλαβε ειδικά αυτή η γενιά των νεαρών αγωνιστών ήταν απροκάλυπτα εξοντωτική.
Υπάρχει ένα ευδιάκριτο νήμα που συνδέει το Δεκέμβρη και τις τότε ευθείες συστάσεις για την επιβολή στρατιωτικού νόμου, με την επιμονή των μηχανισμών να κάμψουν το φρόνημα αυτής της γενιάς με μία διαρκή καταστολή. Τόσο σε δικονομικό επίπεδο, το οποίο συνδεόταν άμεσα με αυτές τις πολιτικές επιλογές που προανέφερα να τελειώσουν μ' αυτή τη γενιά, όσο και σε αστυνομικό, η κοινή πλεύση να φορτωθούν οι σύντροφοι με ατελείωτες δικογραφίες και μεγάλες ποινές ήταν εμφανείς. Δεν μπορώ να ξεχάσω φυσικά το πρώτο δικαστήριο για την υπόθεση Χαλανδρίου, που οι σύντροφοί φορτώθηκαν με ποινές μεγαλύτερες και από εκείνες για την οργάνωση του Επαναστατικού Αγώνα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα κακοποίησης ακόμα και της ίδιας της ποινικής δικαιοσύνης είναι στο παρόν δικαστήριο η εμφάνιση της κατηγορίας της οπλοκατοχής ως διακεκριμένη. Κάτι που στη δική μας υπόθεση του Ε.Α. υπήρχε ως απλή κατοχή και επιτρέψτε μου να μην αναφερθώ στον κατάλογο των όπλων που βρέθηκαν εκεί. Η αναντιστοιχία βέβαια είναι πρόδηλη. Ακόμα και στη φύση των "αδικημάτων". Όμως ερχόμαστε εδώ να δούμε αυτή την κατηγορία και τι εξυπηρετεί. Μα, δεν είναι τίποτε άλλο, παρά ακόμη μία έντεχνη προσπάθεια να φουσκώσει το κατηγορητήριο και να μείνουν ψηλά οι ποινές. Και εδώ δεν έχω έρθει για να υπερασπιστώ την όποια χρηστή ορθότητα της ποινικής δικαιοσύνης. Ωστόσο, δεν είμαι και διατεθειμένος να αποδεχτώ ένα παράλογο τέχνασμα εκ μέρους του βουλεύματος, το οποίο έχει ως αποκλειστικό στόχο να κρατήσει στη φυλακή για όσο περισσότερο χρόνο τους συγκεκριμένους αγωνιστές. Πιστεύω ότι τουλάχιστον το συγκεκριμένο σημείο είναι κάτι το οποίο οφείλει να διορθωθεί, ακόμα και για το δικό σας αξιακό κώδικα.
Είστε αντιμέτωποι με μία φουρνιά αγωνιστών που μεγάλωσε, ενηλικιώθηκε και ανδρώθηκε πολιτικά στο μεταίχμιο μιας ολόκληρης εποχής. Η Ελλάδα δεν θα είναι ποτέ εκείνη που ξέραμε. Οι πολιτικές των μνημονίων που επιβλήθηκαν τα τελευταία χρόνια από το ευρωπαϊκό και το υπερατλαντικό διευθυντήριο, σε αγαστή συνεργασία με την εγχώρια ελίτ, ήρθαν για να μείνουν. Καθιστώντας τον τόπο αυτό που πολλοί από μας ονειρευτήκαμε έναν καλύτερο κόσμο, ένα τόπο άγονο και έναν λαό υπόδουλο, ταπεινωμένο. Με την επίσημη τοποθέτηση, πια, της Ε.Ε. ως ενός οργανισμού πολλών ταχυτήτων, το μνημόνιο θα εδραιωθεί ως ένα διαρκές καθεστώς έκτακτης ανάγκης με στόχο τον δημοσιονομικό στραγγαλισμό του λαού και κατ' επέκταση τη διαρκή καταστολή κάθε αντίδρασής του. Αυτά τα παιδιά, αλλά και τα παιδιά τους θα ζήσουνε μέσα στα αποκαΐδια της καπιταλιστικής κρίσης και του πολέμου. Μέσα στην απόλυτη καταστροφή του παραγωγικού ιστού, το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας και την μετανάστευση για ένα καλύτερο μέλλον. Οι σύντροφοι αυτοί, αφού επιμένετε να τους δικάζετε, θα έπρεπε να δικάζονται για πταίσματα, ακόμα και για την δική σας δικονομία. Γιατί η απαλλοτρίωση μιας τράπεζας δεν είναι τίποτα μπροστά στα εγκλήματα κατά συρροή που συντελούνται στις μέρες μας από τους τραπεζίτες, το πολιτικό προσωπικό της χώρας. Και φτάνει να ρίξει κανείς μία καλή ματιά στο βλέμμα τους για να καταλάβει ότι αντιπροσωπεύουν το πιο υγιές κομμάτι της νεολαίας. Αυτό που αντιστέκεται στη νέα κατοχή ντόπιων και ξένων αφεντικών. Αυτό που παίζει το κεφάλι του για να στείλει το μήνυμα της αξιοπρέπειας. Αυτούς δικάζετε κύριοι. Τους άριστους.
Δεν υπάρχει κανένας από την πλευρά τη δικιά μας, από την πλευρά των συντρόφων που υπερασπίζομαι, που να προσβλέπει σε μία καλύτερη αντιμετώπιση του δικαστηρίου σας, λόγω πιθανών εκπτώσεών του στο λόγο και στη στάση του. Όχι, τούτα τα πράγματα δεν θα τα βρείτε σε αυτούς τους δύο. Φαντάζομαι ότι εκείνοι θα τα πουν πολύ καλύτερα απ' ότι εγώ, για τον εαυτό τους. Στέκονται απέναντί σας δύο άνθρωποι που με εντιμότητα και θάρρος ανέλαβαν πολιτικά τις πράξεις τους και εξήγησαν με παρρησία τα κίνητρα που τους οδήγησαν σε αυτή τους την επιλογή. Το ίδιο θα κάνουν και παρακάτω. Οι σύντροφοι και οι αλληλέγγυοι με αυτούς, δεν ζητάμε ελεημοσύνη. Ο καθένας φυλακισμένος θα ήθελα μία ώρα αρχύτερα πίσω την ελευθερία του. Πόσο μάλλον όταν την έχασε τόσο νωρίς, σχεδόν παιδί. Ωστόσο, κανένας τίμιος αγωνιστής δεν θα μπορούσε να σταθεί ούτε ένα λεπτό ως ελεύθερος άνθρωπος, κυνηγημένος από τα δεσμά και τις ερινύες της λιγοψυχίας. Εδώ, κύριοι, βρισκόμαστε για να παλέψουμε. Να δώσουμε ακόμα μία μάχη. Γιατί αυτό είναι το ορθό όταν σωρεύεται η αδικία. Και ειδικότερα όταν σωρεύεται πάνω μας. Ως αγωνιστές, ως επαναστάτες δεν έχουμε το δικαίωμα να παραμερίζουμε το έλασσον. Και στη συγκεκριμένη περίπτωση οι ποινές των δικαστηρίων δεν είναι ακριβώς και έλασσον ζήτημα στις ζωές μας. Σίγουρα πάντως δεν είναι εκείνες που μας καθορίζουν ως τέτοιους. Το «επαναστατικό εκατοστόμετρο» των ποινών δεν είναι για μας. Τουλάχιστον όχι για αυτούς τους δύο. Δίχως να είμαστε προσκολλημένοι σε αυτό, θα δώσουμε αυτή τη μάχη για την ελευθερία μας. Γιατί τα χρόνια, κύριοι, στη φυλακή δεν είναι αέρας που περνά και χάνεται. Θα έλεγα ότι προσιδιάζουν περισσότερο σε χαλίκι που φράσσει τα λούκια τις βρόχινες μέρες του χειμώνα.
Κλείνοντας, θα απευθυνθώ σε σας και ως πατέρας. Αν και επαναλαμβάνω κατηγορηματικά ότι οι σύντροφοι δεν έχουν ανάγκη να τους αντιμετωπίζουμε ως παιδιά. Και ούτε έχω την πρόθεση να το κάνω. Κανένας γονέας δεν φαντάζεται ποτέ ότι θα κληθεί μία μέρα να αντιμετωπίσει την βάσανο των φυλακών, των δικαστηρίων, της απουσίας των παιδιών του. Και σίγουρα αυτοί οι άνθρωποι είναι οι ήρωες της δικιάς μας ζωής ως φυλακισμένων. Ως φυλακισμένος εδώ και έξι σχεδόν χρόνια, αλλά και ως πατέρας δύο αγοριών που με έμαθαν και τους έμαθα από τα κυριακάτικα μεσημέρια στο επισκεπτήριο των φυλακών, δηλώνω ευθαρσώς ότι θα ήμουν περήφανος πατέρας του Δημήτρη και του Νίκου. Δύο σύντροφοι που μπήκαν στα δύσκολα πολύ νωρίς στη ζωή τους. Και με απύθμενη αξιοπρέπεια ανταπεξήλθαν στις κακουχίες που τους επιφύλασσε το σύστημα που υπηρετείτε. Χαίρομαι γιατί υπάρχουν τέτοιοι αγωνιστές που τιμούν με την παρουσία τους τον αγώνα που δίνουμε. Κανένας γονιός δεν πρέπει να βλέπει το παιδί του στη φυλακή, αλλά και κανένας που θέλει να λέγεται άνθρωπος δεν πρέπει να σιωπά μπροστά στη βαρβαρότητα του καπιταλισμού. Ειδικότερα στις εποχές που ζούμε η τυφλότητα δεν είναι προσόν. Είναι περισσότερο δείγμα εθελοδουλίας. Και εύχομαι σε όλους τους γονείς να φτιάχνουν τέτοια παιδιά με ανυπότακτο πνεύμα, με ανοιχτούς ορίζοντες και καθαρή ψυχή, όπως ετούτοι δω οι δύο. Εύχομαι σε όλους τους συντρόφους τα καλύτερα και καλή λευτεριά.
Έφτασε η στιγμή που στη δικαστική γλώσσα ονομάζεται “στάδιο απολογιών των κατηγορουμένων”. Είναι η στιγμή όπου οι έδρες των δικαστηρίων στις περισσότερες των περιπτώσεων έρχονται αντιμέτωπες με ανθρώπους τσακισμένους από τη καταστολή των μπάτσων και του “σωφρονιστικού” συστήματος. Ανθρώπους που λόγω συνθηκών βρέθηκαν μπροστά σας και ίσως να μη βρήκαν ποτέ τη δύναμη να σας εκφράσουν αυτό που πραγματικά πιστεύουν για τη δικαιοσύνη σας. Έχετε συνηθίσει λοιπόν τόσα χρόνια να βλέπετε ανθρώπους με σκυφτό κεφάλι και τσακισμένη αξιοπρέπεια, στους οποίους είστε έτοιμοι να εφαρμόσετε όλο το σαδισμό που σας δίνει η θέση σας. Έτοιμοι να τους θάψετε ζωντανούς κάτω από τόνους τσιμέντο μακριά από τα αγαπημένα τους πρόσωπα, είτε γιατί περισσεύουν, είτε γιατί επέλεξαν να σταθούν ενάντια στο σύστημα που υπηρετείτε.
Αυτό το αφήγημα πρέπει να το ξεχάσετε στη περίπτωση μου (όπως και δεκάδων άλλων αγωνιστών). Βρίσκομαι εδώ με το κεφάλι ψηλά, κοιτάζοντας σας στα μάτια. Τιμώντας τις φιλίες και τις συντροφικές μου σχέσεις, υπερασπιζόμενος τη διαδρομή και στράτευση μου στο αναρχικό κίνημα. Παίρνοντας θέση μάχη στο κοινωνικό και ταξικό πόλεμο που μαίνεται και φυσικά καταρρίπτοντας ένα προς ένα όλα τα σαθρά στοιχεία του κατηγορητηρίου, πάντα με την αξιοπρέπεια και τις αξίες που με χαρακτηρίζουν σαν αναρχικό. Όπως καταλαβαίνετε θεωρώ πως ο τίτλος που δίνεται γι αυτό το στάδιο είναι τουλάχιστον άστοχος όταν αφορά πολιτικές δίκες.
Θα ξεκινήσω τη δήλωση μου από το σκέλος των στοιχειών του κατηγορητηρίου. Μετά από 4 συναπτά έτη στη φυλακή θεωρώ πως ήρθε η ώρα να ακουστεί η αντίθετη άποψη και η παράθεση των γεγονότων στη πραγματική τους διάσταση και όχι μέσα από το παραμορφωτικό φακό των ΜΜΕ, της αντιτρομοκρατικής, καθώς και της απόφασης του πρωτόδικου δικαστηρίου. Όχι γιατί πιστεύω στις διακηρύξεις περί δίκαιας δίκης, αλλά γιατί θέλω να υπάρξει αντίλογος στο αφήγημα τους αστυνομικού μηχανισμού και να καταδείξω τη σαθρότητα της ίδιας της αστικής δικαιοσύνης.
28/11/2012 συλλαμβάνομαι με το φίλο και σύντροφο Αργύρη Ντάλιο στη πόλη της Έδεσσας. Τα ευρήματα της σύλληψης μας “πλούσια”. Ρούχα, βιβλία, το προσωπικό κινητό του Αργύρη, παυσίπονα κλπ. Την επόμενη ημέρα οδηγήθηκα μαζί με τον Αργύρη στο Μονομελές Πλημμελειοδικείο Φλώρινας κατηγορούμενος για απείθεια, καθώς αρνήθηκα να δώσω dna και αποτυπώματα. Η άρνηση μου οφειλόταν σε 2 λόγους. Ο βασικός ήταν πως αρνούμαι να συνεισφέρω οικειοθελώς στο φακέλωμα των αγωνιζόμενων και μη ανθρώπων από τον αστυνομικό μηχανισμό. Στη συγκεκριμένη περίπτωση βέβαια μας ζητήθηκε να δώσουμε αποτυπώματα χωρίς να κατηγορούμαστε για τίποτα. Φυσικά το δικαστήριο μας αθώωσε και επέπληξε μάλιστα τους αστυνομικούς γι αυτή τους τη πρακτική.
Από τη στιγμή που επιστρέψαμε με τον Αργύρη την επόμενη μέρα στη Αθήνα, η αντιτρομοκρατική γνωρίζοντας την αναρχική μας ταυτότητα, καθώς την είχαμε δηλώσει στους αστυνομικούς που μας είχαν συλλάβει, ξεκίνησε για το επόμενο δίμηνο μια άθλια και βρώμικη τακτική, η οποία εφαρμόζεται συχνά από τη συγκεκριμένη υπηρεσία. Μιλάω για παρακολουθήσεις των σπιτιών μας και εμάς των ιδίων σε καθημερινή βάση. Το αποκορύφωμα αυτής της τακτικής ήταν η παρακολούθηση του μικρού αδερφού του Αργύρη το διάστημα που βρισκόμασταν καταζητούμενοι, μετά τις 18/2/2013. Διάφοροι ασφαλίτες της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας επιτηρούσαν ένα 12χρονο παιδί. Το παρακολουθούσαν στο κολυμβητήριο, στο σχολείο, στο προαύλιο να παίζει με τους συμμαθητές του, να κάνει βόλτες με τη παρέα του. Όλα αυτά μόνο και μόνο μη τύχει και συναντήσει τον Αργύρη.
Αυτοί οι ελεεινοί λοιπόν έχουν το θράσος να στήνουν ολόκληρα κατηγορητήρια εις βάρος μας. Αυτοί οι θρασύδειλοι που για 3 μήνες είχαν γίνει η “σκιά” ενός 12χρονου παιδιού μην αφήνοντας το να χαρεί τη παιδική του ηλικία, εκμεταλλευόμενοι την ασυλία που τους δίνει ο κρατικός μηχανισμός, εκδώσανε τις φωτογραφίες μας στις 18/2/2013 με τη κατηγορία πως σαν μέλη της Συνομωσίας Πυρήνων της Φωτιάς παρείχαμε απλή συνδρομή στους δράστες της ληστείας του Φιλώτα Φλώρινας.
Εδώ αξίζει να σημειωθεί πως το dna μου η αστυνομία το είχε ανεπίσημα από το Νοέμβριο του 2012. Αν και τότε αφεθήκαμε ελεύθεροι χωρίς απαγγελία καμίας κατηγορίας, οι μπάτσοι κατάσχεσαν προσωπικά μας αντικείμενα όπως ρούχα, εσώρουχα κλπ. Το ίδιο κάνανε και το Φεβρουάριο του 2013 μετά την έρευνα στο πατρικό μου σπίτι.
Πως φτάσαμε όμως στο σημείο τέλη Νοεμβρίου να αφεθώ ελεύθερος χωρίς καμία κατηγορία και μετά από 2 μήνες να καταζητούμαι για την ίδια υπόθεση;
1 Φεβρουαρίου αναρχικοί σύντροφοι με τους οποίους με συνδέει φιλική και συντροφική σχέση, προχωρούν σε διπλή απαλλοτρίωση των νόμιμων τοκογλύφων της Αγροτικής τράπεζας και των ΕΛ.ΤΑ. Βελβεντού Κοζάνης. Την επόμενη ημέρα είδα στις ειδήσεις και στο διαδίκτυο τα βασανισμένα πρόσωπα των συντρόφων μου από τα καλόπαιδα του ΑΤ Βέροιας, φωτοσοπαρισμένα στον 12ο όροφο της λεωφόρου Αλεξάνδρας. Από εκείνη τη μέρα η παρακολούθηση από την αντιτρομοκρατική εντάθηκε σε μεγάλο βαθμό.
Η ΔΑΕΕΒ “εκμεταλλευόμενη” πως οι σύντροφοι δεν ήταν οι μοναδικοί δράστες της ληστείας, αλλά υπήρχαν και άλλοι ασύλληπτοι, ξεκίνησαν με στοχευμένες “διαρροές” στα ΜΜΕ μέσω διάφορων αστυνομικών συντακτών, γνωστών αναμασητών των ψεμάτων της ασφάλειας, να συνδέουν εμένα και τον Αργύρη για τη παραπάνω ληστεία, στρώνοντας το έδαφος για την έκδοση ενταλμάτων σύλληψης.
Μέσα σε αυτό το ασφυκτικό περιβάλλον λοιπόν αποφάσισα συνειδητά να λείπω από το σπίτι μου όταν αρκετοί μπάτσοι της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας ήρθαν για να εκτελέσουν το ένταλμα σύλληψης εναντίον μου. Η ελευθερία για εμένα είναι το υπέρτατο αγαθό και αρνούμαι να το παραδώσω τρόπαιο στους διώκτες μου για να πάρουν ένα παραπάνω γαλόνι ή να εξασφαλίσουν γρηγορότερη προαγωγή.
Την επόμενη της επίδειξης των φωτογραφιών μας στη τηλεόραση, διαβάζουμε στον ηλεκτρονικό τύπο πως “όλως τυχαίως” βρέθηκε το αυτοκίνητο του γιατρού με το οποίο διέφυγαν οι έτεροι απαλλοτριωτές του Βελβεντού. Οι ίδιοι δημοσιογράφοι-παπαγαλάκια που μας φωτογράφιζαν σαν υπόπτους, τώρα “δένουν” το ψέμμα τους ισχυριζόμενοι πως λόγω της δημοσίευσης των φωτογραφιών μας αναγνωριστήκαμε από πολίτες και βρέθηκε το εν λόγω αυτοκίνητο. Με τέτοια ψέματα στήθηκε η μιντιακή ενοχή μας. Τι κι αν το αυτοκίνητο βρέθηκε μετά από τυχαία περιπολία; Η κατάθεση του αστυνομικού Βλάχου Τηλέμαχου, η οποία βρίσκεται στη δικογραφία το επιβεβαιώνει. Κάπως έπρεπε να στηριχθεί το αφήγημα της αντιτρομοκρατικής για τη συμμετοχή μας στη ληστεία.
Σε αυτό το γαϊτανάκι ήρθαν να προστεθούν 2 τουλάχιστον ύποπτες προανακριτικές καταθέσεις. Μιλώ για τους μάρτυρες Αλατσίδου και Στάση. Σύμφωνα με τα προανακριτικά έγγραφα φέρεται να μας βλέπουν την επόμενη ημέρα της ανεύρεσης του αυτοκινήτου του γιατρού στο s/m Μασούτης στη Νάουσα. Στις 2 καταθέσεις της Αλατσίδου και του Στάση στηρίζεται από τους διωκτικούς μηχανισμούς η εμπλοκή μας στη ληστεία του Βελβεντού. Έως εκείνη τη στιγμή η μόνη μας “εκκρεμότητα” ήταν η υποτιθέμενη εμπλοκή μας στη ληστεία του Φιλώτα Φλώρινας, υπόθεση για την οποία επαναλαμβάνω είχαμε αφεθεί ελεύθεροι εξ' αρχής.
Τι λένε όμως προανακριτικά οι 2 μάρτυρες; Ισχυρίζονται πως την επόμενη της ανεύρεσης του ΙΧ του Κωδωνά και περίπου 20 ημέρες μετά τη ληστεία, κινούμασταν ύποπτα εντός του s/m με αποτέλεσμα να τους κινήσουμε τη προσοχή. Οι 2 καταθέσεις έρχονται σε τρομερές αντιφάσεις μεταξύ τους. Δίνουν διαφορετικά χαρακτηριστικά προσώπου, διαφορετικό ύψος, διαφορετικά ρούχα, μέχρι και διαφορετικές ημέρες.
Στο δικαστήριο φυσικά αποκαλύφθηκε η πραγματικότητα. Η μεν Αλατσίδου δεν ήρθε καν να καταθέσει το ψέμα της, ο δε Στάσης έδωσε μια σημαντική κατάθεση στο εφετείο. Αφού παραδέχτηκε πως την ημέρα που η Αλατσίδου ισχυρίζεται πως μας είδε στο s/m ήταν κι εκείνος παρών και δεν πρόσεξε τίποτα ύποπτο, στη συνέχεια δήλωσε ξεκάθαρα πως από τότε που του πήρε κατάθεση η αντιτρομοκρατική τους είχε πει πως δεν είμαστε εμείς αυτοί που είδε στο s/m και πως η λέξη προσομοιάζει γράφτηκε από τους μπάτσους και ο ίδιος δεν την είπε ποτέ.
Καταδεικνύεται επομένως με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο πως η απαρχή της δίωξης μου στηρίζεται σε ένα χοντροκομμένο ψέμα, δύσκολα πιστευτό με τη κοινή λογική.
Ο δεύτερος κρίκος της αλυσίδας όσον αφορά τη δίωξη μου είναι η “αναγνώριση” μου από τον διευθυντή των ΕΛ.ΤΑ. Ιωάννη Δαλαμπή στην κατάθεση που έδωσε στην αντιτρομοκρατική στις 24/05/2013, δηλαδή 4 μήνες μετά τη ληστεία και ενώ εγώ βρισκόμουν ήδη στη φυλακή. Η αλήθεια απέχει πάλι παρασάγγας από αυτή την οπτική, κάτι που φάνηκε και στο πρωτόδικο δικαστήριο αλλά και εδώ στο εφετείο.
Τη μέρα της ληστείας (01/02) ο Δαλαμπής κατέθεσε στην αστυνομία πως κάποια στιγμή έπεσε το κάλυμμα από το πρόσωπο τους ενός ληστή και θα μπορούσε να τον αναγνωρίσει ανεπιφύλαχτα αν του το υπεδείκνυαν. Στην ίδια κατάθεση περιγράφοντας τον ίδιο ληστή αναφέρει πως είχε ανοιχτόχρωμα μάτια. Η συγκεκριμένη αναφορά είναι αρκετά σημαντική, καθώς έρχεται σε παντελή αντίθεση με τα δικά μου μάτια που είναι σκουρόχρωμα.
Στις 18/2 που δημοσιεύτηκε η φωτογραφία μου ο Δαλαμπής, είτε δεν πρόσεξε κάποιον τον οποίο τα ΜΜΕ παρουσίαζαν ως ληστή του Βελβεντού, ή το πιθανότερο με είδε και δεν του θύμιζα κάτι ώστε να τηλεφωνήσει στην αστυνομία.
Στις 24/05 έρχεται η κατάθεση την οποία η αντιτρομοκρατική βαφτίζει ως αναγνώριση. Και λέω βαφτίζει καθώς στη κατάθεση του ο Δαλαμπής, την οποία συνέταξε η ΔΑΕΕΒ, αναφέρει επί λέξει “από τις φωτογραφίες που μου επιδεικνύεται περισσότερο αναγνωρίζω”. Επομένως και προανακριτικά μπορούμε να μιλάμε για πιθανότητα αναγνώρισης και όχι για σίγουρη αναγνώριση όπως περιγράφεται στο βούλευμα. Αυτό φάνηκε από το πρωτόδικο δικαστήριο, στο οποίο ο ίδιος μάρτυρας δεν με αναγνώρισε ποτέ. Στο εφετείο όμως και μετά από ερώτηση του εισαγγελέα αν θυμάμαι καλά, ο Δαλαμπής ανέφερε πως κατά τη διαδικασία της αναγνώρισης, του επιδείχθηκαν φωτογραφίες. Σε αυτές αναγνώρισε κάποια χαρακτηριστικά, αλλά ποτέ δεν αναγνώρισε κανένα συγκεκριμένο πρόσωπο. Και δεν είναι μόνο ο Δαλαμπής. Σχεδόν όλοι οι μάρτυρες κατέδειξαν με τις καταθέσεις τους στο δικαστήριο πως όχι μόνο το “πρωτόκολλο” για τις αναγνωρίσεις δεν τηρείται από τους μπάτσους, αλλά είτε πιέζονται, είτε γράφονται πράγματα στις καταθέσεις τους τα οποία οι ίδιοι δεν έχουν πει ποτέ.
Ο τρίτος και τελευταίος κρίκος στην αλυσίδα της δίωξης μου αποτελεί το γνωστό και μη εξαιρετέο “στοιχείο” του dna και κυρίως ο τρόπος με τον οποίο το εκμεταλλεύεται η αντιτρομοκρατική για την εύκολη κατασκευή “βολικών” ενόχων. Η αοριστία του dna ως στοιχείου φαίνεται από τις δηλώσεις του βιολόγου και ειδικού επί του dna Kary Mullis. Ο Mullis είχε δηλώσει πως το dna δεν μπορεί να χρησιμοποιείται στην εγκληματολογία για την υπόδειξη, παρά μόνο για τον αποκλεισμό υπόπτων, καθώς είναι σαν να γνωρίζεις τους πρώτους 2-3 αριθμούς μια πιστωτικής κάρτας. Σίγουρα μπορείς να αποκλείσεις όσες κάρτες δεν αρχίζουν με αυτούς τους αριθμούς, αλλά δεν μπορείς να γνωρίζεις ποιά κάρτα είναι στη πραγματικότητα, καθώς υπάρχουν πάρα πολλές με ίδιους τους 2 πρώτους αριθμούς και διαφορετικούς τους υπόλοιπους.
Όλα αυτά τα χρόνια που το dna χρησιμοποιείται ως στοιχείο ενοχής στις πολιτικές δίκες έχουμε καταδείξει, όπως και εδώ με τη βιολόγο που κατέθεσε, την ευκολία μεταφοράς του, τη δυσκολία ανάλυσης του χωρίς να επιμολυνθεί, την αναξιοπιστία των εργαστηρίων της ΕΛ.ΑΣ. που πήραν πιστοποίηση μόλις τον Ιούνιο του 2013 (και μετά τη σύλληψη μας) και τη πρακτική αδυναμία ανάλυσης μειγμάτων dna.
Στη προκειμένη περίπτωση η αντιτρομοκρατική ισχυρίζεται πως έχει ανευρεθεί μείγμα βιολογικού υλικού τουλάχιστον 3 ατόμων σε όπλο και γάντι που χρησιμοποιήθηκαν από τους ληστές.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή όμως. Όπως εξήγησα και προηγουμένως η αντιτρομοκρατική είχε ανεπισήμως το dna μου από το Νοέμβριο του 2012. 30 Απριλίου του 2013 και μετά τη σύλληψη μου στη Νέα Φιλαδέλφεια μου αποσπάστηκε βιαίως το dna και επίσημα. Στο ίδιο γραφείο που είμασταν συλληφθέντες, κουκουλοφόροι μπάτσοι χωρίς ειδικές στολές μου απέσπασαν εν μέσω μπουνιών, κλωτσιών και πνιγμού το dna που ύστερα αναλύθηκε στα εργαστήρια τους. Εκείνη την εποχή πέρα από τη μη πιστοποίηση αυτών των εργαστηρίων, δεν είχαμε και τη δυνατότητα να βρίσκεται παρών δικός μας πραγματογνώμονας.
Λόγω της φύσης του, το dna χρησιμοποιείται τα τελευταία χρόνια ως υπερόπλο των διωκτικών μηχανισμών εναντίον του εσωτερικού εχθρού. Οι δεκάδες υποθέσεις εναντίον αναρχικών συντρόφων, η δίωξη των κατοίκων στις Σκουριές και το συνεχές φακέλωμα των αγωνιζόμενων κομματιών της κοινωνίας συνηγορούν στο παραπάνω.
Τι είναι όμως στη πραγματικότητα το dna? Η απάντηση απλή. Στην καλύτερη των περιπτώσεων μια πιθανότητα. Πιθανόν το μείγμα 3 και πάνω ατόμων να ανήκει σε εμένα, πιθανόν και να μην ανήκει. Πιθανόν να έχω πιάσει τα συγκεκριμένα αντικείμενα, πιθανόν και όχι. Βέβαια και το χειρότερο για εμένα συνδυασμό πιθανοτήτων να πάρουμε ως πραγματικό, το ότι δηλαδή και το μείγμα ανήκει σε εμένα και ήρθα πρωτογενώς σε επαφή με τα ίδια τα αντικείμενα δεν με καθιστά σε καμία περίπτωση δράστη της ληστείας, καθώς όπως σας εξήγησε η βιολόγος που κατέθεσε, αλλά και με μια απλή αναζήτηση στο διαδίκτυο μπορείτε να το βρείτε, το dna σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να μας δείξει το χρόνο, καθώς μπορεί να παραμείνει στα αντικείμενα για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Ποιό είναι όμως το κύριο χαρακτηριστικό αυτού του στοιχείου, το σήμα κατατεθέν ας μου επιτραπεί η έκφραση; Φυσικά η ευκολία στη μεταφορά, αλλά και στην επιμόλυνση του. Χαρακτηριστικά παραδείγματα μεταφοράς είναι πειράματα που έχουν αποδείξει πως 2 άνθρωποι μπορεί να δώσουν χειραψία και μετά ο ένας από τους 2 να πιάσει ένα αντικείμενο και να ανιχνευθεί σε αυτό μόνο το dna του ανθρώπου που δεν έπιασε το αντικείμενο πρωτογενώς και όχι αυτού που το έπιασε. Όσο για την επιμόλυνση το αναφέρω για να καταδείξω πόσο δύσκολο μου φαίνεται στις συνθήκες που σας έχω περιγράψει στα γραφεία του 12ου ορόφου να μου έχει παρθεί μη επιμολυσμένο δείγμα dna.
Συμπερασματικά βλέπουμε πως η καταδίκη με βάση το dna αποτελεί τον ορισμό της πιθανολογικής προσέγγισης. Και μάλιστα ενός μόνο συνδυασμού πιθανοτήτων. Άλλο ένα παράδειγμα μέσα από το οποίο φαίνονται οι ξεφτισμένες αξίες της αστικής δικαιοσύνης ακόμα και από τους ίδιους τους εκφραστές της. Σαν αναρχικός ούτως ή άλλως λόγω αντίληψης δεν πιστεύω στην αστική δικαιοσύνη, τους νόμους και τις αξίες της. Αυτό που έχει όμως σημασία είναι όταν οι ίδιοι οι δικαστές, όπως η έδρα του πρωτόδικου δικαστηρίου, πετάνε στα σκουπίδια ένα από τα “θεμέλια” υποτίθεται της δικαιοσύνης σας, ότι οι όποιες αμφιβολίες είναι πάντα με το μέρος του κατηγορούμενου. Αντ' αυτού επέλεξαν σαν καλοί υπηρέτες του κρατικού μηχανισμού και της οικονομικής ελίτ να μας δικάσουν με τα κακογραμμένα ψέματα της αντιτρομοκρατικής και το ψευδοεπιστημονικό στοιχείο του dna.
Κλείνοντας το κεφάλαιο του κατηγορητηρίου και περνώντας στο αμιγώς πολιτικό διακύβευμα της δίκης, θέλω να σχολιάσω κάτι που ακούω συχνά από τις έδρες των δικαστηρίων. Συνηθίζεται, χωρίς τις απαραίτητες γνώσεις οφείλω να παρατηρήσω, να εκθειάζετε τους βιολόγους των εργαστηρίων της ΕΛ.ΑΣ. ως εξαίρετους επιστήμονες, αφήνοντας να εννοηθεί πως δεν θα μπορούσε ένας επιστήμονας να “στήνει” ουσιαστικά ολόκληρες δικογραφίες εις βάρος των όποιων κατηγορούμενων. Ποιά είναι όμως η πραγματικότητα; Και αυτόν τον ισχυρισμό πρέπει να τον δούμε στο σύνολο του.
Οι βιολόγοι της αστυνομίας είναι και οι ίδιοι μπάτσοι, οι οποίοι έχουν “πουλήσει” την επιστημονική τους δύναμη στον κρατικό μηχανισμό. Είναι εκεί για να επιβεβαιώνουν με έναν άθλιο και ψευδοεπιστημονικό τρόπο τις όποιες κατευθύνσεις και τα όποια αποτελέσματα θέλει να πετύχει η αστυνομική έρευνα. Γι αυτό αναλύουν ταυτόχρονα τα δείγματα των συλληφθέντων μαζί με τα πειστήρια κι ας μη προβλέπεται από κανένα πρωτόκολλο. Γι αυτό θεωρούν αξιόπιστα στοιχεία τα μείγματα dna από οποιοδήποτε αντικείμενο. Γι αυτό αφήνουν τους αξιωματικούς της αντιτρομοκρατικής να γράφουν όπως θέλουν τις εκθέσεις του dna, όπως συνέβη στη δική μου περίπτωση.
Είναι όμως τα παραπάνω μια εκτροπή για την επιστημονική κοινότητα; Μια εξαίρεση (πουλημένοι επιστήμονες στην εξουσία), που επιβεβαιώνει τον κανόνα (επιστήμονες στο πλευρό του κοινωνικού συνόλου); Στη δική μου αναρχική οπτική δεν μπορούμε να κρίνουμε την επιστήμη ξεκομμένα από το περιβάλλον στο οποίο υφίσταται και αναπτύσσεται. Μιλώ για το καπιταλιστικό σύστημα ανάπτυξης και γενικότερα την εξουσιαστική διάρθρωση του κόσμου που ζούμε όποιο καθεστώς και αν υπάρχει.
Είναι ενδιαφέρον να παρατηρήσει κανείς πως η επιστήμη παίρνει το χρωματισμό του εκάστοτε εξουσιαστικού καθεστώτος στο οποίο υπάγεται. Άλλος ο χρωματισμός της στη ναζιστική Γερμανία, άλλος στη καπιταλιστική Ευρωπαϊκή Ένωση. Με το βασικό χαρακτηριστικό κοινό. Υπηρέτης της εκάστοτε εξουσίας και βοηθός στη διαιώνιση της.
Στο καπιταλιστικό σύστημα οργάνωσης η κερδοφορία του κεφαλαίου εις βάρος όλων των υπόλοιπων αποτελεί θεμελιώδη αξία. Δε θα μπορούσε λοιπόν η επιστήμη να μην εξυπηρετεί αύτη την αρχή.
Αλήθεια ποιοί αναπτύσσουν τις νέες πυρηνικές τεχνολογίες;
Ποιοί εξελίσσουν συνεχώς τα οπλικά συστήματα για να εφαρμόζονται στις διάφορες “ανθρωπιστικές” επεμβάσεις των κρατών σε όλο το πλανήτη;
Ποιοί δεσμεύουν εκατομμύρια ζώα στα εργαστήρια τους, βασανίζοντας τα με τον πιο απάνθρωπο τρόπο στα πειράματα τους;
Ποιοί είναι συνυπεύθυνοι (ανάμεσα σε πολλούς άλλους) για τη Φουκοσίμα, το Τσέρνομπιλ, τη Χιροσίμα, το Ναγκασάκι και τη καταστροφή του Αμαζονίου;
Πόσα επιστημονικά στελέχη διαθέτουν οι βιομηχανίες πετρελαίου, καπνού, ορυκτών κλπ που καταστρέφουν το περιβάλλον;
Αλήθεια τα επιστημονικά μυαλά που συνεργάστηκαν και μάλιστα ενεργά με τους ναζί τελικά ήταν ή δεν ήταν επιστήμονες;
Ποιοί προσπαθούν να τελειοποιήσουν τα συστήματα ελέγχου ώστε να υποκλέπτουν σε μαζική κλίμακα τα προσωπικά μας δεδομένα σκιαγραφώντας τις κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες, πουλώντας φυσικά όλα τα παραπάνω στις μυστικές υπηρεσίες των κρατών;
Ποιοί ονειρεύονται τη σύζευξη ανθρώπου και μηχανής; Και ο κατάλογος δεν τελειώνει ποτέ.
Ειδικά το δυστοπικό μέλλον που περιγράφω στο τέλος έχει μια αξία να πολεμηθεί άμεσα καθώς οι αόρατες αλυσίδες που βάζουμε άθελα μας στους εαυτούς μας θα είναι αρκετά δύσκολο να τις αποτινάξουμε όταν θα έρθει η στιγμή. Πιστωτικές κάρτες, κάμερες, μέσα κοινωνικής δικτύωσης, τσιπάκια παρακολούθησης, κωδικοί και πολλά άλλα δημιουργούν ένα φαινομενικά αόρατο πλέγμα καταστολής με το μανδύα της διευκόλυνσης του κοινωνικού συνόλου. Το 1984 του Όργουελ τελικά ίσως να είναι ο “επιστημονικός” κόσμος του μέλλοντος αν δεν γίνουμε η άμμος που θα σπάσει τα γρανάζια τους
Γίνεται φανερό λοιπόν πως η επιστήμη αποτελεί ένα βασικό τομέα για τα εκάστοτε εξουσιαστικά συστήματα ο οποίος, με εξαιρέσεις προφανώς, λειτουργεί σε αυτά τα πλαίσια.
Φυσικά δεν οραματίζομαι ένα κόσμο χωρίς επιστήμη και τεχνολογία. Αυτό στις μέρες μας θα ήταν ούτως ή άλλως ανέφικτο. Επιθυμώ όμως η γνώση να μην αποτελεί προνόμιο των ισχυρών ούτε να υπηρετεί την εξουσία, αντιθέτως να είναι κτήμα όλων και να αναπτυχθεί στον απόλυτο βαθμό εξυπηρετώντας τα συμφέροντα των επαναστατημένων κοινοτήτων και όχι μιας κλίκας που διαφεντεύει τον πλανήτη.
Για να γίνει όμως αυτό δεν είναι αρκετή η καλή θέληση και οι καλές προθέσεις. Χρειάζεται συνεχής αγώνας για ένα κόσμο που δεν θα χωρίζεται σε αφέντες και δούλους. Ένα κόσμο που δεν θα υπάρχει εκμετάλλευση ανθρώπου και φύσης από άνθρωπο. Ένα κόσμο μέσα στον οποίο οι επιστημονικές γνώσεις θα αναπτύσσονται έξω από τις αλλοτριωμένες “κατευθύνσεις” της εποχής μας. Γιατί στη τελική το πρόβλημα δεν βρίσκεται στην επιστήμη αυτή καθ' αυτή αλλά στο ποιόν τελικά εξυπηρετεί.
Τελειώνοντας με αυτό το πολιτικό σχόλιο το σκέλος του κατηγορητηρίου, μου δίνεται η καλύτερη πάσα να περάσω στο πολιτικό διακύβευμα της δίκης. Το πρώτο ερώτημα που μου έρχεται στο μυαλό ξεκινώντας αυτό το κομμάτι είναι: Το δίκαιο της δικαιοσύνης ποιός θα το δικάσει;
Για τα σύγχρονα καπιταλιστικά συστήματα ο νόμος και κατ' επέκταση η απονομή της δικαιοσύνης είναι ο θεμέλιος λίθος βάσει τον οποίο εξασφαλίζεται η ισότητα όλων των υποκειμένων εντός της κοινωνίας, καθώς παρά τις επιμέρους διαφορές των ανθρώπων "όλοι είμαστε ίσοι ενώπιον του νόμου". Είναι όμως έτσι; Αλήθεια υπάρχουν πολλοί άνθρωποι στις μέρες μας που να μην καταλαβαίνουν πως η αστική δικαιοσύνη λειτουργεί με ταξικά και πολιτικά κριτήρια; Μέχρι και εσείς οι ίδιοι, από τον τελευταίο εισαγγελέα ως τον πρόεδρο Εφετών, γνωρίζετε καλά πως να επιτελείται το ρόλο σας, δηλαδή την προστασία της οικονομικής ελίτ, των κρατικών αξιωματούχων και των μπράβων τους, καθώς και τη διαχείριση του πλεονάζοντος εργατικού δυναμικού και όσων περισσεύουν από το σύστημά σας.
Πάμε όμως πίσω στη περιβόητη ισότητα όλων μας απέναντι στο νόμο, για να δούμε πόσο υποκριτικός φαντάζει αυτός ο συλλογισμός. Τα παραδείγματα που επιβεβαιώνουν τα γραφόμενα μου αμέτρητα. Στις φυλακές σας σαπίζουν φτωχοί, τοξικοεξαρτημένοι, μετανάστες, παράνομοι. Συνηθίζεται η δικαστική κλίκα να εξαντλεί την αυστηρότητά της σε αυτούς τους φτωχοδιάβολους. Μέσα από τις ποινές σας, που στις περισσότερες των περιπτώσεων ξεπερνούν τα όρια της ανθρώπινης ζωής δημιουργείτε τα "τέρατα" που δήθεν απειλούν το κοινωνικό σύνολο. Ναι κύριοι δικαστές τα χρόνια που μοιράζετε σαν στραγάλια είναι χρόνια πραγματικής ζωής, τα οποία αν τα δεσμεύσεις μέσα σε 4 τοίχους αφήνουν τις περισσότερες φορές ανεξίτηλα σημάδια πάνω σου. Αυτά τα σημάδια λοιπόν αντανακλώνται στις συμπεριφορές και στον τρόπο ζωής των ανθρώπων που θάβετε ζωντανούς στα μπουντρούμια σας. Για σωφρονισμό δεν θα μιλήσω. Δεν χρειάζεται να είσαι αναρχικός για να καταλάβεις πως αυτό που συντελείται στις φυλακές είναι το να εμπεδώνεις κάθε μέρα όλο και περισσότερο την ηθική της εξουσίας στη ζωή σου.
Όμως υπάρχει άλλη μία ειδική κατηγορία κρατουμένων που εξαντλείτε την αυστηρότητά σας. Μιλάω για τους πολιτικούς κρατούμενους που βρίσκονται στη φυλακή όχι λόγω συνθηκών, αλλά γιατί από διαφορετική αφετηρία κινούμενος ο καθένας, αμφισβήτησαν την παντοδυναμία του συστήματος σας. Ονειρεύονται και οραματίζονται, μαζί με πολλούς συντρόφους στην κοινωνία, έναν άλλο κόσμο που βρίσκεται σε ανειρήνευτη μάχη με το δικό σας.
Και τι δεν έχουμε συναντήσει όλα αυτά τα χρόνια από τη δικαστική εξουσία εναντίον μας. Πολλαπλές προφυλακίσεις, φυλακίσεις με μοναδικό κριτήριο συγγενικές και φιλικές σχέσεις, διαπόμπευση των προσώπων μας στα δελτία των ειδήσεων, προφυλακίσεις αναρχικών που ξεπέρασαν τα 3 και τα 4 χρόνια, κόψιμο αδειών, φύλακες τύπου Γ, εξοντωτικές ποινές, μη αναγνώριση χρόνου κράτησης. Και κάπου εδώ σταματάω γιατί τα παραδείγματα είναι άπειρα.
Τολμάτε να μας κατηγορείτε για ληστές αλλά τους πραγματικούς ληστές τους βγάζετε λάδι. Energa Power, Proton Bank, σκάνδαλο της Siemens, δάνεια Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, ανακεφαλαιοποιήσεις τραπεζών. Κάποιοι μόνο κρίκοι μιας τεράστιας αλυσίδας υποθέσεων που η δικαστική εξουσία έχει επιφυλάξει από χαμηλές ποινές και αθωώσεις μέχρι παντελή συγκάλυψη.
Μας κατηγορείτε για τρομοκράτες και τις πραγματικές τρομοκρατικές οργανώσεις τις έχετε υπό την προστασία σας. Αναφέρομαι στους πολιτικούς σας προϊσταμένους, στους μεγάλους ή μεσαίους οικονομικούς ομίλους, στους ιμπεριαλιστικούς μηχανισμούς, στο τραπεζικό σύστημα. Όλοι οι παραπάνω με τις πολιτικές οικονομικής και κοινωνικής γενοκτονίας που ασκούν "" (απόσπασμα από τον τρομονόμο). Αυτές είναι οι πραγματικές τρομοκρατικές οργανώσεις και όχι τόσοι σύντροφοι που έχουν κατηγορηθεί ή καταδικαστεί με το έκτρωμα του 187Α.
Επιφυλάσσεται βαρύτατες ποινές και απελάσεις στους κολασμένους αυτού του κόσμου, τους πρόσφυγες και τους μετανάστες, ενώ παράλληλα συγκαλύπτεται τη δράση των φασιστικών συμμοριών που τους στοχοποιούν με τις δεκάδες επιθέσεις τους.
Βγάζετε παράνομες και καταχρηστικές τις απεργίες, στοχοποιώντας τους εργατικούς αγώνες ενώ παράλληλα τα αφεντικά δημιουργούν συνθήκες γαλέρας στα κάτεργα της μισθωτής σκλαβιάς, αδιαφορώντας ακόμα και για την ανεπαρκή και ταξικά διαρθρωμένη εργατική νομοθεσία.
Κόβετε τις αιτήσεις αποφυλάκισης χιλιάδων αρρώστων, καρκινοπαθών, ανθρώπων με αναπηρία, όπως ο Σάββας Ξηρός, ενώ από την άλλη όλα τα παράσιτα του αστικού συστήματος όπως οι Παπαγεωργόπουλος και Λαυρεντιάδης αποφυλακίζονται με συνοπτικές διαδικασίες.
Αντικρίζοντας τα πράγματα με μία συνολικότερη οπτική η αντίθεσή μου με τη δικαστική εξουσία δεν έγκειται στο ότι είστε εντολοδόχοι και προστάτες μιας δράκας αδίστακτων καθαρμάτων που διαφεντεύουν τις ζωές μας. Ούτε από την οργή που νιώθω αντικρίζοντας καθημερινά ανθρώπους από τους οποίους έχετε κλέψει με "αξιοθαύμαστη" ευκολία το υπέρτατο αγαθό της ελευθερίας. Ή μάλλον καλύτερα δεν έγκειται μόνο σε αυτά.
Σαν αναρχικός θεωρώ εξ ορισμού προβληματικό να υπάρχει μια ξεχωριστή κάστα ανθρώπων οι οποίοι σαν μικροί θεοί μπορούν να κρίνουν τις πράξεις και τη στάση ζωής του καθενός από εμάς. Πέρα από το αυτονόητο, πως νόμοι αποτελούν πλαστελίνη στα χέρια των ισχυρών, άρα σε συνθήκες καπιταλισμού θα προστατεύουν τους οικονομικά κυρίαρχους, ακόμα και στο δικό μου ιδεατό της επαναστατημένης αναρχικής κοινότητας δεν φαντασιώνομαι προλεταριακά δικαστήρια και λαϊκούς δικαστές. Η απονομή της δικαιοσύνης είναι αναγκαίο να πηγάζει μέσα από δομές που θα περιλαμβάνουν όλους τους εμπλεκόμενους (όπως για παράδειγμα η συνέλευση) και από άτομα που θα εναλλάσσονται συνεχώς χωρίς τη δημιουργία άτυπων θεσμών μέσω των οποίων τα μέλη τους θα συγκεντρώσουν εξουσίες που νομοτελειακά θα αλλοιώσουν το σύνολο της κοινότητας.
Κλείνοντας άλλη μια πολιτική δήλωση θα ήθελα να αναφερθώ συνοπτικά στις κοινωνικές συνθήκες μέσα στις οποίες διεξάγεται η συγκεκριμένη δίκη. Τα τελευταία 8 και παραπάνω χρόνια που είμαι οργανωμένος στο αναρχικό κίνημα παρατηρούνται τρομερές αλλαγές, οι περισσότερες των οποίων δεν με έκαναν να αμφιβάλλω στιγμή για το ορθό και αναγκαίο συνάμα της επιλογής μου.
Από την εποχή της επίπλαστης οικονομικής ευμάρειας, των δανείων κάθε είδους, των παχυλών Ευρωπαϊκών επιδοτήσεων, της γκλαμουριάς, του μικροαστικού όνειρο, του "τέλους της ιστορίας", την εποχή του καπιταλισμού με "ανθρώπινο" πρόσωπο, περάσαμε στην εποχή της επιστροφής του καπιταλισμού στις πρώιμες ρίζες του. Ζούμε στην εποχή των οικονομικών προγραμμάτων διάσωσης, της εργασιακής ζούγκλας, της πίεσης για να "βγει" η κάθε μέρα, των εντεινόμενων ταξικών αντιθέσεων, της κατάρρευσης του μικροαστικού ονείρου. Όχι πως η κάθε εποχή δεν φέρει μέσα της στοιχεία της άλλης. Ίσα-ίσα σχεδόν όλα τα χαρακτηριστικά της μιας εμπεριέχονται και στην άλλη. Παρόλα αυτά ο βασικός πυρήνας διαφέρει σημαντικά από τη μία εποχή στην άλλη.
Το ότι στις μέρες μας μεγάλο μέρος του κοινωνικού σώματος βιώνει με ποιο απτούς όρους την καταπίεση, τα αδιέξοδα, την εξαθλίωση στην οποία μας καταδικάζει ο καπιταλισμός. Το ότι δηλαδή οι λεγόμενες αντικειμενικές συνθήκες είναι ευνοϊκότερες για εμάς, δε σημαίνει πως το "έργο" μας καθίσταται ευκολότερο. Αυτό αποδεικνύεται καθώς μαζί με την άνοδο των επαναστατικών κινημάτων, αυξάνεται και η δύναμη φασιστικών και ρατσιστικών μορφωμάτων ανά την υφήλιο.
Η απαξίωση λοιπόν των κλασικών κοινοβουλευτικών σχηματισμών που μονοπώλησαν την εξουσία την περίοδο μετά το Β Παγκόσμιο Πόλεμο είναι μία πραγματικότητα. Αυτό συμβαίνει κυρίως λόγω της βίαιης νεοφιλελεύθερης χροιάς των πολιτικών που εφαρμόζουν, χωρίς όμως αυτή η απαξίωση να λαμβάνει απαραίτητα θετικό πρόσημο για το επαναστατικό στρατόπεδο. Η πείνα και η εξαθλίωση λοιπόν δεν θα πυκνώσουν τις γραμμές μας με στρατιές νεόπτωχων καταπιεσμένων έτοιμων να πολεμήσουν για την αναρχία. Είναι απλά μία συνθήκη ώστε αυτοί στους οποίους απευθυνόμαστε, οι από τα κάτω δηλαδή, να κατανοήσουν καλύτερα τα δικά μας προτάγματα. Χωρίς αγώνα, χωρίς δομές, χωρίς οργάνωση δεν πρόκειται να κεφαλαιοποιηθεί αυτή η αγανάκτηση που απαντάται διάχυτη στο κοινωνικό σώμα.
Μία άλλη πραγματικότητα της εποχής είναι η εντεινόμενη ιμπεριαλιστική επιθετικότητα, που πέρα από τον ανταγωνισμό για τις ζώνες επιρροής του εκάστοτε ιμπεριαλιστικού μηχανισμού, παίρνει και τη μορφή της τιμωρίας στους λαούς που επαναστάτησαν για ελευθερία και αξιοπρέπεια σε μία σειρά από χώρες κυρίως της Βόρειας Αφρικής και της πολύπαθης Μέσης Ανατολής. Αίγυπτος, Λιβύη, Υεμένη, Τυνησία, Μπαχρέιν, Συρία, Ιράκ, μία σειρά από χώρες στις οποίες οι μηχανισμοί που υπερασπίζεστε πνιγούν στο αίμα τους επαναστατημένους πληθυσμούς τους και ανταγωνίζονται για το ποιος θα έχει το πάνω χέρι την επόμενη περίοδο μετά τη λήξη του πολέμου. Η διεθνιστική αλληλεγγύη από τα επαναστατικά κινήματα προς όλους αυτούς τους πληθυσμούς είναι κομβική και αναγκαία συνθήκη για να βάλουμε ένα τέλος στις σφαγές από οποιοδήποτε κρατικό σχηματισμό συμφερόντων και αν προέρχονται.
Τη στιγμή που μας δικάζεται, σε αυτήν εδώ την αίθουσα, ένας άστεγος πεθαίνει από τό κρύο, ένας χρεοφειλέτης αυτοκτονεί για χρέη προς τη τράπεζα, ένα σπίτι μένει χωρίς ρεύμα, ένας πρόσφυγας πνίγεται στη προσπάθεια τους να ξεφύγει από τις γειτονικές εμπόλεμες ζώνες. Κάποια χιλιόμετρα μακριά μια μάνα κλαίει για το νεκρό παιδί της και ένας πατέρας θρηνεί για τη χαμένη οικογένειά του. Κάποια χιλιόμετρα μακριά βομβαρδισμοί καταστρέφουν πόλεις και εκτοπίζουν ολόκληρους πληθυσμούς. Κάποια από αυτά τα βομβαρδιστικά αεροπλάνα ανεφοδιάζονται σε Ελληνικό έδαφος, στις Αμερικανικές και Νατοϊκές βάσεις που βρίσκονται στη χώρα μας. Καλά καταλάβατε κύριοι δικαστές, υπεύθυνος για αυτά και πολλά άλλα εγκλήματα δεν είμαι εγώ ούτε οι σύντροφοί μου, αλλά οι κυβερνήσεις των κρατών ανα το κόσμο. Κανείς όμως από αυτούς τους εγκληματίες πολέμου δεν θα βρεθεί σε καμία αίθουσα αστικού δικαστηρίου να λογοδοτήσει για τις πράξεις του όπως καλούμαστε να πράξουμε εμείς. Κανείς από αυτούς τους κατά συρροή δολοφόνους δεν θα περάσει ούτε μια μέρα της ζωής του στη φυλακή για όλα τα ειδεχθή εγκλήματα που έχει διαπράξει.
Εν κατακλείδι 4 χρόνια στη φυλακή παραμένω αμετανόητος για τη δράση μου μέσα στις γραμμές του αναρχικού κινήματος. Αμετανόητος γιατί η στάση τόσων και τόσων αγωνιστών στις εξορίες και τις φυλακές καθώς και η αξιοπρέπειά μου δεν μου αφήνουν καμία άλλη επιλογή. Είμαι περήφανος που γνώρισα και γνωρίζω υπέροχους συντρόφους που μοιραζόμαστε κοινές αξίες και κοινά οράματα. Συντρόφους και φίλους με όλη τη σημασία της λέξης στα εύκολα και στα δύσκολα, στις χαρές και τις λύπες. Συντρόφους και φίλους που στη δύσκολη συνθήκη της φυλακής με τη στάση του ο καθενός μου δίνει δύναμη να συνεχίσω να χαμογελάω. Να χαμογελάω γιατί δεν μας λυγίσατε, δεν μας γονατίσατε, δεν μας νικήσατε. Οσο ζω και αναπνέω λοιπόν θα αγωνίζομαι ενάντια στο εξουσιαστικό σκοτάδι και την κυριαρχία κράτους και κεφαλαίου στις ζωές των ανθρώπων. Όσες δικογραφίες και να μου στήσει η αντιτρομοκρατική, όσες αποφάσεις δικαστηρίων και να έρθουν να τις επιβεβαιώσουν, δεν θα σταματήσω να αγωνίζομαι για την ατομική και συλλογική απελευθέρωση. Για την αναρχία.
Καταρχάς να ξεκαθαρίσω πως ό,τι πω σήμερα αποτελεί τη λογική συνέχεια όσων είχα δηλώσει και πρωτόδικα, εξακολουθώ να στηρίζω τις πράξεις και τις επιλογές μου. Εξακολουθώ να αρνούμαι την αστική νομιμότητα και κατ’ επέκταση τις κατηγορίες που μου προσάπτετε. Εξακολουθώ να αρνούμαι να νομιμοποιήσω το ρόλο σας ως κριτές και τοποτηρητές της ομαλότητας. Όπως είχα πει και στο πρωτόδικο θεωρώ χρέος μου τον επαναστατικό αντίλογο απέναντι στην μονολιθικότητα της δικαστικής εξουσίας. Όπως δεν σταματήσαμε τόσα χρόνια να εκφράζουμε τις πολιτικές μας θέσεις και την αντίθεσή μας στο σύστημα που υπηρετείτε, έτσι δεν θα σταματήσουμε ούτε τώρα. Σε καμία περίπτωση λοιπόν δεν σκοπεύω να σκύψω το κεφάλι και να σας δώσω την ηθική ικανοποίηση ότι τελικά η φυλακή με λύγισε, ότι τελικά κατάφερε η εξουσία σας να με βάλει στον "ίσιο" δρόμο. Να παραδεχτώ μπροστά σας αυτό που διακαώς επιθυμείτε, ότι το βίωμα της φυλακής και το προσωπικό κόστος της απώλειας ελευθερίας ήταν αρκετό για να μετανιώσω για τις επιλογές μου. Όχι, λοιπόν παραμένω συνειδητά σε αυτό που για σας είναι ο λάθος δρόμος, στο δρόμο του αγώνα, στο δρόμο για μία ζωή χωρίς εκμετάλλευση και καταπίεση. Ξέρω ότι ίσως σας τρομάζει μία τέτοια σκέψη, ίσως σας φαίνεται απόκοσμη εκείνη η στιγμή που ξαφνικά από τις υπερυψωμένες θέσεις σας (αντανάκλαση των κοινωνικών συσχετισμών) θα βρεθείτε χωρίς ίχνος εξουσίας, υπόλογοι για τα χρόνια εγκλήματα που έχετε διαπράξει απέναντι από το εξεγερμένο πλήθος αγωνιστών και επαναστατών. Να είστε σίγουροι πώς θα έρθει αυτή η μέρα και να είστε ακόμα περισσότερο σίγουροι πως δεν θα σταματήσω να αγωνίζομαι για να έρθει.
Η δήλωσή μου στην προκειμένη περίπτωση λοιπόν δεν αποτελεί μία απόπειρα συνδιαλλαγής μαζί σας για να σας πείσω να μου χαρίσετε κάποια χρόνια απ’ την ποινή μου. Επιλέγω να τοποθετηθώ για δύο λόγους, πρώτον για να καταδείξω το ρόλο σας και κατ’ επέκταση του συνόλου της εξουσίας και δεύτερον γιατί θεωρώ σημαντική παρακαταθήκη, για τη συλλογική μνήμη του κόσμου του αγώνα, την αποτύπωση μιας πτυχής του πολέμου που εκφράζεται μέσα στις δικαστικές αίθουσες.
Άλλη μία στιγμή της προαιώνιας σύγκρουσης ανάμεσα σε δύο εντελώς διαφορετικούς κόσμους έρχεται να προστεθεί στη μακριά ιστορία αντίστασης του αναρχικού χώρου. Άλλη μία μάχη ανάμεσα στον κόσμο της υποταγής, της εξαθλίωσης, των ζωντανών σκιών και στον κόσμο της αλληλεγγύης και της συντροφικότητας, στον κόσμο της άγριας ελευθερίας έξω απ’ τις νόρμες και τις προσταγές της εξουσίας και των νόμων.
Θα ξεκινήσω την τοποθέτησή μου λοιπόν με μία περιγραφή των όσων εξελίχθηκαν εδώ μέσα κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας. Και πιο συγκεκριμένα θα εστιάσω σε δύο μόνο σημεία που έχουν ιδιαίτερη πολιτική σημασία καθώς δείχνουν με τον πιο εξόφθαλμο τρόπο την ταξική φύση της δικαστικής εξουσίας.
Το πρώτο σημείο είναι η προσπάθεια, για άλλη μία φορά όπως συνέβη και στο πρωτόδικο, συγκάλυψης των βασανιστηρίων που έλαβαν χώρα στο τμήμα της Βέροιας μετά τη σύλληψή μας. Εδώ η έδρα του δικαστηρίου προσπάθησε να προστατεύσει τους αστυνομικούς που κατέθεσαν ούτως ώστε να μην πέσουν σε αντιφάσεις και εκθέσουν τους συναδέλφους τους. Αυτά τα θρασύδειλα ανθρωπάκια που με τεράστια ευκολία χτυπούσαν επί ώρες ανθρώπους πισθάγκωνα δεμένους και τώρα κρύβονται πίσω από τις καταθέσεις των μπάτσων που μας συνέλαβαν οδηγώντας τους έτσι να αναλάβουν επί της ουσίας την ευθύνη του ξυλοδαρμού ως αποτέλεσμα της αντίστασης μας κατά τη σύλληψη. Ένα σενάριο που ξεπερνά κάθε φαντασία καθώς η ίδια η διάρκεια της σύλληψης που κράτησε μόλις ελάχιστα λεπτά αναιρεί τον ισχυρισμό τους για πάλη. Παρόλα αυτά η έδρα έδειξε να ξαφνιάζεται όταν επανειλημμένες φορές άκουσε ότι υπήρξε ξυλοδαρμός μέσα στο τμήμα μετά τη σύλληψή μας. Φαίνεται τα μέλη του δικαστηρίου έρχονται πρώτη φορά αντιμέτωποι με την βιαιότητα των κατασταλτικών μηχανισμών. Μάλλον το ανθρωπιστικό προσωπείο που φοράτε μειώνει το οπτικό σας πεδίο, όχι από αφέλεια όμως, σε καμία περίπτωση! Αντιθέτως, αυτός είναι ο ρόλος σας, είσαστε το λάδι στα γρανάζια του κατασταλτικού μηχανισμού. Όντας και οι ίδιοι φορείς της ίδιας βίας επί της ουσίας επικροτείτε την βαρβαρότητα των αστυνομικών δυνάμεων.
Ενδεικτικά, θα αναφέρω επιγραμματικά μόνο δύο από τις αμέτρητες περιπτώσεις που η δικαστική εξουσία σιώπησε μπροστά στη δολοφονική βία που ασκήθηκε από αστυνομικούς και πιο συγκεκριμένα από τα τσογλάνια της ομάδας ΔΕΛΤΑ.
Η πρώτη είναι η εισβολή της ομάδας ΔΕΛΤΑ στα γραφεία του Δίκτυο Κοινωνικής Υποστήριξης προσφύγων και μεταναστών το 2010, όπου το δικαστήριο, παρά τα όσα στοιχεία αποδείκνυαν τον τραυματισμό όσων ανθρώπων βρισκόντουσαν εκεί, αποφάνθηκε πως ο "μέσος συνετός αστυνομικός", δεν θα μπορούσε να συμπεριφέρεται όπως περιγράφεται στο κατηγορητήριο. Η δεύτερη περίπτωση αφορά τον άγριο ξυλοδαρμό Αμερικανίδας διαδηλώτριας το 2010 πάλι από την ομάδα ΔΕΛΤΑ, που είχε σαν αποτέλεσμα να χάσει την ακοή της. Το δικαστήριο απάλλαξε λόγω αμφιβολιών τους μπάτσους, δύο εκ των οποίων συμμετάσχει και στην εισβολή στο Δίκτυο Κοινωνικής Υποστήριξης.
Εμείς λοιπόν ξέρουμε πολύ καλά για ποιο λόγο βασανιστήκαμε, ξέρουμε γιατί η αντιτρομοκρατική έδωσε στη δημοσιότητα τις φωτογραφίες μας, όπως ξέρουμε και ποιος είναι ο ρόλος ο δικός σας. Ξέρουμε ότι ο άμεσος στόχος των διωκτικών μηχανισμών όταν δημοσιοποίησαν τις φωτογραφίες μας δεν ήταν η συλλογή πληροφοριών από τους επίδοξους ρουφιάνους, αλλά να περάσουν ένα σαφές μήνυμα προς όσους επιλέγουν συνειδητά την ένοπλη αντιπαράθεση με το σύστημα. Ήταν μία προσπάθεια από πλευράς τους να τρομοκρατήσουν το σύνολο του ριζοσπαστικού χώρου. Όλα αυτά ειναι απόρροια της πολιτικής μας θέσης ως αναρχικοί ενάντια σε ένα σύστημα άγριας επιβολής και καταπίεσης. Και για να απαντήσω στον εισαγγελέα που αναρωτήθηκε γιατί δεν κάναμε μήνυση στους μπάτσους της Βέροιας, ο λόγος βρίσκεται ακριβώς σε αυτά που σας ανέφερα. Είναι κάτι παραπάνω από προφανές ότι αρνούμαστε συνολικά την αστική νομιμότητα ακριβώς επειδή την κατατάσσουμε στο ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα που πολεμάμε. Για μας η δικαιοσύνη λοιπόν δεν εκφράζεται μέσα στις δικαστικές σας αίθουσες, εσείς έχετε έναν και μοναδικό ρόλο, την προστασία του κεφαλαίου και της κυρίαρχης τάξης.
Το δεύτερο σημείο που θα σταθώ σχετικά με τη διαδικασία της δίκης είναι οι αναγνωρίσεις και το πώς αυτές στήνονται από την αντιτρομοκρατική υπηρεσία. Για μένα φυσικά δεν έχει απολύτως καμία σημασία καθώς έχω αναλάβει την ευθύνη για τη διπλή απαλλοτρίωση στο Βελβεντό. Όμως εδώ έχουμε κατηγορούμενους και δύο συντρόφους χωρίς κανένα απολύτως στοιχείο πέρα από τις καθοδηγούμενες αναγνωρίσεις που τους τοποθετούν στη Νάουσα δύο εβδομάδες μετά τη ληστεία. Με τον Φοίβο και τον Αργύρη γνωριζόμαστε χρόνια, βρεθήκαμε δίπλα δίπλα αρκετές φορές σε διαδηλώσεις, συνελεύσεις και δράσεις του αναρχικού χώρου κι από κει αναπτύξαμε φιλική και συντροφική σχέση. Είμαι περήφανος για αυτή τη σχέση, τη στηρίζω και δεν την αρνούμαι, όπως άλλωστε κάνουν και οι σύντροφοι, όμως γνωρίζω ότι αυτός ήταν και ο λόγος που βρέθηκαν κατηγορούμενοι, μετά από μία καραμπόλα διώξεων που είχε αφετηρία την υπόθεση του Φιλώτα και κατέληξε στην υπόθεση του Βελβεντού. Γίναμε μάρτυρες λοιπόν σε αυτό το δικαστήριο του ύπουλου παιχνιδιού στοχοποίησης και κατασκευής ενόχων που παίζεται από πλευράς αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας. Είδαμε να καταθέτουν άνθρωποι που κατά τα φαινόμενα δείχνουν να έχουν αναγνωρίσει τον Φοίβο και τον Αργύρη και εν τέλει οι ίδιοι αυτοί οι άνθρωποι κάνουν ξεκάθαρο πως οι καταθέσεις τους ήταν προϊόν πίεσης και συντάχθηκαν εξολοκλήρου στα γραφεία του 12ου χρησιμοποιώντας μία φρασεολογία που μοναδικό στόχο είχε την ενοχοποίηση των δύο συντρόφων.
Ας μιλήσουμε λοιπόν για το δίκαιο, το δικό σας δίκαιο, τη δικαστική εξουσία και την ηθική που επιβάλλετε. Το δίκαιο είναι εξ ορισμού μία μορφή κοινωνικού ελέγχου που συνδέεται άρρηκτα με την κυριαρχία του εκάστοτε κράτους. Το κράτος, παρότι στην εποχή της παγκοσμιοποίησης ξεπερνάει τα όρια του έθνους-κράτους καθώς γίνεται όλο και πιο έντονη η εμφάνιση υπερεθνικών σωμάτων που μετακυλίουν τις αρμοδιότητες του σε ιδιωτικούς θεσμούς και πολυεθνικές, εξακολουθεί να στηρίζεται στον εξαναγκασμό ούτως ώστε να διατηρεί την αυθεντία του. Μέσω της πειθάρχησης και της τήρησης των νόμων εξασφαλίζει το μονοπώλιο της λεγόμενης "νόμιμης βίας", με λίγα λόγια της κρατικής κυριαρχίας. Αυτό που ο Hobbes περιέγραψε ως κράτος λεβιάθαν, ένα κράτος με απεριόριστη εξουσία που επεμβαίνει σε κάθε πτυχή της ανθρώπινης πλευράς, σήμερα αποτελεί πραγματικότητα και εκφράζεται από ένα σύμπλεγμα εξουσίας. Η δικαιοσύνη λοιπόν παίζει, αν όχι το σημαντικότερο, έναν από τους σημαντικότερους ρόλους σε αυτό το σύμπλεγμα δημιουργώντας μία άμεση σύνδεση δικαίου και κοινωνικής σταθερότητας("νόμου και τάξης"). Ανέκαθεν, από τη στιγμή που η διαχείριση των μαζών και των λαϊκών εξεγέρσεων πέρασε απ’ τον στρατό στη δικαστική εξουσία, το δικαστικό σύστημα αποτελούσε μία προσοδοφόρα μηχανή κέρδους που διαμορφώνει την κοινωνική ηθική, δημιουργώντας έναν αμοιβαίο ανταγωνισμό στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα και διευκολύνοντας την εκάστοτε κυρίαρχη τάξη να διευρύνει το πεδίο εκμετάλλευσης. Έτσι το σύνολο της κοινωνίας, παρότι βρίσκεται συνεχώς υπό την ασφυκτική πίεση της κυριαρχίας, αποδέχεται το ρόλο του ως εκμεταλλευόμενο έχοντας νομιμοποίησει ηθικά την θέση του, ενώ αντιθέτως απομονώνει ως αντικοινωνικό τον παραβάτη, τον εγκληματία, όσους εμπράκτως καλώς ή κακώς ξεφεύγουν από το ρυθμό παραγωγής του κέρδους. Εν ολίγοις το δικαστικό σύστημα είναι ένας πολιτικός φορέας που παράγει ιδεολογική κάλυψη στους εκμεταλλευτές, στους πραγματικούς ληστές, στην εξουσία και το κράτος. Καλλιεργείται λοιπόν μία ψευδαίσθηση δικαίου που λειτουργεί ευνοώντας τους πλούσιους σε βάρος των φτωχών, το κράτος σε βάρος των αγωνιστών, την πολιτική – οικονομική – επιστημονική ελίτ σε βάρος των κολασμένων αυτής της γης. Και εσείς ως δικαστές αποτελείτε πολιτικό προσωπικό στην υπηρεσία της εκάστοτε κυβέρνησης, κάτι που σημαίνει πως είσαστε οι θεματοφύλακες της κρατικής ακεραιότητας. Πάντα εις βάρος του κοινωνικού συνόλου.
Όπως πολύ εύστοχα είχε διατυπώσει ο Φουκώ: "(…) ο ρόλος του Ποινικού συστήματος είναι να κάνει το προλεταριάτο να βλέπει όλο τον μη προλεταριοποιημένο λαό σαν περιθωριακό, επικίνδυνο, ανήθικο, απειλή για ολόκληρη την κοινωνία, σαν τα αποβράσματα της κοινωνίας, σαν σκουπίδια, σαν "όχλο"(…)". Οι διαιρέσεις της σημερινής κοινωνίας λοιπόν είναι σε μεγάλο βαθμό απόρροια του ποινικού συστήματος.
Αυτή είναι η δικαιοσύνη σας, μία δικαιοσύνη που αθώωσε τους 14 κατηγορούμενους για την υπόθεση του Βατοπεδίου κρίνοντας πως δεν διαπιστώθηκε δόλος στις πράξεις τους, που αθώωσε τους δύο από τους τέσσερις κατηγορούμενους (ανάμεσά τους και τον επιχειρηματία) που είχαν αδειάσει τις καραμπίνες τους στους εργάτες που τόλμησαν να ζητήσουν τα δεδουλευμένα τους στη Μανωλάδα. Μία δικαιοσύνη που αφήνει ελεύθερους τους μεγαλοεπιχειρηματίες που εμπλέκονται στην υπόθεση "Noor One" και τη μεταφορά 2 τόνων ηρωίνης, που αφήνει ελεύθερους με αναστολή και τους 19 εμπλεκόμενους στην υπεξαίρεση 265 εκατομμυρίων ευρώ της εταιρείας Energa-Hellas Power. Μια δικαιοσύνη που αποφυλακίζει σε ένα χρόνο τον χρυσαυγίτη γυμναστή από την Ιεράπετρα που βίαζε κατ’ εξακολούθηση μία 14χρονη αθλήτρια, που αφήνει ελεύθερους τους σωφρονιστικούς υπαλλήλους που είναι υπεύθυνοι για τη δολοφονία του κρατουμένου Ιλία Καρέλι μετά από τον πολύωρο βασανισμό του. Μία δικαιοσύνη που αναγνωρίζει το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου σε τέσσερις σωματέμπορες οι οποίοι υποχρέωναν κοπέλες που έφερναν στη χώρα να εκδίδονται έχοντας τες σαν δούλες αποκλεισμένες σε μία πολυκατοικία, αφήνοντας τους εν τέλει ελεύθερους. Μία δικαιοσύνη που αφήνει ελεύθερους λόγω παρέλευσης 18μήνου όλους τους κατηγορούμενους χρυσαυγίτες ανάμεσά τους και τον δολοφόνο του Παύλου Φύσσα.
Η ίδια δικαιοσύνη που φορτώνει δωδεκάμηνα προφυλακίσεων σε όλους τους αναρχικούς σπάζοντας μία υπόθεση σε δύο και τρεις διαφορετικές. Η ίδια δικαιοσύνη που μοιράζει εκατοντάδες χρόνια κάθειρξης σε αναρχικούς για μία απόπειρα απόδρασης. Η ίδια δικαιοσύνη που στοχοποιεί ένα ολόκληρο χωριό στις Σκουριές επειδή αντιστέκεται στη λεηλασία της φύσης. Η ίδια δικαιοσύνη που βγάζει παράνομη και καταχρηστική σχεδόν κάθε απεργία που πραγματοποιείται από πλευράς εργαζομένων. Η ίδια δικαιοσύνη σέρνει στα δικαστήρια και κρατάει για χρόνια στις φυλακές αναρχικούς αγωνιστές με μοναδικό στοιχείο το επιστημονικοφανές dNA. Θα μπορούσα να φέρνω παραδείγματα για ώρες ακόμα, αλλά νομίζω ότι τα όσα ανέφερα αρκούν.
Αυτή είναι η ταξικότητα της δικαιοσύνης, αυτές είναι οι αντιθέσεις που γεννάει το καπιταλιστικό σύστημα και εσείς καλείστε να τις πατρονάρετε μειώνοντας τις κοινωνικές αναταράξεις μέσω αυστηρών νόμων, τεραστίων ποινών και άτεγκτης καταστολής προς όλους τους πολιτικούς αντιπάλους της εξουσίας, προς όσους αρνούνται να δεχτούν το μονοπώλιο της βίας του κράτους.
Για όλους αυτούς, όλους εμάς, η μόνη οδός είναι η φυλάκιση. Όμως τι σκοπούς εξυπηρετεί η ύπαρξη της φυλακής συνολικά για το σύστημα; Σίγουρα ένας από αυτούς είναι ο εγκλεισμός των πολιτικών του εχθρών, όμως μέσα στους αιώνες το ίδιο το σωφρονιστικό σύστημα έχει ενσωματωθεί πλήρως ως λειτουργικό κομμάτι στο καπιταλιστικό σύστημα.
Πάλι με τα λόγια του Φουκώ:"Το αρχιπέλαγος των φυλακών εξασφαλίζει στα βάθη του κοινωνικού σώματος, τη διαμόρφωση της εγκληματικότητας, με αφετηρία μερικές μικροπαρανομίες, την επικάλυψη αυτών των παρανομιών από την εγκληματικότητα και την εγκατάσταση μιας σαφώς καθορισμένης εγκληματικότητας".
Η μεγαλύτερη επιτυχία του σωφρονιστικού συστήματος λοιπόν είναι η ρύθμιση του εγκλήματος ως μία ενδοταξική βία όπου έμμεσα επιβάλλεται η ίδια η ροη πειθάρχησης στο καπιταλιστικό σύστημα. Η ίδια η φυλακή γεννάει το λεγόμενο " οργανωμένο έγκλημα" έτσι ώστε η παράκαμψη της νομιμότητας να εισφέρει ακόμα μεγαλύτερο κέρδος, ως "μαύρο" χρήμα. Η φυλακή είναι άλλος ένας μηχανισμός που φροντίζει η παραβατικότητα να χάνει τα οποία αντισυστημικά χαρακτηριστικά της ούτως ώστε να ακολουθεί και να ενισχύει τη ροή του κεφαλαίου.
Εν ολίγοις ο στόχος της εξουσίας είναι το καναλιζάρισμα της εγκληματικότητας έτσι ώστε να εξυπηρετεί μέσω της παράνομης δραστηριότητας τον ίδιο τον καπιταλισμό.
Ζούμε αναμφίβολα στην εποχή των τεράτων. Η καπιταλιστική οικονομία είναι καταδικασμένη να γεννάει κρίσεις. Είναι η ίδια η φύση της διαρκούς επέκτασης του κεφαλαίου που επιβάλλει η επιδίωξη του κέρδους όπου δημιουργεί αυτές τις αντίρροπες δυνάμεις στο εσωτερικό της κοινωνίας. Στην εποχή των μνημονίων αυτές οι δυνάμεις έχουν γίνει πιο ξεκάθαρες από ποτέ, από τη μία έχουμε τους κατέχοντες εξουσία που εξακολουθούν να συσσωρεύουν κέρδος -ρισκάροντας την οικονομική σταθερότητα του ίδιου του συστήματος- και από την άλλη έχουμε τη βάση της κοινωνικής πυραμίδας που καλείται να πληρώσει τα σπασμένα για να συνεχίσει το κεφάλαιο να συσσωρεύεται σε όλο και λιγότερα χέρια. Το "παλιό" αρνείται να πεθάνει και το "νέο" δυστυχώς αδυνατεί να γεννηθεί.
Κι όμως η εξουσία με περίσσιο θράσος διατυμπανίζει μία αδύνατη συνύπαρξη ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία, ανάμεσα σε εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενους. Την ίδια στιγμή που 350.000 εργαζόμενοι λαμβάνουν μηνιαίους μισθούς από 100 έως 400 ευρώ, που 130.000 εργαζόμενοι αμοίβονται με μισθό έως 100 ευρώ. Την ίδια στιγμή που περισσότεροι από ένα εκατομμύριο εργαζόμενοι παραμένουν απλήρωτοι για μεγάλα χρονικά διαστήματα και ο αριθμός των ανέργων αγγίζει το 1 εκατομμύριο. Όμως η κατηφόρα προς τον εργασιακό Μεσαίωνα δεν σταματάει εδώ, εν όψει της δεύτερης αξιολόγησης οι θεσμοί ζητούν αύξηση του ποσοστού των ομαδικών απολύσεων, εκ νέου μείωση του κατώτατου μισθού, ουσιαστική κατάργηση των κλαδικών συμβάσεων και επικράτηση των επιχειρησιακών και νομοθέτηση του δικαιώματος της "ανταπεργίας" αλλάζοντας τον συνδικαλιστικό νόμο και θεσμοθετώντας το λοκ άουτ.
Η εξουσία επιδιώκει να δημιουργήσει μία κοινωνία δούλων, όπου η εργασία θα επιβάλεται υπό τη μορφή τιμωρίας και ο εργαζόμενος θα αποτελεί απλά ένα γρανάζι που θα κρατάει σε λειτουργία τον καπιταλιστικό μηχανισμό. Και φυσικά πάνω από όλα έρχονται οι τράπεζες. Με νέα τροπολογία από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζεται το επταετές σώσιμο των τραπεζών διαμέσου του "αναβαλλόμενου φόρου". Μία τροπολογία που θέτει το κράτος εγγυητή για την κερδοφορία των τραπεζών τα επόμενα 30 χρόνια και μάλιστα αναλαμβάνει την ευθύνη να προσφέρει σε μετρητά τα κεφάλαια σε περίπτωση αδυναμίας των τραπεζών. Άρα επί της ουσίας μιλάμε για έναν μηχανισμό που μετακυλύει τη ζημιά των τραπεζών στους πολίτες με τους τραπεζίτες να επωφελούνται ενισχύοντας τη θέση τους.
Η δικιά μας πρόταση λοιπόν δεν απαιτεί από την κοινωνία να σηκώσει στις πλάτες της το βάρος αυτής της δομικής κρίσης του καπιταλισμού, η δικιά μας πρόταση είναι το επαναστατικό ξεπέρασμα της κρίσης και απαιτεί κάτι πιο δύσκολο από την βουβή συμμετοχή του κοινωνικού συνόλου σε ένα σύστημα εξαθλίωσης και εκμετάλλευσης. Απαιτεί την ενεργό δράση και συμμετοχή όλων των καταπιεσμένων, απαιτεί τη συνειδητή ένταξη των απόκληρων αυτού του κόσμου στις τάξεις του ανταγωνιστικού κινήματος, στις τάξεις του αγώνα. Κομμάτι αυτού του αγώνα είμαστε και εμείς, τμήμα της πρότασης μας η επιλογή της ληστείας τραπεζικών καταστημάτων. Όχι όμως ως μεμονωμένο πρόταγμα αποκομμένο από το σύνολο των πολιτικών μας θέσεων, εξάλλου ξεκαθάρισα και προηγουμένως την άποψή μου για τον χαρακτήρα της παραβατικότητας και πώς αυτή ενισχύει το καπιταλιστικό σύστημα.
Η επιλογή της ληστείας τράπεζας για έναν αναρχικό κουβαλάει ταυτόχρονα τόσο μία υπαρξιακή όσο και μία πολιτική επιλογή.
"Αν υπάρχει η ληστεία, είναι γιατί υπάρχει πλεόνασμα αγαθών από την μία και φτώχεια από την άλλη. Είναι γιατί τα πάντα ανήκουν σε λίγους. Ο αγώνας δεν θα τελειώσει ποτέ και μέχρι την μέρα που όλοι θα μοιράζονται την ευτυχία και τη λύπη τους, τον κόπο και τον πλούτο τους, από κοινού. Μέχρι την μέρα που όλα θα ανήκουν σε όλους." Marius Jacob
Το υπαρξιακό σκέλος πυροδοτείται από την διάχυτη αδικία, είναι το καθημερινό βίωμα των έντονων ταξικών αντιθέσεων που οπλίζει το χέρι ενός αναρχικού και τον οδηγεί στη βίαιη απαλλοτρίωση των τραπεζικών καταστημάτων. Είναι μία κίνηση που εμπεριέχει σίγουρα σε ένα πρωτόλειο στάδιο την άρνηση και την αντίδραση απέναντι στα δεσμά της μισθωτής σκλαβιάς, όμως ορίζεται εξ ολοκλήρου από το υποκείμενο πού την πραγματοποιεί και σε καμία περίπτωση το αντίστροφο. Το να προχωρήσεις σε μία ληστεία δεν σε κάνει αναρχικό, ούτε αγωνιστή ακόμα κι αν εκ των πραγμάτων μία κίνηση τέτοια σε απεγκλωβίζει από τον κόσμο της εργασίας όμως παρόλα αυτά δεν σε τοποθετεί εξ ορισμού απέναντι στο καπιταλιστικό σύστημα. Παρότι βέβαια πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι το να ληστεύεις μία τράπεζα έχει τεράστια ποιοτική διαφορά από το να κλέβεις περίπτερα, ακόμα και αν δεν υπάρχει κανένα πολιτικό υπόβαθρο ο συμβολισμός της ίδιας της πράξης είναι εντελώς διαφορετικός. Όμως παραμένει στην καλύτερη περίπτωση μία ατομική πράξη εξέγερσης, αυτοαναφορική με κανένα πραγματικό αντίκτυπο στο κοινωνικό σύνολο.
Ο Galleani είχε γράψει πως " η απαλλοτρίωση είναι νόμιμη εκτός αν καταλήγει στο αντίθετό της, την ιδιοποίηση".
Ως αναρχικοί λοιπόν επιλέξαμε να ληστέψουμε τις τράπεζες, όχι με στόχο τον προσωπικό μας πλουτισμό, αλλά την ενίσχυση του αγώνα μέσω των πολιτικών μας θέσεων και πράξεων. Ακόμα και αν οι υποκειμενικοί λόγοι που διαμόρφωσαν τις επιλογές μας ήταν διαφορετικοί για τον καθένα μας, ο τελικός σκοπός ήταν αυτός που μας ένωσε. Από τη θέση μας αναγνωρίζουμε την αναγκαιότητα της βίαιης αντιπαράθεσης με το σύστημα, θεωρούμε πως οι αναρχικοί οφείλουν να εξοπλίζονται ούτως ώστε να μπορούν να απαντήσουν στη βία που ασκείται από την εξουσία. Φυσικά τα μέσα και οι επιλογές ποικίλουν, η κάθε ομάδα αγωνιστών που συλλογικοποιείται επιλέγει τον τρόπο και το οργανωτικό μοντέλο που θα ακολουθήσει ώστε να πετύχει στο μέγιστο δυνατό τους στόχους της. Το πλαίσιο κάτω από το οποίο επιλέχθηκε η ληστεία τράπεζας από πλευράς μας ήταν αυτό της ένοπλης υποδομής που λειτουργεί υποστηρικτικά και σε αλληλεγγύη με τον κόσμο του αγώνα. Προσωπικά, όντας νόμιμος χωρίς κάποιο ένταλμα εις βάρος μου, επέλεξα συνειδητά να σταθώ στο πλευρό δύο καταζητούμενων συντρόφων και να οργανώσουμε από κοινού, μαζί με τους υπόλοιπους συντρόφους, τη διπλή ληστεία στο Βελβεντό. Με περίσσια ευκολία δηλώνω ξεκάθαρα πως όσες φορές κι αν βρισκόμουνα μπροστά στην ίδια επιλογή, πάντα, θα έπαιρνα περήφανα την ίδια απόφαση. Γιατί οι δρόμοι μας δεν συναντήθηκαν κατά τύχη, αλλά ήταν αποτέλεσμα της κοινής μας πορείας στον αγώνα για την αναρχία.
Ως μέσο αγώνα λοιπόν η ληστεία τράπεζας είναι ένας άμεσος τρόπος οικονομικής ενίσχυσης των δομών αυτών που είναι απαραίτητες για την προπαγάνδιση και την διάχυση των προταγμάτων μας. Αλλά ταυτόχρονα είναι και σχεδόν ο μόνος τρόπος επιβίωσης για συντρόφους που βρίσκονται στην παρανομία. Από την έκδοση μιας αφίσας ή μιας μπροσούρας, μέχρι τις ενοικιάσεις σπιτιών για τους παράνομους συντρόφους και τη στήριξη των πολιτικών κρατουμένων δυστυχώς χρειάζεται το χρήμα και ξέρουμε πως για να καλυφθούν στο σύνολο τους οι δράσεις του αναρχικού χώρου δεν αρκεί ένα πενιχρό μεροκάματο. Με πυξίδα μας λοιπόν την πολιτική δράση από τις τάξεις του αναρχικού κινήματος ακολουθήσαμε και εμείς μία επιλογή που χαρακτηρίζει διαχρονικά τον ριζοσπαστικό/ ανατρεπτικό χώρο, την απαλλοτρίωση των τραπεζών.
Έτσι στη 1 Φλεβάρη του 2013 δύο ομάδες συντρόφων ακινητοποιήσαμε τους υπαλλήλους της Αγροτικής Τράπεζας και του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου στο χωριό του Βελβεντού. Χωρίς να προκύψει το παραμικρό πρόβλημα αποσπάσαμε τα λεφτά από τα ταμεία και τα χρηματοκιβώτια των καταστημάτων. Κατά τη διάρκεια της ληστείας φροντίσαμε να κάνουμε ξεκάθαρους τους στόχους μας, διαβεβαιώνοντας πελάτες και εργαζόμενους πως δεν είχαν τίποτα να φοβηθούν από μας καθώς όλα θα τελείωναν μόλις περνάμε τα χρήματα. Μία διαβεβαίωση που όπως φάνηκε εκ των υστέρων εκμεταλλεύτηκε ο διευθυντής της Αγροτικής βάζοντας ξανά από την αρχή τη χρονοκαθυστέρηση στο χρηματοκιβώτιο σε μία προσπάθεια να κάνει τον ήρωα και να προστατεύσει τα χρήματα της Τράπεζας.
Εδώ θα σταθώ λίγο και θα ανοίξω μία παρένθεση, για να δούμε πιο συγκεκριμένα το ρόλο της Αγροτικής Τράπεζας και το πώς κράτος και τραπεζίτες σε άμεση συνεργασία ληστεύουν καθημερινά το σύνολο της κοινωνίας.
Η Αγροτική Τράπεζα λοιπόν ήταν από τη δεκαετία του 80 βασικός χρηματοδότης αγροτικών συνεταιριστικών οργανώσεων που αποτελούσαν μία τεράστια δεξαμενή ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ. Μέσω δανείων δηλαδή στήριζε ένα κομματικό στρατό ενώ ταυτόχρονα κάλυπτε τις ζημιές της μέσω της φορολόγησης των πολιτών. Φυσικά αυτό δεν την κάνει να διαφέρει σε τίποτα με κάθε άλλο τραπεζικό όμιλο, είναι γεγονός ότι κεφάλαιο στηρίζει το κράτος και το αντίστροφο με μόνιμα ζημιωμένες τις φτωχότερες κοινωνικές τάξεις.
Το ιδιαίτερα ενδιαφέρον όμως σε ότι αφορά την Αγροτική Τράπεζα είναι η διαδικασία αποκρατικοποίησης της και η αγορά της από τον Σάλλα της τράπεζας Πειραιώς. Ο κύριος Σάλλας λοιπόν, ο άνθρωπος που επί Σημίτη του χαρίστηκε κυριολεκτικά μία τράπεζα(Μακεδονίας – Θράκης), εξαγόρασε μία δημόσια τράπεζα, την Αγροτική με 95 εκατομμύρια ευρώ, ένα ποσό που το κάλυψε αμέσως μετά πουλώντας τη θυγατρική της Αγροτικής, ΑΤΕ Ασφαλιστική στη γερμανική ergo για 90 εκατομμύρια ευρώ. Έτσι επί της ουσίας η υπό κατάρρευση Πειραιώς διασώζεται εξαγοράζοντας το υγιές τμήμα της ΑΤΕ ενώ στο Δημόσιο παραμένει το προβληματικό τμήμα της ΑΤΕ. Παράλληλα η τράπεζα Πειραιώς έλαβε από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας(ΤΧΣ) 4,7 δις ευρώ για ανακεφαλαιοποίηση. Σε περίπτωση που δεν γινόταν η εξαγορά της ΑΤΕ από τον Σάλλα τότε το ΤΧΣ θα έδινε κάτι λιγότερο από 9 δις και στις δύο τράπεζες για ανακεφαλαιοποίηση, όμως εξαιτίας της μεταβίβασης καταβάλλει 13 δις ευρώ. Όλα αυτά μπορεί να ακούγονται βαρετά νούμερα όμως η ουσία είναι ότι τα χρήματα που δανείζεται το ΤΧΣ προστίθενται στο δημόσιο χρέος. Με λίγα λόγια ο κ. Σάλλας μαζί με την τότε κυβέρνηση Σαμαρά Βενιζέλου χρέωσαν 4 δις ευρώ στο σύνολο των φορολογουμένων απλά για να αυξήσει τα κέρδη του ένας τραπεζίτης και να διασωθεί μία τράπεζα. Φυσικά για αυτή τη ληστεία δεν θα βρεθεί ποτέ κανένας κατηγορούμενος, αντιθέτως, αυτοί οι άνθρωποι θα συνεχίσουν το βρώμικο έργο τους σε βάρος των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων.
Αυτή η παρένθεση έγινε για να καταδείξω, πέρα από το προφανές, δηλαδή τη διαρκή καταλήστευση της κοινωνίας από τις τράπεζες, πως το μεγαλύτερο κομμάτι των εργαζομένων στερείται ταξικής συνείδησης. Όταν ένας πολίτης εμποδίζει τη ληστεία μιας τράπεζας αυτομάτως θέτει τον εαυτό του στο στρατόπεδο των εκμεταλλευτών. Φυσικά από έναν διευθυντή Τράπεζας δεν περιμέναμε τίποτα διαφορετικό αφού έχει επιλέξει συνειδητά να είναι οργανικό κομμάτι αυτού του συστήματος. Αυτό που δεν καταλαβαίνει ο κάθε διευθυντής και ο κάθε εργαζόμενος που τρέφει ελπίδες προσωπικής ανέλιξης σε ένα σύστημα καταπίεσης, είναι ότι ποτέ δεν θα πάψει να είναι μαριονέτα στα χέρια κάποιων άλλων με περισσότερη δύναμη και περισσότερη εξουσία.
Κατά την διάρκεια της ληστείας ασκήθηκε από πλευράς μας η απαραίτητη επιβολή με τη χρήση των όπλων. Φυσικά ως αναρχικοί δεν είμαστε οπαδοί της βίας, αναγνωρίζουμε την αναγκαιότητα της στο δρόμο προς την καταστροφή του κράτους και του κεφαλαίου. Όπως επίσης γνωρίζουμε ότι ως αναρχικοί οφείλουμε να στρέφουμε τη βία στοχευμένα απέναντι σε όσους συμβάλλουν με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο στην διαιώνιση του καπιταλισμού. Με αυτές τις αρχές λειτουργήσαμε και κατά τη διάρκεια της ληστείας, για αυτό το λόγο αφήσαμε και όλους τους πελάτες να φύγουν, για αυτό το λόγο επιλέξαμε και να μην εμπλακούμε με τους μπάτσους κατά τη διαφυγή μας ούτως ώστε να μη ρισκάρουμε τη ζωή του γιατρού που ήταν μαζί μας στο βαν, παρότι στην αρχή της καταδίωξης είχαμε σαφέστατη υπεροχή σε δύναμη πυρός.
Το έχω ξαναδηλώσει πώς το σύνολο των επιλογών που κάναμε κατά τη διάρκεια της ληστείας και της καταδίωξης μας ήταν απόρροια του προσωπικού μας αξιακού κώδικα και πώς αυτές τις επιλογές αλλά και τη συνολική μας διαδρομή στο επαναστατικό στρατόπεδο δεν είναι κανένα δικαστήριο αρμόδιο να τις δικάσει.
Οι επιλογές μας θα κριθούν από την ιστορία και από τους αγωνιστές που θα ακολουθήσουν μετά από μας. Εγώ προσωπικά θεωρώ χρέος μου στον αγώνα για την Ελευθερία να κρατήσω το κεφάλι μου ψηλά αγνοώντας την εξουσία σας και κάνοντας σαφές πως παραμένω εχθρός και πολέμιος αυτού του συστήματος. Όσο ο κόσμος ορίζεται από μία σαδιστική καπιταλιστική μηχανή παραγωγής κέρδους θα βρίσκομαι απέναντί σας. Για σας και τον κόσμο της εξουσίας ληστής, ίσως τρομοκράτης, ίσως και αντικοινωνικό στοιχείο.
Όμως η ιστορία ευτυχώς δεν γράφεται μέσα στις δικαστικές αίθουσες, η ιστορία γράφεται με τις καθημερινές στιγμές αγώνα και πάλης. Την ιστορία θα την γράψει ο κόσμος του αγώνα, οι σύντροφοί μας, οι καταπιεσμένοι και οι απόκληροι αυτού του συστήματος. Αν υπάρχει ένας λόγος που μέχρι σήμερα δεν έχουμε πετύχει μία κοινωνική επανάσταση είναι επειδή ακόμα αδυνατούμε να οργανωθούμε και να ξεπεράσουμε τις αγκυλώσεις που γεννάει ο ίδιος ο κόσμος που ζούμε, επειδή ακόμα αδυνατούμε να οργανωθούμε κάτω από τον κοινό σκοπό μας αφήνοντας στην άκρη τις επιμέρους διαφωνίες μας.
Θα κλείσω με ένα απόσπασμα του Ρίλκε:
Ξεκινώντας θα ήθελα να πω ότι η συγκεκριμένη τοποθέτηση σε καμία περίπτωση δεν συνιστά κάποιου είδους “απολογία”. Η έννοια της απολογίας κυοφορεί το στοιχείο της μετάνοιας, αναπαράγει τα τεχνητά δίπολα που επιβάλλει η αστική δικαιοσύνη, παραμορφώνει τον πραγματικό ρόλο των ειδικών δικαστηρίων που στήνετε προκειμένου να καταστείλετε τους πολιτικούς αντιπάλους της καπιταλιστικής κυριαρχίας.
Εγώ δεν μετανιώνω για την επιλογή μου να στρατευτώ με όλο μου το είναι στον αγώνα για την ατομική και συλλογική απελευθέρωση από τα δεσμά του κράτους και του κεφαλαίου, δεν μετανιώνω για την επιλογή μου να απαλλοτριώσω τον κλεμμένο πλούτο που βρίσκεται κλειδωμένος στα χρηματοκιβώτια των τραπεζών, δεν μετανιώνω για το γεγονός ότι ζούσα στην “παρανομία” μαζί με τους καταζητούμενους συντρόφους μου Γιάννη Μιχαηλίδη και Δημήτρη Πολίτη, δεν μετανιώνω που αποφάσισα να πάρω θέση μάχης στον κοινωνικό πόλεμο που μαίνεται.
Και πως θα μπορούσα άλλωστε, να μετανιώσω για την ίδια μου την ζωή, να πετάξω στα σκουπίδια στιγμές χαράς και ευτυχίας όπως τα ανατρεπτικά σχέδια που καταστρώναμε μακριά από τα αδιάκριτα μάτια των ένοπλων φρουρών της έννομης τάξης, αλλά και στιγμές θλίψης με τις δικές τους δυσκολίες, τις συλλήψεις, τους ξυλοδαρμούς, τα χρόνια που περνάνε μέσα από το φίλτρο του νεκρού χρόνου της φυλακής. Πως θα μπορούσα να φανταστώ ότι οι επιθυμίες μας, οι αντιλήψεις μας, τα βιώματα μας, όλα αυτά που μας διαμόρφωσαν ως αναρχικούς αποτέλεσαν μια “κακιά στιγμή”, ένα “νεανικό ατόπημα”, μια “υπερβολική αντίδραση”.
Θα απαντήσω σε αυτά τα ερωτήματα γυρίζοντας τον χρόνο πίσω στην ανειρήνευτη δεκαετία του 70’ στην Ιταλία στα λόγια του αγωνιστή Σαντέ Νοταρνικόλα μπροστά στους δικαστές του που τον καταδίκασαν σε ισόβια κάθειρξη για απαλλοτριώσεις τραπεζών :
Ούτε ίχνος μετάνοιας λοιπόν για τίποτα. Εξάλλου αν κάποιος έχει το ηθικό πλεονέκτημα μέσα σε αυτή την δικαστική αίθουσα αυτοί είμαστε εμείς και όχι εσείς που από τις αναπαυτικές πολυθρόνες σας έχετε δικάσει και καταδικάσει εκατοντάδες ανθρώπους, έχετε καταστρέψει εκατοντάδες οικογένειες, έχετε οδηγήσει με μαθηματική ακρίβεια κρατούμενους στην αυτοκτονία, έχετε αίμα στα χέρια σας και πλουτίζετε καλυμμένοι πίσω από την ασυλία των νόμων σας κλέβοντας χρόνια από τις ζωές των ανθρώπων.
Έχοντας βρεθεί μέσα στα σωφρονιστικά σας καταστήματα από τις φυλακές ανηλίκων μπορώ να πω με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο ότι το σωφρονιστικό σύμπλεγμα, οι νόμοι του, οι αρχές που το διέπουν, οι κώδικες του, η ίδια του η λειτουργία, είναι η επιτομή της υποκρισίας και της αντανάκλασης της σαπίλας που αναδύει το σύστημα. Μια υποκρισία που γίνεται εμφανή σε κάθε μας κοίταγμα μέσα στην έγκλειστη καθημερινότητα της φυλακής.
Σε αγαστή συνεργασία με την αστυνομία στήνετε δικογραφίες “εξαρθρώνοντας” εγκληματικές οργανώσεις που κάνουν εμπόριο ναρκωτικών συλλαμβάνοντας “βαποράκια” και “χρήστες”. Δεν είναι τυχαίο εξάλλου ότι η Ελλάδα είναι η χώρα με τις περισσότερες “εγκληματικές οργανώσεις” σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Μια “ελληνική” πατέντα στην οποία αξιωματικοί της αστυνομίας σε συνεργασία με δικαστικούς κύκλους παράγουν διαρκώς ανύπαρκτες “εγκληματικές” οργανώσεις με βάση τον νόμο 187 εξαργυρώνοντας έτσι υποτιθέμενες “εξαρθρώσεις” εγκληματικών οργανώσεων σε προαγωγές μέσα στο αστυνομικό και δικαστικό σώμα.
Τα δεκάδες κιλά πρέζας που μπαίνουν κάθε μήνα στις φυλακές της χώρας για να κρατάνε σε καταστολή την πλειοψηφία των κρατουμένων και να συντηρούν τα πολυδαίδαλα κυκλώματα των φυλακών, εξασφαλίζοντας τζίρους πολλών εκατομμυρίων ευρώ πως εισέρχονται στα σωφρονιστικά καταστήματα ; Ποιοι διευθύνουν αυτή την εγκληματική οργάνωση ;
Ο υπερσύγχρονος τεχνολογικός εξοπλισμός της αστυνομίας με τις χιλιάδες παρακολουθήσεις και δυνατότητες, οι εντατικές αστυνομικές έρευνες των μυστικών υπηρεσιών, τα δίκτυα πληροφοριών της αστυνομίας, η ιδεολογική προπαγάνδα των ΜΜΕ που σπεύδουν να καταγγείλουν τα ελλιπή μέτρα ασφαλείας στις φυλακές με την πρώτη ευκαιρία ζητώντας περισσότερη καταστολή που βρίσκονται σε αυτή την περίπτωση ;
Ποια άλλη ασυλία θα μπορούσε να εξασφαλίζει την απρόσκοπτη λειτουργία της εκτός από αυτήν του κρατικού μηχανισμού ;
Ποια λογική μπορεί να εξηγήσει σε συγκρατούμενους μου σακατεμένους από τις σφαίρες των μπάτσων που “εξοστρακίστηκαν” κατά την σύλληψη τους με μεγάλα ποσοστά αναπηρίας να τους αρνούνται την νόμιμη αποφυλάκιση τους με ανύπαρκτες δικαιολογίες ορισμένοι σκατόψυχοι εισαγγελείς. Τα ίδια ιδιοτελή καθάρματα που αποφυλακίζουν με συνοπτικές διαδικασίες “βαριά” ανάπηρους που έχουν προσφέρει της υπηρεσίες τους στον κρατικό μηχανισμό και τα κυρίαρχα ελληνικά οικονομικά λόμπι.
Η δικαιοσύνη σας έχει επιλεκτικές ευαισθησίες όταν πρόκειται για δικά σας παιδιά.
Ο Βασίλης Παπαγεωργόπουλος πρώην βουλευτής της ΝΔ και πρώην Δήμαρχος Θεσσαλονίκης καταδικασμένος για το σκάνδαλο υπεξαίρεσης ποσού ύψους 30 εκατομμυρίων ευρώ από τον Δήμο Θεσσαλονίκης κατάφερε μέσα σε μια διαδικασία εξπρές να σπάσει τα ισόβια που του είχαν επιβληθεί και να αποφυλακιστεί μέσα σε 2.5 χρόνια όντας βαριά ανάπηρος. Με μια αναπηρία που του επιτρέπει να διασκεδάζει στα πολυτελή σαλέ των χιονοδρομικών κέντρων.
Ο Λαυρέντης Λαυρεντιάδης κατηγορούμενος για το σκάνδαλο της Proton Bank καθώς και για ηθική αυτουργία σε απόπειρα ανθρωποκτονίας επιχειρηματία, αποφυλακίστηκε με περιοριστικούς όρους από όλους τους ανακριτές που χειρίζονταν τις υποθέσεις του. Μετά από τόσα χρόνια και κανείς δεν έχει ακούσει τίποτα για τις δικαστικές του εκκρεμότητες απλώς υπάρχουν κάπου στον χωροχρόνο. Εκεί δεν τέθηκαν σε εφαρμογή οι διαδοχικές διπλές και τριπλές προφυλακίσεις που χρησιμοποίησαν οι ειδικοί εφέτες ανακριτές για να μην αποφυλακιστούν με 18μηνα πολιτικοί κρατούμενοι, εκεί δεν παρατάθηκε πραξικοπηματικά το ανώτατο όριο προφυλάκισης ούτε χρειάστηκε κάποια απεργία πείνας όπως έγινε με την περίπτωση του συντρόφου Κώστα Σακκά για να αποφυλακιστεί. Εκεί δεν επισπεύστηκε η δικαστική διαδικασία όπως γίνεται κατ’ εξοχήν σε υποθέσεις αναρχικών αλλά αντίθετα παρατάθηκε σε κάποιο αόριστο μέλλον. Έτσι ο Λαυρεντιάδης με τις ευλογίες του ΣΥΡΙΖΑ αδειοδοτεί τις νέες εταιρίες λιπασμάτων του και στήνει δικά του συνδικαλιστικά σωματεία στην ΕΒΦΛ για να νομιμοποιήσει τις ελλιπής συνθήκες ασφαλείας στα εργασιακά του κάτεργα.
Ο συγκατηγορούμενος του Λαυρεντιάδη ο Πέτρος Κυριακίδης είναι αυτή την στιγμή ο νούμερο ένα καταζητούμενος για οικονομικά εγκλήματα και όμως έχει την δυνατότητα να δίνει απρόσκοπτα συνεντεύξεις σε εφημερίδες. Ο Κυριακίδης δεν έχει δει την φάτσα του να φιγουράρει στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, δεν τον κυνηγάνε θεοί και δαίμονες, κάθε λογής αστυνομικές δυνάμεις και μυστικές υπηρεσίες, δεν στοχοποιείται μεθοδευμένα και συστηματικά από αστυνομικούς συντάκτες που αφήνουν τα σάλια τους μέσα στα γραφεία των αστυνομικών διευθυντών και των μεγαλοεκδοτών, δεν έχει επικηρυχτεί με τεράστια χρηματικά ποσά προς τέρψη των επίδοξων ρουφιάνων, όπως συμβαίνει κατ’ επανάληψη με όλους τους αγωνιστές και τις αγωνίστριες που φυγοδικούν και βρίσκονται σε καθεστώς παρανομίας.
Και πως θα μπορούσε άλλωστε αφού είναι το αγαπημένο παιδί των ΜΜΕ, αφού είναι γενικός διευθυντής στην ΜΚΟ του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων η οποία λαμβάνει κονδύλια από το Υπουργείο Εξωτερικών, από το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας, από πανεπιστημιακά ιδρύματα, από εκδοτικούς οργανισμούς, από εταιρίες τηλεπικοινωνιών, από το Πολεμικό Μουσείο σε ένα κατάλογο χωρίς τέλος. Πως θα μπορούσε όταν η ίδια αστυνομία παραδέχθηκε ότι ενώ τον είδε να μπαίνει στο σπίτι του το βράδυ αφού είχε εκδοθεί το ένταλμα σύλληψης ανέβαλε την σύλληψη του για το πρωί ενώ μετά μάλλον ξεχάστηκαν να πάνε να του χτυπήσουν το κουδούνι. Πως θα μπορούσε αφού ο πολιτικός τους προϊστάμενος ήταν εκείνος που κάλυψε τον Κυριακίδη και έδωσε εντολή στους αστυνομικούς να μην τον συλλάβουν.
Μιλάμε για τον πρώην υπουργό Δημόσιας Τάξης, τον φασίστα Νίκο Δένδια ο οποίος έσπευσε να δηλώσει ότι η αστυνομία έκανε ότι μπορούσε, το ίδιο πολιτικό παράσιτο που είχε συγκαλύψει τους βασανισμούς συλληφθέντων σε αντιφασιστική μοτοπορεία, που είχε χαρακτηρίσει εστίες ανομίας της καταλήψεις προβαίνοντας σε κατασταλτικές επιχειρήσεις, που έδινε κάλυψη στις ορδές της ομάδας Δ να ανοίγουν κεφάλια στις πορείες και να πέφτουν με τις μηχανές τους πάνω σε διαδηλώτριες, που είχε προβεί σε αλλεπάλληλα κατασταλτικά πογκρόμ εναντίων μεταναστών με την προκλητική ονομασία «Ξένιος Δίας». Ο Δένδιας δεν θα κατηγορηθεί ποτέ για υπόθαλψη εγκληματία ούτε θα προφυλακιστεί με αυτή την κατηγορία όπως οι συγγενείς μελών της Συνωμοσίας Πυρήνων της Φωτιάς.
Τα καλόπαιδα της Energa Power κατηγορούμενοι για υπεξαιρέσεις μεγαλύτερες των 200 εκατομμυρίων ευρώ αποφυλακίστηκαν σε λιγότερο από έξι μήνες, ενώ όσο ήταν στην φυλακή την στιγμή που η τότε κυβέρνηση Σαμαρά ετοίμαζε τις φυλακές τύπου Γ’ ,ο υφυπουργός δικαιοσύνης Καραγκούνης τηλεφωνούσε καθημερινά στους διευθυντές και τους αρχιφύλακες των φυλακών Κορυδαλλού για να τους ρωτήσει για την ψυχολογική κατάσταση των κατηγορουμένων. Λίγα χρόνια μετά το δικαστήριο επέβαλε ποινές με αναστολή στην πλειοψηφία των κατηγορουμένων. Εδώ τα ΜΜΕ δεν ασχολήθηκαν με τις δικαστικές αποφάσεις-σκάνδαλο όπως ασχολούνται όταν δικάζουν και καταδικάζουν μέσα από τα τηλεοπτικά παράθυρα, όταν ελεεινολογούν και λασπολογούν, όταν στάζουν δηλητήριο με την διχαλωτή τους γλώσσα όλα αυτά τα κουστουμαρισμένα φίδια της δημοσιογραφίας πιέζοντας και ουσιαστικά επιβάλλοντας καταδίκες με σκευωρίες και στημένα κατηγορητήρια που στήνουν τα μπάσταρδα της αντιτρομοκρατικής εναντίων αναρχικών αγωνιστών.
Και ο κατάλογος των δικών σας ανθρώπων που ξεγλίστρησαν ανώδυνα από τα δίχτυα που στήνει η δικαιοσύνη είναι χωρίς τέλος. Ο Ρέστης, ο Λιακουνάκος, ο Παπαντωνίου, ο Παπακωνσταντίνου, ο Μαρινάκης, ο Σπανός, οι κατηγορούμενοι για την Siemens και το Βατοπέδι.
Όλοι αυτοί πραγματικά μπορούν να σας επιβεβαιώσουν με τον πλέον πειστικό τρόπο ότι έχουν απόλυτη εμπιστοσύνη στις αποφάσεις της ελληνικής δικαιοσύνης και πως αυτή λειτουργεί ανεξάρτητη και χωρίς καμία επιρροή από πολιτικούς ή οικονομικούς παράγοντες.
Με την ίδια αποφασιστικότητα θα σας επιβεβαιώσουν την παραπάνω αλήθεια και τα πραγματικά τρίγωνα της διαπλοκής δικηγόροι, δικαστές και πολιτικοί. Σε κάποιο φιλανθρωπικό γκαλά την στιγμή που μετράνε τις επιρροές τους ανάλογα με τις πολιτικές και οικονομικές πλάτες που έχουν ή ακόμα καλύτερα καθώς γευματίζουν στις αυλές των πολυτελών σπιτιών τους, παζαρεύοντας τις ποινές με τα αντίστοιχα χρηματικά ποσά που θα λάβουν.
Το ερώτημα που μένει προκλητικά αναπάντητο λοιπόν είναι με ποιό ηθικό ανάστημα θα μας κουνήσετε το δάχτυλο μιλώντας για «εγκληματίες» του κοινού ποινικού δικαίου, με ποιό ηθικό ανάστημα θα μας κρίνετε για τις επιλογές μας, με ποιό ηθικό ανάστημα θα κρίνετε κατ’ επέκταση την δικαιοπραξία του αγώνα που διεξάγουμε μέσα από τις γραμμές του αναρχικού κινήματος.
Βουτηγμένοι στην υποκρισία -όπως εξάλλου όλοι όσοι στελεχώνουν τις νευραλγικές υπηρεσίες που αποτελούν την ραχοκοκαλιά του καθεστώτος- θα ηθικολογήσετε σε μας γύρω από την ορθότητα της απαλλοτρίωσης ενός τραπεζικού υποκαταστήματος.
Η επαναστατική ιστορία είναι γεμάτη από παραδείγματα ανθρώπων, ομάδων, κινημάτων, ολόκληρων επαναστάσεων που απαλλοτρίωσαν τον κλεμμένο πλούτο από την κορυφή της κοινωνικής πυραμίδας, που απάντησαν με την βία της εξέγερσης στο διαχρονικό ερώτημα για το ποιοί είναι στην πραγματικότητα οι ληστές του κοινωνικού πλούτου. Εισβάλλοντας στα μέρη όπου η άρχουσα τάξη φυλάει τον πλούτο της και απαλλοτριώνοντας τον για να τον θέσουν στις υπηρεσίες του αγώνα και των ατομικών και συλλογικών αρνήσεων που προβάλλονται ενάντια στην καπιταλιστική μηχανή.
Φυσικά και καμία πράξη είτε εμπεριέχει βία είτε όχι δεν αποκτάει από μόνη της επαναστατικά χαρακτηριστικά. Είναι τα ίδια τα υποκείμενα που μέσα από τις αντιλήψεις τους, τα κίνητρα τους και τις προθέσεις τους νοηματοδοτούν εν’ τέλει τις πρακτικές που οικειοποιούνται.
Ένας αναρχικός που ληστεύει μια τράπεζα δεν επιτίθεται μόνο σε έναν βασικό πυλώνα της οικονομίας αλλά και στην ίδια την ηθική της μισθωτής εργασίας. Στην ηθική της πειθαρχίας, της υποταγής, της ενσωμάτωσης που επιχειρεί να επιβάλει ο καπιταλισμός στους καταπιεσμένους για να βαδίσει προς την ιστορική του ολοκλήρωση τσακίζοντας όλες τις επαναστατικές αντιστάσεις που προβάλλονται στο διάβα του.
Όπως και με κάθε ανατρεπτική κίνηση, καμία δράση από μόνη της δεν είναι ικανή να προκαλέσει συντριπτικά πλήγματα στον αντίπαλο. Αποτελεί όμως μια συμβολή σε ένα μωσαϊκό αντιλήψεων και πρακτικών που συνθέτουν την ολότητα του ανατρεπτικού αγώνα. Του μόνου αγώνα που μπορεί να δώσει ένα τέλος στην καταπίεση και την εκμετάλλευση και να φέρει στο προσκήνιο την εποχή των ελεύθερων ανθρώπων. Σε έναν κόσμο όπου η δημιουργικότητα μας δεν θα γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης από τα αφεντικά, όπου οι ανθρώπινες σχέσεις δεν θα διαμεσολαβούνται από την δικτατορία των «ειδικών», όπου οι τράπεζες, τα δικαστήρια, οι φυλακές, τα υπουργεία όλα τα μνημεία που στέκονται όρθια για να μας υπενθυμίζουν την ασχήμια της εξουσίας, θα έχουν καταστραφεί από τα χέρια των εξεγερμένων που θα κυοφορούν ταυτόχρονα και ένα απελευθερωτικό όραμα για να καίει δίπλα στις φωτιές που ανάβουν.
Η ληστεία μιας τράπεζας αποτελεί κομμάτι μιας ολοκληρωμένης πολιτικής πρότασης που δεν είναι άλλη από τον αγώνα για την κοινωνική επανάσταση. Αποτελεί πρόταση γιατί θέλουμε να απελευθερωθούμε από την μισθωτή σκλαβιά και να διαθέσουμε όλο μας τον χρόνο και την δημιουργικότητα για να προωθήσουμε τον αγώνα, αποτελεί υπαρκτή ανάγκη γιατί για να αναπτυχθεί το αναρχικό κίνημα χρειαζόμαστε νόμιμες και παράνομες υποδομές που σε αρμονία και σύνθεση μεταξύ τους θα προετοιμάσουν την αντεπίθεση μας στην καθεστηκυία τάξη. Αποτελεί πρόταγμα γιατί θέλουμε να καταστρέψουμε τις κοινωνικές ταυτότητες που μας θέλουν εργαζόμενους, μετανάστες, φοιτητές, κρατούμενους και να οικοδομήσουμε μια νέα πολιτισμική και πολιτική κουλτούρα, αυτή του εξεγερμένου ανθρώπου, αυτή του αναρχικού που εχθρεύεται και πολεμάει κάθε εξουσία, αυτή του σαμποτέρ, του ληστή, του αγωνιστή που αγωνίζεται με όλα τα μέσα για την ελευθερία.
Εξάλλου σε όλα τα σύγχρονα εξεγερτικά ιστορικά γεγονότα οι καταπιεσμένοι που βρέθηκαν στον δρόμο, απαλλοτρίωναν -σε παράλληλο χρόνο με τις επιθέσεις στις δυνάμεις καταστολής- χρήματα από ΑΤΜ τραπεζών, εμπορεύματα από τα ράφια καταστημάτων, τρόφιμα από τα σούπερ-μάρκετ. Στις ταραγμένες μέρες του Δεκέμβρη, στην γεμάτη από τους καπνούς αθηναϊκή μητρόπολη εκείνο το όμορφο βράδυ της 12ης Φεβρουαρίου, οι άνθρωποι που βρέθηκαν στους δρόμους γκρέμισαν μαζί με τις κρατικές και καπιταλιστικές υποδομές και την ηθική του πειθήνιου σκλάβου, τους κανόνες που μας ορίζουν τα αφεντικά, τις εντολές που μας στριμώχνουν πίσω από τις γραμμές παραγωγής και κατανάλωσης τους εξουσιαστικού πολιτισμού.
Αλλά και κοιτώντας στο παρελθόν όλα τα οργανωμένα επαναστατικά κινήματα έθεταν ως κομμάτι της δραστηριότητας τους την απαλλοτρίωση του κλεμμένου πλούτου που βρίσκεται στα θησαυροφυλάκια και τις τραπεζικές θυρίδες καθώς και την διάθεση του για τις ανάγκες του αγώνα.
Το χρηματοπιστωτικό σύστημα αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες της οικονομίας. Ο ρόλος των τραπεζών στην οικονομία είναι βασικός τόσο για την ύπαρξη επενδύσεων όσο και για την ανάπτυξη της αφού αποτελούν την κεντρική κεφαλαιακή χρηματοδότηση των επιχειρηματικών ομίλων. Άλλωστε ένας από τους λόγους που τις αποκαλούμε νόμιμους τοκογλύφους είναι γιατί στην ουσία συγκεντρώνουν πλεονάζον χρήμα και το διαθέτουν με δάνεια ως κεφάλαιο. Μέσα από αυτή την διαδικασία, αφενός κερδίζουν από τους τόκους, αφετέρου αποκτάνε επιρροή και συμμετοχή στους επιχειρηματικούς ομίλους τους οποίους δανειοδοτούν. Έτσι μόνο τυχαίο δεν είναι ότι στην τρέχουσα καπιταλιστική κρίση όλες οι κυβερνήσεις φρόντισαν για την θωράκιση και την ενίσχυση τους.
Για αυτόν ακριβώς τον λόγο επειδή σαν αναρχικοί εχθρευόμαστε την καπιταλιστική οικονομία και τις κοινωνικές σχέσεις που αυτή παράγει, οι τράπεζες αποτελούν έναν διαχρονικό στόχο επιθέσεων. Είτε για την ολοκληρωτική καταστροφή τους είτε για την απαλλοτρίωση τους.
Γραφειοκρατία, περιορισμένο γεωγραφικό έδαφος και κρατική βία είναι οι βασικοί άξονες που συγκροτούν το κράτος και τον καπιταλισμό.
Η γραφειοκρατία ενσαρκώνει την ιδέα του υπολογισμού, αποπροσωποποιεί την εκτέλεση των τυπικών καθηκόντων, συγκεντρώνει τα διοικητικά μέσα, ισοπεδώνει τις κοινωνικές και οικονομικές διαφορές, αυτό που ο Γιούργκεν Χάμπερμας αποκαλεί «ισορροπία του ανεκτού» και το οποίο επιτυγχάνεται με τα υποκείμενα να ελπίζουν σε μια πρόοδο χωρίς τίποτα να δικαιολογεί μια τέτοια ελπίδα. Παράλληλα δημιουργεί σκληρή ιεραρχία και σχέσεις εξουσίας και σχηματίζει ένα πολύπλοκο σύμπλεγμα από ιεραρχίες όπου κυρίαρχο ρόλο παίζει η οικονομία. Ο λόγος της οικονομίας μιλάει για παραγωγικότητα, επενδύσεις, ανταγωνιστικότητα, ανάπτυξη, πληθωρισμό. Λέξεις φαινομενικά αποσυνδεδεμένες από την ίδια την ανθρώπινη ζωή που όμως δρουν εναντίον της με τρόπο καθοριστικό.
Το περιορισμένο γεωγραφικό έδαφος σημαίνει κρατικός έλεγχος, σημαίνει καθυπόταξη και επιτήρηση όλων των πιθανών ανυπότακτων κοινωνικών κομματιών Σημαίνει επιβολή δια της βίας των επιδιώξεων και των σκοπών της οικονομικής ελίτ. Σημαίνει προσπάθεια σταθεροποίησης των κοινωνικών συγκρούσεων, σημαίνει σταθερότητα. Μέσα από την διαδικασία της συνεχούς επέκτασης και καταμερισμού μέσα από τα μονοπώλια, μέσα από το χρηματιστηριακό κεφάλαιο η καπιταλιστική κυριαρχία επεκτείνεται ώστε να ενοποιηθεί σε παγκόσμια κλίμακα.
Η κρατική βία αποτυπώνεται στην μεθοδική εφαρμογή της μέσα στα πλαίσια της τυπικής νομιμότητας σε συνθήκες κοινωνικής ειρήνης και, αποτυπώνεται επίσης στην ασυδοσία, την αυθαιρεσία, την υπέρμετρη χρήση της με στόχο το τσάκισμα των αντιστάσεων όταν αυτές είναι ικανές να εκτρέψουν την ομαλή αναπαραγωγή της εξουσίας.
Σε αίθουσες δικαστηρίων όπως αυτή που δικαζόμαστε εμείς εδώ σήμερα συναντάμε νοητά παραδείγματα ανθρώπων που οπλίστηκαν, αγωνίστηκαν, τόλμησαν να εξεγερθούν ενάντια στις κοινωνικές συμβάσεις και στην ομοιομορφία συμπεριφορών και προτύπων που παράγει η καπιταλιστική κοινωνία.
Συναντάμε τον Χόρστ Φανταζίνι, τον Οκτάβ Γκαρνιέ, τους μαχητές του ΜΙL, τον Μάριους Τζακομπ, τον Ζιλ Μπονό, τον Κλεμέντ Ντυβάλ και δεκάδες άλλους υπέροχους ανθρώπους στους οποίους βρίσκουμε ένα μικρό κομμάτι του εαυτού μας. Συναντάμε το θάρρος τους, την θέληση τους να ζήσουν ελεύθεροι, την αποφασιστικότητα τους μπροστά στους διώκτες τους, συναντάμε το δικό μας ξεχωριστό τρόπο να βιώνουμε τις απώλειες και τις ήττες μας, με ένα μεγάλο χαμόγελο και μια ζεστή αγκαλιά για τους συντρόφους μας. Γιατί τα πιο ισχυρά όπλα που έχουμε σε αυτό τον αγώνα δεν είναι άλλα από τις συντροφικές σχέσεις που χτίζουμε μεταξύ μας. Γιατί μέσα από αυτές τις σχέσεις και την αίσθηση της κοινότητας που αναπτύσσεται προσπαθούμε να είμαστε οι άνθρωποι που θέλουμε να γίνουμε.
Να αγωνιζόμαστε για τις ιδέες μας, να τιμάμε τις φιλίες μας, να μην “πουλάμε” τους ανθρώπους μας, να ζούμε μαζί, να πληγωνόμαστε μαζί, να πολεμάμε μαζί, να νικάμε μαζί. Να σπάμε στην πράξη την εξατομίκευση που επιδιώκει να επιβάλει ο καπιταλισμός για να επεκτείνει τον έλεγχο του πάνω στις ζωές μας.
Γιατί δεν υπάρχει πιο όμορφο συναίσθημα από το να ξέρεις ότι υπάρχουν άνθρωποι για τους οποίους αξίζει να θυσιάσεις τις ανέσεις σου και την ασφάλεια σου αν χρειαστεί, γιατί ανάμεσα σε αυτά τα αισθήματα ζει και αναπνέει η αναρχία που έχουμε μέσα στα κεφάλια μας. Και όσο εξακολουθούν να υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι, σύντροφοι με όλη την έννοια της λέξης, η αναρχία θα παραμένει ελεύθερη και ζωντανή και θα χλευάζει όλους τους ποινικούς κώδικες και τις καταδίκες σας.
Τέτοιοι άνθρωποι είναι για μένα όσοι βρίσκονται δίπλα μου σε αυτή την δικαστική αίθουσα και είμαι περήφανος για την φιλία και τις συντροφικές σχέσεις που μας συνδέουν.
Θα κλείσω την τοποθέτηση μου με τα λόγια του Ζαν Μαρκ Ρουιγιάν στο γράμμα του προς τον Ζιλ Μπονό
Γιατί κύριοι δικαστές αυτές που εσείς και οι παραχαράκτες της ιστορίας αποκαλείτε αποτυχημένες επαναστατικές απόπειρες για εμάς και τους ανθρώπους που αγωνίζονται είναι πιθανά σημεία ξεκινήματος μιας νέας ιστορικής ζωής. Εκεί που η ελευθερία όλων μας θα είναι αδιαπραγμάτευτη, εκεί όπου οι ελεύθεροι άνθρωποι θα ανταμώσουν. Στην σκέψη αυτής της ζωής αξίζει να συνεχίζουμε να χαμογελάμε μέσα στην χώρα του εγκλεισμού.
Αυτή θα είναι η δική μας μέρα και να είστε σίγουροι ότι θα έρθει.
Ζήτω η Αναρχία!