Είναι γνωστό ότι η στήλη είναι φαν της εγγλέζικης ποδοσφαιρικής σχολής και του παραδοσιακού εγγλέζικου αγωνιστικού τρόπου ανάπτυξης της ομάδας στο γήπεδο (μια-δυο πάσες κάτω από τη σέντρα, βαθύ γέμισμα προς την αντίπαλη περιοχή, μονομαχία επιθετικού και μπακ και συνεχές τρέξιμο πάνω-κάτω). Δεν μπορεί όμως να μην αναγνωρίσει τη δουλειά που κάνει ο Πεπ Γουαρδιόλα στον πάγκο της Μάντσεστερ Σίτι, δημιουργώντας μια ομάδα που παίζει ένα πολύ ελκυστικό και θεαματικό ποδόσφαιρο, αρκετά διαφοροποιημένο από τον κλασσικό αγγλικό τρόπο παιχνιδιού, αλλά διατηρώντας κάποια από τα βασικά «συστατικά» του.
Οσοι είχαν την τύχη να παρακολουθήσουν το ντέρμπι ανάμεσα στις δυο ομάδες του Μάντσεστερ και την καθολική επικράτηση της Σίτι του Πεπ επί της Γιουνάιτεντ του (αντιπαθητικού) Ζοσέ Μουρίνιο μπόρεσαν να καταλάβουν ότι ο καταλανός προπονητής έχει προχωρήσει πολύ στον τομέα της προπονητικής και έχει δώσει το προσωπικό του στίγμα, δημιουργώντας μια ομάδα άκρως επιθετική, η οποία όμως έχει και πολύ καλές αμυντικές επιδόσεις. Συγκρίνοντας τον τρόπο παιχνιδιού των δυο προηγουμένων ομάδων του Γουαρδιόλα, της Μπαρτσελόνα και της Μπάγερν, μπορούμε να πούμε ότι η φετινή Σίτι είναι ένα “σκαλί” πάνω από αυτές, αφού ο Πεπ έχει καταφέρει να συνδυάσει τον πατροπαράδοτο αγγλικό δυναμικό τρόπο παιχνιδιού με τη φινέτσα, την τεχνική και το θέαμα. Ολα δείχνουν ότι μπορούμε να μιλάμε για μια νέα τεχνική αγωνιστικής ανάπτυξης μιας ομάδας, η οποία βασίζεται στο δόγμα «παίζω άκρως επιθετικό ποδόσφαιρο, προσφέρω θέαμα και αμύνομαι μεγιστοποιώντας το χρόνο της δικής μου κατοχής της μπάλας». Σε απλά ελληνικά, δε θα προσπαθήσω να καταστρέψω το παιχνίδι του αντίπαλου για να αμυνθώ, αλλά θα επιδιώξω να έχω όσο το δυνατόν περισσότερο την κατοχή της μπάλας για να κάνω το παιχνίδι μου και να βάλω τον αντίπαλο στην περιοχή του.
Στη δεύτερη σεζόν του Γουαρδιόλα στη Σίτι, μπορούμε να πούμε ότι τα σημάδια βελτίωσης της φετινής ομάδας είναι ορατά και αυτό δεν αποδεικνύεται μόνο από τα αποτελέσματα στο πρωτάθλημα της Premier League (η Σίτι μετράει 15 νίκες σε 16 αγώνες και βρίσκεται ήδη 11 βαθμούς μπροστά από τη δεύτερη Γιουνάιτεντ) και το Champions League. Αρκεί μια ματιά στα στατιστικά στοιχεία και στη σύγκριση της περσινής χρονιάς με τη φετινή για να καταλάβουμε ότι το αγωνιστικό στιλ που έχει διδάξει ο Γουαρδιόλα στη Σίτι,συνεχώς βελτιώνεται. Η ακρίβεια στις μεταβιβάσεις έχει αυξηθεί στο 89% έναντι 86% πέρσι, όπως και το ποσοστό των μεταβιβάσεων προς τα μπρος, το οποίο τη φετινή σεζόν είναι 60,3% (406 πάσες στις 673 ανά ματς) ενώ πέρσι ήταν 59,9% (354 στις 591), γεγονός που σημαίνει ότι έχει αυξηθεί ο έλεγχος του παιχνιδιού (673 πάσες ανά ματς φέτος, 591 πέρσι) και ότι το παιχνίδι έχει μεταφερθεί προς την εστία της αντίπαλης ομάδας. Τα παραπάνω συνδυάζονται με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα (ακρίβεια στα σουτ 54% έναντι 46% πέρσι) και περισσότερα γκολ ανά ματς (2,88 γκολ φέτος έναντι 2,11 στην προηγούμενη σεζόν), παρά το γεγονός ότι υπάρχει μείωση στον αριθμό των συνολικών ευκαιριών (12,51 έναντι 12,68) και στον αριθμό των σουτ προς την αντίπαλη εστία (16,63 έναντι 16,88). Τα παραπάνω έχουν σαν αποτέλεσμα να βελτιωθεί σημαντικά και η ανασταλτική λειτουργία της Σίτι, η οποία φέτος δέχεται 0,62 γκολ ανά αγώνα, ενώ πέρσι 1,03 γκολ, παρά το γεγονός ότι η φετινή ομάδα έχει σύμφωνα με τους ειδικούς περισσότερους επιθετικογενείς παίχτες.
Ο λόγος που ασχολούμαστε εκτενώς με τη Σίτι του Γουαρδιόλα είναι γιατί κατά την άποψη της στήλης αποτελεί κάτι νέο στο ποδοσφαιρικό «γίγνεσθαι», που προσπαθεί να ξεφύγει από τα καθιερωμένα των προηγούμενων χρόνων, περίοδο στην οποία είχε κυριαρχήσει η λογική του Μουρίνιο με το αγωνιστικό σύστημα «πούλμαν» (μαζική άμυνα, καταστροφικό ποδόσφαιρο και “κλέψιμο” της νίκης με μια καλή αντεπίθεση) και την τακτική της «επαγγελματικής» νίκης με 1-0. Σε αντίθεση με την άποψη ότι αυτό που μετράει είναι το αποτέλεσμα και όχι ο τρόπος που φτάνεις σε αυτό ή ότι είναι προτιμότερο να κερδίσεις παίζοντας άσχημα από το να χάσεις παίζοντας ωραίο και ελκυστικό ποδόσφαιρο, ο Πεπ Γουαρδιόλα (μαθητής του μεγάλου Κρόιφ, μην το ξεχνάμε) δείχνει ότι στη φετινή Σίτι έχει καταφέρει να «παντρέψει» το θέαμα και το φαντεζί ποδόσφαιρο με το αποτέλεσμα και τη νίκη. Με αυτό τον τρόπο δίνει μια αναζωογονητική ώθηση στο ποδόσφαιρο και το βοηθάει να «ξαναθυμηθεί» τα βασικά συστατικά του, αυτά που του έδωσαν τον τίτλο του λαϊκότερου και πιο δημοφιλούς αθλήματος, πριν η λαίλαπα του επαγγελματισμού το μετατρέψει από άθλημα σε καπιταλιστικά μπίζνα.
Σε καμία περίπτωση δεν υπονοούμε ότι η Σίτι του Γουαρδιόλα βγαίνει έξω από τα όρια του επαγγελματικού ποδοσφαίρου ή ότι αμφισβητεί το σημερινό status που έχει επιβληθεί στο άθλημα, προκειμένου να διασφαλιστούν τα μέγιστα δυνατά κέρδη για τους καπιταλιστές που «επενδύουν» στο ποδόσφαιρο. Δε θα μπορούσαμε καν να το ισχυριστούμε, αφού για τη δημιουργία της φετινής Σίτι έχουν ξοδευτεί τεράστια ποσά από τους ιδιοκτήτες της. Είναι όμως αυταπόδεικτο, ότι το μοντέλο του Γουαρδιόλα είναι πολύ πιο όμορφο και σέβεται τον «πυρήνα» του αθλήματος ποδόσφαιρο, σε σχέση με το μοντέλο του Μουρίνιο, ο οποίος ξόδεψε αντίστοιχα ποσά με τη Σίτι για να αλλάξει τον τρόπο παιχνιδιού της Γιουνάιτεντ και να την κάνει «απωθητική».
Κλείνουμε με δυο παρατηρήσεις. Πρώτη παρατήρηση: ο Γουαρδιόλα με τη δουλειά που έχει κάνει στη Σίτι δείχνει ότι είναι μεγάλος προπονητής, με προσωπικότητα και γνώσεις πάνω στο άθλημα, και όχι ένας τυχερός άνθρωπος που έγινε μάγκας από τον Μέσι, τον Τσάβι, τον Ινιέστα και άλλους πρωτοκλασάτους παίχτες της Μπαρτσελόνα. Δεύτερη παρατήρηση: οι περισσότεροι «αναλυτές» και «ειδικοί» επί του ποδοσφαίρου έχουν αρχίσει να μιλούν για την αγγλική εκδοχή της Μπαρτσελόνα, θεωρώντας ότι ο Γουαρδιόλα μετέφερε τον τρόπο παιχνιδιού της καταλανικής ομάδας από τη Βαρκελώνη στο Μάντσεστερ. Με τον τρόπο αυτό δείχνουν αφενός την ποδοσφαιρική τους αμάθεια, αφού δεν μπορούν να διακρίνουν ότι στη φετινή Σίτι παραμένουν τα βασικά «συστατικά» της εγγλέζικης σχολής, και αφετέρου διαπράττουν ποδοσφαιρική ύβρη, υπονοώντας ότι το εγγλέζικο στυλ παιχνιδιού στερείται ομορφιάς, φινέτσας και θεάματος. Μπορούμε να κατανοήσουμε το πρόβλημά τους και παραφράζοντας τη ρήση του μεγάλου στρατηλάτη να αναφωνήσουμε: «Αφήστε τους αδαείς να σχολιάζουν».
Κος Πάπιας
papias@eksegersi.gr
ΥΓ. Ανεξάρτητα από την εκδοχή που θα διαλέξει κάποιος για τα επεισόδια στο Μετς μετά τη λήξη του αγώνα βόλεϊ Παναθηναϊκός – Εθνικός Πειραιά (προκαθορισμένο ραντεβού των οπαδικών στρατών για ξύλο ή ενέδρα των ερυθρόλευκων οπαδών στους πράσινους), το συμπέρασμα είναι το ίδιο. Η επιβολή του δόγματος No Politica στους οργανωμένους οπαδούς του Ολυμπιακού έχει σαν αποτέλεσμα, το κουμάντο στις τάξεις τους να το κάνουν νεοναζιστικά και φασιστικά αποβράσματα, τα οποία λειτουργούν ως ιδιωτικός στρατός για την προώθηση επιχειρηματικών συμφερόντων. Ας σταματήσουν λοιπόν οι επώνυμοι γαύροι να μας ζαλίζουν με το πόσο λαϊκή ομάδα είναι ο Ολυμπιακός και να αναλάβουν την ευθύνη για τη σημερινή κατάντια των ερυθρόλευκων οπαδών.
Για μια ακόμη φορά οι οπαδοί της Σέλτικ δηλώνουν έμπρακτα την αλληλεγγύη τους στον παλαιστινιακό λαό. Ενα λαό που δίνει συνεχώς μαθήματα αγώνα σε ολόκληρο τον πλανήτη, ματώνοντας καθημερινά για να πραγματοποιήσει τα οράματά του. Η δεύτερη φωτογραφία, που δείχνει μια ντουζίνα πάνοπλους σιωνιστές να συλλαμβάνουν ένα 14χρόνο αγόρι, αποδεικνύει με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο γιατί τελικά η νίκη θα στέψει τα όπλα της Παλαιστινιακής Αντίστασης.