Ολοι οι «κοινωνικοί εταίροι», εκπρόσωποι της κυβέρνησης, εκπρόσωποι των αστικών πολιτικών κομμάτων, ντόπιοι και ξένοι εμπειρογνώμονες, παρέστησαν στο συνέδριο της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας (ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ) με τίτλο «Τεχνική Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση: Συμμαχία για την Παιδεία, την Εργασία, την Ανάπτυξη και την Κοινωνική Συνοχή». Είναι καθιερωμένο πια, η συνδικαλιστική γραφειοκρατία να διεξάγει «έρευνες» για την εκπαίδευση και να τις παρουσιάζει ενώπιον όλου του συρφετού του αστικού πολιτικού κόσμου, παίζοντας το ρόλο οιονεί ιδιωτικού πανεπιστήμιου.
Μάθαμε, λοιπόν, ότι το «κλειδί» για να κατανοήσουμε το γεγονός γιατί η ελληνική καπιταλιστική οικονομία δεν «ανακάμπτει» («ανάπτυξη»: προσφιλές μότο των συριζαίων και όλων των επίδοξων διαχειριστών της εξουσίας, η πραγματοποίηση του οποίου, σύμφωνα με τους κυβερνώντες, ευρίσκεται προ των πυλών, αφού ο ελληνικός λαός δεχτεί αδιαμαρτύρητα να περάσει μέσα από το «καθαρτήριο πυρ» των Μνημονίων, βγαίνοντας κατακαμένος και «κινεζοποιημένος»), «έγκειται στο συνδυασμό κατάρρευσης της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας και έλλειψης ποιοτικής και στοχευμένης ΕΕΚ».
Ο στόχος, σύμφωνα με τους εγκεφάλους της έρευνας, είναι να οργανωθεί μια Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση που θα είναι κάτι ανάμεσα στο «κρατικό» (σ.σ. δημόσιο και δωρεάν) και «αγοροκεντρικό» (σ.σ. κυριαρχία της αγοράς σε όλα τα επίπεδα) μοντέλο: ένα «συλλογικό μοντέλο», δηλαδή, που θα «εμπλέκει ενεργά όλους τους κοινωνικούς εταίρους στη λήψη των αποφάσεων».
Το διά ταύτα μάς το έδωσε αποκαλυπτικά ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ: «Ποιοτική ΕΕΚ με εργαζόμενους υψηλής ειδίκευσης που θα δημιουργήσουν υπεραξία για τις επιχειρήσεις». Ο ισχυρισμός του ότι η ΓΣΕΒΕΕ «τάσσεται κατηγορηματικά ενάντια στο μοντέλο της υποβαθμισμένης ΕΕΚ με φτωχή ειδίκευση και κακοπληρωμένο εργατικό δυναμικό» είναι ψευδής και προκαλεί οργή. Σύγχρονα κάτεργα είναι για τους εργαζόμενους ειδικά οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, όπου δεν τηρούνται ακόμη και αυτές οι στοιχειώδεις προβλέψεις της εργατικής νομοθεσίας. Μόνον έτσι, άλλωστε, δημιουργείται ικανή υπεραξία, ειδικά την περίοδο της κρίσης, που οι επιχειρήσεις προσπαθούν να βγάλουν «και από τη μύγα ξύγκι», που τη νέμονται οι καπιταλιστές του χώρου.
Σύμφωνα με την έρευνα, σημαντικό είναι το ακόλουθο συμπέρασμα: «Η κατάρρευση των πιο μοντέρνων μορφών επιχειρήσεων (start-ups, τεχνοβλαστοί), το brain drain, το γεγονός ότι το 1/3 των νέων είναι απολύτως αποκλεισμένο από την εκπαίδευση και από την εργασία, η επιχειρηματική εμμονή σε ένα μοντέλο «έντασης εργασίας» και όχι «έντασης γνώσης», καταδεικνύουν την αναγκαιότητα θεμελίωσης ενός ριζοσπαστικού, καινοτόμου μοντέλου Τεχνικής και Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης».
Η «εμμονή» των καπιταλιστών στο μοντέλο «έντασης εργασίας» δεν είναι μια διαστροφή, αλλά είναι συστατικό στοιχείο του καπιταλισμού, διότι έτσι παράγεται η υπεραξία (απλήρωτη εργασία). Συνεπώς, τα ευχολόγια της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, η οποία γνωρίζει πολύ καλά την πηγή των καπιταλιστικών κερδών, είναι απλώς στάχτη στα μάτια των εργαζόμενων και μια «πάσα» προς τους «κοινωνικούς εταίρους» για δημαγωγία.
Τη συμβολή τέτοιων «εργασιών», σαν την έρευνα του ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ, όπως και «τη συνεργασία των κοινωνικών εταίρων στον δημόσιο διάλογο για την ΕΕΚ» έσπευσε να αναγνωρίσει ο υφυπουργός Παιδείας Δ. Μπαξεβανάκης.
Τα σημαντικότερα σημεία της έρευνας:
– Η ελκυστικότητα της επαγγελματικής εκπαίδευσης παραμένει χαμηλή, παρότι καταγράφεται αύξηση του μαθητικού της πληθυσμού, ενώ η πρόσβαση των αποφοίτων της στα αντίστοιχης ειδικότητας και κλάδου ανώτατα τεχνολογικά ιδρύματα της χώρας δε θεωρείται αυτονόητη. (σ.σ. Παρά τις συνεχείς «εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις» και τα φτιασιδώματα της ΤΕΕ, δεν κατέστη δυνατό να ανακοπεί η ιστορικά διαμορφωμένη τάση της νεολαίας της ελληνικής εργαζόμενης κοινωνίας για πανεπιστημιακή μόρφωση).
– Η εμπλοκή των κοινωνικών εταίρων και των επαγγελματικών συλλογικοτήτων στο σχεδιασμό και στη διαμόρφωση των 67 προγραμμάτων σπουδών, στο θεσμό της μαθητείας, στην πιστοποίηση των εκπαιδευτικών αποτελεσμάτων, στη σύνδεση με τα επαγγελματικά περιγράμματα είναι εμφανώς υποτιμημένη, αν όχι ανύπαρκτη. (σ.σ. Ζητούν περισσότερη «εμπλοκή» των επιχειρήσεων και της αγοράς στην ΤΕΕ).
– Οι πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις στην Ελλάδα αποτελούν το σώμα της ελληνικής επιχειρηματικότητας (το 99,6% των επιχειρήσεων), απασχολούν το 76,0% τους συνόλου των εργαζομένων στις ελληνικές επιχειρήσεις και παράγουν το 56,0% της συνολικής προστιθέμενης αξίας που παράγει το σύνολο των επιχειρήσεων στη χώρα.
– Στην περίοδο από το 2008 και μετά, οι πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις στην Ελλάδα υπέστησαν ισχυρό πλήγμα από την οικονομική κρίση ανάλογο του αντίστοιχου που υπέστησαν τα φυσικά πρόσωπα. Συγκεκριμένα, το 2014 έχασαν το 1/5 της δυναμικής τους (175.844 επιχειρήσεις), οδήγησαν στην ανεργία το 25,0% των εργαζομένων τους (498.486 εργαζόμενους) και απώλεσαν το 35,3% της προστιθέμενης αξίας τους (14,7 δισ. ευρώ) έναντι του 2008.
– Στη συγκεκριμένη κατηγορία επιχειρηματικότητας ανήκουν οι καινοφανείς επιχειρήσεις έντασης γνώσης, οι νεοφυείς επιχειρήσεις (start up) και οι τεχνοβλαστοί (spin offs), ευρύτερα η νεανική επιχειρηματικότητα και το σύνολο σχεδόν των φορέων της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας στη χώρα.
– Η αγορά εργασίας στην Ελλάδα δεν ανταμείβει το επίπεδο τεχνολογικής εξειδίκευσης των αποφοίτων της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Υιοθετεί ένα μοντέλο που προκρίνει ως ικανοποιητικά προσόντα εργασίας (α) τον μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών, (β) τη γνώση της Αγγλικής σε επίπεδο Proficiency (αναγνωρισμένο δίπλωμα επάρκειας για διδασκαλία της Αγγλικής) και (γ) την τριετή προϋπηρεσία στο αντικείμενο. Ωστόσο, το αντικείμενο εργασίας που προσφέρεται είναι για απόφοιτο Λυκείου (ISCED 3) και η εργασία αμείβεται με μισθό κατώτερο του αποφοίτου Γυμνασίου (ISCED 2).
– Η συγκεκριμένη τάση διογκώνει τα φαινόμενα του brain drain (διαρροή εγκεφάλων) και brain-waste (σπατάλη εγκεφάλων).
Γιούλα Γκεσούλη