Μετά τον «Παπαστράτο», ο Τσίπρας πήγε στην «Apivita» για να διαφημίσει και εκεί την «υγιή επιχειρηματικότητα». Καμάρωνε σα γύφτικο σκεπάρνι δίπλα στον ιδιοκτήτη της επιχείρησης, ακούγοντάς τον να λέει «φίδια», όπως: «Θα συνεχίσουμε με όλες μας τις δυνάμεις να αναδεικνύουμε και να προάγουμε το λίκνο του πολιτισμού, την Ελλάδα και να επικονιάζουμε την κοινωνία μας στη λογική του ηθικού βιώσιμου επιχειρείν, με σκοπό το ανώτερο κοινό καλό. […] Από τη πλευρά της APIVITA δεσμευόμαστε ότι θα στηρίξουμε κάθε προσπάθεια δημιουργίας ενός κεντρικού σχεδιασμού, για νέο, βιώσιμο, με φιλοσοφία, αξίες, εταιρική κοινωνική ευθύνη και αειφόρο ανάπτυξη επιχειρείν».
Η ομιλία του ιδιοκτήτη της «Apivita» δεν ήταν παρά ένα τυπικό μείγμα των παλιών αστικών ιδεολογημάτων (τότε που ο ιδιοκτήτης παρίστανε τον «στοργικό πατέρα» των εργατών «του») με τις μοντέρνες θεωρίες της «συμμετοχικής διοίκησης» (participial management) και της «εταιρικής κοινωνικής ευθύνης», που ακούγεται πιο προκλητικό στις μέρες μας σε σχέση με το παρελθόν. Κάθε καπιταλιστής τα λέει αυτά, όταν απευθύνεται στους εργάτες ή όταν δίνει συνέντευξη σε κάποια αστική φυλλάδα. Και απαιτεί την ευγνωμοσύνη όλης της εργαζόμενης κοινωνίας, γιατί αποτελεί ένα από τα «στηρίγματα του τόπου».
Οταν τα λέει αυτά ένας καπιταλιστής, έχοντας δίπλα του έναν πρωθυπουργό που παριστάνει τον αριστερό, δηλαδή τον εχθρό του κεφαλαίου και φίλο των εργατών, τα χυδαία ιδεολογήματα διεκδικούν ένα διαφορετικό κύρος. Οταν τα επαναλαμβάνει ο πρωθυπουργός, τότε η «δουλειά» έχει γίνει. Οπως είπε ο Τσίπρας, η «Apivita» «είναι μια επιχειρηματική προσπάθεια όπου κατέφερε να μεγαλουργήσει στην ελληνική και τη διεθνή αγορά, με μια διαφορετική φιλοσοφία. Μια διαφορετική φιλοσοφία από την αρχή έως το τέλος, όχι μόνο στον τρόπο οργάνωσης της παραγωγής, αλλά και στην ουσία της παραγωγής. Διότι, βασικό αξιακό θεμέλιο αυτής της νέας φιλοσοφίας είναι ότι η κερδοφορία, που βεβαίως είναι αιτούμενο για κάθε επιχείρηση, δεν μπορεί να είναι ο αυτοσκοπός για την εξυπηρέτηση του οποίου θα θυσιάσουμε τα πάντα, αλλά θα έρθει –και ήρθε- ως συνέπεια μιας πολύχρονης μελετημένης και δημιουργικής δουλειάς στον τομέα της ποιότητας του παραγόμενου προϊόντος. Και έρχεται, λοιπόν, ως συνέπεια μιας πολύχρονης και δημιουργικής δουλειάς πάνω στην ποιότητα του προϊόντος και στις σχέσεις εργασίας, που δημιουργούν ένα πλαίσιο αγάπης γι΄ αυτό που παράγουμε».
Τέτοια άθλια προπαγάνδα υπέρ του καπιταλισμού δεν την κάνουν οι σύγχρονοι μανατζαραίοι των μεγάλων καπιταλιστικών επιχειρήσεων. Αυτοί έχουν την αίσθηση του γελοίου, ενώ θέλουν να κρατάνε και τη δέουσα απόσταση από κάθε είδους ψευτορεφορμιστικές απόψεις, προκειμένου να στηρίζουν το διευθυντικό τους δικαίωμα στη δύναμη με την οποία τους εξοπλίζει η θέση τους. Μπορεί να δείχνουν κατανόηση στους αστούς πολιτικούς, όταν εξαπολύουν τέτοιες μπούρδες, φροντίζουν όμως (τη δουλειά αυτή την κάνουν τα αστικά ΜΜΕ) από τις μπούρδες να προβάλλονται ως απόσταγμα τα σημεία εκείνα που εξυμνούν τον καπιταλισμό ως αιώνιο σύστημα οικονομικής και κοινωνικής οργάνωσης και κυρίως ως προοδευτικό σύστημα, που μπορεί να εξασφαλίσει την «ισότιμη συνεργασία των συντελεστών της παραγωγής».
Αυτές οι θεωρίες, που με τόσο χυδαίο τρόπο διατυμπανίζει ο Τσίπρας, είναι παλιές όσο οι λάσπες. Σύμφωνα μ' αυτές, στην παραγωγική διαδικασία υπάρχουν «συντελεστές». Το κεφάλαιο είναι ένας «συντελεστής», η εργατική δύναμη ένας άλλος. Οταν συνεργάζονται «ισότιμα», τότε το κεφάλαιο παίρνει «αυτό που του αναλογεί» (το κέρδος) και η εργατική δύναμη «αυτό που της αναλογεί» (έναν «δίκαιο» μισθό). Αυτή η θεωρία αποκρύπτει το «μυστικό» της καπιταλιστικής παραγωγής. Οτι δηλαδή, το κεφάλαιο δεν παράγει καμιά καινούργια αξία (απλώς αναλώνεται μεταφέροντας στο προϊόν της παραγωγής τμήμα της αξίας που βρίσκεται ενσωματωμένη σ' αυτό). Οτι καινούργια αξία παράγει μόνο η ανθρώπινη εργασία. Ο εργάτης, όμως, πληρώνεται τόσο όσο να συντηρείται και να αναπαράγεται. Παίρνει μόνο ένα τμήμα της αξίας που παράγει. Το υπόλοιπο, η υπεραξία που ανακάλυψε και αποκάλυψε ο Μαρξ, περνάει στα χέρια του καπιταλιστή και μετατρέπεται σε κέρδος για όλους τους κεφαλαιοκρατικούς κλάδους (βιομηχανικό και εμπορικό κέρδος, τόκος, γαιοπρόσοδος).
Δύο σχεδόν αιώνες μετά την αποκάλυψη του «μυστικού» από τον Μαρξ, είμαστε αναγκασμένοι να γυρίζουμε στην αλφαβήτα της μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας, επειδή οι πολιτικοί απατεώνες τύπου Τσίπρα δε διστάζουν να στέκονται στο πλευρό των καπιταλιστών με τρόπο που δε θυμίζει σε τίποτα τον παλιό αστικό ρεφορμισμό (σοσιαλδημοκρατία), που δεχόταν ότι υπάρχει η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και υποσχόταν ότι βαθμιαία θα τη μειώσει, μέχρι να την εξαφανίσει. Ο Τσίπρας, εκμεταλλευόμενος τις συνθήκες της κρίσης, ειδικά τη μεγάλη ανεργία που πλήττει τους νέους εργάτες και εργαζόμενους, προπαγανδίζει πως μόνο το κεφάλαιο μπορεί να μας σώσει!
Ομως, σ' αυτές τις εξορμήσεις του Τσίπρα στο πλευρό των καπιταλιστών, μπορούμε να διακρίνουμε και μια άλλη πλευρά. Τη διαφήμιση του κομπραδόρικου (μεταπρατικού) χαρακτήρα του ελληνικού καπιταλισμού. Δεν είναι τυχαίο ότι επισκέφτηκε δύο επιχειρήσεις κατ' όνομα μόνο ελληνικές. Το μετοχικό κεφάλαιο της «Παπαστράτος» κατέχεται εξ ολοκλήρου, εδώ και αρκετά χρόνια, από την αμερικάνικη Philip Morris International, που κατέχει το 16% περίπου της αγοράς τσιγάρων εκτός ΗΠΑ. Οπως αναλύθηκε στο προηγούμενο φύλλο της «Κόντρας», η εν Ελλάδι θυγατρική της ΡΜΙ εκμεταλλεύεται τις «αβάντες» από το ελληνικό κράτος, την εγχώρια και βαλκανική παραγωγή καπνών ανατολικού τύπου και το εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό της «Παπαστράτος» και της ελληνικής καπνοβιομηχανίας γενικότερα, προκειμένου όχι μόνο να ελέγχει την εγχώρια αγορά (κατέχει περίπου το 40%), αλλά να έχει και μια καλή εξαγωγική βάση για τα προϊόντα της. Και φυσικά, τα κέρδη δεν παραμένουν στην Ελλάδα, αλλά εξάγονται και είτε επενδύονται όπου προβλέπει το επιχειρηματικό πλάνο του μονοπώλιου είτε διανέμονται στους μετόχους του.
Η «Apivita» είναι μια μικρή (ακόμα και για τα ελληνικά δεδομένα) επιχείρηση φυσικών καλλυντικών. Οι πωλήσεις της κινούνται γύρω στα 30 εκατ. ευρώ, μολονότι το 38%-39% του τζίρου της προέρχεται από το εξωτερικό. Τον περασμένο Μάρτη, οι ιδιοκτήτες της πούλησαν το 67% στον ισπανικό όμιλο Puig, κρατώντας τη λεγόμενη καταστατική μειοψηφία. Λογική κίνηση για καπιταλιστές, αν σκεφτούμε τη διαδικασία συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου που συντελείται αενάως στον καπιταλιστικό κόσμο. Στα διαφημιστικά σποτάκια καλλυντικών ακούμε τα ονόματα διάφορων διάσημων σχεδιαστών της μόδας. Πρέπει να ξέρουμε, όμως, πως οι μικρές εταιρίες που ίδρυσαν αυτοί οι διάσημοι μόδιστροι αγοράστηκαν και ανήκουν στα μονοπώλια του κλάδου (L'Oreal, Wella κτλ). Αλλο brand (δηλαδή μάρκα) και άλλο ιδιοκτησία. Οσο για την καταστατική μειοψηφία που έχουν αυτή τη στιγμή οι πρώην ιδιοκτήτες της «Apivita», αυτή σύντομα θα γίνει ισχνή μειοψηφία. Αν η μάρκα πάει καλά, ενταγμένη στο διεθνή σχεδιασμό της Puig, η μητρική εταιρία θ' αρχίσει τις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου και επειδή οι έλληνες πρώην ιδιοκτήτες δε θα μπορούν ν' ακολουθήσουν, θα βλέπουν το ποσοστό τους να μειώνεται. Ακόμα και τη θέση του προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου θα του την πάρουν του Κουτσιανά, βάζοντας εκεί κάποιον επαγγελματία μάνατζερ (αυτό είναι κανόνας στις εξαγορές). Και η παραγωγή θα γίνεται σε κάποιο εργοστάσιο της Puig, που δε θα είναι υποχρεωτικά το ελληνικό, αλλά αυτό ή αυτά που θα υπαγορεύει το γενικό επιχειρηματικό πλάνο του ομίλου. Αν η μάρκα δεν πάει καλά, τότε η Puig θα την αφήσει στην τύχη της και θα πάει για φούντο (αυτό έχει γίνει στο παρελθόν και με άλλες ελληνικές εταιρίες παραγωγής καλλυντικών). Φυσικά, οι πρώην ιδιοκτήτες της «Apivita» δε θα βγουν χαμένοι. Ομως, ενόψει αυτής της πραγματικότητας, ακούγονται πιο προκλητικά τα όσα είπε ο πρώην ιδιοκτήτης περί «ηθικού βιώσιμου επιχειρείν με σκοπό το ανώτερο κοινό καλό».
Για έναν καπιταλιστή, βέβαια, το «κοινό καλό» δεν είναι παρά η φενάκη με την οποία μασκαρεύει το ατομικό του κέρδος. Ακόμα πιο προκλητικός, όμως, υπήρξε ο Τσίπρας που μοίρασε συγχαρητήρια στους πρώην ιδιοκτήτες (τους οποίους παρουσίαζε και ως νυν ιδιοκτήτες), επειδή «σήμερα, βλέπουν την εταιρία τους να περνά τα ελληνικά σύνορα και να γίνεται διεθνής». Και συνέχισε ακόμα πιο προκλητικά: «Δεν ξέρω αν θα καταφέρει να γίνει σαν την Μπαρτσελόνα, αλλά η συνεργασία με τον Ομιλο Puig, με εκατονταετή και πλέον παράδοση, με έδρα την Βαρκελώνη, αλλά διεθνή παρουσία σε πάνω από 150 χώρες, σηματοδοτεί κάτι. Σηματοδοτεί ότι μια ελληνική επιχείρηση μπορεί να κάνει πολύ σημαντικά πράγματα, όχι μόνον στην Ελλάδα, αλλά να αποτελεί και σημείο αναφοράς σε ευρωπαϊκό, αλλά και σε διεθνές επίπεδο. Και αυτό, μεταφραζόμενο στη μεγάλη εικόνα μιας Ελλάδας που προσπαθεί να σηκωθεί ξανά στα πόδια της ύστερα από πάρα πολλά χρόνια κρίσης».
Ο «Παπαστράτος» στην ΡΜΙ, η «Apivita» στην Puig κι ο Τσίπρας καμαρώνει για τα… πρότυπα. Οταν βέβαια πουλάς τα λιμάνια στην Cosco και στην κοινοπραξία Deutsche Invest Equity Partners GmbH – Terminal Link SAS, τον σιδηρόδρομο στην Ferovie del Stato Italiano και τα αεροδρόμια στη Fraport, ενώ ετοιμάζεσαι να πουλήσεις την ΕΥΑΘ στη Suez, την Εγνατία στη Vinci και τις μονάδες της ΔΕΗ σε κάποιο ευρωπαϊκό μονοπώλιο, πώς να μην πανηγυρίζεις για το πούλημα ιδιωτικών καπιταλιστικών επιχειρήσεων σε ξένους ομίλους, μονοπωλιακούς ή μη;
Ομως, αυτές οι εξαγορές ελληνικών επιχειρήσεων από ξένους ομίλους είναι τυπικό δείγμα του μεταπρατικού χαρακτήρα του ελληνικού καπιταλισμού. Μπορεί να λένε διάφορα περί «ευ επιχειρείν», «προσανατολισμού στη φύση» και τα παρόμοια οι έλληνες καπιταλιστές, όμως το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι η τσέπη τους. Μόλις τους δοθεί η ευκαιρία, προσκολλώνται στα μονοπώλια. Αυτός είναι ο πρώτος στόχος κάθε καπιταλιστή που έχει μια σχετικά επιτυχημένη επιχείρηση. Λίγοι τον πετυχαίνουν, γιατί λίγες ελληνικές επιχειρήσεις μπορούν να φτιάξουν μάρκες που να προσελκύσουν το διεθνές ενδιαφέρον. Οι υπόλοιποι, αυτοί που συνεχίζουν να παράγουν για την εγχώρια κυρίως αγορά, είτε πληρώνουν δικαιώματα (royalties και know how) σε μονοπωλιακούς ομίλους, είτε βάζουν λουκέτο και μετατρέπονται σε εμπόρους-εισαγωγείς. Πώς εξαφανίστηκε η άλλοτε κραταιά ελληνική κλωστοϋφαντουργία και ο κλάδος ιματισμού-δέρματος; Ούτε σ' αυτόν τον τομέα δεν άντεξε τον ανταγωνισμό ο ελληνικός καπιταλισμός.
Και βέβαια, πρέπει να σημειώσουμε ότι ο Τσίπρας μιλάει για τσιγάρα και καλλυντικά. Δεν μιλάει για βαριά βιομηχανία, που αποτελεί το θεμέλιο κάθε ισχυρής παραγωγικής μηχανής. Τα ψήγματα βαριάς βιομηχανίας (π.χ. ναυπηγεία) που διέθετε ο ελληνικός καπιταλισμός «πέθαναν», ενώ τώρα ετοιμάζονται να πουλήσουν και την ενεργειακή βαριά βιομηχανία, την ΔΕΗ. Στην Ελλάδα του μεταπρατικού καπιταλισμού έχουν βαφτίσει «βαριά βιομηχανία» τον… τουρισμό, ξεφτιλίζοντας κάθε έννοια οικονομικής επιστημοσύνης.
ΥΓ. Εχουμε κι εκείνους που μιλούν για «ελληνικό ιμπεριαλισμό», στους οποίους εσχάτως έχει προστεθεί και ο Περισσός. Η αντίκρουση αυτής της πρόστυχης θεωρίας ξεφεύγει από τα όρια αυτού του σημειώματος, όμως οι σκέψεις που αναπτύχθηκαν μπορούν να χρησιμεύσουν σ' αυτή την αντίκρουση.
Πέτρος Γιώτης