Επρεπε να κάνει μια δημόσια δήλωση (στο Reuters) ο υπουργός Οικονομικών της Ισπανίας, Λουίς Ντε Γκίντος, την επομένη του… ιστορικού Eurogroup της 15ης του Ιούνη, για να πληροφορηθούμε άλλη μια ξεφτίλα της… εθνικά περήφανης συγκυβέρνησης των Τσιπροκαμμένων. «Υπάρχουν τρεις ειδικοί που διώκονται. Αν δεν απαλλαγούν αμέσως, δε θα υπάρξει εκταμίευση» είπε ο Ντε Γκίντος, αποκαλύπτοντας ταυτόχρονα ότι υπάρχουν σε εξέλιξη διαπραγματεύσεις με την ελληνική κυβέρνηση. Πρόκειται για τρία στελέχη του ΤΑΙΠΕΔ, έναν Ισπανό, έναν Ιταλό και έναν Σλοβάκο, που παραπέμπονταν με βούλευμα να δικαστούν, μαζί με άλλα έξι στελέχη της κακόφημης αυτής εταιρίας. Ομως, οι ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές ενδιαφέρονταν μόνο για τα τρία στελέχη της Κομισιόν και απαιτούσαν ασυλία γι' αυτά.
Τα κυβερνητικά στελέχη, διατηρώντας ανωνυμία, έλεγαν ότι ψάχνουν λύση για το πρόβλημα που είναι ιδιαίτερο γιατί εμπλέκεται η Δικαιοσύνη. Η αστική Δικαιοσύνη, όμως, έχει αποδείξει ότι αποτελεί στυλοβάτη του συστήματος. Κι όταν πρόκειται για απαιτήσεις της ιμπεριαλιστικής αποικιοκρατίας, βάζει στην άκρη τις όποιες αντιθέσεις της με την τρέχουσα κυβέρνηση. Με συνοπτικές διαδικασίες, μετά από αίτηση μεγαλοδικηγόρων (δεξιών μάλιστα, όπως ο Λυκουρέζος και ο Γιαννίδης), ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Χ. Βουρλιώτης αναίρεσε το βούλευμα και το έστειλε πίσω στο Συμβούλιο Εφετών για «νέα κρίση». Εκρινε ότι το βούλευμα πάσχει λόγω «έλλειψης αιτιολογίας» και λόγω «εσφαλμένης εφαρμογής ποινικής διάταξης». Ετσι, η κατηγορία κατά των αλλοδαπών τεχνοκρατών του ΤΑΙΠΕΔ εξαλείφθηκε με συνοπτικές διαδικασίες από μια Δικαιοσύνη που απέδειξε για μια ακόμα φορά ότι είναι πάντα ανοιχτομάτα και -όταν πρέπει να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα του συστήματος- ταχύτατη. Και κανένας από την αντιπολίτευση δεν «το έκανε θέμα». Ούτε από τις δικαστικές ενώσεις, τις λαλίστατες σε άλλες περιπτώσεις, όταν θίγεται το κύρος τους από κάποια δήλωση.
Θυμίζουμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, που όταν οι Σαμαροβενιζέλοι θέσπιζαν ασυλία για τους τραπεζίτες τους κατήγγειλε, ψήφισε το ακαταδίωκτο για τα όργανα ξεπουλήματος της κρατικής περιουσίας, αλλά έλεγε πως δεν πρόκειται για ασυλία. Αυτή τη διάταξη (άρθρο 192 § 8 του Ν. 4389/2016) επικαλέστηκε ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου για να αναιρέσει το βούλευμα. Η διάταξη προβλέπει: «Οι εμπειρογνώμονες, τα μέλη Συμβουλίων Εμπειρογνωμόνων ή τα μέλη άλλων γνωμοδοτικών οργάνων της εταιρείας και των άμεσων θυγατρικών της δεν υπέχουν αστική ή ποινική ευθύνη για γνωμοδοτήσεις τους, εφόσον οι τελευταίες έχουν συνταχθεί σύμφωνα με τις προβλεπόμενες από το νόμο διαδικασίες ή τα οριζόμενα στους εσωτερικούς κανονισμούς και τα καταστατικά τους, γεγονός που τεκμαίρεται αν έχει ακολουθήσει θετικός έλεγχος του Ελεγκτικού Συνεδρίου». Από την εσπευσμένη και κατά παραγγελία αναίρεση ενός παραπεμπτικού βουλεύματος, που ξεφτίλισε κάθε έννοια θεσμικής λειτουργίας ενός τυπικά ανεξάρτητου συστήματος, φαίνεται καθαρά αν υπάρχει ασυλία ή όχι.