Είναι η πρώτη φορά εδώ και πολλά χρόνια (και ιδίως για την περίοδο μετά το 2009) που σε μια εκλογική μάχη τα πράγματα τίθενται τόσο καθαρά.
Οι τελευταίοι των «αντιμνημονιακών» έχουν γίνει μνημονιακοί και όλος ο θίασος παλιών και νέων μνημονιακών διαγωνίζεται να πείσει τους ψηφοφόρους για το ποιος είναι ο καλύτερος… γιατρός πόνου, ποιος μπορεί να εφαρμόσει λιγότερο επώδυνα το νέο Μνημόνιο (που προστέθηκε στα παλιά, δεν τα αντικατέστησε), ποιος είναι ο ικανότερος να διαμορφώσει γρηγορότερα τους όρους εξόδου από τα Μνημόνια, μέσω της… ανάπτυξης.
Πρόκειται για παραλλαγές προπαγάνδας που την ακούσαμε και μετά την ψήφιση του πρώτου Μνημόνιου (κάθε τρεις και λίγο ο Παπανδρέου με τον Παπακωνσταντίνου ανακοίνωναν την ανάπτυξη και το τέλος του Μνημόνιου), και πριν τις εκλογές του 2012, και το 2014 από τους Σαμαροβενιζέλους και το 2015 από τους Τσιπροκαμμενολαφαζάνηδες. Η διαφορά είναι πως τώρα πια εξέλιπε ο παλιός διαχωρισμός ανάμεσα σε μνημονιακούς και «αντιμνημονιακούς».
Εχουμε, βέβαια, την απόσχιση των Λαφαζανικών από τον ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι προσπαθούν να χτίσουν έναν «αντιμνημονιακό» πόλο, επαναλαμβάνοντας όσα έλεγε ο ΣΥΡΙΖΑ μέχρι να γίνει κυβέρνηση. Μόνο που είναι φορτωμένοι με ευθύνες, ενώ και αυτός ο «αντιμνημονιακός» λόγος έχει δοκιμαστεί στην πράξη, είναι ξεθυμασμένος και δεν μπορεί να τους εξασφαλίσει τίποτα περισσότερο από μια «ευπρόσωπη» παρουσία στη Βουλή, όπου μαζί με τον Περισσό θα αποτελούν εκείνο το τμήμα της αντιπολίτευσης που θα καταγγέλλει και θα καταψηφίζει, στοιχείο απαραίτητο για να λειτουργήσει το αστικό κοινοβουλευτικό σύστημα.
Ολα είναι πεντακάθαρα. Το πρόγραμμα που θα εφαρμοστεί είναι δεδομένο: το Μνημόνιο-3. Οι ψηφοφόροι καλούνται να επιλέξουν το κόμμα ή τον συνδυασμό κομμάτων που θα εφαρμόσει αυτό το πρόγραμμα και το μέγεθος των κομμάτων που σαν μαϊντανός θα αρωματίζουν τη Βουλή.
Ολόκληρο το κοινοβουλευτικό σύστημα φαντάζει σαν ένα απόστημα στο κορμί της εργαζόμενης κοινωνίας. Κι αυτό το απόστημα πρέπει να σπάσει. Η ψήφος δεν έχει καμιά αξία, δεν οδηγεί ούτε σε οριακές αλλαγές προς όφελος των λαϊκών συμφερόντων, ενώ στις εκλογές της 20ής Σεπτέμβρη θα χρησιμοποιηθεί ως ψήφος επικύρωσης του μνημονιακού καθεστώτος.
Η επιλογή του μικρότερου κακού ήταν πάντοτε μια επιλογή ήττας, αλλά σ’ αυτές τις εκλογές δεν υπάρχει καν μικρότερο κακό. Υπάρχει μόνο το Μνημόνιο και οι ιμπεριαλιστές δανειστές που έχουν επισήμως αναγορευτεί σε υπερκυβέρνηση.
Μόνο μια στάση μπορεί να στείλει ένα καθαρό μήνυμα αντίστασης σ’ αυτές τις εκλογές: η ΑΠΟΧΗ, που βάζει απέναντι όχι το ένα ή το άλλο κόμμα, αλλά το αστικό πολιτικό σύστημα συνολικά.
Καμιά εκλογική στάση δε δίνει από μόνη της λύση. Ούτε η αποχή. Μήνυμα μόνο μπορεί να στείλει. Μήνυμα ρήξης με το αστικό πολιτικό σύστημα, μήνυμα καθολικής αποδοκιμασίας όλων των αστικών κομματικών γραμμών, μήνυμα στράτευσης στον αγώνα για την ταξική ανασύνταξη του εργατικού κινήματος.
Αυτό το μήνυμα πρέπει να στείλουμε, καταπολεμώντας όχι μόνο την εθελοδουλεία, αλλά και την αποστράτευση που υποκρύπτει η λογική του μικρότερου κακού και η λογική της στήριξης νέων αριστερών αναχωμάτων.