Την Παρασκευή 4 Σεπτέμβρη (χθες), ο Λευκός Οίκος έστειλε στη Μόσχα τον Ειδικό Απεσταλμένο για τη Συρία Μάικλ Ράτνεϊ, με στόχο, σύμφωνα με ανακοίνωση του αμερικάνικου υπουργείου Εξωτερικών, οι δύο πλευρές «να εργαστούν προς μια μεγαλύτερη σύγκλιση απόψεων μεταξύ των ξένων κυβερνήσεων και των ίδιων των Σύριων για μια πολιτική μετάβαση στη Συρία». Είχε προηγηθεί στις αρχές Αυγούστου σειρά συναντήσεων του αμερικάνου υπουργού Εξωτερικών Τζον Κέρι με το ρώσο ομόλογό του Σεργκέι Λαβρόφ και το σαουδάραβα υπουργό Εξωτερικών Αντέλ αλ-Τζουμπέιρ, κατά τη διάρκεια των επισκέψεών του σε Μέση Ανατολή και Ασία.
Στις αρχές Αυγούστου, επισκέφτηκε τη Μόσχα αντιπροσωπία του Συριακού Εθνικού Συνασπισμού, της βασικής δύναμης της πολιτικής αντιπολίτευσης, που αναγνωρίζεται από τη Δύση, καθώς και του συριακού κουρδικού κόμματος της Δημοκρατικής Ενωσης (ΡΥD). Ακολούθησαν οι επισκέψεις στη Μόσχα του βασιλιά Αμπντάλα της Ιορδανίας, του σαουδάραβα υπουργού Εξωτερικών Αντέλ αλ-Τζουμπέιρ και του ιρανού υπουργού Εξωτερικών Τζαβάντ Ζαρίφ.
Το νέο στοιχείο στη διπλωματική κινητικότητα είναι ο ρόλος του Ιράν. Μετά την υπογραφή της συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, στην οποία η Ρωσία έπαιξε σημαντικό μεσολαβητικό ρόλο, το ιρανικό καθεστώς βγαίνει από το διπλωματικό περιθώριο και συνεπώς δεν μπορεί να αγνοηθεί ο ρόλος που μπορεί να διαδραματίσει ως βασικός υποστηρικτής του καθεστώτος Ασαντ στις διαπραγματεύσεις για τη Συρία, παρόλο που ο Λευκός Οίκος μέχρι στιγμής δεν έχει εκφράσει τη θέση του για το ζήτημα αυτό, ενώ μέχρι πρόσφατα επέμενε ότι το Ιράν δεν έχει καμιά θέση στις διαπραγματεύσεις για τον πόλεμο στη Συρία. Ωστόσο, για την αλλαγή της στάσης των δυτικών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων απέναντι στο Ιράν προϊδεάζει η απάντηση της Μέρκελ σε συνέντευξη Τύπου που έδωσε στις 31 Αυγούστου στο Βερολίνο, η οποία σε ερώτηση αν εκτιμά ότι το Ιράν μπορεί να παίξει εποικοδομητικό ρόλο στις διαπραγματεύσεις για τη Συρία απάντησε ότι «το Ιράν έχει μεγάλη επιρροή σ’ αυτά που συμβαίνουν στη Συρία και καθένας που μπορεί να συμμετέχει εποικοδομητικά στις διαπραγματεύσεις είναι καλοδεχούμενος».
Τη διπλωματική κινητικότητα ήρθε να ενισχύσει η απόφαση του Συμβουλίου Ασφάλειας του ΟΗΕ στις 19 Αυγούστου, η οποία υποστηρίζει το σχέδιο του μεσολαβητή του ΟΗΕ Στάφαν ντε Μιστούρα να εργαστεί για μια «πολιτική μετάβαση» με βάση την ανακοίνωση της Γενεύης, η οποία υιοθετήθηκε από την πρώτη διεθνή διάσκεψη για τον πόλεμο της Συρίας το 2012 και επικυρώθηκε αργότερα από το Συμβούλιο Ασφάλειας του ΟΗΕ. Η ανακοίνωση καλούσε στη συγκρότηση ενός μεταβατικού κυβερνητικού σώματος, με εκτελεστική εξουσία, που θα αποτελείται από μέλη της συριακής κυβέρνησης, της αντιπολίτευσης και από άλλες ομάδες, το οποίο θα οδηγήσει με βάση συμφωνημένες αρχές και οδηγίες στη συριακή πολιτική μετάβαση, αφήνοντας αδιευκρίνιστο το ρόλο και την τύχη του Ασαντ.
Κοινός στόχος το ISIS
Υπάρχουν πολλοί λόγοι πίσω από την πρόσφατη διπλωματική κινητικότητα για τη Συρία. Πέρα από τα ιδιαίτερα συμφέροντα των δυνάμεων που εμπλέκονται στον πόλεμο, υπάρχουν κρίσιμα ζητήματα στα οποία συγκλίνουν οι θέσεις και τα συμφέροντά τους. Το πρώτο και σημαντικότερο είναι η επιτακτική ανάγκη να αντιμετωπίσουν την απειλή των τζιχαντιστών του Ισλαμικού Κράτους.
Η αμερικάνικη στρατηγική έχει αποδειχτεί μέχρι στιγμής αναποτελεσματική και αδιέξοδη. Τον Αύγουστο συμπληρώθηκε ένας χρόνος από τότε που ξεκίνησε ο ακήρυκτος αμερικάνικος πόλεμος εναντίον του ISIS, για τον οποίο κυβερνητικοί αξιωματούχοι παραδέχονται δημόσια ότι θα διαρκέσει επ’ αόριστο. Και το αποτέλεσμα; Δισεκατομμύρια δολάρια έχουν δαπανηθεί, χιλιάδες βόμβες έχουν πέσει, εκατοντάδες οι απώλειες αμάχων, και το ISIS δεν έχει αποδυναμωθεί καθόλου σε σχέση με τον Αύγουστο του 2014 που ξεκίνησαν οι βομβαρδισμοί. Σύμφωνα με ρεπορτάζ του «Associated Press» στις αρχές Αυγούστου, οι Υπηρεσίες Πληροφοριών των ΗΠΑ συμφωνούν στην εκτίμηση ότι το ISIS είναι το ίδιο ισχυρό όσο πριν από ένα χρόνο και ότι μπορεί να αντικαθιστά τους μαχητές του με ρυθμό ταχύτερο από το ρυθμό που σκοτώνονται.
Καθαρή αποτυχία αποδεικνύεται και το περιβόητο πρόγραμμα του Πενταγώνου εκπαίδευσης και εξοπλισμού κοσμικών σύριων ανταρτών που θα αποτελέσουν τον πυρήνα των αποκαλούμενων Νέων Συριακών Δυνάμεων, με πρωταρχικό στόχο να πολεμήσουν το ISIS. Η πρώτη ομάδα μόλις 54 ανταρτών σε προβλεπόμενο σύνολο 50.000 (το κόστος εκπαίδευσης και εξοπλισμού της οποίας έφτασε στα 41 εκατομμύρια δολάρια), γνωστή ως Division 30, λίγες μέρες αφότου μπήκε στο έδαφος της Συρίας δέχτηκε επίθεση από μαχητές του Μετώπου Νούσρα της Αλ Κάιντα, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν τρεις και να συλληφθούν αιχμάλωτοι δεκατρείς. Οι εφτά από τους αιχμαλώτους απελευθερώθηκαν από το Νούσρα στα μέσα Αυγούστου, ως «χειρονομία καλής θέλησης», και αμέσως μετά η Division 30, οι υποτιθέμενοι κοσμικοί αντάρτες, εξέδωσαν ανακοίνωση στην οποία εγκωμιάζουν τους «αδελφούς» του Μετώπου Νούσρα και δηλώνουν ότι «βρίσκονται στην ίδια πλευρά με όλους τους ιερούς πολεμιστές στη Συρία».
Κεντρικό μεσολαβητικό ρόλο στον τελευταίο διπλωματικό γύρο για τη Συρία και τη συγκρότηση ενός μετώπου εντός και εκτός Συρίας ενάντια στο ISIS έχει αναλάβει η Ρωσία. Οχι μόνο γιατί το ISIS αποτελεί υπαρξιακή απειλή για το καθεστώς Ασαντ, το βασικό σύμμαχό της στη Μέση Ανατολή, αλλά και γιατί στις περιφέρειες της Ρωσικής Ομοσπονδίας με μουσουλμανικό πληθυσμό το ISIS στρατολογεί ήδη μαχητές, οι οποίοι αποτελούν εν δυνάμει απειλή για την ασφάλεια και τη σταθερότητά της.
Μεγάλο πονοκέφαλο αποτελεί το ISIS και για το Ιράν. Οχι μόνο γιατί συνιστά σοβαρότατη απειλή για το καθεστώς Ασαντ, στενό σύμμαχό του στην περιοχή, αλλά και γιατί απειλεί τα ιρανικά συμφέροντα στο Ιράκ και δημιουργεί σοβαρά εμπόδια στο δρόμο που οδηγεί στο στενό σύμμαχό του στο Λίβανο, τη σιιτική Χεζμπολά.
Στο στόχαστρο του ISIS, το οποίο έχει απλώσει τα πλοκάμια του σε όλη τη Μέση Ανατολή και όχι μόνο, βρίσκεται και η Σαουδική Αραβία, όπου πρόσφατα έχει πραγματοποιήσει πολύνεκρες επιθέσεις.
Σε δύσκολη θέση το καθεστώς Ασαντ
Το δεύτερο κρίσιμο ζήτημα πίσω από την πρόσφατη διπλωματική κινητικότητα για τη Συρία είναι οι αποτυχίες του συριακού στρατού και η αποδυνάμωση του καθεστώτος Ασαντ. Εξαντλημένος από τον τετράχρονο πόλεμο, ο κυβερνητικός στρατός έχει χάσει την πρωτοβουλία των κινήσεων, έχει υποστεί τους τελευταίους μήνες μια σειρά ήττες από το ISIS και το Μέτωπο Νούσρα και βρίσκεται σε άμυνα. Ενδεικτικά, στις αρχές Αυγούστου, ο κυβερνητικός στρατός στη βορειοδυτική Συρία τράβηξε τις δυνάμεις του πίσω, σε μια νέα αμυντική γραμμή γύρω από την κοιτίδα των Αλεβιτών, απ’ όπου προέρχεται η οικογένεια Ασαντ, ενώ τις τελευταίες μέρες, σύμφωνα με το Συριακό Παρατηρητήριο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, το ISIS, ύστερα από σκληρές οδομαχίες με άλλους ισλαμιστές αντάρτες στη συνοικία Ασάλι, τμήμα της νότιας περιφέρειας Καντάμ της πρωτεύουσας, κατάφερε να απωθήσει τους τελευταίους από τμήμα της συνοικίας και να φτάσει πιο κοντά από ποτέ στο κέντρο της Δαμασκού.
Η Ρωσία και το Ιράν παρακολουθούν με μεγάλη ανησυχία να περιορίζεται η επιρροή και ο έλεγχος του καθεστώτος Ασαντ στη χώρα (ελέγχει ακόμη την πρωτεύουσα και τις πόλεις στο δυτικό τμήμα της Συρίας), γεγονός που μπορεί να ικανοποιεί το Λευκό Οίκο και τους συμμάχους του στη Μέση Ανατολή, αλλά ταυτόχρονα τους ανησυχεί. Γιατί γνωρίζουν ότι σε περίπτωση που καταρρεύσει πλήρως το καθεστώς Ασαντ, θα επικρατήσει γενικό χάος που πιθανότατα θα επιτρέψει στο ISIS να επεκτείνει τον έλεγχό του σε όλη τη χώρα.
Ο εφιάλτης αυτός είναι η βασική αιτία της πρόσφατης διπλωματικής κινητικότητας για τη συγκρότηση ευρύτερου μετώπου εντός και εκτός Συρίας και την αναζήτηση πολιτικής μεταβατικής λύσης στη χώρα. Ωστόσο, οι διαφορές μεταξύ των εμπλεκόμενων πλευρών δεν είναι εύκολο να γεφυρωθούν. Και το σημαντικότερο: αυτοί που πολεμούν για να κερδίσουν έδαφος και θα παίξουν τελικά τον καθοριστικό ρόλο στις εξελίξεις είναι εκτός της διπλωματικής διαδικασίας. Στο μεταξύ, ο πόλεμος και η καταστροφή της χώρας και του λαού της θα συνεχίζονται επ’ αόριστο.