Πορεία προς τη γερμανική πρεσβεία οργανώνουν σήμερα μια σειρά συλλογικότητες του αναρχικού χώρου, με κεντρικό σύνθημα «Δεν θα γίνουμε αποικία του γερμανικού και κανενός άλλου ιμπεριαλισμού – Γερμανοί και ευρωπαίοι εργάτες ζητάμε την αλληλεγγύη σας απέναντι στην επίθεση του κεφαλαίου», όπως αναφέρεται στο κεντρικό κείμενο-διακήρυξη που εκδόθηκε.
Είναι, καταρχήν, θετικό το γεγονός ότι τμήμα του αναρχικού χώρου βάζει την αντιιμπεριαλιστική διάσταση στην πολιτική του πλατφόρμα, ξεφεύγοντας από το στενό σύνθημα «αγώνας ενάντια στο κράτος και το κεφάλαιο». Στο κείμενο υπάρχουν θετικές προσεγγίσεις, όπως η διάκριση ανάμεσα σε ιμπεριαλιστικά κέντρα και εξαρτημένες καπιταλιστικές χώρες, ή η τοποθέτηση της ελληνικής αστικής τάξης (έστω και με επιστημονικά πρωτόλειο τρόπο) ως τάξης που «έχει κάνει μια στρατηγική επιλογή: να προσδεθεί στα ευρωπαϊκά μονοπώλια και να εξυπηρετήσει πρώτα τα δικά τους συμφέροντα επιδιώκοντας παράπλευρα δικά της οφέλη».
Ομως, η αντιιμπεριαλιστική διάσταση δεν είναι εξ ορισμού μονοδιάστατη. Αρκεί να αναλογιστούμε πως υπάρχει μια μεγάλη γκάμα εξαρτημένων χωρών, διαφορετικού επιπέδου καπιταλιστικής ανάπτυξης. Αυτή η διαφορετικότητα στα επίπεδα ανάπτυξης προσδιορίζει και διαφορετικές προγραμματικές κατευθύνσεις. Αλλος είναι ο χαρακτήρας της επανάστασης σε μια οικονομικά (κατά συνέπεια και πολιτικά και κοινωνικοταξικά) καθυστερημένη αφρικανική χώρα και άλλος σε μια μέσου επιπέδου καπιταλιστικής ανάπτυξης χώρα όπως η Ελλάδα.
Ετσι, το ίδιο το κεντρικό σύνθημα της εκδήλωσης προδίδει μια αντίφαση. Αν παραβλέψουμε τη χρήση του όρου «αποικία» θεωρώντας τη δόκιμη για προπαγανδιστικούς λόγους (ως γνωστόν, το αποικιακό σύστημα του ιμπεριαλισμού έχει ιστορικά εξαλειφθεί και έχει παραχωρήσει τη θέση του σε ένα σύστημα εξάρτησης, που συχνά ονομάζεται νεο-αποικισμός, όμως είναι σαφώς διακριτό από το παλιό αποικιακό σύστημα), τότε το «δεν θα γίνουμε αποικία» είναι ένα σύνθημα άτοπο. Γιατί, με τη συγκεκριμένη χρήση του όρου (να υπονοεί μια εξαρτημένη χώρα), η Ελλάδα είναι «αποικία» από τη γέννηση του νεοελληνικού αστικού κράτους. Το «δε θα γίνουμε αποικία» προγραμματικά και στρατηγικά είναι πίσω από το αίτημα για αποτίναξη του ιμπεριαλιστικού ζυγού, που αποτελεί ένα από τα καθήκοντα της προλεταριακής επανάστασης στην Ελλάδα.
Ακόμη πιο βαθιά αντίφαση αποκαλύπτει η «στοχοποίηση» του γερμανικού ιμπεριαλισμού ως ξεχωριστού ιμπεριαλιστικού πόλου. Στοχοποίηση που γίνεται ακόμη και στο συμβολικό επίπεδο, καθώς η πορεία κατευθύνεται στη γερμανική πρεσβεία, αφήνοντας τα υπόλοιπα ιμπεριαλιστικά κέντρα, αν όχι στο απυρόβλητο, τουλάχιστον στη θέση του «δευτερεύοντος εχθρού». Στη συγκεκριμένη περίπτωση, υπάρχει μια σαφής υποχώρηση (αν όχι προσχώρηση) στο λαϊκίστικο αντι-γερμανικό ρεύμα (χωρίς τον εθνικισμό που χαρακτηρίζει μεγάλα τμήματα αυτού του ρεύματος).
Εκείνο που «βγάζει μάτια», όμως, είναι η απουσία οποιασδήποτε πολεμικής στο πολιτικό ρεύμα που διαχειρίζεται σήμερα την κυβερνητική εξουσία στην Ελλάδα και συνεχίζει τη μνημονιακή πολιτική, εξαπατώντας τον ελληνικό λαό με «σκληρές διαπραγματεύσεις» και τα συναφή. Ετσι, η ελληνική αστική τάξη, που τοποθετείται από το κείμενο κατά βάση σωστά στο σύστημα του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού, αποκόπτεται από τους πολιτικούς της εκπροσώπους γενικά και ειδικότερα από εκείνους τους πολιτικούς εκπροσώπους που διαχειρίζονται το πολιτικό της σύστημα σήμερα.
Δεν είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς σοβαρή πολιτική υποχώρηση έναντι του ΣΥΡΙΖΑ. Με μεγάλη ευκολία πολλοί μπορούν να εντάξουν και αυτή την κινητοποίηση στις «διαδηλώσεις αξιοπρέπειας» του ΣΥΡΙΖΑ, έστω και ερήμην των διοργανωτών της. Στην πολιτική δεν αρκούν οι καλές προθέσεις. Χρειάζεται προγραμματική σαφήνεια και σαφής νοηματοδότησή της.
Π.Γ.