H αποκάλυψη τους σκανδάλου Petrobras, στο οποίο εμπλέκονται τεκμηριωμένα τουλάχιστον 54 πολιτικοί, μεταξύ των οποίων κορυφαία στελέχη του κυβερνώντος Εργατικού Κόμματος και υψηλόβαθμοι κρατικοί αξιωματούχοι, που κατηγορούνται για εκατοντάδες εκατομμύρια μίζες, λειτούργησε σαν καταλύτης για το ξέσπασμα δεκάδων διαδηλώσεων σε όλη τη Βραζιλία την Κυριακή 15 Μάρτη, στις οποίες πήραν μέρος περισσότεροι από δύο εκατομμύρια διαδηλωτές απαιτώντας την παραίτηση της προέδρου Ντίλμα Ρούσεφ και τη διεξαγωγή εκλογών. H αστική αντιπολίτευση βρήκε την ευκαιρία που μάταια περίμενε κατά τη δωδεκαετία της πολιτικής κυριαρχίας του Εργατικού Κόμματος, με τον Λούλα αρχικά και τη Ρούσεφ στη συνέχεια.
Οι μαζικές διαδηλώσεις θύμισαν το λαϊκό ξέσπασμα τον Ιούνη του 2013 ενάντια στη διοργάνωση του Παγκοσμίου Κυπέλου Ποδοσφαίρου που έγινε στη Βραζιλία το καλοκαίρι του 2014 και την κατασπατάληση δημόσιου χρήματος για την κατασκευή των ποδοσφαιρικών υποδομών παράλληλα με την περικοπή κοινωνικών δαπανών για παιδεία, υγεία και μέσα μαζικής μεταφοράς από την κυβέρνηση Ρούσεφ.
Οι διαδηλώσεις της περασμένης Κυριακής, που θύμιζαν το εν Ελλάδι κίνημα των «Αγανακτισμένων» από την άποψη των αιτημάτων και της σύνθεσης του κόσμου που συμμετείχε, αλλά και από τη στήριξη που του παρείχαν τα βραζιλιάνικα μίντια, είχαν σαν μοναδικό στόχο τη Ρούσεφ, τσαλακώνοντας το ήδη τρωθέν πολιτικό της γόητρο με το σκάνδαλο Petrobras (αναλυτικά γράψαμε στο προηγούμενο φύλλο της «Κ»). Τη στήριξή του στις διαδηλώσεις δήλωσε το αντιπολιτευόμενο κόμμα των Σοσιαλδημοκρατών, ενώ, σύμφωνα με ρεπορτάζ του Reuters, οι διαδηλώσεις οργανώθηκαν από διάφορα δεξιά κόμματα μέσω κοινωνικών δικτύων, χωρίς απαραίτητα οι διαδηλωτές να είναι υποστηρικτές αυτών των κομμάτων.
Η μεγάλη συμμετοχή στις διαδηλώσεις δείχνει την πολιτική κρίση που έχει ξεσπάσει στη χώρα και την πλήρη ανυποληψία στην οποία έχει πέσει το βραζιλιάνικο αστικό πολιτικό σύστημα με την παροιμιώδη διαφθορά που το χαρακτηρίζει διαχρονικά, κρίση η οποία θα βαθύνει ακόμα περισσότερο όταν θ’ αρχίσουν να υλοποιούνται τα μέτρα λιτότητας που έχει αποφασιστεί να επιβληθούν το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα για την εξοικονόμηση 42,2 δισ. δολαρίων.
Θορυβημένη από τις μαζικές διαδηλώσεις, η κυβέρνηση οργάνωσε συνέντευξη Τύπου με εκπροσώπους της τον υπουργό Δικαιοσύνης Ζοσέ Εδουάρδο Καρντόζο και τον υπεύθυνο για τα κοινωνικά κινήματα Μιγκέλ Ροζέτο, οι οποίοι εξήραν πρώτα από όλα τον ειρηνικό χαρακτήρα των διαδηλώσεων και υποσχέθηκαν διάλογο με τους διαδηλωτές, επαναλαμβάνοντας τις δεσμεύσεις της Ρούσεφ κατά τη διάρκεια των διαδηλώσεων του 2013, οι οποίες φυσικά έχουν μείνει στα χαρτιά σχεδόν δυο χρόνια μετά.
Οι διαδηλώσεις της περασμένης Κυριακής αναμένεται να βάλουν εμπόδια στην ψήφιση των περικοπών στις κρατικές δαπάνες και την αύξηση της φορολογίας από το Κογκρέσο και να οξύνουν τις αντιδράσεις ενάντια στις περικοπές ακόμα και μέσα στο κυβερνών Εργατικό Κόμμα. Σε περίπτωση μη ψήφισης των νόμων αυτών, η Βραζιλία απειλείται με υποβάθμιση της πιστοληπτικής της ικανότητας, κάτι που θα βαθύνει ακόμη περισσότερο την ύφεση στην οποία αναμένεται να μπει ο βραζιλιάνικος καπιταλισμός αυτή τη χρονιά. Παράλληλα, ο πληθωρισμός είναι ο υψηλότερος της τελευταίας δεκαετίας, με το βραζιλιάνικο ρεάλ να έχει χάσει 22% της αξίας του σε σχέση με το αμερικάνικο δολάριο, εξανεμίζοντας τα λαϊκά εισοδήματα.
Ο φόβος για ξέσπασμα της λαϊκής οργής εκτιμάται ότι θα εμποδίσει σημαντικά τη σύναψη συμφωνίας μεταξύ των εμπλεκόμενων μερών και της κυβέρνησης για το θάψιμο του σκανδάλου της Petrobras, ειδικά τώρα που η Ντίλμα Ρούσεφ ζητά από το βραζιλιάνικο λαό να βάλει πλάτη για να μπορέσει ο εγχώριος καπιταλισμός να διαχειριστεί την επερχόμενη κρίση προς όφελός του.








